ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Αι Μούσαι: Ένας ξεχασμένος παράδεισος

0

Γράφει η Αθηνά Πετρακάκη

Μέσα σ’ ένα καταπράσινο φαράγγι στην περιοχή του Μυλοποτάμου και συγκεκριμένα στην κοιλάδα των Μουσών, η φύση δείχνει να ξεπερνά τον εαυτό της, με το φυσικό περιβάλλον να είναι τόσο όμορφο, που είναι δύσκολο να περιγραφεί.

Μέσα σ’ αυτό το μαγευτικό περιβάλλον που δείχνει σα να έχει ξεπηδήσει από οθόνη κινηματογράφου, μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα υπήρχε ζωή. Ένας ολιγάριθμος αλλά ζωντανός οικισμός  που ελάχιστα έβλεπε ήλιο, υπήρχε μέσα σε φαράγγι.

Ήταν οικισμός της κοινότητας Επισκοπής Μυλοποτάμου. Πρώτη φορά αναφέρεται στην απογραφή του 1881 με 63 χριστιανούς κατοίκους και τελευταία το 1961 με 46 κατοίκους. Το υψόμετρό του είναι 220μ. και απέχει από το Ρέθυμνο 35,5χιλ.

Το φαράγγι των Μουσών, αποτελούσε φυσικό όριο των επικρατειών της Αξού και της Ελεύθερνας, των δύο αρχαίων πόλεων του Μυλοποτάμου.

DSCN1584

Μάλιστα σύμφωνα με πληροφορίες πριν από μερικά χρόνια, γνωστός επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στο χώρο του τουρισμού, προσπάθησε να αγοράσει όλον τον οικισμό προκειμένου να δημιουργήσει ένα χώρο για καλλιτέχνες. Τα νομικά κολλήματα όμως ήταν τόσα πολλά που δεν τον άφησαν να προχωρήσει στο εγχείρημα, καθώς το κάθε σπίτι στον οικισμό, έχει περισσότερους από 20 κληρονόμους!

«Από’ χει θηλυκό παιδί στο Μούσι να το δώσει,

όπου βραδιάζει γρήγορα κι αργεί να ξημερώσει.»

Μέλη της θεατρικής ομάδας Γαράζου με παραδοσιακές στολές, φωτογραφίζονται από τον Μιχάλη Νικηφοράκη στον ακατοίκητο πλέον οικισμό Μούσι (-σαι). 

Στον παλιό οικισμό Μούσι-αι που πλέον έχει εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους σώζεται ο ανακαινισμένος ναός του Τιμίου Σταυρού, ενώ γύρω από το ναό σώζονται  ερειπωμένες κατοικίες όπως και πέντε νερόμυλοι του χωριού.

Το Μούσι (-σαι) που χρωστούσε την ύπαρξη του στην αφθονία και τη δύναμη του νερού, στην ακμή του, ήταν όχι μόνο τόπος συνάντησης για άλεσμα αλλά και σημείο που λειτουργούσε σαν «κέντρο πληροφοριών» αφού εκεί κυκλοφορούσαν τα νέα, που έφερναν οι αλεστάδες από τις γύρω περιοχές.

Το χωριό διέθετε μπακάλικο, καφενείο, κουρείο ενώ οι κάτοικοί του κατά κύριο λόγο ασχολούνταν με το επάγγελμα του μυλωνά και με τη σωστή χρήση του νερού κατάφερναν και γύριζαν τις τεράστιες μυλόπετρες. Οι γεωργικές δραστηριότητες ήταν περιορισμένες, αφού δεν υπήρχαν αγροί για να φυτευτούν, αλλά μικρά περιβολάκια που η παραγωγή τους ήταν για τις ανάγκες του σπιτιού.

Η περιοχή μάζευε πολύ κόσμο, αφού η ύπαρξη των πολλών νερόμυλων τους εξασφάλιζε ότι η δουλειά τους θα γινόταν γρήγορα και χωρίς να περιμένουν για ώρες προκειμένου να πάρουν το άλεσμα.

Το χωριό αυτό, ήταν το μόνο χωριό της περιοχής που είχε τρεχούμενο νερό μέσα στα σπίτια, αντίθετα με άλλα χωριά που το νερό ήταν δυσεύρετο. Οι κάτοικοι είχαν βρει τον τρόπο το νερό να περνάει μέσα από το σπίτι και οι γυναίκες δεν είχαν το επιπλέον κουβάλημα του νερού στο σπίτι.

Η μαντινάδα η οποία υπάρχει παραπάνω, δικαιολογείται με το ότι οι άνθρωποι δούλευαν μόνο με το φως της μέρας. Έτσι, ένα κορίτσι που θα παντρεύονταν στο Μουσι (-αι) θα δούλευε λιγότερες ώρες (περίπου ως τις 4 το απόγευμα), από ότι συνήθως και δε θα είχε στα καθημερινά της καθήκοντα και το κουβάλημα του νερού.

Σήμερα ο οικισμός προσφέρεται για ημερήσιες εκδρομές και οι κάτοικοι των γύρω περιοχών τον επισκέπτονται κυρίως Πρωτομαγιά και Καθαρά Δευτέρα, ενώ όπως οι ίδιοι θυμούνται παλαιότερα τα παιδιά κατέβαιναν στο ποτάμι κι έπιαναν με χέλια και καβούρια πρωτόγονα μέσα, ενώ έβρισκαν και μάζευαν και πολλές πεταλίδες.

DSCN1593Ο ναός του Τιμίου Σταυρού

Ανακαινισμένος και σε πολύ καλή κατάσταση βρίσκεται σήμερα ο Ναός ο οποίος κατά την ημέρα της εορτής του (14 Σεπτεμβρίου) συγκεντρώνει ακόμα κόσμο από τα γύρω χωριά, ενώ εκεί επιτόπου πραγματοποιείται και πανηγύρι μεταξύ των παρευρισκομένων.

Στο υπέρθυρο της εισόδου στην αυλή του Τιμίου Σταυρού, σώζεται η επιγραφή: «Ανακαινίσθη η παρούσα εκκλησία δια χειρός Σπυριδώνου μαστόρου δια συνδρομής των ενοριτών και επιτροπών εις μνημόσυνον αιώνιον» 25 Απριλίου 1843.

Η ιστορία του μπακάλη

Ο ναός του Τιμίου Σταυρού, είναι δεμένος και με μια ιστορία που οι μεγαλύτεροι κάτοικοι της γύρω περιοχής τη διηγούνται ως πραγματικό γεγονός Την ιστορία μας τη διηγήθηκε ο καλός φίλος της εφημερίδας μας Γιώργος Πολίτης που μας συνόδευσε στην κοιλάδα των Μουσών και είπε : «Τα χρόνια που το χωριό ήταν ακόμα στην ακμή του, υπήρχε μπακάλικο που λειτουργούσε λίγα μέτρα από την εκκλησία. Ο μπακάλης ήταν άνθρωπος που αγαπούσε τους συγχωριανούς του και τους βοηθούσε με τις δυνατότητες που είχε εκείνη την εποχή. Για παράδειγμα βοηθούσε τους φτωχότερους με παιδιά, είτε με τρόφιμα είτε δίνοντας τους βερεσέ τα προϊόντα που με πολύ κόπο κατέληγαν στο μαγαζάκι του, αφού το μόνο μέσω μεταφοράς ήταν το γαϊδούρι. Ήταν ανύπαντρος και αφιερωμένος στην περιποίηση του ναού, τον οποίο φρόντιζε πρωί βράδυ για πολλά χρόνια.

DSCN1625

Ένα βράδυ, καθώς γύρισε κατάκοπος από ακόμα ένα ταξίδι προκειμένου να φέρει εμπόρευμα στο μαγαζί του, τον περίμεναν στο σπίτι του άγνωστοι, που όχι μόνο του έκλεψαν την πραμάτεια του, αλλά τον άφησαν αιμόφυρτο ως το πρωί που τον βρήκαν οι συγχωριανοί του. Μόλις συνήλθε, σηκώθηκε και θυμωμένος πήρε την βέργα του και πήγε στην εκκλησία. Στάθηκε μπροστά στην εικόνα του ναού και άρχισε να φωνάζει κουνώντας συγχρόνως και την μπαστούνα του. «Έτσι είναι μωρέ οι γειτόνοι; Γι’ αυτό σε προσέχω τόσα χρόνια και σε καθαρίζω και σε φροντίζω για ν’ αφήσεις να με κλέψουν και να με σακατέψουν στο ξύλο; Να τους κάψεις αυτούς που μ’ έφεραν σ’ αυτή την κατάσταση!» Οι συγχωριανοί του, δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτό που έβλεπαν και άκουγαν και κανείς δεν μπορούσε να ηρεμήσει το μαινόμενο μπακάλη. Το ίδιο βράδυ, σύμφωνα πάντα με την ιστορία, ένα σπίτι στο χωριό πήρε φωτιά. Κάηκαν μια γυναίκα κι ένα παιδί, πριν προλάβουν να κάνουν κάτι οι συγχωριανοί τους. Από το φλεγόμενο σπίτι βγήκε ο πατέρας και σύζυγος των δύο θυμάτων και κλαίγοντας παραδέχτηκε στους συγχωριανούς του, «Εγώ το έκανα». Από τότε, έφυγε από το χωριό και κανείς δεν ξανάμαθε κάτι γι αυτόν.

Πηγές:

Γιώργος Πολίτης …………. (προφορική πηγή).

Ταξιδεύοντας στο Ρέθυμνο, Μιχάλης Τρούλης.

Πόλεις και χωριά της Κρήτης, Στέργιος Σπανάκης.

Η Μυλοποταμίτικη Κοινότητα Γαράζου, Σύλλογος Κοινότητας Γαράζου στο Λεκανοπέδιο Αττικής.

ΔΕΣΠΟΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣΜονή Δεσπότη Χριστού

Νοτιοανατολικά του χωριού Μουρτζανά και πριν από το Μούσι (-αι), αγροτικός δρόμος οδηγεί στη Μονή Δεσπότη Χριστού. Από τη Μονή σώζεται μόνο ο ναός ο όποιος έχει πέτρινη σκεπή ενώ εσωτερικά σώζεται η παλιά αγιογράφηση του.

Από το 1864 δεν μένει εκεί κανείς μοναχός. Αξίζει να σημειωθεί ότι παραμένει άγνωστο πότε ιδρύθηκε το μοναστήρι, αλλά και πότε έγινε μετόχι του Πανάγιου Τάφου. Δίπλα στο Ναό του Δεσπότη Χριστού, υπάρχει ένα τεράστιο κυπαρίσσι, που σύμφωνα με τους ντόπιους όποιος ήταν άρρωστος κι έκοβε ένα κλαράκι γινόταν καλά. Αντίθετα αν κάποιος έκοβε κλαδί χωρίς λόγο, σύμφωνα με το θρύλο, αρρώσταινε…

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ