ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Προφήτες, που δεν τους κάλεσε ο Θεός (Β΄) του Θοδωρή Ρηγινιώτη

0

Επιμέλεια: Θ. Ι. Ρηγινιώτης

Περίληψη προηγουμένου: Βρισκόμαστε σε μια εποχή μεγάλης πνευματικής σύγχυσης. Το θρησκευτικό μπέρδεμα είναι τέτοιο, που θυμίζει τα ρωμαϊκά χρόνια, όταν πρωτοεμφανίστηκε ο χριστιανισμός – τότε, το ανακάτεμα των θρησκειών και η μαγεία διαφόρων ειδών κυριαρχούσαν. Κάτι παρόμοιο παρατηρούμε και σήμερα: ο δυτικός κόσμος έχει γεμίσει από πρόσωπα και ομάδες που δίνουν πνευματικές υποσχέσεις, ανακατεύοντας ιδέες και πρακτικές από διάφορες θρησκείες και βεβαιώνοντας ή πιστεύοντας και οι ίδιοι ότι διαθέτουν κάποιο ξεχωριστό «χάρισμα» και την υψηλή «αποστολή» να διδάξουν και να καθοδηγήσουν την ανθρωπότητα…

Πέρα από τους γκουρού, τα μέντιουμς κ.ά., που προέρχονται από τις θρησκείες της Άπω Ανατολής ή την αρχαία ειδωλολατρία, και στο χώρο του χριστιανισμού έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις, σε όλο τον πλανήτη, η εμφάνιση ανθρώπων με «ιδιαίτερα χαρίσματα», «κλήσεις» και «αποστολές».

 

Κάποια ιστορικά δεδομένα

Τον απόστολο Παύλο ποιος τον έστειλε να κηρύξει το ευαγγέλιο σε όλο τον κόσμο;

Ο Παύλος συνάντησε τον ίδιο το Χριστό μέσα στο θεϊκό Φως, άλλαξε η ζωή του και έγινε χριστιανός. Όμως, παρά το ότι ο ίδιος ο Χριστός είχε αποκαλύψει με όραμα στον άγιο Ανανία (αυτόν που θεράπευσε τα μάτια του Παύλου και τον βάφτισε) ότι τον προορίζει για υψηλή αποστολή, δεν πήγε να κηρύξει, αλλά μιλούσε μόνο με τους χριστιανούς και κατόπιν γύρισε στην πατρίδα του.

Από εκεί τον κάλεσε στην Αντιόχεια ο απόστολος Βαρνάβας, απεσταλμένος της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Για ένα χρόνο οι δύο άγιοι έκαναν ό,τι τους είχε ανατεθεί από την Εκκλησία, διδάσκοντας τους χριστιανούς. Και κατά την ώρα μιας λειτουργίας, το Άγιο Πνεύμα είπε ότι αναθέτει στο Βαρνάβα και τον Παύλο (Σαύλος λεγόταν ακόμη) μια ιδιαίτερη αποστολή. Και τότε, πάλι δε σηκώθηκαν αμέσως να πάνε να κηρύξουν! Αλλά η Εκκλησία τους χειροτόνησε και τους εξουσιοδότησε για το έργο τους! (Δες Πράξεις των Αποστόλων, κεφάλαια 9, 11 και 13).

Αν λοιπόν ο μέγας Παύλος – ο καλεσμένος από τον ίδιο το Χριστό και το Άγιο Πνεύμα, ο άνθρωπος που θεράπευε δαιμονισμένους και ανέστησε νεκρό – δεν πήγε να κηρύξει παρά μόνο όταν τον χειροτόνησε και τον έστειλε η Εκκλησία (δηλ. οι άνθρωποι, οι κανονικοί πνευματικοί ηγέτες της Εκκλησίας), ποια Εκκλησία έστειλε, χειροτόνησε και έδωσε εξουσία στον οποιονδήποτε χαρισματικό «απόστολο του Θεού» που διδάσκει και προφητεύει; (Δες και Α΄ προς Κορινθίους, 12, 28: «Και ους μεν έθετο ο Θεός εν τη εκκλησία πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους…» – ενώ αμέσως μετά, στο περίφημο κεφάλαιο 13, μιλάει για χαρίσματα που δε συνοδεύονται από αγάπη και πέφτουν στην πλάνη!).

Αρκετοί μάλιστα παρόμοιοι προφήτες (ή «προφήτες») νομίζουν πως οι ίδιοι είναι ανώτεροι από την Εκκλησία, πως διδάσκουν ακόμη και τους μητροπολίτες, πως οι ίδιοι έχουν «ξεπεράσει» τις «παλιές συνήθειες» να ασπαζόμαστε τα εικονίσματα και τα ιερά λείψανα των αγίων μας, να κάνουμε το σταυρό μας, να πηγαίνουμε στην εκκλησία, να νηστεύουμε τις σαρακοστές, να γιορτάζουμε μαζί με όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς τις γιορτές του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων, ακόμη και να εξομολογούμαστε και να μεταλαβαίνουμε. Κι όμως όλοι οι γνήσιοι άγιοι διδάσκαλοι των χριστιανών πλησίασαν το Θεό με αυτό τον τρόπο (τον τρόπο της απλής γιαγιάς μας) σε όλη τους ζωή και αυτό τον τρόπο δίδαξαν στους ανθρώπους.

Γνήσιοι είπα; Ναι, οι γνήσιοι, που, μετά την έξοδό τους για τον ουρανό, ο Θεός επέτρεψε και τα λείψανά τους (ή τα άφθαρτα σώματά τους) ευωδιάζουν, μυροβλύζουν και θαυματουργούν, και οι εικόνες τους κάνουν θαύματα και τρέπουν τους δαίμονες σε φυγή. Αυτοί είναι οι δάσκαλοί μας και έχουμε ανάγκη να τους μιμηθούμε στην πίστη, την ταπείνωση και την αγάπη. Δε χρειαζόμαστε άλλους.

 

Πλανεμένοι και γνήσιοι

 

Στη μονή των Σπηλαίων του Κιέβου (ένα από τα σημαντικότερα μοναστήρια της Ορθοδοξίας, με περισσότερους από εκατό αγίους), τον 11ο αιώνα, έζησε ο άγιος Νικήτας του Νοβγκορόντ, που, όταν ήταν σχετικά νέος μοναχός και παρά την αντίθετη γνώμη του πνευματικού του, αποφάσισε να ζήσει ως έγκλειστος σε μια σπηλιά. Όμως, λίγες μόλις μέρες μετά τον εγκλεισμό του, ένιωσε μια ουράνια ευωδία στο χώρο γύρω του. “Άγγελος θα είναι” σκέφτηκε αμέσως και, μιμούμενος το ριψοκίνδυνο αίτημα του Μωυσή προς το Θεό, είπε: «Κύριε, εμφάνισέ μου τον εαυτό σου». Ένας άγγελος εμφανίστηκε και του είπε: «Νικήτα, από εδώ και πέρα θα σταματήσεις να προσεύχεσαι και θ’ αρχίσεις να διαβάζεις βιβλία, για να μπορείς να συμβουλεύεις τους ανθρώπους που θα έρχονται σε σένα. Με εντολή του Θεού, εγώ θα προσεύχομαι για σένα».

Ο άπειρος μοναχός έπεσε στην παγίδα πολύ εύκολα. Μόνο που ο επισκέπτης δεν ήταν άγγελος, αλλά διάβολος που είχε λάβει μορφή αγγέλου. Έτσι, έπαψε να προσεύχεται και άρχισε να μελετά. Έγινε σοφός σύμβουλος και σιγά σιγά πλήθος προσκυνητών τον επισκεπτόταν ως έμπειρο και χαρισματούχο πνευματικό. Και πράγματι, εμφάνισε ακόμη και προφητικό χάρισμα.

Όμως οι άγιοι γέροντες (πνευματικοί διδάσκαλοι) της μονής διαπίστωσαν ότι, ενώ ο Νικήτας γνώριζε απ’ έξω ολόκληρη σχεδόν την Παλαιά Διαθήκη, δεν ήξερε καθόλου την Καινή Διαθήκη. Δεν τη μελετούσε ποτέ και δεν ήθελε να γίνεται ούτε λόγος γι’ αυτήν! Έτσι, μια ομάδα έμπειρων μοναχών πήγε στο κελί του και του ζήτησε να επιστρέψει στο μοναστήρι. Εκείνος αρνήθηκε και, όταν επέμεναν, βγήκε εκτός εαυτού, ωρυόταν, απειλούσε και ούρλιαζε σαν πληγωμένο θηρίο. Χρειάστηκαν εξορκισμοί και πολυετής προσευχή για να επανέλθει ο Νικήτας στην αρχική του πνευματική καθαρότητα. Μετά από χρόνια αξιώθηκε να γίνει άγιος (γιορτάζει 15 Μαΐου). [Την περίπτωση αυτή, και άλλες, μαζί με μια προσπάθεια επεξεργασίας του θέματος, δείτε στο ταπεινό άρθρο μας «Ιστορίες πλάνης», στο Διαδίκτυο].

Και μια αντίθετη περίπτωση: ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης αποφάσισε να ζήσει ως ασκητής πάνω σ’ ένα στύλο. Ύψωσε λοιπόν ένα στύλο και ανέβηκε στην κορυφή. Οι γέροντες της περιοχής ανησύχησαν ότι τον έχει πλανήσει ο διάβολος, για να τον πείσει ότι έχει γίνει μέγας ασκητής. Πήγαν λοιπόν κάτω από το στύλο και του ζήτησαν να κατεβεί.

Ο άγιος, ταπεινά, υπάκουσε και κατέβηκε αμέσως. Τότε οι έμπειροι γέροντες του είπαν: «Η ταπείνωση και η υπακοή που έδειξες φανερώνει ότι δεν έχεις εγωισμό μέσα σου, ώστε να επιμένεις να γίνει το δικό σου. Γι’ αυτό δεχόμαστε ότι δεν έχεις πλανηθεί και σου δίνουμε ευλογία να ζήσεις πάνω στο στύλο». Τότε ο άγιος χάρηκε, ανέβηκε ξανά στο στύλο και ασκήτεψε εκεί.

Αυτή είναι η ασφαλής χριστιανική αντίδραση. Και αν υποθέσουμε ότι ο άγιος τελικά δεν έπαιρνε ευλογία από τους γέροντες και δε γινόταν στυλίτης, θα σωζόταν λόγω της ταπείνωσής του. Η ακραία άσκηση των ασκητών (και η μικρή άσκηση που κάνουμε εμείς στον κόσμο, όπως η νηστεία και φυσικά η αποφυγή της αμαρτίας) σώζει, όταν αποσκοπεί στην απόκτηση της ταπείνωσης, όχι της «δύναμης». Οι χριστιανοί δεν ασκούνται για «να γίνουν δυνατοί», αλλά για να γίνουν ταπεινοί. Γι’ αυτό και η αφιέρωση στο Θεό, από τους ορθόδοξους χριστιανούς, γίνεται μέσα στα μοναστήρια, όπου ο άνθρωπος ζει ως ισότιμο μέλος μιας μικρής κοινωνίας και λαμβάνει πνευματική καθοδήγηση από τον πνευματικό του. Όταν αποκτήσει πείρα, μπορεί να λάβει ευλογία από τον πνευματικό του, αν θέλει να γίνει ερημίτης ή ιεραπόστολος.

Δύσκολα πράγματα αυτά, αδελφοί… Προϋποθέτουν ταπείνωση, ενώ εγώ (υποθετικά μιλώντας) θέλω να υψώνω το θέλημά μου σαν σημαία και να φαντάζομαι ότι είμαι ένα πλοίο, που το οδηγεί σαν Καπετάνιος ο Ίδιος ο Χριστός!... Θέλω να οδηγώ τους άλλους, όχι να ακολουθώ – κι αν είναι να ακολουθήσω κάποιον, θέλω να είναι αυτοπροσώπως ο Χριστός ή το Άγιο Πνεύμα! Ή έστω η Παναγία ή κάποιος άγγελος. Τόσο εγωιστής είμαι… Για κάτι τύπους σαν εμένα καραδοκεί ο διάβολος με τις τσέπες του γεμάτες οράματα, προφητείες και θαυματουργικά χαρίσματα, εντελώς όμοια με αυτά που διαβάζουμε πως προσφέρει ο Θεός στους αγίους και ταπεινούς αγωνιστές Του.

Και υπόψιν ότι δεν είναι καθόλου «ξεχωριστές περιπτώσεις» οι ποικίλοι «χαρισματούχοι»… Ο τόπος έχει γεμίσει από δαύτους και ουσιαστικά δε διαφέρουν σε τίποτα από «θαυματουργούς» ασκητές, μάντεις, μέντιουμ κ.τ.λ. των ειδωλολατρικών θρησκειών, εκτός από την πεποίθησή τους ότι αυτός που τους κατευθύνει είναι «ο Χριστός».

Από το Σάι Μπάμπα μέχρι το Σαν Μυούνκ Μουν ("Εκκλησία του Μουν"), όλοι οι παλιοί και νέοι «διδάσκαλοι» και «σωτήρες» ποικίλων αποχρώσεων «καθοδηγούνται από το Θεό». Ας μας προβληματίσει πως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση «προφητικής επικοινωνίας» στην Ιστορία, που κράτησε ώς το θάνατο του φορέα της και που ο ίδιος και οι οπαδοί του είχαν ακλόνητη πεποίθηση ότι «τους καθοδηγεί ο αληθινός Θεός του Μωυσή και του Ιησού» (πεποίθηση που ενισχυόταν από τις αλλεπάλληλες νίκες κατά των «απίστων», ακριβώς όπως τους έλεγε το προφητικό πνεύμα) είναι ο Μωάμεθ.

Αντίθετα, όποιος επιθυμεί να δει πώς τρεις γυναίκες βοήθησαν τους ανθρώπους κάνοντας αληθινό έργο Θεού, χωρίς να πλανηθούν, ας διαβάσει για την αγία Μαρία Σκόμπτσοβα (την ορθόδοξη μοναχή του Παρισιού, πρώην άθεη και τελικά νεομάρτυρα από τους Ναζί), την αγία Ελισάβετ της Ρωσίας και τη σύγχρονη μοναχή Πορφυρία, που ήταν για χρόνια οδηγός ταξί. Για την τελευταία διαβάστε το βιβλίο της Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης, όπου θα δείτε μια πραγματική σύγχρονη διδάσκαλο, που, αν και έζησε θαύματα, δεν πήρε αέρα ο νους της, ούτε θεώρησε τον εαυτό της χαρισματούχο και διδάσκαλο της ανθρωπότητας… Επίσης, ο ειλικρινής αναζητητής ας διαβάσει για τη «Μάμα Σταυρίτσα», την ιεραπόστολο της Αφρικής, αλλά και για παλαιότερες περιπτώσεις, όπως η αγία Φιλοθέη η Αθηναία.

Καταλάβατε, αγαπημένοι μου αδελφοί; Εδώ δεν είναι πλέον Παλαιά Διαθήκη, που ο Θεός καλούσε άμεσα και προσωπικά τον προφήτη Ησαΐα, Ιερεμία κ.τ.λ. Τότε δεν υπήρχε ακόμη η Εκκλησία, δηλ. το σύνολο των χριστιανών, μαζί με τους αγγέλους και τις ψυχές των κεκοιμημένων (ιδιαίτερα των αγίων), με κεφαλή το Χριστό και μέλη όλους εμάς. Τώρα όμως βρισκόμαστε στην αγία Εκκλησία του Χριστού, που είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας», όπως λέει ο ίδιος ο απόστολος Παύλος (Α΄ προς Τιμόθεον, 3, 15).  Ο άνθρωπος συνδέεται με το Χριστό μέσω άλλων ανθρώπων – των δασκάλων του, που δεν παύουν να είναι και αδελφοί του – και όχι απευθείας. Και απευθείας πρόσκληση να λάβω, πάλι μέσω της Εκκλησίας θα βαδίσω και δε θα προσπαθήσω να οδηγήσω εγώ την Εκκλησία (ούτε θα φαντάζομαι ότι… «την οδηγεί ο Θεός μέσω εμού»), αν φυσικά η καρδιά μου έχει αληθινή ταπείνωση.

Και ως Εκκλησία δεν εννοώ τις διάφορες πεντηκοστιανές «Εκκλησίες» των 50-100 ετών, αλλά την ηλικίας είκοσι αιώνων Ορθόδοξη Εκκλησία των αγίων του Θεού, την αρχαία πίστη των χριστιανών, από την οποία ποτέ δεν έλειψαν οι θαυματουργοί άγιοι και δε λείπουν και σήμερα.

Θα ολοκληρωθεί στο επόμενο άθρο

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ