ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Ποίηση και καθημερινότητα του Αθανάσιου Τσολιά

0

Γράφει ο Αθανάσιος Τσολιάς - Δημοσιογράφος

Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα

απ ' τες εννιά που άναψα την λάμπα,

και κάθισα εδώ. Καθόμουν χωρίς να διαβάζω,

και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω

κατάμονος μέσα στο σπίτι.(...)

(...) Δώδεκα και μισή. Πως πέρασεν η ώρα.

Δώδεκα και μισή.Πως πέρασαν τα χρόνια.

Κ. Π. Καβάφης, Απ' τες εννιά

Λόγια απλά. Δίχως εντυπωσιασμούς ή επιδείξεις. Σκέψεις βγαλμένες από τα βάθη του πηγαδιού της ψυχής. Γραμμένες με πόνο, χαραγμένες απαλά στο χαρτί. Οι ώρες, τα χρόνια περνούν, η μοναξιά γεννά δημιουργία και καταστροφή, ζωή και θάνατο. Εκατόν πενήντα δύο χρόνια από τη γέννηση του Κωνσταντίνου Καβάφη (σαν χθες), ογδόντα δύο από τη στιγμή που έφυγε απ΄τη ζωή, κι όμως, ακόμη και σήμερα, η Ποίησή του εξακολουθεί να εμπνέει, να θρέφει, να τροφοδοτεί τις καρδιές και τον νου των ανθρώπων.

Είναι ορισμένοι Ποιητές, όπως ο Καβάφης, οι οποίοι, μέσα από το έργο τους, μας δείχνουν το πόσο ελάχιστοι είμαστε μέσα στην ανοησία και το εγώ που μας διακατέχει, μα συνάμα και το πόσο τρανοί. Με κάθε του λέξη καταδεικνύει ότι ο άνθρωπος, συμφιλιωμένος ή μη με τα πάθη του, διαθέτει την ικανότητα να αίρει, να αυτοαναιρείται, να γεννά και να γκρεμίζει με την ίδια ευκολία.

Και είναι αυτή η ικανότητα των ανθρώπων που τους οδηγεί στην ευτυχία ή στη δυστυχία. Είναι στη διακριτική μας ευχέρεια ή απλώς στην επιλογή μας να διαλέξουμε τον δρόμο που επιθυμούμε. Να ανακαλύψουμε την ομορφιά μέσα στην βαρετή καθημερινότητα και τα προβλήματά μας ή να διαβιώνουμε μόνο και μόνο για να υπάρχουμε σε έναν κόσμο καθορισμένο, νομοτελειακό. Μπορούμε να περπατάμε μέσα στους πολυσύχναστους δρόμους προσπερνώντας τα πρόσωπα που μετά βίας αντικρίζουμε μπροστά μας για να πάμε στο περίπτερο ή τη δουλειά μας. Μπορούμε να οδηγούμε το αυτοκίνητό μας παρατηρώντας προσεκτικά την εικόνα που ανοίγεται μπροστά μας, τα σήματα, τις διαγραμμίσεις, το πιθανό λάθος που θα μπορούσε να κάνει ο οδηγός του οχήματος που διέρχεται στο αντίθετο ρεύμα. Ή μπορούμε να δούμε, για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, το χαμόγελο που πάει να σπάσει στο πρόσωπο της ηλικιωμένης, η οποία σκυφτή, μετά δυσκολίας προσπαθεί να διασχίσει τη διάβαση. Το ολόλευκο περιστέρι που, για να φάει ένα σπυρί σουσάμι στο πλακόστρωτο, περνά ξυστά πάνω απ' το κεφάλι μας την τελευταία στιγμή.

Η Ποίηση, το όνειρο, η διαφορετική ματιά στα πρόσωπα και τα πράγματα υπάρχει στη φύση από μόνη της. Το μόνο που ζητά από μας είναι να την διακρίνουμε, να την αντιληφθούμε. Το μόνο που ζητά είναι να την αναγνωρίζουμε. Και τότε μας χαρίζεται απλόχερα, μας δωρίζει τον εαυτό μας.Η Ποίηση δεν είναι και δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι «υψηλή» παρά μόνο ανθρώπινη. Η ομορφιά της καθημερινότητας, αυτής της βαρετής συνήθειας που όλοι σιχαινόμαστε, είναι η προσπάθεια που καταβάλλει ο καθένας από εμάς να ξεχωρίσει το τι του ταιριάζει στην ψυχή ή όπως λέει ο Μπέρτολτ Μπρέχτ στο ποίημά του «Μη ζητάτε πολλή σοφία»

 

Πολλή σοφία μη ζητάτε, γιατί σοφία δε χρειάζεται πολλή

Να καταλάβεις πως το ένα περσότερο είναι από κανένα.

 

Μην υπολογίζετε μονάχα στην εμπιστοσύνη

Τον μοναδικό προστάτη του κανείς δεν τον αφήνει.

 

Μη βασίζεστε μονάχα στους τολμηρούς

Οι περσότεροι τόλμη έχουν αρκετή για να σώσουν τη ζωή τους.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ