ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Αίτια της ντροπής του Μανώλη Σκαρσούλη

0

Η συνοχή της ταυτότητας

Η ντροπή ριζώνει σε ό,τι είναι πιο προσωπικό, στο αίσθημα ότι υπάρχεις στον κόσμο σαν ον μοναδικό και αναντικατάστατο, με τη δική σου ταυτότητα και αξία. «Η ντροπή γεννιέται όταν μια «καταστροφή» συνθλίψει το αίσθημα εσωτερικής συνέχειας του υποκειμένου, το αίσθημα συνοχής της ταυτότητας» λέει ο Τισσερόν.

Το αίσθημα της συνοχής και της σταθερότητας της ταυτότητας αποτελεί συνάρτηση του αισθήματος της προσωπικής αξίας, το οποίο έχει τις ρίζες του στην κοινωνική αναγνώριση και εκτίμηση, στη συναισθηματική σχέση με τον άλλον, στο σεβασμό των δικαιωμάτων του. Η αποκάλυψη του εσώτατου εαυτού, των ελλειμμάτων και των αδυναμιών του, μέσα από το βλέμμα του άλλου, που το εκθέτει και το ξεγυμνώνει δημόσια, γεννά αισθήματα φρίκης και ντροπής, καθηλώνοντας το άτομο σε ένα ναρκισσιστικό χάος.

Συστατικό στοιχείο της συνοχής της ταυτότητας αποτελούν οι δεσμοί που αναπτύσσει το άτομο με το πρώιμο περιβάλλον του, τη γλώσσα και τον πολιτισμό. Η απώλεια αυτών των δεσμών, πρώιμη ή όψιμη, συνυφαίνεται με την απώλεια των σημείων αναφοράς του υποκειμένου στο χώρο και στο χρόνο και την απαξίωση της εικόνας εαυτού. Αυτή η απώλεια αποτελεί απειλή για την εσωτερική συνέχεια της ταυτότητας και μπορεί να αποτελέσει παράγοντα προδιάθεσης στην ντροπή.

Απώλεια αυτοεκτίμησης

Η ντροπή λοιπόν, που βιώνεται πρώτα απ’ όλα ως απειλή απόρριψης αυτού του ατόμου από το κοινωνικό σύνολο σχετίζεται πάντα με τις κυρίαρχες κοινωνικές αξίες, τις ηθικές επιταγές, τις κοινωνικές νόρμες που έχουν, μέσω της εκπαίδευσης, εσωτερικευτεί από το άτομο, διαμορφώνοντας το δικό του Ιδανικό Εγώ, τις αξίες, τις πεποιθήσεις, τα ιδανικά του.

Από αυτή την άποψη το συναίσθημα της ντροπής βρίσκεται στο σημείο όπου συναρθρώνεται το ατομικό με το συλλογικό, το ψυχικό με το κοινωνικό. Το αίσθημα της αποτυχίας, που βρίσκεται στην καρδιά του συναισθήματος της ντροπής, αφορά όχι μόνο το συγκεκριμένο άτομο αλλά και την οικογένεια, την κοινωνία, τον πολιτισμό και τις κυρίαρχες αξίες στη δεδομένη χρονική περίοδο.

Γιατί αυτές τις αξίες αισθάνεται ότι τις έχει προδώσει αυτός που «ντροπιάστηκε». Με αυτή την έννοια, η ντροπή δεμένη με την ταπείνωση, την προσβολή και την απώλεια της αυτοεκτίμησης και της αξιοπρέπειας αποτελεί βουβή κραυγή διαμαρτυρίας γι’ αυτή την απώλεια, τον αδιάψευστο μάρτυρα της ανάγκης του ανθρώπου για αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια.

Η ντροπή αναδύεται από τα βάθη του εαυτού, από εκείνη την πραγματικότητα που δεν ορίζεται από το συμβολικό. Είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας κάθε συμβολοποίησης. Αναδύεται και κατακλύζει τον εαυτό, ο οποίος, κάτω από το διαπεραστικό, αδυσώπητο, παντοδύναμο βλέμμα του Άλλου, αισθάνεται γυμνός, άθλιος, ένα πραγματικό σκουπίδι και γεμίζει θυμό και απελπισία. «Αυτός που ντρέπεται αισθάνεται άθλιος, εύθραυστος , στόχος που προσφέρεται στους ανελέητους σαρκασμούς των άλλων και στερείται κάθε μέσου υπεράσπισης του εαυτού του» λέει ο γνωστός ψυχαναλυτής Andre Green.

Οι πηγές της ντροπής

Η πηγή της ντροπής μπορεί να είναι σωματική, σεξουαλική, ψυχική, ηθική, κοινωνική και οντολογική.

Η σωματική πηγή αφορά την κατάσταση του σώματος, την αναπηρία του, την έλλειψη καθαριότητας, την κακοσμία, την εξωτερική εμφάνιση, την έκθεση του γυμνού στη δημόσια θέα, με τρόπο βίαιο και ταπεινωτικό. Γιατί δεν ντρέπεται κανείς όταν ξεγυμνώνεται στο νοσοκομείο για να τον εξετάσει ο γιατρός.

Η σεξουαλική πηγή αφορά τη δημόσια έκθεση των σεξουαλικών οργάνων ή σεξουαλικών πράξεων.

Η ψυχική αφορά την απώλεια της αυτοεκτίμησης και ό,τι μπορεί να την προκαλέσει, οδηγώντας στην εσωτερική κατάρρευση.

Η ηθική αφορά την παραβίαση κοινά αποδεκτών κοινωνικών κωδικών και αξιών.

Η κοινωνική αφορά το στιγματισμό του ατόμου λόγω φυλής, θρησκείας, κοινωνικής τάξης, κουλτούρας, διαφορετικότητας.

Η οντολογική αφορά καταστάσεις στις οποίες ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος ως θύμα, θύτης ή θεατής με το μη ανθρώπινο, αυτό που ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια.

Σε ό,τι αφορά τις αιτίες της ντροπής, εκτείνονται σ’ ένα μεγάλο φάσμα ηλικιών, συμπεριφορών, πράξεων και καταστάσεων που έχουν σχέση με το συγκεκριμένο υποκείμενο.

Στα παιδιά αιτία ντροπής μπορεί να είναι οι «κακές» πράξεις τους, με βάση πάντα την κρίση των μεγάλων, η νυκτερινή ενούρηση, ο αυνανισμός, η παρακολούθηση της πρωταρχικής σκηνής, τα αιμομεικτικά αισθήματα, αλλά και διάφοροι φόβοι, της γελοιοποίησης μπροστά στους μεγάλους, της εγκατάλειψης, της εκτόπισης ή της μετανάστευσης.

Μπορεί επίσης να είναι η κατάσταση των γονιών, η φτώχεια τους, οι προσβολές που δέχονται, ο οίκτος των πλουσίων που επιδεικνύεται προκλητικά με πράξεις ελεημοσύνης, ο αλκοολισμός, η τοξικομανία τους. Βασική αιτία ντροπής μπορεί να είναι ότι το υποκείμενο δεν ήταν επιθυμητό από τους γονείς ή ήταν νόθο. Επίσης η ανεπάρκεια των γονέων στο ρόλο τους, όταν το παιδί δέχεται ταπεινώσεις είτε λόγω των γονέων του ή ενώπιόν τους χωρίς εκείνοι να κάνουν τίποτα για να το προστατέψουν. Η ενδοοικογενειακή βία, επίσης μπορεί να βρίσκεται στη ρίζα της ντροπής, βία μεταξύ των γονιών, από τους γονείς προς το παιδί ή μεταξύ των αδελφών.

Ο στιγματισμός της φτώχειας

Θεωρείται ότι μία από τις πρώτες ντροπές που αισθάνεται το παιδί μεγαλώνοντας είναι η ντροπή για τους γονείς του, όταν εκείνοι δεν ανταποκρίνονται στους κανόνες του κομφορμισμού, με βάση τα κοινωνικά πρότυπα.

Αυτό αφορά το ντύσιμο, την εμφάνιση, τη συμπεριφορά τους, τον τρόπο που μιλούν, ένα σωματικό ελάττωμα ή μία αναπηρία, μια χρόνια ασθένεια, τον αλκοολισμό ή την τοξικομανία τους. Αφορά επίσης τη φτώχεια του.

Η φτώχεια δεν είναι ντροπή εξ ορισμού. Γίνεται όμως πηγή ντροπής όταν οι συνθήκες ζωής είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένες με τραγικές συνέπειες στην υγιεινή και στη δυνατότητα επιβίωσης του παιδιού, και όταν η δεδομένη κοινωνία στιγματίζει τη φτώχεια, περιφρονεί και εξευτελίζει τους φτωχούς.

Μέσα σε τέτοιες συνθήκες το παιδί αισθάνεται μίσος για τη φτώχεια και κατ’ επέκταση μίσος και θυμό για τους γονείς του, που το καταδικάζουν να μεγαλώνει μέσα σ’ αυτή, που είναι ανίκανοι να το προστατέψουν, που ευθύνονται για τις ταπεινώσεις και τους εξευτελισμούς. Όμως το μίσος που δεν μπορεί να εκφραστεί γίνεται πηγή μιας πρόσθετης ντροπής. Το παιδί ντρέπεται για τον εαυτό του, επειδή ντρέπεται για τους γονείς του.

Τα μυστικά δεν λέγονται

Η φτώχεια και η ενδοοικογενειακή βία αποτελούν βασικές πηγές της ντροπής. Όταν η αντίδραση του παιδιού σε αυτήν εμποδίζεται, γιατί φοβάται ή γιατί έχει ανάγκη τους άλλους, τους μεγάλους, τότε η ντροπή εσωτερικεύεται και κατοικεί μόνιμα στον ψυχισμό του, παραμένοντας εκεί ακόμα και αφού αλλάξει η κατάσταση που την προκάλεσε.

Η ταπείνωση αναπαράγει διαρκώς τον φαύλο κύκλο της ντροπής, δημιουργώντας ένα ψυχικό κόμπο από μυστικά, ενοχές, βία. Η ντροπή κατά τον Σ. Τισσερόν είναι το συναίσθημα που διαφεντεύει τα μυστικά (της ομάδας, της οικογένειας, του ατόμου) και τα κρατά καλά φυλαγμένα.

Τα μυστικά δεν απωθούνται, απλώς δεν λέγονται (nondits). Αλλά καθετί που δεν λέγεται κάνει ακόμα πιο συμπαγή την εσωτερικευμένη ντροπή. Ούτε αυτή απωθείται. Παραμένει στα έγκατα του ψυχισμού και δραστηριοποιείται σε κάθε νέα ευκαιρία.

Ο Βανσάν ντε Γκωλζάκ περιγράφει καταπληκτικά τον φαύλο κύκλο της ανατροφοδότησης μίσους και ντροπής. Λέει χαρακτηριστικά: «Υπάρχει ένας αυτοανασταλτικός κύκλος, με βάση τον οποίο η αδυναμία, η ανημποριά του ατόμου τροφοδοτεί το μίσος: ντρέπεται γιατί δεν μπορεί, δεν ξέρει, δεν θέλει να αντιδράσει.

Ντρέπεται για την ανικανότητα και την αδυναμία του, που έρχονται να επιβεβαιώσουν το αίσθημα ότι είναι μηδενικό, το αίσθημα της απαξίωσης και της αναξιοπρέπειας.

Τελικά, αυτό δικαιολογεί την ταπείνωση και την περιφρόνηση: του αξίζει αυτό που παθαίνει, δικό του είναι το φταίξιμο. Έχουν, λοιπόν, δίκιο όσοι το περιφρονούν, γιατί είναι άξιο περιφρόνησης, έχουν δίκιο να το ταπεινώσουν, γιατί είναι αναξιοπρεπές».

Πρόσωπα οικογενειακού περιβάλλοντος

Θεωρεί ότι είναι άξιο περιφρόνησης και βουλιάζει στην ντροπή του, ανίκανο να αντιδράσει, γεμάτο μίσος για τον εαυτό του και για όλους τους άλλους. Το ίδιο βασανιστική είναι η κατάσταση που βιώνουν και τα παιδιά-θύματα αιμομειξίας ή σεξουαλικής παρενόχλησης από πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος.

Η ντροπή του θύτη μεταδίδεται στο παιδί, που όχι μόνο ντρέπεται μέχρι θανάτου αλλά και φοβάται ότι θα τιμωρηθεί αν μιλήσει. Ο θύτης συνήθως ενοχοποιεί και τρομοκρατεί το παιδί. «Εσύ φταις, το ήθελες, το προκάλεσες, αν μιλήσεις θα σου κόψω τη γλώσσα». Έτσι το παιδί, απαξιωμένο ναρκισσιστικά, παραλύει από φόβο, κλείνεται στον εαυτό του και κάνει μόνιμο σύντροφό του την ντροπή, κρατώντας σφραγισμένο το μυστικό του.

Η ντροπή κατοικεί και στην ψυχή του παιδιού που βιώνει την εγκατάλειψη από τους γονείς ή τη σωματική κακοποίηση. Το ψυχικό τραύμα που δημιουργείται γίνεται πηγή καταστροφικής ντροπής και άγχους.

Στους μεγάλους οι αιτίες ντροπής είναι πολλές, εξωτερικές που εσωτερικεύονται. Είναι ο εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, φυλακή, στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μπορεί να είναι για τους κρατούμενους τα βασανιστήρια, στα οποία υποβάλλονται.

Κάποιοι που βασανίζονται και το μαρτύριό τους δημοσιοποιείται πεθαίνουν, για την ακρίβεια αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν από ντροπή.

Πρόσφατο παράδειγμα, μνημείο ντροπής για ολόκληρη την ανθρωπότητα, αποτελούν οι φυλακές του Αμπού Γκράιμπ στο Ιράκ και τα βασανιστήρια, εκτεθειμένα σε φωτογραφίες στη δημόσια θέα, στα οποία υπέβαλαν οι Αμερικανοί δεσμοφύλακες τους Ιρακινούς κρατούμενους.

Αιτίες ντροπής μπορεί να είναι και καταστάσεις που βιώνει το άτομο, η φτώχεια, η στέρηση, οι προκαταλήψεις κάθε τύπου, ο ρατσισμός σε βάρος του εαυτού ή και της ομάδας, θρησκευτικής ή εθνοτικής στην οποία ανήκει.

Μπορεί να είναι το βίαιο ξερίζωμα από τις πολιτιστικές του ρίζες, όταν υποχρεωθεί να απομακρυνθεί από τον τόπο καταγωγής του.

Άλλοτε πάλι οι αιτίες της ντροπής ενός ατόμου πρέπει να αναζητηθούν μέσα στην οικογένεια, σε παραβατικές πράξεις ή στον τρόπο ζωή των παιδιών, των αδελφών ή μελών της ευρύτερης οικογένειας. Αναφέρεται ότι το αίσθημα της ντροπής του Φρόυντ είχε σχέση και με τις παραβατικές πράξεις του αδελφού του πατέρα του, που τύπωνε πλαστά χαρτονομίσματα και κατέληξε στη φυλακή.

Αιτία ντροπής μπορεί, τέλος, να είναι μια αναπηρία ή τα γηρατειά, που αλλάζουν τη ζωή του ατόμου και το κάνουν να αισθάνεται άχρηστο, βάρος για τους δικούς του, αντικείμενο κοινωνικού ρατσισμού και απόρριψης από τους άλλους.

Καταγραφή μαρτυριών

Η Μαργαρίτα

Μέσα στο Τμήμα Μητέρων, στην αρχή, η συμπεριφορά της ήταν χαρακτηριστική του πολύμηνου εγκλεισμού της στο σπίτι. Δεν μιλούσε σε κανέναν, ήταν δύσθυμη, απομονωμένη, έσκυβε το κεφάλι και έκλαιγε. Σιγά σιγά προσαρμόστηκε και άρχισε να συμμετέχει ενεργά στη θεραπευτική διαδικασία. «ήμουν ένα τίποτα.

Ντρεπόμουν να σηκώσω τα μάτια μου και να δω τον άλλον στα μάτια» ομολογεί σε μια ομάδα. Στο μεταξύ γέννησε μία κόρη και με τη βοήθεια των παιδοψυχολόγων του τμήματος άρχισε να αναλαμβάνει το μητρικό της ρόλο. «Είμαι περήφανη για την κόρη μου» λέει χαμογελώντας. Τη λέξη περηφάνια τη χρησιμοποίησε τώρα για πρώτη φορά.

Η Πόπη

Η ντροπή είναι μόνιμο συναίσθημα από τα παιδικά της χρόνια. Ένιωθε «ένα σκουπίδι». Ντρεπόταν τους γείτονες για τον αλκοολικό πατέρα, για τους φοβερούς καβγάδες ανάμεσα στους γονείς, το ξύλο στη μητέρα, τις αιμομεικτικές σχέσεις, την ωραιοπάθεια της μητέρας. Ντρέπεται κυρίως για την ντροπή που αισθανόταν για τους γονείς της.

«Η θεραπεία με βοήθησε να μιλήσω για όλα, να μοιραστώ τα συναισθήματά μου και έτσι να ξεπεράσω την ντροπή μου και τις ενοχές μου. μπορώ πια να χτίζω αληθινές σχέσεις με τους άλλους χωρίς να εστιάζω στο να συγκεντρώσω πάνω μου τα ερωτικά βλέμματα των άλλων. Μπορώ να έχω κοινωνικές σχέσεις, χωρίς να ντρέπομαι και να πνίγω την ντροπή μου στις ουσίες, όπως έκανε ο πατέρας μου».

Έχει μια ικανοποιητική ερωτική σχέση με απεξαρτημένο του προγράμματος και κάνει σχέδια να πάρει το πτυχίο της και να βρει δουλειά.

Η Τασία

Το συναίσθημα της ντροπής το βίωνε από τότε που θυμάται τον εαυτό της. «Ήταν αδύνατον να κοιτάξω τους άλλους στα μάτια και να μην κοκκινίσω, να μην παραλύσω από το φόβο, να μην έχω την αίσθηση ότι η καρδιά μου θα σπάσει». Ντρεπόταν πρώτα απ’ όλα τους γείτονες για τη φτώχεια και τη μιζέρια της οικογένειας. Ντρεπόταν γιατί έμενε στην ίδια τάξη ξανά και ξανά και την κορόιδευαν όλοι οι συμμαθητές της. ντρεπόταν για τους εξευτελισμούς στους οποίους υποβαλλόταν από όποιο πρόσωπο βρισκόταν κοντά της και της συμπεριφερόταν σαν να ήταν σκουπίδι. Η ηρωίνη όμως, όσο διαρκούσε η επήρειά της, έπαιρνε μαζί της την ντροπή, την έκανε να αισθάνεται ότι έχει και αυτή αξία και μπορεί να κοιτάξει τους άλλους στα μάτια.

Η Λίνα

Με μεγάλη δυσκολία, στην διάρκεια της κλειστής φάσης, εκμυστηρεύεται ότι ο πατέρας της ασελγούσε στη μεγαλύτερη αδελφή της και η ίδια ήταν παρούσα σε όλα αυτά. Αναφέρει ότι κάποια στιγμή ο πατέρας είχε κλειδωθεί με την κόρη του και είχε αφήσει τη μητέρα έξω από το σπίτι. Σε μια άλλη περίπτωση ο πατέρας οδηγούσε το αυτοκίνητο χαϊδεύοντας ερωτικά την αδελφή της, ενώ η ίδια και η μεσαία αδελφή της καθόταν στο πίσω κάθισμα κοιτάζοντας όσα διαδραματίζονταν. Αισθάνεται ντροπή και αηδία για όλα αυτά.

Μιλάει πολύ για τον πατέρα της και το πόσο οξύθυμος ήταν, λέγοντας ότι όταν έμαθε ότι κάποιοι νεαροί είχαν παρενοχλήσει τη μεγαλύτερη κόρη εκείνος τους είχε φερθεί πολύ βίαια. Επίσης μιλάει για τα συνεχόμενα ατυχήματα που είχε ο πατέρας της με το αυτοκίνητό του, γιατί οδηγούσε πάρα πολύ άσχημα.

 

Πηγή: «Γυναίκες τοξικομανείς»

Κατερίνα Μάτσα

Εκδόσεις Άγρα      

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ