ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Το Ολοκαύτωμα του σπηλαίου του Μελιδονίου

0

192 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από το ηρωικό ολοκαύτωμα του σπηλαίου του Μελιδονίου μιας ηρωικής σελίδας του τόπου μας, που συνέβη τον Ιανουάριο του 1824, στα πλαίσια της Επανάσταση ς του 1821 και το παρών <<γυρίζει>> το χρόνο πίσω, θυμίζοντας μας το χρονικό της θυσίας των κατοίκων του χωριού, που προστέθηκαν στον μακρύ κατάλογο των ηρώων της Κρήτης και της Ελλάδας γενικότερα. Πριν προχωρήσουμε στο γεγονός του ολοκαυτώματος, γίνεται και μία αναλυτική παρουσίαση τόσο του χωριού όσο και του σπηλαίου που δεν έχει μόνο ιστορική αλλά μεγάλη γεωλογική αξία.

melid (3)

Μελιδόνι, ένας τόπος μια ιστορία

Το Μελιδόνι συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο γνωστά και προνομιούχα χωριά του Μυλοποτάμου.   Η ονομασία Μελιδόνι προέρχεται από το βυζαντινό επώνυμο Μελιδόνης το οποίο υπάρχει ακόμα και σήμερα σε όλη την Κρήτη. Η παλαιότερη αναφορά   του ονόματος του χωριού απαντάτε σε έγγραφα του 1379 και του 1382, του Δουκικού Αρχείου του Χάνδακα. Σε δύο άλλα βενετσιάνικα έγγραφα του 1549 και του 1562 αναφέρεται τόσο το Μελιδόνι όσο και η Αγιά, δίνοντας μια πλήρη καταγραφή των κατοίκων, των σπιτιών και της ετήσιας παραγωγής σιτηρών και κρασιού για το πρώτο και μια λεπτομερή καταγραφή των δέντρων για το δεύτερο. Από τότε το Μελιδόνι καταγράφεται σε όλες τις απογραφές και φαίνεται να εξελίσσεται σε ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της ευρύτερης περιοχής. Πολλοί ξένοι περιηγητές που έφθασαν στην Κρήτη, επισκέφθηκαν το Μελιδόνι, για το λόγο ότι ήταν σπουδαίο επαρχιακό κέντρο. Εδώ ήταν η έδρα του Επισκόπου Αυλοποτάμου Παρθενίου, αναφέρει το 1817 ο Sieber και απ’ αυτό το χωριό καταγόταν ο οπλαρχηγός Αντώνης Μελιδόνης. Η κορωνίδα της προσφοράς του Μελιδονίου στους εθνικούς αγώνες αποτέλεσε η θυσία των κατοίκων του στο σπήλαιο που βρίσκεται βορειοδυτικά του χωριού.

Το σπήλαιο Μελιδονίου

Το σπήλαιο αυτό που φέρει την ονομασία Γέρος Σπήλιος ή Γεροντόσπηλιος, βρίσκεται στη δυτική απόληξη των Ταλαίων Ορέων, σε απόσταση 1800 μέτρα από το Μελιδόνι και σε υψόμετρο 220 μέτρα. Σύμφωνα με τη μυθολογία ο πρώτος ένοικος του ήταν ο Τάλως, ο γίγαντας – φύλακας της Κρήτης. Από τις πρώτες ανασκαφές βρέθηκαν λίθινα εργαλεία και κεραμική που δηλώνουν την αρχική χρήση του ως χώρου κατοικίας και καταφυγίου. Στη Μινωική εποχή αποτέλεσε τόπο λατρείας που άκμασε στα Μεσομινωικά και Υστερομινωικά χρόνια και διατήρησε τον χαρακτήρα αυτόν σε όλη την αρχαιότητα μέχρι τα Ρωμαϊκά χρόνια ήταν αφιερωμένο στη λατρεία του Ερμή. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα η έρευνα στο σπήλαιο περιοριζόταν στον εντοπισμό και την ανάγνωση των επιγραφών που βρίσκονται στην είσοδο του. Το 1923 έγινε μικρής έκτασης ανασκαφική έρευνα από μία ιταλική αρχαιολογική αποστολή που δεν έδωσε σημαντικά αποτελέσματα. Το 1954 ο γάλλος αρχαιολόγος P. Faure ερεύνησε το σπήλαιο και διαπίστωσε την ύπαρξη Υστερομινωικών ΙΙΙ, Υπομινωικών (1450-1100 π.Χ.) και Πρωτογεωμετρικών (10ος αιώνας π.Χ.) οστράκων, καθώς επίσης και θραύσματα ρωμαϊκών λύχνων.

Από το 1987 έως σήμερα διεξάγονται ανασκαφές από την ΚΕ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, οι οποίες έφεραν στο φως πολλά ευρήματα, κυρίως των Μινωικών χρόνων. Η αξία του σπηλαίου δεν είναι μόνο αρχαιολογική, λατρευτική και ιστορική. Έχει και μεγάλο σπηλαιολογικό ενδιαφέρον. Γι’ αυτό το επισκέφτηκαν διαχρονικά πολλοί επώνυμοι επιστήμονες, τα ονόματα των οποίων είναι χαραγμένα στους τοίχους του σπηλαίου. Υπολογίζεται σε περίπου δυο χιλιάδες επιγραφές, τόσο εγχάρακτες , όσο και γραπτές από τον 1ο αιώνα π.Χ. μέχρι σήμερα.

Το χρονικό των γεγονότων – Το ολοκαύτωμα

25 Μαρτίου 1821: Η σημαία της μεγάλης του γένους επανάσταση υψώνεται στη λοιπή Ελλάδα και αρχίζει ο σκληρός, ο άνισος, αλλά ιερός αγώνας, για λευτεριά και ανεξαρτησία. Στο ξεφάντωμα αυτό, από τους πρώτους σέρνει η Κρήτη το χορό του θανάτου.

15 Απριλίου 1821: Σύναξη εκπροσώπων στα Σφακιά και κήρυξη της Επανάστασης. Γενικός ξεσηκωμός, από τη Γραμβούσα μέχρι τη Σητεία, με το γνωμικό εκείνο ενθουσιασμό του Επαναστάτη, γιατί ξέρει πολύ καλά ο Κρητικός, πως η «λευτεριά κερδίζεται με το σπαθί του σκλάβου».

Μάιος 1822: Ο Αιγύπτιος Χασάν Πασάς με 10.000, καλά οργανωμένο στρατό αποβιβάζεται στην Κρήτη, για ενίσχυση των κατακτητών.

Ιούνιος 1823: Νέες δυνάμεις, με το Χουσεϊν Μπέη – το ανθρωπόμορφο εκείνο κτήνος – φτάνουν στο νησί, γιατί η Κρήτη – θεριό ανήμερο- δεν εξοντώνεται εύκολα.

Όπου περνά ο ακάλεστος αυτός «Μουσαφίρης» ξερνά το θάνατο.

Οκτώβριος 1823: Ο Χουσεϊν Μπέης, συνεχίζοντας το έργο της καταστροφής και της ερήμωσης στην Κρήτη, μετά το θάνατο του Χασάν – Πασά, μεταφέρεται από το Ηράκλειο στην Επαρχία Αυλοποτάμου ( Μυλοποτάμου) και στρατοπεδεύει στο Μελιδόνι, γιατί ξέρει πως το Μελιδόνι είναι γερή «καντονάδα» του απελευθερωτικού αγώνα.

Και πριν φτάσουν καλά-καλά οι Τούρκοι, τριακόσια εβδομήντα (370) γυναικόπαιδα και τριάντα (30) οπλοφόροι παίρνουν το δρόμο για το σπήλαιο, που η κατοπινή θυσία τους έμελλε να προσδώσει μεγάλο ιστορικό βάρος στο Μελιδόνι και να ανέβει η δόξα του μέχρι τον ουρανό. Κουβαλήσανε, οι έρμοι και τρόφιμα στο σπήλαιο, για να συντηρηθούν, γιατί σκεφτήκανε πως θα’ ναι περαστικό «από τσι τόπους τωνε» το τέρας με την ανθρώπινη μορφή.

Ο δαίμονας του αφανισμού, πληροφορείται, τυχαία, τη «μάζωξη» των Χριστιανών στο σπήλαιο και προσπαθεί να τους ξεγελάσει, να παραδοθούν. Ο Χουσεϊν εξαγριώνεται και ορμά σαν λυσσασμένος σκύλος, πάνω στους αθώους. Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι αντέχουν, δεν το βαστά η καρδιά τους να σηκώσουν τα χέρια. Πάνω από τρεις μήνες, ζουν μέσα στο σπήλαιο, κάτω από πανάθλιες συνθήκες, κάτω από συνθήκες που δεν μπορεί το μελάνι να περιγράψει. Όμως σε λυγούν, η δύναμη της ψυχής νικά τα πάντα.

Ο Χουσεϊν «επί τρεις μήνας επολιόρκει κανονιοβολών, βομβιλίζων και εφόδους ποιούμενος», γράφει ο Πανεπιστημιακός ιστορικός Γεώργιος Κρέμος, στο έργο του «Χρονολογία της Ελληνικής Ιστορίας 1453-1830».

Όσο πέρνα ο καιρός, τόσο ο κακός δαίμονας της Κρήτης, που ονομάζεται Χουσεϊν Μπέης, «γρίκα να σκάσει» κατά την Κρητική τοπολαλιά και βάζει στο νου του να κάψει ζωντανούς τους μαχητές της λευτεριάς.

Τρυπά το δώμα του Σπήλιου και ρίχνει μέσα –εκεί που κοιμούνται ξέγνοιαστα αθώα παιδιά- λαδωμένα πανιά κι άλλες ύλες που ανάβουν εύκολα, κλαδιά, κορμούς δένδρων, άχερα, φρύγανα και όταν ο αέρας στάθηκε ευνοϊκός, φυσώντας προς το μέρος που τρυπούσαν το σπήλαιο, τα άναψαν για να ολοκληρώσουν το σατανικό τους σχέδιο. Δημιουργείται τέτοια αποπνικτική ατμόσφαιρα, που δε γλιτώνει ούτε ένα από τα δυστυχή αυτά πλάσματα, γιατί «κρούβγονται» από το πολύ καπνό.

24 Ιανουαρίου 1824: Η γενοκτονία έχει συντελεσθεί.

«Ότε οι Έλληνες μετά πολλάς του αγώνος περιπέτειας ανέκτησαν το Μελιδόνιον και το σπήλαιον, σπαρακτική ήτο η σκηνή, καθ’ ην ανεγνώρισαν εν αυτώ τα οστά των φίλτατων αυτών οικείων. Κατησπάσαντο δε τα υπό του καπνού μελανωθέντα εκείνα λείψανα και φοβεράν ώμοσαν εκδίκησιν κατά των απίστων βαρβάρων» γράφει ο Γερμανός καθηγητής της Ιστορίας Μέντελσον Μπαρτόλντυ στο βιβλίο του «Η Ιστορία της Ελλάδος από του 1453 μέχρι του 1874». Και ο Ιστορικός Παπαδοπετράκης ή Παπαδοπέτρος Γρηγόριος, όταν ύστερα από 43 χρόνια επισκέφθηκε το σπήλαιο, γράφει τα εξής: «Τα κρανία των, είχομεν την ατυχία να ίδωμεν το 1867, ως πυραμίδα εκτισμένα εντός του φρικτού σπηλαίου».

Τα τριακόσια εβδομήντα (370) γυναικόπαιδα και οι τριάντα (30) οπλοφόροι, ή κατ’ άλλη ιστορική πηγή τριακόσια πενήντα (350) γυναικόπαιδα και είκοσι (20)πολεμιστές – οι αριθμοί δεν προσδίδουν τόσο βάρος όσο το μεγαλείο της αυτοθυσίας –δεν είχαν καμία αμφιβολία για το τέλος του αγώνα τους. Δεν υπήρχε περίπτωση να νικήσουν, αλλά και δεν υπήρχε περίπτωση να νικηθούν. Η θυσία του Μελιδονίου ήταν μια θεόρατη λάμψη, μέσα στο σκοτάδι της σκλαβιάς. Έτσι σε μια εποχή, που οι ισχυροί της γης φρόντιζαν όχι πώς να μας ελευθερώσουν, αλλά πώς να αποχτήσουν ο καθένας τους περισσότερα, ο «Γεροντόσπηλιος» ύψωσε το αίτημα της Κρητικής Λευτεριάς πάνω σε πύρινη βάση με ανθρώπινες λαμπάδες.

Η ευγνωμοσύνη του Μελιδονίου έχτισε μπροστά στο θυσιαστήριο, μια Εκκλησία, που αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Υπεραγίας Θεοτόκου και ανάφτει πάντα άσβεστο το καντήλι της μνημοσύνης. για να υπενθυμίζει στους νεότερους, πόσο στοιχίζει η ελευθερία, στους ανθρώπους, που είναι άξιοι αυτής.

 

Γιώργος Λινοξυλάκης

Πηγές: Ρεθεμνιώτικος Πανδέκτης: Λευτέρη Κρυοβρυσανάκη 1993

Κρητικές Επαναστάσεις: Γεώργιος Τσερεβελάκης εκδόσεις Περισκόπιο 2009

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ