ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Το μεταφυσικό παραλήρημα του τέλους του Μανόλη Σκαρσούλη

0

Επανεκτίμηση της ηλικιακής δομής

Το γήρας ως φιλοσοφικός τόπος στην αρχαιότητα είχε μακρά, αν και δυσδιάκριτη, ιστορία και συσχετιζόταν τόσο με την παρατηρούμενη κατάσταση των ηλικιωμένων της εποχής όσο και με τις στερεοτυπικές εικόνες που προέκυπταν από τη λαϊκή φιλολογία. Υπήρξαν και μερικοί που έγραψαν φιλοσοφικά έργα ειδικά για το γήρας· αρκετοί περιπατητικοί φιλόσοφοι μας πληροφορούν περί αυτών. Ωστόσο το μοναδικό σωζόμενο έργο επί του θέματος είναι το de Senectute του Κικέρωνα.

Η παράδοση των φιλοσοφικών γραπτών περί γήρως φτάνει μέχρι την Πολιτεία του Πλάτωνα. Στην αρχή της Πολιτείας ο Σωκράτης αναφέρει μία συζήτηση που είχε με έναν ηλικιωμένο βιοτέχνη που ζούσε στον Πειραιά, τον Κέφαλο τον πατέρα του Λυσία.

Ο Σωκράτης, κοντά στα εξήντα το 411 π.Χ., χρονιά όπου τοποθετείται ο διάλογος, ζητάει από τον Κέφαλο, οι γιοι του οποίου είναι γύρω στα σαράντα, να του μιλήσει για τα γεράματα του. Ο Κέφαλος παρατηρεί πως οι περισσότεροι γέροι παραπονιούνται για την ηλικία τους, αλλά εκείνος πιστεύει ότι το πρόβλημά τους δεν είναι η ηλικία αλλά ο χαρακτήρας τους (τρόποι).

Στην πραγματικότητα τα γηρατειά είναι ευλογία από πολλές απόψεις, γιατί απαλλάσσουν τον άνθρωπο από τις σαρκικές επιθυμίες και αφήνουν το μυαλό ελεύθερο να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία - όχι ότι ο Κέφαλος είναι φιλόσοφος, είναι απλώς ένας άνθρωπος που απολαμβάνει την ξεκούρασή του.

Ο Σωκράτης τον πειράζει λέγοντάς του πως πολλοί θα του απαντούσαν ότι βρίσκει τόσο εύκολα τα γηρατειά, επειδή έχει τα υλικά μέσα που του εξασφαλίζουν τις ανέσεις του. Ο Κέφαλος παραδέχεται ότι έχει ένα δίκιο σ' αυτό, αλλά ένας φτωχός που είναι καλός άνθρωπος θα βρει εξίσου δύσκολα τα γεράματα με έναν πλούσιο που είναι κακός. Ο Κέφαλος λέει επίσης στον Σωκράτη ότι χρησιμοποιεί τα πλούτη του με σύνεση και ξεπληρώνει τις οφειλές τους στους θεούς και στους ανθρώπους. Αμέσως μετά ο Κέφαλος φεύγει για να προσφέρει μια θυσία, στη συνέχεια αναλαμβάνει ο γιος του ο Πολέμαρχος και από εκεί ξεκινάει ο κανονικός διάλογος.

Το παραπάνω χωρίο είναι σύντομο αλλά περιεκτικό και σημαντικό, τόσο για την αντίθεση που έχει με τη γενικά αρνητική εικόνα των γηρατειών που επικρατεί μέχρι τότε από την εποχή του Ομήρου, όσο και για τη φιλοσοφική αντιμετώπισή τους που εισάγεται με αυτό.

300 χρόνια αργότερα ο Κικέρων επηρεάστηκε συγκεκριμένα από αυτό το χωρίο του Πλάτωνα και έγραψε το de Senectate (Για τα γηρατειά), ενώ και από χρονολογική άποψη ο διάλογος αυτός μας χαρίζει το επόμενο έργο που υπερα­μύνεται των γηρατειών.

Κατά πάσα πιθανότητα ο Κικέρων έγραψε το Cato Maior de Senectute στις αρχές του 44 π.Χ., πριν από τις Ειδούς του Μαρτίου, όταν ο ίδιος ήταν 62 ετών και ο Αττικός, στον οποίο αφιέρωσε το έργο του, 65 ετών. Ο διάλογος που τοποθετείται το 150 π.Χ. γίνεται ανάμεσα στον Κάτωνα τον Πρεσβύτερο (83 ετών τότε· πέθανε τον επόμενο χρόνο) και τους δύο νεαρούς (γύρω στα τριάντα πέντε) φίλους του, τον Σκιπίωνα Αιμιλιανό και τον Γάιο Λαίλιο.

Στην πραγματικότητα το έργο δεν είναι παρά ένας μονόλογος του Κάτωνα σ' ένα ρόλο παρόμοιο με τον ρόλο του πλατωνικού Κέφαλου.

Στη συνέχεια ο Κικέρων, διά στόματος Κάτωνα, απαντά σε τέσσερις συγκεκρι­μένες μομφές (vituperationes) κατά της μεγάλης ηλικίας, ως εξής:

  1. Τα γεράματα αποκλείουν τον άνθρωπο από τη φυσική δραστηριότητα. Η ανασκευή του επιχειρήματος είναι ότι είναι απολύτως ορθό για τους ηλικιωμένους να απέχουν από τον σωματικό μόχθο και να ασχολούνται με καταλληλότερες δραστηριότητες (πολιτικές, νοητικές, γεωπονικές και εκπαιδευτικές), δεδομένου ότι η μεγάλη ηλικία συνοδεύεται από σοφία και ο ηλικιωμένος μπορεί να δώσει εκτός από τη συμβουλή του και το καλό παράδειγμα του μέτρου και της σύνεσης.

Βλέπεις όμως πως τα γεράματα δεν είναι μόνο μαρασμός και εξασθένιση, αλλά είναι και γεμάτα δραστηριότητα και συνεχή προσπάθεια για κάτι που αποτελούσε και τον σκοπό βεβαίως του εκάστοτε ανθρώπου στη νεότερη ζωή του.

  1. Τα γεράματα αδυνατίζουν το σώμα. Δεν υπάρχει αντίρρηση ότι η φυσική αντοχή μειώνεται με τη μεγάλη ηλικία, αλλά ο Κάτων ισχυρίζεται πως αυτό δεν αποτελεί ιδιαίτερο εμπόδιο. Η κύρια αιτία για την οποία οι περισσότεροι άνθρωποι χάνουν τις δυνάμεις τους, όταν μεγαλώνουν, είναι ότι έζησαν «μια λάγνα και ακόλαστη νεότητα», η οποία «κληροδότησε στα γηρατειά ένα εξασθενημένο σώμα». Ο άνθρωπος πρέπει να προετοιμάζει τα γηρατειά του με τον λιτό τρόπο ζωής στη νεότητά του.
  2. «Ακολουθεί η τρίτη μομφή για τα γηρατειά, το γεγονός δηλαδή ότι, όπως λένε, συνοδεύονται από στέρηση των απολαύσεων». Η επιχειρηματολογία συνεχίζεται ακολουθώντας τη γραμμή των δύο προηγούμενων. Πράγματι οι φυσικές απολαύσεις, και συγκεκριμένα η σεξουαλική επιθυμία (libido), χάνονται. Ο Κικέρων/Κάτων δηλώνει ότι, παρά το τι νομίζουν οι περισσότεροι άνθρωποι, αυτό δεν αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα, στην πραγματικότητα μάλιστα αποτελεί θαυμαστό δώρο (ο praeclarum munus!) και ακολουθεί πάλι ένας μακρύς κατάλογος ιστορικών παραδειγμάτων.
  3. Τέλος ο Κικέρων βάζει τον Κάτωνα να επιστρέψει στην κανονική πορεία του διαλόγου, για να απαντήσει στην τέταρτη μομφή, δηλαδή ότι τα γηρατειά είναι κοντά στον θάνατο. Η ουσία της απάντησης του Κικέρωνα είναι επί της ουσίας στωική: «Θάνατε, πού είναι το κεντρί σου;» Ο νους που έχει εκπαιδευτεί στη φιλοσοφία, βάζει τον Κάτωνα να λέει, συνειδητοποιεί ότι είτε ο θάνατος είναι η απόλυτη λήθη, όπου δεν μπορεί να υπάρχει δυστυχία, είτε οδηγεί στην αιώνα ζωή και συνεπώς στην αέναη ευτυχία.

Όλα αυτά είναι γνωστά από την ελληνική φιλοσοφία (κυρίως από τον πλατωνικό Σωκράτη). Ο θάνατος είναι αναπόφευκτος και η φιλοσοφία βοηθάει τον άνθρωπο να προετοιμαστεί γι' αυτόν και να μην τον φοβάται. Το υπόλοιπο από τον λόγο του Κάτωνα είναι αφιερωμένο στη μεταθανάτια ζωή, προς επίρρωση του επιχειρήματος που έχει μόλις διατυπώσει, ότι δηλαδή δεν υπάρχει λόγος να φοβάται κανείς τον θάνατο.

Το γήρας, ο καιρός των τιμών, χαρίζει στον πολιτικό ιδιότητες όπως λογική (λόγος), κρίση (γνώμη), θάρρος της γνώμης (παρρησία), σωφροσύνη και φρόνηση, η ύπαρξη των οποίων όχι μόνο επιτρέπει αλλά και επιβάλλει στον ηλικιωμένο πολιτικό να συνεχίσει να υπηρετεί το κοινωνικό σύνολο.

Αν όχι τίποτε άλλο θα πρέπει τουλάχιστον να καθοδηγεί τους νεότερους, οι οποίοι πρέπει να ασχολούνται με τις πρακτικές δουλειές, έτσι ώστε να είναι έτοιμοι, όταν έρθει η ώρα, να αναλάβουν τα πιο σοβαρά καθήκοντα που ανήκουν στη δικαιοδοσία των γηραιότερων πολιτικών. Από την άλλη, το να ασχολείται ο πρεσβύτερος πολιτικός με τετριμμένες και ανούσιες δραστηριότητες είναι τόσο επαίσχυντο όσο και ανόητο.

Ακόμη χειρότερο όμως είναι για τον ηλικιωμένο, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το να αποσυρθεί εντελώς από τον δημόσιο βίο - το να κάθεσαι στο σπίτι σου, ενώ έχεις υποχρεώσεις απέναντι στον δήμο, πρόκειται για καθαρή τεμπελιά και ταιριάζει μόνο σε γυναίκες· εδώ είναι φανερή η αντίθεση με την περιγραφή του Κικέρωνα για τα καλά γεράματα.

Οι απολαύσεις που προκύπτουν από τον σαρκικό έρωτα, το φαγητό και το ποτό, οι οποίες, όπως βεβαιώνεται, απουσιάζουν από τη μεγάλη ηλικία, αναπληρώνονται και με το παραπάνω από τις απολαύσεις που προκύπτουν από την πολιτική (σε αντιδιαστολή προς τις φιλοσοφικές απολαύσεις του Κικέρωνα). Οι πνευματικές ικανότητες μπορούν να διατηρηθούν με συνεχή εξάσκηση - η δήλωση γίνεται για να αντικρουστούν εκ των προτέρων τα σχετικά επιχειρήματα αλλά και για την περαιτέρω καταδίκη της τεμπέλικης ζωής.

Προσωπικοί, άμεσοι αλλά και σοβαροί προβληματισμοί για τα γηρατειά μπορούν να αναζητηθούν παλαιότερα. Συγκεκριμένα σε δύο συγγραφείς της πρώιμης ρωμαϊκής περιόδου, ο Σενέκας ο Νεότερος (περ. 4 π.Χ. - 65 μ.Χ.) και ο Πλίνιος ο Νεότερος (περ. 61 — 112 μ.Χ.).

Οι επιστολές του Σενέκα στον Λουκίλιο, τις οποίες έγραψε λίγο πριν από τον θάνατο του, δίνουν κάποιες εικόνες των γηρατειών μέσα σε φιλοσοφικό πλαίσιο, οι οποίες φανερώνουν επίγνωση αλλά και κάποιο τρόμο για τα προβλήματα που μπορούν να φέρουν τα γηρατειά ακόμα και σ' ένα πλούσιο. Η συνολική στάση ωστόσο απέναντι στα γηρατειά και τους γέρους είναι συμπονετική μάλλον παρά αισιόδοξη.

Η συνάντησή του με ένα γέρο δούλο είναι η τελευταία σταγόνα, όταν διαπιστώνει ότι αυτό το ερείπιο δεν είναι άλλος από το παιδί που του είχαν πάρει για να παίζει, όταν ήταν μικρός, και συνεπώς ότι έχει την ίδια ηλικία μ' αυτόν: τίποτα δεν μένει αλώβητο από τα χρόνια και παντού γύρω υπάρχουν πράγματα που μας θυμίζουν πόσο γέροι είμαστε. Στη συνέχεια ακολουθεί η φιλοσοφική παρηγοριά: «πρέπει να αποδεχόμαστε τα γηρατειά και να τα ευχαριστιόμαστε, γιατί προσφέρουν πολλές απολαύσεις, αρκεί να ξέρεις να τις εκτιμάς».

Τα γεράματα επικρέμονται απειλητικά από πάνω του με όλο το συντριπτικό βάρος τους, σαν πλοίο που έχει αρχίσει να βυθίζεται ή σαν κτίριο που καταρρέει.

Αυτός που τα γεράματα τον οδηγούν στον θάνατο δεν έχει τίποτα για να ελπίζει, για τα γεράματα δεν υπάρχει γιατρειά. Είναι αλήθεια ότι κανένα τέλος δεν είναι λιγότερο επίπονο, αλλά και κανένα τέλος δεν είναι πιο αργόσυρτο.

Αντί να εξυμνεί τα γηρατειά, ο Σενέκας τα βλέπει με ψυχρή, ρεαλιστική ματιά: τα γηρατειά πρέπει κανείς να τα ανέχεται, εάν βέβαια είναι ανεκτά (συνθήκη η οποία εξαρτάται κατά κύριο λόγο από την πνευματική κατάσταση του ατόμου).

Ο λιτός βίος μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στο γήρας και για μένα το γήρας είναι κάτι που ούτε να το αρνείσαι πρέπει ούτε να το λαχταράς... Το ερώτημα λοιπόν που πρέπει να σκεφτούμε είναι κατά πόσον ο άνθρωπος πρέπει να αποφεύγει τα έσχατα γηρατειά και να μην περιμένει το τέλος, αλλά να το προκαλεί τεχνητά. Όποιος περιμένει παθητικά τη μοίρα του είναι σχεδόν δειλός, σαν κάποιο που του αρέσει υπερβολικά το κρασί και αφού αδειάσει τον κρατήρα, πίνει και την τρυγία.

Ωστόσο πρέπει να θέσουμε κι ένα άλλο ερώτημα: Είναι όντως το τελευταίο στάδιο της ζωής η τρυγία; Ή μήπως είναι το καθαρότερο και αγνότερο τμήμα της, εφόσον βέβαια ο νους διατηρείται ακμαίος, οι αισθήσεις, ενεργές ακόμη, υποβοηθούν το πνεύμα και το σώμα δεν έχει φθαρεί πριν την ώρα του; Διότι εκείνο που έχει σημασία είναι κατά πόσον ο άνθρωπος παρατείνει τη ζωή ή τον θάνατο του. Αλλά αν το σώμα είναι πια άχρηστο, για ποιο λόγο να μην απελευθερώνει κανείς την ψυχή του που ασφυκτιά; Ίσως να πρέπει να το κάνεις αυτό λίγο προτού έρθει η στιγμή της πληρωμής του χρέους, αλλιώς, όταν έρθει η ώρα, μπορεί να μην είσαι σε θέση να προχωρήσεις στην πράξη.

Δεδομένου μάλιστα ότι ο κίνδυνος να ζήσεις άσχημα είναι μεγαλύτερος από τον κίνδυνο να πεθάνεις νωρίς, είναι ανόητος όποιος αρνείται να διακινδυνεύσει λίγο χρόνο, για να κερδίσει την πιθανότητα μεγάλου κέρδους. Λίγοι έχουν περάσει από τα έσχατα γηρατειά μέχρι τον θάνατο χωρίς βλάβη, ενώ πολλοί έχουν μείνει αδρανείς και άχρηστοι. Εν τοιαύτη περιπτώσει, πόσο πιο σκληρό θεωρείς πραγματικά ότι είναι το να χάσεις ένα τμήμα της ζωής σου από το να χάσεις το δικαίωμα να την τερματίσεις;

Δεν θα απαρνηθώ τα γηρατειά, αν τα γηρατειά με διατηρήσουν ανέπαφο, ανέπαφο όσον αφορά το καλύτερο τμήμα μου, αλλά αν τα γηρατειά αρχίσουν να αμβλύνουν τον νου μου και να κατακερματίζουν τις ικανότητές του, αν μου αφήσουν όχι ζωή αλλά πνοή ζωής, τότε θα πηδήξω από ένα σαθρό και ετοιμόρροπο κτίριο. Δεν θα αποφύγω τις ασθένειες μέχρι τον θάνατο, μόνο εφόσον οι ασθένειες αυτές είναι ιάσιμες και δεν επηρεάζουν την ψυχή (animus) μου. ...Όποιος πεθαίνει απλά και μόνο επειδή πονάει είναι άνανδρος και δειλός, αλλά όποιος ζει μόνο και μόνο για να αντιμετωπίζει τον πόνο είναι ανόητος.

Αυτές είναι οι εκφρασμένες απόψεις του Σενέκα, αν και στην πραγματικότητα οδηγήθηκε στην αυτοκτονία το 65 μ.Χ. από τις πολιτικές συνθήκες μάλλον παρά από καθαρά φιλοσοφικούς λόγους. Ωστόσο οι σαφώς διατυπωμένες απόψεις του που παρατίθενται παραπάνω δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι προκύπτουν από τη φιλοσοφική παράδοση και μόνο, αλλά και από μια ειλικρινή ματιά στην πραγματικότητα των γηρατειών για ένα αριστοκράτη Ρωμαίο. Στόχος ήταν η πλήρης ζωή (που για τον Πλούταρχο σημαίνει πολιτικά δραστήρια, ενώ για τον Σενέκα εν γένει δραστήρια) και όχι αναγκαστικά η μακρόχρονη.

Αυτό είναι και το μήνυμα του παραπάνω διαλόγου του Σενέκα De brevitate vitae (Περί του βραχυβίου της ζωής): το θέμα δεν είναι ότι η ζωή που έχουμε να ζήσουμε είναι σύντομη, όπως παραπονιούνται πολλοί, αλλά ότι σπαταλάμε το μεγαλύτερο μέρος της - «η ζωή, αν ξέρεις να την εκμεταλλευτείς στο έπακρο, είναι μακρά. ... Η περίοδος στην οποία ζούμε πραγματικά δεν είναι παρά μικρό μόνο μέρος, της ζωής.

Γηρατειά, το καταλάγιασμα των παθών

          Οι Αμερικανοί Ευαγγελιστές ιερείς του δέκατου ένατου αιώνα υπόσχονταν στο ποίμνιο τους ότι η συμμόρφωση με τους φυσικούς νόμους της υγείας και της ηθικής θα τους έδινε μακροζωία, υγιή γηρατειά και φυσικό θάνατο. Η παραβίαση των φυσικών νόμων της υγείας και της ηθικής, αντίθετα, θα έφερνε πρόωρα γηρατειά ή πρόωρο και οδυνηρό θάνατο. Οι θρησκευτικοί διανοητές του Μεσαίωνα, οι οποίοι θεωρούσαν το γερασμένο σώμα ευκαιρία και μέσο εξιλέωσης από την αμαρτία και πνευματικής ανάτασης, επ' ουδενί συνέδεαν την ορθή συμπεριφορά και πνευματική κατάσταση με την κατάσταση του σώματος. Εκείνοι δεν υπόσχονταν υγεία κατά το γήρας ως βραβείο της ενάρετης ζωής. Όχι μόνο αυτό, αλλά θεωρούσαν πως η σωματική κατάπτωση και φθορά διευκόλυνε την εξιλέωση και την πνευματική ανάταση.

Αντίθετα από τους νέους και γερούς ασκητές που επιζητούσαν την αρρώστα ή ακρωτηρίαζαν το σώμα τους για να εξιλεωθούν για τις αμαρτίες τους ή για τις αμαρτίες των άλλων και για έρθουν πιο κοντά στον Θεό, ο γέρος δεν χρειαζόταν να τιμωρήσει το σώμα του. Τα γηρατειά εκλαμβάνονταν ως πηγή φυσικών βασάνων και σχεδόν σαν αρρώστια τα ίδια. Επίσης ήταν ο καιρός της εξάλειψης των παθών.

Το γέρικο σώμα δεν είναι πλέον το επίκεντρο της επιθυμίας αλλά του πόνου. Η ίδια η γήρανση του σώματος εμπόδιζε τη διάπραξη των μεγαλύτερων αμαρτιών. Έχοντας χάσει τα δόντια του, γράφει ο ιεροκήρυκας, ο γέρος γελάει λιγότερο, αμαυρώνει λιγότερο την καλή φήμη των άλλων και γενικά μιλάει λιγότερο. Το αδυνάτισμα της όρασης τον απαλλάσσει από τη λαιμαργία, τη φιλαργυρία και τη λαγνεία. Αν τον εγκαταλείψει η ακοή του, δεν θα μπορεί να ακούει πια ανοησίες και έτσι θα μπορεί να διαβάζει θρησκευτικά βιβλία και να κοιτάζει σιωπηλός τα έργα του Θεού - ουρανό και γη και όλα τα πλάσματά Του.

Η ακύρωση της γενετήσιας ορμής θα τον απελευθερώσει από τα αμαρτήματα της σάρκας. Ο λάγνος ηλικιωμένος άντρας ή γυναίκα που αναζητάει ερωτικές περιπέτειες θεωρούνταν ότι παραβίαζε τους νόμους της φύσης και ότι είχε τρελαθεί. Τα ηθικά, κοινωνικά και αισθητικά επιχειρήματα συνδυάζονταν με απόψεις επί του «φυσικού» και του «αφύσικου» για να καταδικάσουν τον ερωτύλο γέρο (senex amans) που δεν συμπεριφέρεται όπως ταιριάζει στην προχωρημένη ηλικία του.

Ο Φίλιππος της Ναβάρας (θάν. 1264) χαρακτήριζε την επιθυμία του γέρου που λαχταράει ερωτικές σχέσεις «επιθυμία χωρίς ανάγκη και χωρίς ικανότητα» και για την αντίστοιχη επιθυμία της γυναίκας έλεγε ότι είναι αποτέλεσμα της ματαιοδοξίας της. Η φύση της δεν την ωθεί πλέον σε ερωτικές συνευρέσεις, αλλά αυτή θέλει να αποδείξει ότι εξακολουθεί να είναι επιθυμητή. Στα ιατρικά συγγράμματα οι ηλικιωμένοι άντρες (δεν υπάρχει αναφορά σε γυναίκες) προειδοποιούνται κατά της ερωτικής συνεύρεσης, γιατί μπορεί να βλάψει την υγεία τους και να επιταχύνει την εξέλιξη του γήρατος.

Στα μυθιστορήματα ο ερωτύλος γέρος περιγράφεται ως θλιβερός, κωμικός ή γκροτέσκος. Συνήθως όμως είναι άντρας κάποιας κοινωνικής θέσης και με περιουσία, αντίζηλος των νέων που δεν έχουν τη δική του οικονομική ευρωστία. Η γριά γυναίκα που είναι έμπειρη στα μυστικά της ζωής και του έρωτα ανήκει στα κατώτατα κοινωνικά στρώματα (καθώς ανήκει σε εκείνες που τρέφονται με κρέας κακής ποιότητας, το οποίο αυξάνει την αναλογία των βλαβερών χυμών στο σώμα τους).

Αυτή την παρουσιάζουν επικίνδυνη πιο συχνά απ' όσο γκροτέσκα. Στη ηθική λογοτεχνία, άντρες και γυναίκες (αλλά πιο συχνά οι άντρες) είναι καταδικαστέοι επειδή παραμένουν προσκολλημένοι στις αμαρτίες της νιότης, αντί να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία που τους δίνεται να απαλλαγούν από την αμαρτία και να μετανοήσουν.

Πηγή:    "Τα γηρατειά από την αρχαιότητα"

Paul Johnson

Εκδόσεις "Πολύτροπον"

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ