ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Ιωάννη Β. Αλεξανδράκη: Η ιστορία της Μονής Αγίου Πνεύματος του Θεόδωρου Πελαντάκη

0

Με αυτόν τον τίτλο και με το σχεδιάγραμμα της Μονής Αγίου Πνεύματος Κισσού στο έγχρωμο εξώφυλλο, είδε το φως της δημοσιότητας ένα κομψό βιβλίο 210 σελίδων, από τις εκδόσεις «Γραφικές Τέχνες» Καραγιαννάκη.

 

Πρόκειται για τύπωση των σημειώσεων που άφησε ο γνωστός στους παλαιότερους Αγιοβασιλειώτες και Ρεθεμνιώτες, Ιωάννης Β. Αλεξανδράκης (1881-1972), ο φημισμένος δάσκαλος και ευρυμαθής συζητητής από τον Κισσό. Ήταν εντυπωσιακός όχι μόνο από την κρητική φορεσιά (σαλβάρια) με την οποία κυκλοφορούσε μέχρι το τέλος της ζωής του, αλλά και από τις συζητήσεις του με καθαρεύουσα γλώσσα, δυνατή επιχειρηματολογία, ευρυμάθεια μεγάλη και ορθολογική οργάνωση της σκέψης του.

Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε ενότητες, οι περισσότερες από τις οποίες αναφέρονται στη Μονή του Αγίου Πνεύματος και την περίφημη Σχολή Ελληνικό Σχολείο ή Σχολαρχείο και Ημιγυμνασίου, περιέχουν και αυτοβιογραφικά στοιχεία, που έδωσε πνευματικά φώτα και εμόρφωσε εκατοντάδες αγοριών, όχι μόνο από την επαρχία Αγίου Βασιλείου και Αμαρίου, αλλά και από το Ρέθυμνο, από χωριά της Μεσαράς και των Σφακίων.

 

Στο Δημοτικό Σχολείο της Μονής του Αγίου Πνεύματος Κισσού έμαθε τα πρώτα του γράμματα και ο ίδιος ο συγγραφέας από την Οκτώηχο και το Ψαλτήριον, εκεί εφοίτησε εις το φημισμένο ελληνικό σχολείο (Σχολαρχείο) ο Ιωάννης Αλεξανδρακης. Αργότερα εδίδαξε ως δάσκαλος στον ίδιο χώρο της Σχολής, στον οποίο έζησε συνολικά 15 τουλάχιστον χρόνια. Γι' αυτό και οι πληροφορίες που δίδει είναι άμεσες, βιωματικές, για την όλη λειτουργία της Μονής, όσο και της φημισμένης Σχολής, που ήταν πολυκύμαντη όσο και η εποχή εκείνης της ύστερης τουρκοκρατίας στην Κρήτη, με τις συνέχεις επαναστάσεις, τις σφαγές των Χριστιανών, την αιματοχυσία και τον διαρκή αναβρασμό μέχρι να έρθει η αυτονομία (Κρητική Πολιτεία 1898- 1913) και η ένωση με την Ελλάδα. Πολλά από αυτά τα γεγονότα τα έζησε ο συγγραφέας, και για τα παλαιότερα είχε άμεσες πληροφορίες από τους γονείς του, για την πολυτάραχη ιστορία της Μονής και της Σχολής από την επανάσταση του 1866-69 και εξής.

5

Η έγνοια του συγγραφέα για την ιστορική Μονή του Αγίου Πνεύματος ήταν αδιάκοπη σε όλη τη ζωή του, γι' αυτό και πρωτοστάτησε από το 1964 στην ανάδειξη της ιστορίας του Μοναστηριού και της Σχολής, που είχε πωληθεί και μεταβληθεί σε στάβλο. Ο ίδιος θεωρούσε ότι πρέπει να είναι τόπος προσκυνήματος, λόγω της πατριωτικής προσφοράς, τόσο της Μονής όσο και της Σχολής  σε χαλεπούς καιρούς, τόσο στην χριστιανική θρησκεία, όσο και στον ελληνισμό. Ήταν μάλιστα ομιλητής κατά την εκδήλωση που διοργάνωσε εκεί στις 22 Ιουνίου 1964 ο Ορειβατικός Σύνδεσμος Ρεθύμνου, με υποκινητή τον Γιάννη Εμμ. Χαλκιαδάκη, εκδότη και διευθυντή των Ρεθεμνιώτικων Νέων. Για να δείξει τη σημασία αυτής της εκδήλωσης, για την ανάδειξη της Μονής και Σχολής του Αγίου Πνεύματος Κισσού, την χαρακτηρίζει ως «θεάρεστον πράξιν». Ευτυχώς η Επισκοπή- Μητρόπολη και οι Κισσανοί συνέχισαν την προσπάθεια και δικαιούνται να είναι υπερήφανοι για το σημερινό επίπεδο αποκατάστασης της Μονής.

 

Από τις σελίδες του νέου βιβλίου μαθαίνουμε πολλά και για τη Μονή, που με πρωτοβουλία του Επίσκοπου Ευμενίου έγινε και έδρα της Επισκοπής Λάμπης και Σφακίων, λόγω της μεγάλης επικινδυνότητας των Τούρκων της Ατσιπάδας και της ασφάλειας που τους εξασφάλιζε ο Κουλές της Κοξαρές σε σχέση με την πλησιόχωρη Λαμπηνή, προηγούμενη έδρα της Επισκοπής. Και για την Σχολή μαθαίνουμε ότι επί ημερών του ίδιου επισκόπου Ευμενίου (Ξηρουδάκη) εγνώρισε την ύψιστη ακμή της. Έφτασε στο σημείο να λειτουργεί μόνο αυτή κατά το σχολικό έτος 1895-96, τότε που δε λειτούργησε κανένα σχολείο (Δημοτικό ή Σχολαρχείο) στο νομό Ρεθύμνου, ίσως σε ολόκληρη την Κρήτη, λόγω της επανάστασης του 1895. Τότε πήγαν και φοίτησαν στη Σχολή Αγίου Πνεύματος Κισσού μαθητές πολλοί και από την πόλη του Ρεθύμνου!

 

Με ενθουσιασμό γράφει για την προσφορά του Επισκόπου Ευμενίου (Ξηρουδάκη), όχι μόνο για τα κτίρια που έκτισε για καθηγητές, μαθητές και για το Επισκοπείο, αλλά και για την προσφορά του ως καθηγητής της Σχολής και την πατριωτική, κοινωνική, χριστιανική προσφορά του στις δύσκολες εποχές της επισκοπείας του.

 

Με την ιδία παρρησία γράφει ο δίκαιος δάσκαλος Ιωάννης Αλεξανδράκης για την έλλειψη ικανοτήτων και τη διαλυτική επίδραση του επισκόπου Αγαθαγγέλου τόσο στη Σχολή, όσο και στη Μονή, αφού υπογραμμίζει ότι μετέφερε ακόμα και τα έπιπλα στη Μονή Ασωμάτων Αμαρίου, τα δε δωμάτια καθηγητών και μαθητών τα εγκατέλειψε και ερημώθηκαν.

 

Ιδιαίτερη μνεία κάνει ο συγγραφέας για τους κάλους καθηγητές της Σχολής, των οποίων το έργο εγνώρισε από κοντά και το κρίνει έργο εθνικό, πατριωτικό. Τους μέτριους διδάσκοντες τους αφανίζει, όπως αφανίζονται τα ασήμαντα πρόσωπα στους διαλόγους του Πλάτωνα. Ο αναγνώστης του βιβλίου μαθαίνει πολλά άγνωστα στοιχεία, όπως ότι υπήρξε πύργος στον Κισσό, στον οποίο δεν άφησαν πέτρα επί πέτρας οι χριστιανοί κατά την επανάσταση του 1889, όπως έκαναν οι Γάλλοι στη Βαστίλη το 1789.

 

Επίσης, ότι τα σπίτια, τα περιβόλια και τα δέντρα των Τούρκων τα λεηλατούσαν οι κάτοικοι του Κισσού και των γύρω χωριών, όταν οι ιδιοκτήτες τους αναχωρούσαν για το Ρέθυμνο στη διάρκεια των συχνών επαναστάσεων μετά το 1866. Αυτό είναι στοιχείο που έδειχνε ότι πέρασε αμετάκλητα η εποχή που μπορούσαν ναν ζουν στον ίδιο τόπο οι μουσουλμάνοι (Τούρκοι) με τους χριστιανούς (Έλληνες).

 

Για ενημέρωση των αναγνωστών επισημαίνω μερικές πληροφορίες του βιβλίου, οι οποίες δεν είναι ακριβείς: Το Κέδρος οφείλει την ονομασία του στο γνωστό δέντρο και όχι επειδή θεωρείται το κέντρον της Κρήτης. Ακόμη, η υψηλότερη κορυφή του είναι η Ανάληψη (υψόμετρο 1.776 μέτρα) (σελ. 21-22).

 

Ο Κουλές της Κοξαρές χτίστηκε μεν την τριετία 1893-95 αλλά στον ίδιο χώρο υπήρχαν οχυρωματικές εγκαταστάσεις της βενετικής εποχής και πιθανόν πολύ παλαιότερες.

Ο ναός του Αγίου Πνεύματος (το αριστερό κλίτος) έχει στον βόρειο τοίχο υπολείμματα αγιογραφιών, πράγμα που δηλώνει ότι ζωγραφήθηκε κατά τη Βενετοκρατία. Στην εποχή της Βενετοκρατίας ανήκουν ο εξαφανισμένος πύργος του Κισσού, όπως και των Ακουμίων και των Βρυσών, που σώζονται.

 

Τόσο ο αγιογραφημένος ναός, όσο και η ύπαρξη πύργου στον Κισσό μαρτυρούν ότι η Μονή συστάθηκε επί βενετοκρατίας (σελ.32).

Το καμπαναριό της Μεγάλης Παναγίας Ρεθύμνου, το έκτισε η Δημογεροντία του Ρεθύμνου με συνεισφορές των ενοριτών. Οι Ρώσοι δώρισαν την καμπάνα του καμπαναριού. Το σπουδαιότερο σημείο που πρέπει να προσέξουν οι αναγνώστες αναφέρεται στις σελίδες 51-54. Ο επίσκοπος Λάμπης και Σφακίων, Μεθόδιος (Συλιγάρδος) είναι αθώος από της αποδομένης εις αυτόν κατηγορίας  για την καταστροφή του 1821 στη Μονή, αφού είχε δολοφονηθεί από τους Τούρκους το 1795, δηλαδή 26 χρόνια νωρίτερα.

 

Παρακαλώ ταπεινά τον Ηγούμενο της Ι. Μ. Αγίου Πνεύματος με την ευκαιρία της παρουσίασης αυτής του αποκαλυπτικού βιβλίου, να εγγράψει εις το βραβείον της Εκκλησίας όλους όσοι συνέδραμαν εις την πολυετή προσπάθεια ανάδειξης της σημαντικότητας της Μονής και της Σχολής του Αγίου Πνεύματος Κισσού και την αναστύλωση των κτισμάτων αλλά και την επαναλειτουργία της της «ων Κύριος γιγνώσκει τα ονόματα αυτών». Επίσης, ονομαστικά τους πολλά μοχθήσαντας για τον ίδιον σκοπό: Μιχαήλ Παπαδάκη (δικηγόρο), Γιάννη Χαλκιαδάκη (δημοσιογράφο), Ιωάννη Β. Αλεξανδράκη και Γεώργιο Ν. Τσιγδινό (αν ξεχνώ κάποιον «πολλά μοχθήσαντα», παρακαλώ να τον προσθέσει, όποιος τον γνωρίζει).

 

Απευθύνω θερμή παράκληση προς τον δήμαρχο κ. Γιάννη Ταταράκη και το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αγίου Βασιλείου,να προβούν σε άμεσες ενέργειες, ώστε το ώριμο έργο της ολοκλήρωσης του δρόμου προσπέλασης προς το Μοναστήρι να γίνει το συντομότερο δυνατόν (θα έλεγα εντός του 2016) με πρόκριση της λύσης που η λογική και η ανάγκη υπαγορεύουν: η συντομότερη και λιγότερο δαπανηρή διαδρομή, τώρα, εποχή των ισχνών αγελάδων.

Ως προς τους Κισσανούς που θα περάσει ο δρόμος από το χωράφι τους, προτείνω να τους μιλήσει μια επιτροπή Αγιοβασιλειωτών στην οποία προσφέρομαι να συμμετέχω, ώστε να δώσουν τη συγκατάθεσή τους.

 

Έτσι μπορεί να τελειώσει αυτή η εκκρεμότητα, που δυσκολεύει την προσπέλαση προσκυνητών του θρησκευτικού τουρισμού, που δίδουν ανάσα ζωής στη Μονή και στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Αγίου Βασιλείου.

Η πληροφορία που μας δίδει στο βιβλίο του ο Ιωάννης Αλεξανδράκης (σελ. 83, 134, 151) ότι επί 4 έτη εφοίτησε εις την Σχολήν του Αγίου Πνεύματος από το 1894-1899 (με διακοπή το 1897-98) αποκαλύπτει  ότι αυτή η «Σχολή του Πρέβελη», όπως την ονόμασε ο μεγάλος οραματιστής και επίσκοπος  (και Μητροπολίτης Κρήτης) Ευμένιος Ξηρουδάκης προικοδοτήθηκε από τους Ρώσους.

 

Άξιο υπογραμμίσεως είναι ότι οι Ρωσία ως προστάτιδα δύναμη στον Νομό Ρεθύμνου από το 1898, διέθετε χρήματα για τη λειτουργία Δημοτικών Σχολείων (4 τάξεις) όχι όμως Γυμνασίου στο Ρέθυμνο (4 τάξεις). Στη Σχολή όμως της Μονής Αγίου Πνεύματος Κισσού (Σχολή Πρέβελη) διέθεσαν οι Ρώσοι χρήματα για να λειτουργήσει και τέταρτη τάξη. Αυτό το κατόρθωσε ο Επίσκοπος Ευγένιος, ο οποίος τόνισε στον Ρώσο συνταγματάρχη Θεόδωρο Χιοστάκ ότι η Σχολή είναι εγκεκριμένη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι από 1899 οι Ρώσοι έδιναν κάθε μήνα 120 χρυσά φράγκα (πολύ μεγάλης αγοραστικής αξίας τότε) για τη λειτουργία της Σχολής Αγίου Πνεύματος. Με αυτά τα χρήματα αντιμετωπίστηκε η πείνα λόγω των αποκλεισμών, που οδήγησε πολλούς όπως μαρτυρεί ο Αλεξανδράκης (σελ. 125) να βράζουν πολλές φορές τα στάχυα των αρτήκτων και αν τα τρώνε.

 

Οι απόγονοι του Ιωάννη Β. Αλεξανδράκη, οι οποίοι μερίμνησαν να εκδοθούν σε βιβλίο οι σημειώσεις του, έπραξαν πολύ σωστά. Πολλά είναι τα νέα στοιχεία που θα αντλήσει η ιστορική και εκπαιδευτική  έρευνα από την άμεση- πηγαία μαρτυρία του προγόνου τους για τον «εθνικόν, ιστορικόν και κοινωνικόν ρόλον τον οποίον έπαιξεν η Μονή του Αγίου Πνεύματος μέσα εις το σκότος της δουλείας, της απελπισίας και της απογοητεύσεως, ότε ουδέν σημείον υπήρχεν άλλο στηρίγματος και ελπίδος παρά μόνον η θρησκεία, η προς τον Χριστόν πίστις, η Εκκλησία και τα Μοναστήρια» (σελ. 19).

 

Άλλη μια υπογράμμιση του συγγραφέα για την προσφορά των ανταρτών (Χαΐνηδων) μετά το 1866: «Χωρίς τον αγώνα αυτών των τουρκοφάγων παλληκαράδων… ελευθερίαν δεν θα εβλέπομεν» (σελ.38-39).

Ο Ιωάννης Αλεξανδράκης δίδαξε ήθος και αξίες, θεωρούσε δε την μάθηση και την ανάγκη μόρφωσης των νέων ως μεγάλη αξία και εκαμάρωνε γιατί αυτό πετύχαινε στην εποχή του η Σχολή.

 

Αξιοσημείωτο είναι και το ότι δώρισαν το βιβλίο στο Μοναστήρι, ως είδος μικρής βοήθειας στον ηγούμενο Βαρθολομαίο, ο οποίος με την «ιεράν ησυχίαν», την οποίαν επέλεξε ως τρόπο ζωής, ανασταίνει και ζωογονεί με τη στήριξη του χριστεπωνύμου πληρώματος το παλαίφατο Μοναστήρι του Αγίου Πνεύματος Κισσού, το λίκνο της εκπαίδευσης για τη μεγάλη περιοχή που κάλυπτε.

 

* Ο Θεόδωρος Πελαντάκης είναι φιλόλογος

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ