ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

«Π’ αναθεμάτηνε τη χαρά που’ δα την ώρα εκείνη» του Μανόλη Σκαρσούλη

0

Με μεγαλύτερη επιείκεια

Δεν είναι το πρώτο. Ο έρωτας που αναπτύσσεται μεταξύ συγγενών συχνά οδηγεί σε τραγικές λύσεις, σαν αυτή που αναγγέλθηκε προχθές από την Αμφιλοχία. Ερωτικό αίσθημα δύο εξαδέλφων. Εικοσιπέντε ετών εκείνος συνεδέθη με μια κοπέλα δεκαοχτώ ετών, ωραιοτάτη όπως βεβαιώνουν πληροφορίες. Η συγγένεια απέκλειε τον ομαλό επίλογο του ειδυλλίου. Ο πατέρας της κόρης υπέδειξε στους ερωτευμένους το εμπόδιο που ήταν αδύνατο να υπερνικηθεί και οι δύο νέοι δέχθηκαν να διακόψουν τις σχέσεις των.

Τι μπορεί όμως να κάμει η λογική όταν κάτω από το μπλουζάκι της κοπέλας χτυπά μια καρδιά που δεν ξέρει τι θα πει πειθαρχία, που είναι ανίκανη για συμβιβασμούς, αλλά επάνω από τους νόμους των ανθρώπων τοποθετεί τον έρωτά της; Η μελαγχολία κατέλαβε τη νέα, και την ημέρα που ο εραστής την αποχαιρέτησε κι έφυγε από την πόλη όπου άνθησε η αγάπη τους, εκείνη πήρε τη δόση του δηλητηρίου της κι’ αποχαιρέτησε για πάντα τη ζωή. Στο μεγάλο της ταξίδι την ακολούθησε και ο εξάδελφος. Μόλις έφτασε στο χωριό όπου είχε το πατρικό του σπίτι, κλείστηκε στο δωμάτιό του και από εκεί το ίδιο δηλητήριο του έδωσε τα φτερά για απογειωθεί στους κόσμους των νεκρών.

Θα ήταν άραγε περισσότερο φοβερές οι συνέπειες αν κάποια ελαστικότης επέτρεπε την ένωση των ανθρώπων που η φύσις είχε φέρει τόσο κοντά τον έναν προς τον άλλο ώστε να τους είναι αδύνατος ο χωρισμός; Τίποτε όμως δεν είναι φοβερότερο από το θάνατο. Και τέτοιους αδικοσκοτωμένους έχουμε πολλούς. Τα κρούσματα είναι περισσότερα ευνοϊκή σε αμφίβολες καταστάσεις, στις οποίες όταν παρουσιασθεί ανάγκη προσφεύγει η πρωτεύουσα.

 

Μετά την αυτοψία

Πέντε είναι τα πρόσωπα της τραγωδίας. Ο Σπύρος, η γυναίκα του Ελένη και οι τρεις αδελφοί της Ελένης.

Ας αρχίσουμε από την πρώτη νύχτα του γάμου όταν ο Σπύρος Χαντ. με την ευλογία της Εκκλησίας και της κοινωνίας, νόμιμος κύριος των θελγήτρων της Ελένης, οδήγησε τη γυναίκα του στον κοινό κοιτώνα τους.

Η πρώτη νύχτα για την Ελληνίδα, και μάλιστα για την Ελληνίδα της υπαίθρου, δεν είναι νύχτα ερωτικών εκστάσεων. Ένας ιεροεξεταστής υποβάλλει σε ταπεινωτική αυτοψία τη σύντροφό της ζωής του. Ανεξέλεγκτος και ασύδοτος αυτός επιμένει εν τούτοις να διαπιστώσει αν άσπιλο υπήρξε το παρελθόν της νεοπροσληφθείσης συζύγου.

Η Ελένη όμως είχε αμαρτήσει πράγματι κατά τον προσυζυγικό της βίο. Και ο Σπύρος ευλαβούμενος την παράδοση έδειξε στη νεόνυμφη τη θύρα της εξόδου.

  • Έξω!

Έπεσε στα πόδια του, έκλαψε, ικέτεψε, του είπε ότι η αποπομπή σημαίνει το θάνατό της. Δεν τον έπεισε. Μη τολμώντας να επιστρέψει στο πατρικό της σπίτι πήρε το δρόμο προς το άγνωστο και αρχίζει φυσικά η εκστρατεία των τριών αδελφών εναντίον της αμαρτωλής. Ηρακλείς της τιμής, αναζητούν την αδελφή τους αποφασισμένοι να εφαρμόσουν τον άγραφο νόμο. Έψαξαν επί πολλές ώρες ωε που την ανακάλυψαν ξαφνικά ξαπλωμένη κάτω από ένα θάμνο. Δε χρειάστηκαν εξηγήσεις. Οι τρεις παλληκαράδες όρμησαν εναντίον της μελλοθάνατης, την έδειραν ως που να τη δουν αιμόφυρτη και τότε με την ίδια πάντα στοργή την οδήγησαν στο χείλος ενός γκρεμνού απ’ όπου την έσπρωξαν στο πήδημα του θανάτου.

Λυτρώθηκε η Ελένη. Αλλά το έργο δεν ετελείωσε. Η πιο φρικτή και σχετικά πρωτότυπη είναι η τρίτη πράξη. Ανεύρεσης του πτώματος και σύλληψης των τριών ενόχων. Και τι νομίζετε ότι ανακαλύπτει τότε η ανάκρισις; Ότι διαφθορέας της Ελένης ήταν ο ένας από τους τρεις αδελφούς που απετέλεσαν το εκτελεστικό απόσπασμα. Τον είδε να τη σέρνει στο θάνατο και δεν άνοιξε το στόμα της να του πει:

  • Κι εσύ αδερφέ μου;

 

Αθώος ο κατηγορούμενος

  • Αδελφή μου, της είπε πριν τη σφάξει, μου φαίνεται ότι δεν είσαι εν τάξει.
  • Με αδικείς, αδελφέ μου, αμύνθηκε εκείνη

Ξεκίνησαν για τον γιατρό να λύση την αδελφική διαφορά. Από κοντά και ο φιλόστοργος πατέρας. Είπαμε, νοικοκυρεμένες δουλειές. Πήγαν στο ιατρείο.

  • Ήρθαμε να μας εξετάσης την τιμή, γιατρέ. Είν’ εν τάξει η αδελφή μου: Εγώ λέω πώς δεν είναι. Για κοίτα κι εσύ με τα εργαλεία σου να δούμε που βρισκόμαστε.

Ο γιατρός ερεύνησε με την επιβαλλομένη επιμέλεια και αποφάνθηκε:

  • Δεν είν’ εν τάξει. Αν θέλετε όμως μπορεί να διορθωθεί η ζημιά.

Βέβαιοι πια για την ποιότητα της κόρης, ο αδελφός και ο πατέρας φεύγουν από το ιατρείο. Γοργός είναι ο ρυθμός της δικαιοσύνης όταν απονέμεται από τους οικείους. Δεν είχαν ακόμα κατέβει τις σκάλες της πολυκατοικίας του γιατρού και ο αδελφός, αφού κατεδίκασε την αδελφή του στην εσχάτη των ποινών, την εξετέλεσε επί τόπου.

Δικάστηκε προχτές. Με γενναιότητα αντιμετώπισε τη Θέμιδα. Τι είχε να φοβηθεί; Όταν προσέρχεσαι κρατώντας το ματωμένο λάβαρο της τιμής, έχεις και την αθώωση εξασφαλισμένη. Τίποτα πιο φτηνό από τη ζωή της γυναίκας. Φτάνει να είναι σύζυγος ή αδελφή σας.

Στις ημέρες μας με ορισμένες προϋποθέσεις, είναι και απόλυτα βέβαιη η ατιμωρησία σας. Όπως έξαφνα στην περίπτωση που το πρόσωπο το οποίο βρίσκεται υπό τον έλεγχό σας, δεν προνοήσει να ζητήσει από το συνοδοιπόρο στη λεωφόρο της Τέρψεως, πιστοποιητικό των κοινωνικών φρονημάτων του.

  • Σύμφωνοι, αλλά πρώτα ταυτότητα.

Ούτε στα Κύθηρα ταξιδεύετε σήμερα χωρίς ταυτότητα. Αυτό που δεν πρόσεξε η μωρά παρθένος. Γιατί συμβαίνει από τις τάξεις των ανταρτών να προέρχεται ο σύντροφος της ερωτικής της πορείας. Εκεί τουλάχιστον τον τοποθέτησε η υπεράσπιση του κατηγορουμένου.

  • Και με ποιον, κύριε Πρόεδρε; Μ’ ένα συμμορίτη!
  • Μάλιστα, κύριοι ένορκοι, μ’ ένα συμμορίτη. Ο ατυχής κατηγορούμενος, όστις την στιγμήν αυτήν θρηνεί τον πρόωρον θάνατον της προσφιλούς αδελφής του, δεν θα επέβαλε την οδύνην εις εαυτόν, εάν η άπατρις κόρη διοχέτευε τας ερωτικάς ανησυχίας της προς εθνικάς οδούς κι έδιδε, ούτως ειπείν, πατριωτικόν εις αυτά τόνον. Αλλά η άφρων παρεδόθη εις την περίπτυξιν της ανταρσίας. Και θέλατε, κύριοι δικασταί, το τέκνον αυτό της πατρίδος ν’ αφήσει ατιμώρητον μίαν εκτροπήν ισοδυναμούσαν με την προδοσίαν:

Αθώος ο κατηγορούμενος. Ένοχη δεν είναι παρά η νεκρή. Η άμυαλη. Σα να έλειψαν οι εθνικόφρονες από τον ερωτικό στίβο. Ή, σα να ήταν δύσκολο να θέση στο συμμορίτη ως όρο της προσφοράς τη δήλωση μετανοίας του.

 

Οι τρεις σωματοφύλακες

Πώς αρχίζει και πώς και τελειώνει μια ερωτική ιστορία! Γράφει στις 6)9)48 η δ. Λέλα Γοργ., καθηγήτρια της φιλολογίας, στο Γιάννη Καρ., φιλόλογο επίσης καθηγητή: «Βλέπω τη θάλασσα και σε θυμάμαι αντικρίζω το φεγγάρι και αμέσως νάσαι. Μυρίζω λουλούδια και η σκέψη μου βρίσκεται κοντά σου. Κοιμάμαι κι όλη νύχτα είμαι μαζί σου, σηκώνομαι και δύο λέξεις μουρμουρίζω: Γιάννη μου σ’ αγαπώ…».

Λέει στις 14)1)53 η δ. Λένα Γορ. σε συνέντευξη της, για το Γιάννη Κορ., που βρέθηκε νεκρός με μια μαχαιριά στην καρδιά: «…Αυτός ήταν ένας σαδιστής. Στον Πειραιά μου κάρφωνε στα χέρια μου καρφίτσες. Στην Πάτρα με τσάκισε κυριολεκτικά στο ξύλο, κι ύστερα μου επέβαλε να πάρω είκοσι λουμινάλ για ν’ αυτοκτονήσω».

Στο πολύπτυχο όμως αυτό δράμα του Πειραιά, εκείνο που προέχει δεν είναι η κατάσταση που διαδέχθηκε τις ερωτικές εξάψεις τους. Είναι η μορφή που είχαν οι σχέσεις των δύο νέων κατά την διάρκεια των εκρήξεών τους. Ειδύλλιο καθαρώς «φιλολογικό». Αυτό βγαίνει από την ιατρική εξέταση. Έχει τις αδιακρισίες της η ανακριτική αρχή. Με την έκθεση του γιατρού στο χέρι, βεβαιώνει τώρα ότι ο καθηγητικός σύνδεσμος δεν πέρασε τα όρια της αισθηματικότητας. Έξι χρόνια εγκράτειας. Και ήταν άνθρωποι που αγαπιούνταν. Αλλά και ο παράγων αγάπη αν έλειπε, το γεγονός ότι ένα αγόρι και ένα κορίτσι ζούνε μαζί επί έξι χρόνια, δεν ήταν μήπως αρκετά να δώσει και άλλο τόνο στο ρυθμό των σχέσεών τους;

Κανένας απ’ όσους ήξεραν τις σχέσεις τους δεν αμφέβαλε. Ούτε η κ. Γορ. μητέρα της Λέλας. «Εγώ ποτέ δεν πίστευα ότι η κόρη μου ήταν αγνή», είπε στο συνάδελφο που θέλησε να εξιχνιάσει το λεπτό αυτό σημείο. Είναι τόσο απίστευτο… Τίποτα δεν θα ήταν πιο πιθανό πριν από μισό αιώνα. Στον καιρό μας όμως, που με το «καλημέρα», πριν ακόμα η νέα γνωριμία σας αποτελειώσει το λουκουμάκι που της προσφέρατε, αρχίζουν οι οχλήσεις για την αποπλατωνοποίηση του ειδυλίου, πώς να φαντασθεί κανείς ότι δύο νέοι που ζούνε σχεδόν μαζί, δίνουν επί έξι χρόνια νικηφόρα τη μάχη εναντίον των αισθησιακών παρορμήσεων;

Λευκοί έρωτες. Θρίαμβος του ρομαντισμού. Το ειδύλλιο όπως τόζησαν οι πατέρες μας. Σ’ αφήνουν όμως καιρό για πανγυρισμούς; Πριν προλάβεις να σημαιοστολίσεις την ουτοπία, έρχεται η δ. Γορ., και με το πάθος της ειλικρινείας που μαστίζει τη νέα γενεά, με τη μανία που έχουν οι άνθρωποι της εποχής να γδύσουν καμουφλαρισμένες καταστάσεις, ρίχνει με ωμότητα τους προβολείς της και διαλύει το θρύλο. Δεν ήταν ο Πλάτωνας, λέει. Ήταν η ανεπάρκεια – ανεπάρκεια του φίλου της.

  • Στην αρχή δεν το ήξερα, γιατί οι σχέσεις μας ήταν πλατωνικές. Αργότερα, όταν το κατάλαβα, τον είχα συνηθίσει, τον λυπόμουν, σκεπτόμουν και τον κόσμο τι θα έλεγε για μένα που είχα εκτεθεί πια μαζί του.

Συνήθεια, οίκτος, κοινή γνώμη. Οι τρεις κακοί σωματοφύλακες του έρωτα. Τι ελεεινές υπηρεσίες που προσφέρουν. Δεν τον αγαπά – και δεν μιλώ εδώ για τη συγκεκριμένη μόνο περίπτωση – μένει όμως κοντά του γιατί συνήθισε. Δεν την αγαπά, αλλά τη διατηρεί, γιατί τη λυπάται. Δεν αγαπιούνται, σκέπτομαι όμως τι θα πει ο κόσμος και παρατείνουν μια ψεύτικη κατάσταση. Η συνήθεια και η συμπόνια όμως είναι άρνηση του έρωτα. Και ο έρωτας είναι πάθος.

Το σχέδιο εγκρίνεται

Πάμε στη Μεσσήνη. Ύψος ηθικής ακτινοβολίας και μητρικής αγάπης… Φιλόστοργος μητέρα έχει μια κόρη Αγγελική το όνομά της, δεκαπέντε οι ανοίξεις της. Ωραιοτάτη την παρουσιάζουν οι εφημερίδες. Ερωτευμένη η Αγγελική. Η μητέρα όμως προορίζει για τη θυγατέρα σύζυγο της δικής της εκλογής.

  • Δεν τον θέλω.
  • Θα τον πάρεις.

Αντιμετωπίζοντας την άρνηση της ανήλικης, η μητέρα, απευθύνεται στο γιο και του αναπτύσσει το σχέδιό της. Το σχέδιο εγκρίνεται. Στη μητέρα η πρωτοβουλία της εκτελέσεως.

Πρέπει να ήταν προχωρημένη η νύχτα, όταν ο ανεπιθύμητος στη νύμφη νυμφίος έφθασε στον οίκο όπου ανύποπτη η Αγγελική είχε παραδοθεί στον ύπνο. Ποιον έχει να φοβηθεί μια κόρη όταν φρουροί της αγνότητας της αγρυπνούν η μητέρα και ο αδελφός της;

Πέρασε, γαμπρέ! Στο δωμάτιο του κοριτσιού οδηγεί η μάνα τον επισκέπτη.

  • Δως της να καταλάβει. Με το μαλακό πρώτα, κι αν σου κάνει τη ζόρικη, διάβολε, αρσενικό είσαι, καταλαβαίνεις…

Έξω από το νυμφώνα η μητέρα αφουγκράζεται ελέγχοντας τη δραστηριότητα του γαμπρού. Με την πειθώ αρχίζει αυτός. Πειθώ που δεν πείθει. Η οδηγία είναι ρητή: Απάνω της. Τη συνέχεια τη δίνουν οι εφημερίδες.

«Επειδή το θύμα ανθίστατο πεισμόνως εις τας θωπείας, ο εκλεκτός της μητρός κατέφυγεν εις το έσχατον μέσον, τον βιασμόν, τον οποίον και επέτυχε. Μεθ’ ο ανεχώρησε αφού παρέδωσεν εις την μητέρα τα αποδεικτικά της παρθενίας της Αγγελικής».

 

Δύο αγάπες σε μια καρδιά

Ειδύλλιο σε χωριό. Αυστηρή και φλύαρη η ύπαιθρος, ανάγκασε το παράνομο ζεύγος να ζητήσει τη διακριτικότητα σε μεγάλη πολιτεία όπως η Πάτρα, όπου ήρθε στη ζωή και ο καρπός της παρανομίας.

Δύσκολες κοινωνικές καταστάσεις. Βρέθηκε όμως ο αγαθός Σαμαρείτης, που δέχθηκε να νυμφευθεί τη μετανοούσα Μαγδαληνή και να δώσει το όνομά του στο άνθος της αταξίας.

Διακοπή των σχέσεων επρότεινε τότε η ανύμφευτη μητέρα στον πατέρα του τέκνου της, μια που νυμφευμένος ο ίδιος, δεν είχε τη δυνατότητα ή τη διάθεση να διαλύσει το γάμο του.

Η συνύπαρξη των δύο καταστάσεων της νομιμότητας και της παρανομίας, ήταν η δική του επιθυμία, και επειδή η Μαγδαληνή προτίμησε από τη θολή ζωή να τακτοποιηθεί κοινωνικά και να δώσει πατέρα στο παιδί της, ο φυσικός πατέρας, σε κατάσταση αλλοφροσύνης, άπλωσε τα δάχτυλα στο λαιμό της μητέρας και έθεσε τέρμα στη ζωή της.

Τώρα μετανοεί. Μαζί με τη δήλωση μετανοίας και δήλωση αγάπης στη νόμιμη σύζυγό του.

«Αγαπώ τη γυναίκα μου, αγαπούσα όμως και τη Μαγδαληνή».

Δράμα στο Γκαζοχώρι. Ένας Σταμάτης που αγαπούσε τη γυναίκα του και συγχρόνως είχε ερωμένη. Τόσο δε προσηλωμένος ήταν στην ερωμένη του ώστε όταν κατάλαβε ότι κινδύνευε να τη χάσει τη σκότωσε και σκοτώθηκε κι ο ίδιος. Ο Σταμάτης λοιπόν που έπνιξε στο αίμα τη ζωή της Θοδώρας κι έπεσε νεκρός απάνω στο πτώμα της, έτρεφε, βεβαιώνει η γειτονιά, εξαιρετική αγάπη για τη νόμιμη σύζυγό του.

Πώς είναι δυνατόν να χωρέσουν; Βασανίζεσθε όσο θέλετε να την πείσετε ότι έχετε την ικανότητα ν’ αγαπάτε εδώ, να επιθυμείτε εκεί, και να είστε επίσης ειλικρινής και στις δύο κατευθύνσεις. Σε τέτοια ανώτερα μαθηματικά δεν ειν’ εύκολο να σας παρακολουθήσει η γυναίκα. Δε της επιτρέπει η φύση της να σας παρακολουθήσει.

Αυτή κρίνει από τον εαυτό της που όταν αγαπά – και μιλώ για την αληθινή αγάπη – δεν ανέχεται ούτε την υπόνοια ενός δεύτερου κοντά της. Η δική της αγάπη είναι απόλυτη. Όλα για όλα στον ένα. Ψυχή και σώμα. Όπου υπάρχει πρώτος δεν χωρεί δεύτερος. Όταν έχει πολλούς – ησυχάστε – δεν έχει κανένα. Και όταν υπάρχει δεύτερος, κλάψτε και το δεύτερο, αλλά κλάψτε και τον πρώτο. Ούτε το δεύτερο, αλλά ούτε και τον πρώτο αγαπάει.

Αγάπη και απάτη της είναι δυο έννοιες ασυμβίβαστες. Για ν’ απατήσει τον άντρα της πρέπει να μην τον αγαπά.

Πρέπει να είναι πολύ χαλασμένη η γυναίκα για ν’ ακολουθήσει τον άντρα που περιφρονεί. Η ειδικότητα αυτή στο δικό μας γένος ανήκει, για τις αισθησιακές συνομιλίες μας ούτε η ψυχή, ούτε το πνεύμα μας είναι απαραίτητα.

Το πρώτο τυχόν ζωάκι, που θα φανεί τα μάτια μας ωραίο, το οποιοδήποτε τίποτα, το τελευταίο κουρελάκι του πεζοδρομίου που θα μας κλείσει το μάτι, το περιφρονούμε και το ακολουθούμε, για να το αποπέμψουμε ύστερα, όπως πετούμε το φλούδι του πορτοκαλιού, μετά την κατανάλωση του χυμού του.

Και το πετούμε με τόση άνεση, και είμαστε τόσο τακτοποιημένοι με τον εαυτό μας κι έχουμε τόσο ελαφρή τη συνείδηση για μια πράξη στην οποία δεν πήρε μέρος η ψυχή μου, ώστε με τα ίχνη της παράνομης συναλλαγής επιστρέφουμε στα σπίτια μας για να δώσουμε όρκους πίστεως στη γυναίκα που πριν από λίγο έχουμε προδώσει.

Σου φέρομαι άσχημα, Τερέζα, και όμως σ’ αγαπώ μ’ όλη μου την ψυχή. Σου το ορκίζομαι. Τίποτα δεν είναι σαν την αγάπη που έχω για σένα, τη μόνη που είναι ριζωμένη μέσα μου. Η ζωή μου είναι άσχημη, δεν υπερασπίζομαι τον εαυτό μου, ντρέπομαι. Αλλά μη με κρίνεις απ’ αυτά που κάνω. Δεν είμαι ο άνθρωπος των κριμάτων μου. Εκφράζομαι άσχημα. Νοιώθω πως δεν με καταλαβαίνεις…

 

Πηγή: Η γυναίκα σε ελληνικά σχήματα, Παύλος Παλαιολόγος

Εκδόσεις, αστέρι

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ