ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Στη μεταθανάτια ζωή (Του Μανώλη Σκαρσούλη)

0

Παλιές συνήθειες

Στην άλλη ζωή ξαναζείς όλες σου τις εμπειρίες, αυτή τη φορά όμως με τα γεγονότα κατανεμημένα διαφορετικά: οι στιγμές που έχουν κοινά χαρακτηριστικά συγκεντρώνονται όλες μαζί.

Δύο μήνες, για παράδειγμα, διασχίζεις με το αυτοκίνητο το δρόμο μπροστά από το σπίτι σου, εφτά μήνες κάνεις έρωτα. Κοιμάσαι τριάντα χρόνια χωρίς ν’ ανοίξεις τα μάτια σου. Πέντε ολόκληρους μήνες ξεφυλλίζεις περιοδικά καθισμένος στη λεκάνη της τουαλέτας.

Οι πόνοι σου έρχονται όλοι μαζί, πονάς είκοσι εφτά ολόκληρες ώρες. Κατάγματα οστών, συγκρούσεις αυτοκινήτων, λύσεις του δέρματος, τοκετοί, το ένα μετά το άλλο, απανωτά. Άπαξ και τα βγάλεις πέρα, ξέμπλεξες από οδύνες για όλη την υπόλοιπη μεταθανάτια ζωή σου.

Αυτά όμως δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι πάντα ευχάριστα. Έξι μέρες κόβεις τα νύχια σου. Δεκαπέντε μήνες ψάχνεις να βρεις χαμένα πράγματα. Δεκαοχτώ μήνες περιμένεις στην ουρά. Δύο εβδομάδες αναρωτιέσαι τι γίνεται όταν πεθαίνουμε. Ένα λεπτό συνειδητοποιείς ότι το σώμα σου καταρρέει. Εβδομήντα εφτά ώρες βρίσκεσαι σε σύγχυση. Μία ώρα συνειδητοποιείς ότι έχεις ξεχάσει το όνομα κάποιου. Τρεις εβδομάδες συνειδητοποιείς ότι κάνεις λάθος. Έξι εβδομάδες περιμένεις ν’ ανάψει το πράσινο. Δεκαπέντε ώρες βάζεις την υπογραφή σου. Δύο ημέρες δένεις κορδόνια παπουτσιών. Εξήντα εφτά ημέρες σπαράζει η καρδιά σου. Πέντε εβδομάδες χάνεις το δρόμο οδηγώντας. Τρεις ημέρες υπολογίζεις φιλοδωρήματα εστιατορίων. Πενήντα μία ημέρες αποφασίζεις τι να φορέσεις. Δεκαοχτώ ημέρες κοιτάζεις τι έχει μέσα το ψυγείο. Τριάντα τέσσερις ημέρες νοσταλγείς. Τέσσερις εβδομάδες κάθεσαι σκεφτικός κι αναρωτιέσαι αν θα μπορούσες να αξιοποιήσεις κάπως καλύτερα το χρόνο σου. Τρία χρόνια καταπίνεις τροφή. Πέντε ημέρες κουμπώνεις κουμπιά και φερμουάρ. Σ’ αυτό το μέρος της άλλης ζωής, φέρνεις στη φαντασία σου κάτι ανάλογο με την επίγεια ζωή σου και αγαλλιάζει η καρδιά σου: μια ζωή όπου τα επεισόδια χωρίζονται σε μικροσκοπικές ευκολοκατάπιοτες μπουκίτσες όπου οι στιγμές δεν διαρκούν, όπου ζεις τη χαρά να πηδάς από το ένα γεγονός στο επόμενο σαν παιδί που χοροπηδάει εδώ κι εκεί στην καυτή άμμο.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΟΤΗΤΑ

Στην άλλη ζωή ανακαλύπτεις ότι η Θεά κατανοεί τις πολυπλοκότητες της ζωής. Υποχωρώντας αρχικά στην πίεση του περιβάλλοντος, δόμησε το σύμπαν Της όπως και όλοι οι άλλοι θεοί, κατηγοριοποιώντας τους ανθρώπους σύμφωνα με ένα δυαδικό σύστημα καλών και κακών. Δεν άργησε όμως να αντιληφθεί ότι οι άνθρωποι μπορεί να είναι καλοί σε πολλούς τομείς και ταυτόχρονα διεφθαρμένοι και ποταποί σε άλλους. Πώς θα έκρινε ποιος θα πήγαινε στον Παράδεισο και ποιος στην Κόλαση; Δεν θα μπορούσε, αναλογιζόταν, ένας άνθρωπος να είναι καταχραστής και παρ’ όλα αυτά να συνεισφέρει σε ευαγείς σκοπούς; Δεν θα μπορούσε μια γυναίκα να είναι μοιχαλίδα αλλά να χαρίζει ηδονή και ασφάλεια στη ζωή δύο αντρών; Δεν θα μπορούσε ένα παιδί να αποκαλύπτει άθελά του μυστικά που κάνουν μια οικογένεια χίλια κομμάτια; Η διαίρεση του πληθυσμού σε δύο κατηγορίες – καλούς και κακούς – φαινόταν λογικότερη στα νιάτα Της, αλλά με την πείρα οι αποφάσεις αυτές γίνονταν δυσκολότερες. Επεξεργάστηκε σύνθετους τύπους για να σταθμίσει εκατοντάδες παράγοντες και χρησιμοποίησε προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή απ’ όπου ξετυλίχτηκαν ατελείωτες λωρίδες χαρτί με αιώνιες αποφάσεις. Αλλά αυτός ο αυτοματισμός ήταν μεγάλη δοκιμασία για την ευαισθησία Της. Κι όταν ο υπολογιστής κατέληξε σε μια απόφαση με την οποία η ίδια διαφωνούσε, βρήκε την ευκαιρία να δώσει με μανία μια κλοτσιά και να τον βγάλει από την πρίζα. Εκείνο το απόγευμα άκουγε τα παράπονα των νεκρών από δύο εμπόλεμα κράτη. Και οι δύο πλευρές είχαν υποφέρει, και οι δύο είχαν εύλογα παράπονα, και οι δύο υποστήριζαν με σοβαρότητα το δίκιο τους. σκέπασε τ’ αφτιά Της κι αναστέναξε δυστυχισμένη. Ήξερε ότι οι άνθρωποί Της ήταν πολυδιάστατοι και Της ήταν πια αδύνατον να ζει με την άκαμπτη αρχιτεκτονική των νεανικών επιλογών Της.

Δεν υποφέρουν όλοι οι θεοί γι’ αυτό: μπορούμε να λογιζόμαστε τυχεροί που στο θάνατό μας λογοδοτούμε σε μια Θεά η οποία δείχνει τόσο μεγάλη ευαισθησία για τις πολύπλοκες καρδιές των πλασμάτων Της.

Σε μια στιγμή απόγνωσης, Της πέρασε από το μυαλό η σκέψη να τους αφήσει όλους να περιμένουν στην ουρά επ’ αόριστον κι ας έβρισκαν τη λύση μόνοι τους. αλλά μια καλύτερη ιδέα φώτισε ξαφνικά το μεγαλόψυχο πνεύμα Της. Μπορούσε άνετα να το κάνει: θα έδινε σε όλους, ως και στον τελευταίο άνθρωπο, μια θέση στον Παράδεισο. Στο κάτω κάτω, όλοι είχαν κάτι καλό μέσα τους: αυτό προβλεπόταν στις προδιαγραφές σχεδιασμού. Με το νέο σχέδιο Της, ξανάγινε ανάλαφρο το βήμα Της, το χρώμα ξαναγύρισε στα μάγουλά Της. Έκλεισε τις επιχειρήσεις στην Κόλαση, απέλυσε το Διάβολο κι έφερε ως και τον τελευταίο άνθρωπο κοντά Της στον Παράδεισο. Νεοφερμένοι ή παλιοκαραβάνες, φαύλοι ή ενάρετοι, με το νέο σύστημα απολαμβάνουν όλοι τον ίδιο χρόνο συνομιλίας μαζί Της. Οι περισσότεροι Τη βρίσκουν λίγο φλύαρη και υπερβολικά σχολιαστική, κανείς όμως δεν μπορεί να Την κατηγορήσει για αδιαφορία.

Η σημαντικότερη πλευρά του νέου συστήματός Της είναι ότι οι πάντες έχουν ίση μεταχείριση. Τέρμα πια το πυρ το εξώτερο για μερικούς και η μουσική άρπας γι’ άλλους. Η άλλη ζωή δεν σημαίνει πια ράντζα σε αντιδιαστολή με στρώματα νερού, ωμές πατάτες σε αντιδιαστολή με σούσι, ζεστό νερόβρασμα σε αντιδιαστολή με σαμπάνια. Όλοι είναι αδέλφια. Και για πρώτη φορά γίνεται πράξη μια ιδέα που ουδέποτε καρποφόρησε στη Γη: η πραγματική ισότητα.

Μεταμόρφωση

Υπάρχουν τρεις θάνατοι. Ο πρώτος όταν το σώμα παύει να λειτουργεί. Ο δεύτερος όταν το σώμα εναποτίθεται στον τάφο. Ο τρίτος τη στιγμή, κάποτε στο μέλλον, που το όνομά σου αναφέρεται για τελευταία φορά.

Περιμένεις λοιπόν στον προθάλαμο ως τον τρίτο θάνατο. Καφές, τσάι, βουτήματα πάνω σε μακρόστενες τραπέζια, δεν έχεις παρά να σερβιριστείς. Και άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο: με λίγη προσπάθεια, μπορείς να πιάσεις ευχάριστη κουβεντούλα. Έχε απλώς υπόψη σου ότι η συζήτηση μπορεί να διακοπεί ανά πάσα στιγμή από τους Εκφωνητές, οι οποίοι μεταδίδουν το όνομα του νέου σου φίλου για να γνωστοποιούν ότι δεν πρόκειται να τον ξαναθυμηθεί ποτέ κανείς στη Γη.

Κανένας δεν λύπαται όταν μπαίνουν οι Εκφωνητές και φωνάζουν δυνατά τον επόμενο κατάλογο ονομάτων. Το αντίθετο μάλιστα, ορισμένοι ικετεύουν και παρακαλούν πέφτοντας στα πόδια των Εκφωνητών. Πρόκειται κατά κανόνα για όσους έχουν μείνει εδώ πολύ, πάρα πολύ καιρό, και κυρίως γι’ αυτούς που τους θυμούνται για άσχετους λόγους. Για παράδειγμα, ο αγρότης εκεί πέρα, που πνίγηκε σ’ ένα ποταμάκι εδώ και διακόσια χρόνια. Το αγρόκτημά του είναι σήμερα η έδρα ενός μικρού πανεπιστημίου και οι ξεναγοί αφηγούνται κάθε εβδομάδα την ιστορία του. κόλλησε λοιπόν εδώ και είναι απαρηγόρητος. Με  τον καιρό οι λεπτομέρειες της ιστορίας αλλοιώνονται. Έχει αποξενωθεί πλήρως ακόμα κι από το όνομά του: δεν αντιπροσωπεύει πια το ποιος είναι, αλλά εξακολουθεί να τον δεσμεύει. Η σκυθρωπή γυναίκα απέναντι έχει φήμη αγίας, μολονότι οι δρόμοι της καρδιάς της ήταν δαιδαλώδεις. Ο γκριζομάλλης άντρας στον αυτόματο πωλητή τιμήθηκε ως ήρωας, στη συνέχεια δαιμονοποιήθηκε ως εγκληματίας πολέμου και τελικά αγιοποιήθηκε ως αναγκαίος δημεγέρτης μεταξύ δύο ιστορικών στιγμών. Περιμένει με καρδιοχτύπι να πέσει από το βάθρο του. Κι αυτή είναι η κατάρα εδώ μέσα: επειδή ζούμε στο μυαλό εκείνων που μας θυμούνται, χάνουμε τον έλεγχο της ζωής μας και γινόμαστε αυτοί που εκείνοι θέλουν να είμαστε.

Απόσταση

Στην άλλη ζωή, βρίσκεσαι σε μια ωραία χώρα όπου ρέει μέλι και γάλα: δεν υπάρχει ούτε φτώχεια ούτε πείνα ούτε πόλεμοι, μόνο κυματιστοί λόφοι, λιλιπούτειοι άγγελοι και υποβλητική μουσική. Διαπιστώνεις ότι σου δίνεται το δικαίωμα να κάνεις μια ερώτηση στον Πλάστη σου.

Μέσα από τις απαστράπτουσες στοές του παλατιού, σε οδηγούν με επισημότητα στη μεγάλη αίθουσα, όπου ο Πλάστης σου κάθεται στο θρόνο Του λουσμένος σε εκτυφλωτικά φώτα. Αδύνατον να Τον κοιτάξεις καταπρόσωπο.

Στέκεσαι παρ’ όλα αυτά μπροστά Του και ρωτάς: «Γιατί ζεις σ’ ένα τέτοιο μέρος, τόσο μακριά από τη Γη, και όχι μαζί μ’ εμάς κάτω στα χαρακώματα;»

Κοιτάζει μελαγχολικά τον ουρανό. «Για ένα διάστημα ζούσα στη Γη», απαντά. «Δεν μου άρεσαν ποτέ οι υπερβολές, παρ’ όλα αυτά είχα αρκετά σπίτια σε αρκετές χώρες, όλοι μου οι γείτονες ήξεραν πότε ήμουν εκεί και με χαιρετούσαν από μακριά. Ήμουν αρκετά συμπαθής.

»Από τη θέση αυτή –από τα χαρακώματα, όπως λες- κουμάνταρα μια χαρά τα πάντα και απολάμβανα με το παραπάνω κάθε γωνιά της δημιουργίας μου: περπατούσα σ’ αυτή, τη μύριζα, την άγγιζα με τα δάχτυλά μου, έμενα εκεί.

»Μια μέρα όμως, φτάνοντας σ’ ένα από τα σπίτια μου, βρήκα όλα τα παράθυρα σπασμένα».

Στην ανάμνηση αυτή μορφάζει.

«Το ίδιο συνέβη αργότερα σε κάποιο άλλο από τα σπίτια μου. δεν ξέρω ποιος το έκανε ή για ποιο λόγο, αλλά κατάλαβα ότι ο σεβασμός που ενέπνεα άλλοτε υποχωρούσε. Οι άνθρωποι άρχισαν να μου κλείνουν το δρόμο όταν κυκλοφορούσα με αυτοκίνητο. Ένα πρωί ξύπνησα και βρήκα κόσμο να διαδηλώνει μπροστά στο σπίτι μου».

Σωπαίνει, μάταια βουρκωμένα, ύφος στοχαστικό.

Εσύ ξεροβήχεις. «Τότε ανέβηκες εδώ πάνω;»

«Ανέβηκα εδώ πάνω για τον ίδιο λόγο που οι γιατροί φορούν μακριές άσπρες μπλούζες», απαντά. «Όχι για το δικό τους όφελος, αλλά για το δικό σας».

Μικρόβια

Για μας δεν υπάρχει άλλη ζωή. Τα σώματά μας αποσυντίθενται με το θάνατο και τα άπειρα πλήθη των μικροβίων που ζουν μέσα μας μεταναστεύουν κατόπιν σε καλύτερα μέρη. Αυτό μπορεί να σας κάνει να υποθέσετε πως Θεός δεν υπάρχει, μα θα κάνετε λάθος. Υπάρχει, απλώς δεν ξέρει ότι υπάρχουμε εμείς. Δεν μας έχει πάρει είδηση επειδή δεν βρισκόμαστε στη σωστή χωρική κλίμακα. Ο Θεός έχει μέγεθος βακτηρίου. Δεν είναι κάτι έξω και πάνω από μας: βρίσκεται στην επιφάνεια και τα κύτταρά μας.

Η παρουσία μας σ’ αυτή τη σύνθεση είναι ένα είδος ανωμαλίας. Δεδομένου ότι είμαστε το υπόβαθρο στο οποίο ζουν τα μικρόβια και δεν απειλούμε τα βιολογικά πρότυπά τους, περνάμε απαρατήρητοι. Δεν μας έχει επιλέξει, δεν μας συλλαμβάνει το μικροθεϊκό ραντάρ. Ο θάνατός μας είναι ανάξιος προσοχής και περνάει απαρατήρητος από τα μικρόβια, τα οποία απλώς ανακατανέμονται σε άλλες πηγές τροφίμων. Έτσι, μολονότι θεωρούμε ότι είμαστε το αποκορύφωμα της εξέλιξης, δεν είμαστε τελικά παρά το διατροφικό υπόστρωμα.

Μην απελπίζεστε ωστόσο. Η δύναμή μας είναι μεγάλη μπορούμε ν’ αλλάξουμε την πορεία του κόσμου τους. φανταστείτε ότι επιλέγετε να φάτε σ’ ένα συγκεκριμένο εστιατόριο, όπου άθελά σας μεταδίδετε ένα μικρόβιο από τα δάχτυλά σας στην αλατιέρα κι από εκεί σ’ αυτόν που κάθεται δίπλα σας στο τραπέζι, ο οποίος τυχαίνει να επιβιβαστεί σε μια διεθνή πτήση και να μεταφέρει το μικρόβιο στην Τυνησία. Για τα μικρόβια, που έχασαν ένα μέλος της οικογένειάς τους, αυτοί είναι οι μυστηριώδεις και συχνά σκληροί τρόποι με τους οποίους λειτουργεί το σύμπαν.

 

Μανώλης Σκαρσούλης

Πηγή: «Ιστορίες από την άλλη ζωή» David Eagleman   

Εκδόσεις ΟΚΤΩ  

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ