ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΡΕΘΥΜΝΟ

Το καλύτερο λάδι στον κόσμο είναι της θρουμπολιάς

0

Του Μανούσου Κλάδου

«Βασίλισσα» και «Μητέρα» όλων των ειδών ελιάς αποδεικνύεται η θρουμπολιά της Κρήτης. Και μπορεί τα τελευταία σαράντα χρόνια οι ντόπιοι παραγωγοί να οδηγήθηκαν σχεδόν στην «εξόντωση» του είδους, ξεπατώνοντας αυτά τα μοναδικά δέντρα για να φυτέψουν μικρές ελιές, κυρίως κορωνέικες, όμως, οι σύγχρονες έρευνες και μελέτες καταδεικνύουν πως οι παραγωγοί «έκαμαν έγκλημα» και πως το λάδι της γνωστής μας «χοντρολιάς» είναι το καλύτερο ελαιόλαδο του κόσμου.

Στις μέρες μας, βρίσκεται σε εξέλιξη μια τεράστιας σημασίας προσπάθεια, για την διάσωση της καλλιέργειας αυτής από μια ομάδα επιστημόνων που οργανώνουν ένα σημαντικό πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της καλλιέργειας και την παραγωγής ελαιολάδου από την θρουμπολιά. Ένα πρόγραμμα που δεν στηρίζεται αποκλειστικά στην σωστή τεχνικά καλλιέργεια και στην παραγωγή ενός φίνου λαδιού που αναμένεται να αποφέρει σημαντικά κέρδη σε όσους είχαν την προνοητικότητα ή την ευαισθησία να διασώσουν λίγους μεν αλλά πολύτιμους ελαιώνες στο νησί μας.

Όλα ξεκίνησαν από την διεθνούς φήμης και εμβέλειας γευσιγνώστρια Ιταλίδα στην καταγωγή Αντονέλα Μέϊερ – Μασούλη, η οποία είναι ειδική στα ελαιόλαδα και εργάζεται στον Εθνικό Οργανισμό Γευσηγνωσίας του Ελαιολάδου της Ιταλίας και στο Εθνικό Πάνελ Γευσηγνωσίας Ελαιολάδου της Ελβετίας. Η γυναίκα αυτή μαζί με άλλους επιστήμονες όπως ο Νικολό Κουλτρέρα που εργάζεται στο  Ινστιτούτο Βιοεπιστημών και Βιο-πόρων στη Ιταλία και διεξάγει επιστημονική έρευνα για την θρουμπολιά της Κρήτης και με συνεργάτες στο νησί μας την ομάδα γεωπόνων και τεχνικών συμβούλων αγροτών του Ρεθύμνου Agronova, έχουν ξεκινήσει καταγραφή των ελαιώνων της θρουμπολιάς στην Κρήτη, παράγουν ήδη ελαιόλαδο και διακατέχονται από αισιοδοξία, για το ότι γίνεται μια καινούργια αρχή, που θα σώσει αυτό το είδος και θα ξαναδώσει στην κοινωνία ένα μοναδικό προϊόν.

Έχουν ήδη εντοπίσει πως πρόκειται για το αρχαιότερο είδος ελιάς στην ανατολική Μεσόγειο, ότι γινόταν λάθος καλλιέργεια στην Κρήτη και για αυτό δεν απέδιδε, έχουν διαπιστώσει ποιες είναι οι ορθές πρακτικές για να δώσει πολύ και καλό καρπό και μάλιστα παράγουν ήδη ελαιόλαδο ασύγκριτης ποιότητας από κάθε άλλο γνωστό είδος στην Μεσόγειο.

Η Αντονέλα Μέϊερ – Μασούλη είναι πρωτεργάτης της ίδρυσης της εταιρείας «Μητέρα» που εδρεύει στην Ελβετία και μοναδικό στόχο έχει την διάσωση, διάδοση και αξιοποίηση της θρουμπολιάς. Είχαμε την μεγάλη χαρά να την γνωρίσουμε και μαζί της να έχουμε μια αποκαλυπτική συζήτηση για το πρόγραμμα που θέλει εφαρμόζει στο νησί μας, καλώντας τους παραγωγούς να συνεργαστούν με γνώμονα όχι τις επιδοτήσεις και το εύκολο χρήμα, αλλά την σωστή δουλειά και την ποιοτική παραγωγή.

ΔΕΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΔΕΝΤΡΑ

Όπως μας εξήγησε η κ. Αντονέλα Μέϊερ – Μασούλη,  το πρόγραμμα αυτό έχει δύο στόχους. Αφενός, την παραγωγή ενός εξαιρετικής ποιότητας ελαιολάδου από την αρχαία τοπική ποικιλίας της θρουμπολιάς και της τσουνάτης και αφετέρου, να δοθεί το κίνητρο, ώστε αυτά τα δέντρα να διατηρηθούν και να διασωθούν.

Στην εφημερίδα μας δήλωσε χαρακτηριστικά, ότι «Υπάρχουν οι αποδείξεις, πλέον, πως όταν μιλάμε για την θρουμπολιά, μιλάμε για την αρχαιότερη ποικιλία, τουλάχιστον στην ανατολική Μεσόγειο . Είναι μια ποικιλία, η ιστορία της οποίας χάνεται πίσω στο χρόνο, και θεωρείται, ότι από αυτήν ξεκίνησε η ελαιοκαλλιέργεια και είναι η μητέρα όλων των ποικιλιών.»

Η ίδια τόνισε, ότι «Στο Ρέθυμνο βρέθηκαν τέτοιες ελιές, στο Αμάρι, στην Πηγή και στα γύρω χώρα. Εκεί διατηρούνται ελαιώνες θρουμπολιάς εντός των οποίων εντοπίσαμε μητρικά δέντρα που αφενός είναι τεραστίων διαστάσεων και αφετέρου ηλικιακά μετρούν χιλιετίες ζωής. Βεβαίως υπάρχουν και νεότερα από την εποχή των Βενετών, των Οθωμανών και μετά.»

Ήταν λάθος ο τρόπος που καλλιεργούνταν το δέντρο στην Κρήτη, είπε στην εφημερίδα μας η ίδια επιστήμονας, επισημαίνοντας τα εξής:   «Το λάδι της θρουμπολιάς είναι παρεξηγημένο στην Κρήτη, κυρίως λόγω των μεθόδων που ακολουθούνται στην συλλογή του καρπού, δηλαδή, δίχτυα και αναμονή να πέσουν οι ελιές.  Εντοπίσαμε, λοιπόν, ότι αυτός ο τρόπος είναι λάθος. Πρέπει να γίνεται η συγκομιδή όπως σε όλες τις άλλες ποικιλίες, και τότε παράγεται ένα ελαιόλαδο εξαιρετικής ποιότητας, το οποίο τηρουμένων των σωστών προδιαγραφών, ίσως να αποτελεί το καλύτερο ποιοτικά ελαιόλαδο που παράγεται στον κόσμο.

Εφόσον, λοιπόν, ακολουθηθούν οι σύγχρονες μέθοδοι συγκομιδής και ο σωστός τρόπος σύνθλιψης και παραγωγής στο εργοστάσιο, μπορεί να παράγεται ένα ασύγκριτο σε ποιότητα λάδι σε σχέση με τα υπόλοιπα ελαιόλαδα, το οποίο θα προσφέρει πολλαπλάσια οικονομικά οφέλη από αυτά που γνωρίζουμε με το λάδι που παράγουμε σήμερα στην Κρήτη.»

Επίσης, τόνισε, ότι «Είναι μια δύσκολη ποικιλία σίγουρα και θέλει πολύ προσοχή και φροντίδα. Αλλά η τεχνογνωσία που έχουμε, καταδεικνύει πως μπορούμε να παράξουμε το καλύτερο λάδι και οικονομικά πιο συμφέρον.»

Ως προς το πώς η εταιρεία «Μητέρα» μπορεί να βοηθήσει τον ντόπιο παραγωγό να μπει σε αυτή την δημιουργική προσπάθεια, δήλωσε στην εφημερίδα μας, ότι «Εμείς μπορούμε να διδάξουμε τον παραγωγό και να του δείξουμε τον σωστό τρόπο παραγωγής και από αυτό να κερδίσει. Μιλάμε για τεχνογνωσία και παραγωγή. Δηλαδή για δουλειά. Δεν μιλάμε για επιδοτήσεις ή κάτι αντίστοιχο.

Θα χρειαστεί να δώσουν κάποια δέντρα από αυτά που έχουν, να πειραματιστούν και αυτοί πάνω σε αυτό και σιγά – σιγά να αντιληφθούν πως ακριβώς λειτουργεί το πρόγραμμα μας. Για όποιον ενδιαφέρεται, θα πρέπει να ξέρει πως θα υπογράψει συμφωνητικά με την εταιρεία «Μητέρα» που θα λέει πως θα διαθέσει από αυτά τα αρχαία δέντρα της περιουσίας του για να μπουν σε διαδικασία παραγωγής ελαιολάδου με τις μεθόδους που θα του υποδείξουμε για να έχει καλό προϊόν.»

Η κ. κ. Αντονέλα Μέϊερ – Μασούλη θεωρεί πως οι ελαιώνες με τα αρχαία δέντρα μπορούν να γίνουν και επίκεντρο τουριστικού ενδιαφέροντος και δήλωσε σχετικά, ότι «Παράλληλα μπορεί να γίνονται εκδηλώσεις, να είναι επισκέψιμοι οι ελαιώνες αυτοί και να αξιοποιηθούν δηλαδή και για τον τουρισμό. Είναι μαγικοί, άγιοι τόποι αυτοί οι ελαιώνες και ένιωσα δέος με αυτά τα τεράστια αρχαία δέντρα, τα οποία αποτελούν ιστορία για την Κρήτη και δημιουργούν μοναδικά συναισθήματα που θα μπορούν να τα νιώσουν οι επισκέπτες και να αντιληφθούν την μοναδικότητα τους».

Η ίδια συμπλήρωσε, ότι «Δεν είναι μόνο οικονομικό το θέμα. Εγώ ένιωσα, όταν είδα αυτά τα αρχαία δέντρα, ότι πρέπει να προστατευθούν και να ξαναπαράξουν λάδι. Είναι ένα κομμάτι της Ευρωπαϊκής ιστορίας που υπάρχει εδώ στην Κρήτη. Επίσης είναι πασιφανές, ότι τα Κρητικά ελαιόλαδα χρειάζονται βοήθεια και στην σωστή παραγωγή αλλά και στην σωστή προώθηση. Δεν κατέχουν την θέση που τους αξίζουν στην παγκόσμια αγορά, στην οποία τα θεωρούν υποβαθμισμένα και σχεδόν χαλασμένα. Στην Ιταλία έχουμε 600 ποικιλίες. Εδώ έχετε 3-4. Η πιο άγνωστη και η πιο παρεξηγημένη είναι η θρουμπολιά. Εάν μπορέσουμε, λοιπόν, να κάνουμε κάτι για αυτό το εξαιρετικό λάδι, θα είναι ένα θαύμα με μοναδικά αποτελέσματα. Ήταν λάθος που ξεπάτωσαν τα δέντρα αυτά για να βάλουν κορωνέικη. Επίσης έχει επιστημονικά αποδειχθεί, ότι η κορωνέικη ελιά έχει μειώσει όλες τις άλλες ποικιλίες σε σχέση με την απόδοση τους διότι, όπου αυτή καλλιεργείται, δεν υπάρχει αρμονία στην γονιμοποίηση όλων των άλλων που βρίσκονται δίπλα άλλες. Η θρουμπολιά, για παράδειγμα, δεν μπορεί να πετύχει καλή γονιμοποίηση των ανθέων άλλες και να δώσει καρπό όταν βρίσκεται ανάμεσα σε δέντρα μόνο κορονέικης ελιάς. Ταυτόχρονα υπάρχει στην Κρήτη κακή γνώση καλλιεργητικών τεχνικών που όχι μόνο δεν βοηθά την ελιά αλλά χαλά την παραγωγικότητα των δέντρων. Οι μέθοδοι κλαδέματος, καλλιέργειας άλλες γης, λίπανσης, καταπολέμησης του δάκου και άλλες τεχνικές που ακολουθούνται στην Κρήτη, δεν βοηθούν αλλά μειώνουν την παραγωγή και την ποιότητα του λαδιού. Η θρουμπολιά με σωστή καλλιέργεια θα δώσει μεγαλύτερες ποσότητες, πιο ποιοτικό λάδι και βέβαια καλά χρήματα για τον παραγωγό.»

ΔΕΝΤΡΑ ΜΕ ΙΣΤΟΡΙΑ

«Ο πιο παλιές μνημειακές ελιές της Κρήτης είναι πάνω από 3000 ετών» είπε στην εφημερίδα μας ο κ. Νικολό Κουλτρέρα, επιστήμονας του Institute of Biosciences and Bio-resources (IBBR) στην Ιταλία για να συμπληρώσει μεταξύ άλλων ότι  «Αυτές οι μνημειακές ελιές θεωρούνται ως το σύμβολο της περιοχής της Μεσογείου λόγω της σημαντικής οικολογικής, οικονομικής και πολιτιστικής σημασίας τους,  αναγνωρίζοντας το αρχαίο τοπίο και τη γαλήνη από γενιά σε γενιά» Ο ίδιος συμπλήρωσε, ότι  «Στην πραγματικότητα τα μνημειακά αυτά δέντρα, ενίσχυσαν το τοπίο που περιλαμβάνει τη λεκάνη της Μεσογείου προετοιμάζοντας ιστορικά και ανθρωπολογικά γεγονότα. Επίσης προώθησαν την πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη των λαών και οδήγησαν στην τεχνολογική πρόοδο και την επέκταση του εμπορίου, ενώ στήριξαν τις πρώτες κοινωνίας της νότιας Ευρώπης.  Έτσι είναι αναπόφευκτο για κάποιον να μη νιώσει πόνο και αγωνία  όταν σπάει ένα κομμάτι από αυτές τις ζωντανές αρχαίες ελιές.»

Συνεχίζοντας ο κ. Κουλτρέρα τόνισε, ότι «η οικονομική κρίση που χτύπησε την Κρήτη εδώ και 10 χρόνια οδήγησε τους ελαιοκαλλιεργητές να καταστρέψουν χιλιάδων ετών δέντρα, κάτι που πριν θα θεωρούνταν αδιανόητο, προκειμένου να εξασφαλίσουν καυσόξυλα.»

Προσδιορίζοντας πόσο σημαντικό είναι να διασωθούν τα αρχαία δέντρα, ο κ. Νικολό μας παρουσίασε βασικά ιστορικά στοιχεία που έχουν ήδη καταγραφεί και δήλωσε τα εξής:

«Οι Φοίνικες έφεραν το ελαιόδεντρο στην περιοχή του Ιονίου, στην ανατολική ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά του Αιγαίου, τις Κυκλάδες και την Κρήτη, όπου υπήρχε ήδη από το 2500 π.Χ.  Ίσως να υπάρχει «ένας επιζών» κρυμμένος σε ένα ή περισσότερα φαράγγια του νησιού.  Στην Αγία Γαλήνη έχει σταθερή παρουσία μόνο από την πρώιμη εποχή του Χαλκού και μετά.  Η πρώτη απόδειξη παρουσίας του ελαιολάδου με βάση την ανάλυση υπολειμμάτων στα κεραμικά προέρχεται από το σπήλαιο του Γερανίου από την τέταρτη χιλιετία στην Κρήτη. Το ελαιόλαδο ανακαλύφθηκε επίσης στο χώρο της Κρητικής Προκαταρκτικής Πρωτομινωικής Ι στην περιοχή Αφροδίτης Κεφάλι και άλλα κατάλοιπα προέρχονταν από τους τάφους στις περιοχές Πέτρα, του Κράσι, της Λεβέντας και του Καμηλάρι από το νεκροταφείο της τρίτης χιλιετίας στο Λιβάρι.  Οι ελιές και το λάδι που προέρχονται από το παλάτι της Ζάκρου είναι από τελετουργικές χρήσεις.  Πολύ αργότερα αποδεικτικά στοιχεία συστηματικής παραγωγής ελαιολάδου στην Κρήτη έλαβαν χώρα μέχρι τη δεύτερη περίοδο του παλατιού (1700-1425 π.Χ.) και εντάθηκαν κατά την «μετα-παλαιοχριστιανική περίοδο» (1425-1170 π.Χ.) κατά την ύστερη εποχή του Χαλκού, από το νεκροταφείο Αρμένων στην Κρήτη. Αρκετές δειγματοληψίες ελιάς της δεύτερης χιλιετίας εντοπίστηκαν κυρίως στην Κρήτη, αλλά μόνο κάποιοι που ανήκουν στην τρίτη χιλιετία (ή και νωρίτερα) βρέθηκαν επίσης στον Σκλαβόκαμπο της Κρήτης σε μια τοποθεσία πριν την ύστερη εποχή του Χαλκού. Το πρώτο σύνολο ευρημάτων που σχετίζονται με τη σύνθλιψη των ελιών προέρχεται από την τοποθεσία Χαμαλεύρι στην Κρήτη όπου βρέθηκαν ελιές που είχαν συνθλιβεί. Τα υπολείμματα ελαιόλαδου σε  δεξαμενές εντοπίζονται στο δεύτερο μισό της δεύτερης χιλιετίας στην Κρήτη, σε συνδυασμό με το μεγαλύτερο όγκο λαδιού  που παράγεται εκείνη την εποχή. Η αναφορά του ελαιολάδου στα δισκία της Γραμμικής Α υποδεικνύει τον βασικό ρόλο του δέντρου και των προϊόντων του από την μεσομινωική εποχή. Αργότερα, τα δισκία της Γραμμικής Β προσφέρουν πληροφορίες σχετικά με τη χρήση ελαιολάδου στη βιομηχανία αρωμάτων και προϊόντων επεξεργασίας, υποδηλώνοντας τη χρήση της για τελετουργικούς σκοπούς»Ο ίδιος τόνισε μεταξύ άλλων, ότι «Η Κρήτη μπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους πρωταρχικούς τόπους εξημέρωσης και εξέλιξης της ελιάς και της ανάπτυξης της μεσογειακής ελαιοκαλλιέργειας. Η μεταμόρφωση του τοπίου υποδηλώνεται με την καταγραφή της γύρης. Από τις πρώιμες εποχές του χαλκού οι ελιές έχουν γίνει τακτικό στοιχείο του τοπίου της Κρήτης.»Ο ίδιος σημείωσε, ότι «Η χρονική περίοδος της πρώτης φυλετικής εξέλιξης της ελιάς, λόγω της εξημέρωσής της (τόσο για τις επιτραπέζιες ελιές όσο και για τις ελιές με υψηλή περιεκτικότητα σε λάδι), συνέβη στη Μεσογειακή Ανατολή, στη Μινωική Κρήτη, στις φοινικικές περιοχές και στη συνέχεια στην αποικίες της Ελλάδας.»Συμπλήρωσε επίσης, ότι «Πουθενά στη Μεσόγειο ή σε οποιαδήποτε άλλη ελαιοπαραγωγική περιοχή  δεν υπάρχει ένας τόπος όπου μια ποικιλία ελιών καλλιεργείται συνεχώς για 4500-5000 χρόνια και το δέρμα και οι πέτρες των καρπών της είναι μακροσκοπικά παρόμοιες με εκείνες των ελιών που βρέθηκαν τον 7ο αιώνα Π.Χ. σε αρχαιολογικές ανασκαφές στα στρώματα του παλαιού παλατιού και στις ανασκαφές της Κρήτης υστερομινωική III.Η μοριακή ανάλυση καταδεικνύει την ύπαρξη μιας μεγάλης ποικιλομορφίας ποικιλιών ελιάς. Κάθε χώρα ή περιοχή της λεκάνης της Μεσογείου και πέρα ​​από αυτήν, που διακρίνεται από ποικιλία περιβαλλόντων και συστήματα καλλιέργειας, έχει διατηρήσει τις τοπικές και παραδοσιακές ποικιλίες. Σήμερα εκτιμάται ότι το καλλιεργούμενο γεννητικό υλικό περιλαμβάνει πάνω από 1200 ποικιλίες που πολλαπλασιάζονται με φυτικά (με κλώνο) και  εξακολουθούν να καλλιεργούνται ή να συλλέγονται, να πολλαπλασιάζονται και να αποθηκεύονται σε πάνω από 100 πεδία συγκομιδής, με στόχο την προστασία γενετικής κληρονομιάς της ελιάς.Μέχρι σήμερα γενετικά  το κρητικό ελαιόλαδο παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητο κατά τη διάρκεια της ιστορίας του νησιού, ενώ στα ίδια περιβόλια παραμένουν συγκεκριμένα ελαιόδεντρα, συμβάλλοντας στην κρητική καλλιέργεια της ελιάς και στην κοινωνία. Η μελέτη πληθυσμών άγριων φυτών και μνημειακών δένδρων μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ορόσημα στην εξέλιξη του αυτόχθονου γενετικού πλασματογραφήματος. Στην Ιταλία, στην Ισπανία, το Ισραήλ - Παλαιστίνη και το Λίβανο έχει ήδη αρχίσει μια απογραφή μνημειακών ελαιοδένδρων. Στην Κύπρο και στην Κρήτη μόνο μερικά από αυτά τα "μνημειώδη απολιθώματα" που έχουν τεράστια σημασία διατηρούνται και διατηρούνται με την ιστορική και διακοσμητική σημασία τους. Επίσης, υπάρχουν πολλά που πρόκειται να ταξινομηθούν και να χρονολογηθούν.Γενικά για τις περιοχές της Μεσογείου, όπως και στην Κρήτη, ο φυσικός γενετικός συνδυασμός των αυτοχθόνων γονότυπων και η μερική εφαρμογή επιλεγμένων κλώνων, έχει παρεμποδίσει την πιθανή εκμετάλλευση σε τοπική παραγωγή υψηλής ποιότητας και τις σχετικές οικονομικές επιπτώσεις. Μόνο πρόσφατα έγιναν κάποιες προσπάθειες προκειμένου να χαρακτηριστεί μοριακά η κρητική ελιά και μια αρχική διάκριση μεταξύ των καλλιεργημένων γενότυπων και των άγριων φυτών, αν όχι και των άγριων ελαιόδενδρων.

Τα τελευταία τρία χρόνια 2016-17-18 αναπτύχθηκε ευρωπαϊκό σχέδιο, το οποίο περιελάμβανε επίσης την ανταλλαγή ερευνητών για τη μελέτη του γενετικού υλικού του κρητικού ελαιόλαδου σε συνεργασία με τον CNR-IBBR Ιταλικό Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας - Ινστιτούτο Βιοεπιστημών και Βιολογικών Πόρων), SEVITEL (μη κερδοσκοπικός οργανισμός στις μεγαλύτερες ελληνικές βιομηχανίες μεταποίησης και συσκευασίας και εξαγωγείς ελαιολάδου) και Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων, προκειμένου να αναπαράγει ένα στιγμιότυπο της χρονικής δομής του πληθυσμού των κρητικών ελαιόδεντρων (συγκρίνοντας το μνημειώδες), διαπιστώνοντας κατά πόσο τα υπολείμματα των πρωτόγονων πολιτισμών έχουν οδηγήσει σε μια κλίμακα εξέλιξης του αυτόχθονου. Σήμερα στην περιοχή υπάρχουν ακόμα αρκετές καλλιεργούμενες ποικιλίες, διαφορετικά μνημειώδη ελαιόδενδρα, διαφορετικοί πληθυσμοί ελαιοδένδρων που δεν καλλιεργούνται, έτσι ώστε η διεξοδική εξερεύνηση της επικράτειας να έχει ξεκίνησε για να αξιολογήσει τον γονότυπο την ηλικία και τη γενετική σχέση με τις τρέχουσες ποικιλίες.Ο σημερινός πληθυσμός της ελιάς στην Κρήτη, συμπεριλαμβανομένων των εκατονταετηρίδων, θα μπορούσε να είναι εκπρόσωπος ενός γενετικού κυκλώματος ενός απομονωμένου πληθυσμού ή ανθεκτικών γονότυπων. Επομένως, μπορούν να είναι πρωτόγονοι γονότυποι ή να επιλεγούν φυσικά ή με εξημέρωση, που χαρακτηρίζουν το μοναδικό τοπίο και την κρητική κουλτούρα της ελιάς.Η γενετική ταυτότητα των μοναδικών δειγματοληπτικών γονότυπων που ταιριάζουν με τη βάση δεδομένων CNR-IBBR, ταξινόμησαν διαφορετικούς εκπροσώπους ελαιοδένδρων που δεν καλλιεργούνται ή  καλλιεργούνται. Επίσης καταγράφηκε ένα δομικό γεωγραφικό μοντέλο που προσδιορίζει τα διάφορα σμήνη που υπάρχουν στην Κρήτη και εντοπίστηκε ο πιθανός συνδυασμός μεταξύ του αρχαίου γενετικού και του σημερινού κρητικού.Από τις πρόσφατες μελέτες σε μεγάλη δειγματοληψία μνημειακών ελαιόδεντρων, αρχαίων φυτών, ποικιλιών (τόσο της Κρήτης όσο και των εθνικών -ελληνικών), άγριων φυτών , προκύπτει ότι υπάρχουν τρεις καλλιέργειες κυρίως: Thrumbolia (που ονομάζεται επίσης Chondrolia λόγω μεγάλων φρούτων ή Throumba), Tsunati (συνώνυμο του Mastoidis) και Koroneiki (πιο πρόσφατα εισήχθη).Η δυνατότητα γονότυπης των ριζών παλιών ποικιλιών , σε σύγκριση με μεγάλη ποσότητα κρητικών άγριων φυτών (λόγω της επιφάνειας του νησιού και του ιστορικού του) αξιολογήθηκε με βάση τις γενετικές δοκιμές δακτυλικών αποτυπωμάτων και πατρότητας των μοριακών προφίλ όλων των φυτών δειγματοληψίας.Τέλος, τα φυτά που αναλύθηκαν προέρχονται από ελαιώνες εκατονταετηρίδας και ανήκουν στις κυριότερες ποικιλίες του νησιού, συχνά μοσχευμένες σε φυτώρια.Σήμερα στην Κρήτη μόνο μερικά από αυτά τα "μνημειώδη απολιθώματα" που έχουν τεράστια σημασία διατηρούνται με την ιστορική και διακοσμητική σημασία τους. Ο μεγαλύτερος αριθμός μνημειακών ελαιόδεντρων, μεταξύ των ήδη κατοχυρωμένων και προστατευόμενων από τις τοπικές κοινότητες και των πρόσφατων απογραφών, ανήκει στην ποικιλία Throumbolia (μεσαία σφριγηλότητα) που χαρακτηρίζει το τοπίο με τους αρχαίους ελαιώνες σε όλη την περιοχή του Ρεθύμνου και της νότιας ακτής του νησιού. Πολύ αντιπροσωπευτικά φυτά έχουν βρεθεί κοντά σε αρχαιολογικούς χώρους που χρονολογούνται από τη μινωική εποχή. Ορισμένα φαίνεται να ανήκουν εξ ολοκλήρου στην προαναφερθείσα ποικιλία, τα οποία έχουν χάσει την αρχική βλαστική τους συσσώρευση και παρουσιάζουν φουσκωτά κούτσουρα.Άλλα μνημειώδη φυτά ανήκουν στην ποικιλία Tsunati και πολύ λίγα στην ποικιλία Koroneiki.Ορισμένα μνημειώδη είναι άγνωστων ποικιλιών και πιθανόν αντιπροσωπεύουν υπολείμματα παλαιόφυλλων με μέτρια υψηλή σφριγηλότητα και είναι πολύτιμα επειδή αντιπροσωπεύουν μέρος του παλαιότερου βλαστοπλάσματος του νησιού, μερικά από τα οποία περιέχουν ένα μοναδικό γονιδίωμα, που δεν βρέθηκε σε άλλες περιοχές της Μεσογείου.»

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ