Γράφει ο Μανούσος Κλάδος
Για τους λάτρεις της άγριας φύσης, το φαράγγι στην Αξό Μυλοποτάμου αποτελεί μοναδική εμπειρία. Δεν είναι μόνο η φυσική ομορφιά του τόπου ή η πλούσια χλωρίδα που ποτίζει ο Γεροπόταμος, κυρίως, είναι η σπάνια πανίδα που επιβιώνει στην περιοχή με χαρακτηριστικό τα άγρια πουλιά.
Στο φαράγγι της Αξού, το πιο εντυπωσιακό όλων είναι οι πληθυσμοί των όρνιων που εδώ και αιώνες έχουν εκεί τις φωλιές τους και διαβιούν παρά τις αντίξοες συνθήκες που πολλές φορές διαμορφώνουν οι άνθρωποι για την φύση και την βιοποικιλότητα της. Στην ντοπιολαλιά αυτά τα πουλιά τα λέμε «σκάρες». Πρόκειται για γύπες (επιστ. Gyps fulvus). Ο γύπας είναι ένα μεγάλο και βαρύ αρπακτικό με άνοιγμα φτερούγων 260εκ και μήκος σώματος 97-104εκ. Στη Κρήτη ονομάζεται σκάρα και καναβός και απαντάται σχεδόν σε όλες τις περιοχές του νησιού. Η Κρήτη φιλοξενεί το μεγαλύτερο νησιωτικό πληθυσμό γυπών στον κόσμο και πολλά από αυτά φωλιάζουν στο φαράγγι της Αξού.
Στον πανέμορφο αυτό τόπο βρέθηκε με τον φωτογραφικό του φακό ο νεαρός Αντώνης Δαφέρμος που κατοικεί στην ιστορική Αξό. Κατάφερε να τραβήξει καταπληκτικές φωτογραφίες από τα σημεία της αποικίας των ορνίων, τις οποίες και δημοσιεύουμε. Παράλληλα απαθανάτισε πολλά από τα άλλα είδη πτηνών που διαβιούν εκεί καταφέρνοντας να μας μεταφέρει την ομορφιά που αντίκρισε περπατώντας σε αυτόν τον βιότοπο.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΡΝΙΑ
Το όρνιο είναι προστατευόμενο είδος, με όλες τις αποικίες να βρίσκονται εντός του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000.
Το ράμφος του έχει μήκος όσο και το κεφάλι και στην άκρη είναι γαμψό. Ο λαιμός του είναι γυμνός για να χώνει το κεφάλι του στα πτώματα χωρίς να σφηνώνει.
Τα πόδια του είναι δυνατά, με δάχτυλα που καταλήγουν σε πλατιά και κοντά νύχια, αντίθετα με τα μακριά και γαμψά νύχια των άλλων αρπακτικών πτηνών. Η διαμόρφωση αυτή των νυχιών του εξασφαλίζει άνετο βάδισμα στο έδαφος. Το φτέρωμα τους είναι καστανόξανθο, ενώ οι πηδαλιώδεις φτερούγες του είναι μαύρες.
Το όρνιο τρέφεται με ψοφίμια κτηνοτροφικών ζώων. Θεωρείται η υγειονομική υπηρεσία της υπαίθρου και δεν αγγίζει ποτέ ζώο αν δεν βεβαιωθεί ότι είναι νεκρό. Σημαντικότερη απειλή για το όρνιο θεωρείται η εγκατάλειψη της νομαδικής κτηνοτροφίας, το παράνομο κυνήγι και η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων αλλά και οι ανεμογέννητριες που τραβούν την περιέργεια των πουλιών, με αποτέλεσμα να έχουν βρεθεί πολλά νεκρά πουλιά στις βάσεις τους.
ΑΛΛΑ ΑΓΡΙΑ ΠΟΥΛΙΑ ΣΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΗΣ ΑΞΟΥ
ΠΕΤΡΟΧΕΛΙΔΟΝΟ: Το κοινό πετροχελίδονο, γνωστό επίσης ως μαυροσταχτάρα ή μαυροσταχτούρα, ένα συνηθισμένο στην Ελλάδα πουλί, δεν είναι μόνο το ταχύτερο στη Γη, η «Φόρμουλα Ένα» των πουλιών σε ευθεία πτήση (στις βουτιές είναι ο πετρίτης).
Ανακηρύχθηκε πλέον επίσημα από τους επιστήμονες ο παγκόσμιος πρωταθλητής των αιθέρων, καθώς μπορεί να πετά συνεχόμενα επί δέκα μήνες χωρίς καμία στάση. Και βεβαίως, όλο αυτό τον καιρό, κοιμάται και τρώει (έντομα) εν πτήσει!
Είναι πια βέβαιο ότι κανένα πουλί στον κόσμο δεν μπορεί να μείνει τόσο πολύ καιρό στον αέρα χωρίς να προσγειωθεί. Καθώς το πετροχελίδονο ζει έως 20 χρόνια, συνολικά στη διάρκεια της ζωής του πετά επτά φορές την απόσταση Γης-Σελήνης μετ' επιστροφής.
ΧΡΥΣΑΕΤΟΣ: Ο Χρυσαετός είναι ημερόβιο αρπακτικό πτηνό. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Aquila chrysaetos και περιλαμβάνει 6 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντά κυρίως το υποείδος A. c. chrysaetos αλλά, εκτός από το συγκεκριμένο υποείδος που παραμένει στη χώρα καθ’όλη τη διάρκεια του έτους ως επιδημητικό, υπάρχουν και άτομα του υποείδους A. c. homeyeri που περνάνε από τον ελληνικό χώρο κατά τη μετανάστευσή τους προς ανατολάς, ιδιαίτερα στην Κρήτη.
ΒΡΑΧΟΚΙΡΚΙΝΕΖΟ : Το Βραχοκιρκίνεζο είναι είδος γνήσιου γερακιού. Η επιστημονική του ονομασία είναι Falco tinnunculus και περιλαμβάνει 12 υποείδη. Η λατινική επιστημονική ονομασία του γένους Falco είναι η ακριβής απόδοση της ελληνικής Ιέραξ «γεράκι», ωστόσο, έχει την ρίζα της στην λατινική λέξη falx, -cis που σημαίνει δρεπάνι, λόγω του δρεπανοειδούς σχήματος των πτερύγων του πτηνού.
ΚΑΡΓΙΑ: Η Κάργια ή αλλιώς καλιακούδα είναι πτηνό της οικογενείας των Κορακιδών. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Corvus monedula και περιλαμβάνει 4 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντά κυρίως το υποείδος Corvus monedula soemmerringii J. G. Fischer, 1811, με πιθανή την παρουσία του Corvus monedula spermologus Vieillot, 1817 στα δυτικά. Η λαϊκή ελληνική ονομασία κάργια έχει επίσης διφορούμενη προέλευση, αλλά το πιθανότερο είναι να προέρχεται από την τουρκική λέξη karga για το πτηνό, εξ ου και η μεταμεσαιωνική φράση: «βοώ την κάργαν», κομπορρημονώ, και η μεταγενέστερη φράση «μάς κάνει τον κάργα», τον βαρύμαγκα, σχετιζόμενη πιθανώς με το όρθιο παράστημα του πτηνού όταν στέκεται ή περπατάει.
ΜΑΥΡΟΛΑΙΜΗΣ: Η επιστημονική ονομασία του είναι Saxicola rubicola. Συχνά το συναντούμε να κάθεται πάνω σε φράχτες. Τρέφεται με έντομα. Το αρσενικό ξεχωρίζει από το έντονο μαύρο χρώμα στο λαιμό του.
ΣΠΙΝΟΣ: Ο Φρυγίλλος ο άγαμος (Fringillia coelebs) κοινώς σπίνος, γνωστός και με τα ονόματα σπιγγάρι και τσόνης· περιλαμβάνει πολλά γένη και είδη που απαντούν σχεδόν σε όλο τον κόσμο, εκτός από την Αυστραλία. Είναι μικρόσωμο πουλί και μοιάζει με το σπουργίτι. Λέγεται ότι με το επίμονο κελάηδημά του μας προειδοποιεί για τον ερχομό του χιονιού. Θεωρείται, χρήσιμο πουλί επειδή τρώει διάφορα έντομα από τα οποία κινδυνεύουν οι καλλιέργειες. Το τραγούδι του διαφέρει από περιοχή σε περιοχή και μπορεί να ακουστεί από το Φεβρουάριο έως το Σεπτέμβριο.
ΓΑΛΑΖΟΚΟΤΣΥΦΑΣ: O Γαλαζοκότσυφας είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Μυιοθηριδών. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Monticola solitarius και περιλαμβάνει 5 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντά το υποείδος Monticola solitarius longirostris (Blyth, 1847). Πτηνό προσαρμοσμένο να ζει σε βραχώδεις περιοχές, ο γαλαζοκότσυφας ξεχωρίζει από το κυανόγκριζο καλοκαιρινό του πτέρωμα και το μουσικό του κελάηδημα.
ΚΟΥΡΟΥΝΑ: Η κουρούνα, γνωστή και ως σταχτοκουρούνα (επιστημονικό όνομα corvus cornix) είναι ένα ξηροβατικό πουλί, ενδημικό στη βόρεια, ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή της οικογένειας των κορακοειδών. Έχει το χρώμα της στάχτης, ενώ το κεφάλι, ο λαιμός, το στήθος, τα φτερά και η ουρά είναι μαύρα και τα μάτια, τα πόδια και το ράμφος είναι επίσης μαύρα. Όπως και τα υπόλοιπα κορακοειδή είναι παμφάγο και οπορτουνιστικό πτηνό.
ΣΙΡΛΟΤΣΙΧΛΟΝΟ: Επιδημητικό προτιμά πεδινές ή ελαφρά λοφώδεις περιοχές, με μερικά σχετικά ψηλά δέντρα και πυκνούς θάμνους και φυτοφράκτες, συχνά σε ηλιόλουστες πλαγιές με καλλιέργειες, αμπελώνες ή ελαιόδεντρα. Όχι στο ανοιχτό κάμπο, ούτε σε δάσος, στενά δεμένο με το παραδοσιακό αγροτικό τοπίο. Σε χαμηλά ή μέτρια υψόμετρα. Μειώνεται πολύ στα βόρεια σημεία της κατανομής του. Πρόκειται για ένα σποροφάγο είδος.
ΣΤΑΧΤΟΠΕΤΡΟΚΛΗΣ: Ο Σταχτοπετρόκλης είναι ένα μικρό στρουθιόμορφο πουλί με τη μεγαλύτερη κατανομή από όλα τα άλλα είδη της οικογένειας, που περιλαμβάνει τρεις ηπείρους, την Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Είναι ένα εντομοφάγο, μεταναστευτικό είδος που όλοι οι πληθυσμοί του περνούν το χειμώνα τους στην Αφρική. Φωλιάζει σε τρύπες και λαγούμια, σε ανοιχτές βραχώδεις περιοχές, σε σωρούς από πέτρες, σε αμμόλοφους και ημιορεινά βοσκοτόπια, από το επίπεδο της θάλασσας και σε μικρά ή μεγάλα νησιά μέχρι και σε ορεινά λιβάδια μέχρι τα 2000μ. υψόμετρο.
ΚΟΡΑΚΑΣ : Το κοράκι, ή κόρακας ή κλόκαρος είναι σαρκοφάγο ξηροβατικό πτηνό της τάξης στρουθιόμορφα, μεγέθους όρνιθας, γεγονός που το κατατάσσει ως ένα από τα μεγαλύτερα μέλη της τάξης και φτάνει σε βάρος το ενάμισι κιλό. Έχει χαρακτηριστικό μαύρο πτέρωμα, με κόκκινες και γαλάζιες ανταύγειες, μαύρο ράμφος κωνοειδές και μαύρα πόδια, εξ ου και η έκφραση "μαύρος σαν το κοράκι".
ΓΕΡΑΚΙΝΑ: H Γερακίνα είναι ημερόβιο αρπακτικό πτηνό. Στην Ελλάδα απαντά το υποείδος B. b. buteo, αλλά υπάρχει πιθανή ανάμιξη πληθυσμών με τα υποείδη B. b. menetriesi Bogdanov, 1879 και B. b. vulpinus, ιδιαίτερα κατά τις μεταναστευτικές περιόδους.
ΚΟΚΚΙΝΟΛΑΙΜΗΣ: Ο κοκκινολαίμης είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Μυιοθηριδών. Στην Ελλάδα απαντά το υποείδος Erithacus rubecula rubecula. Ο κοκκινολαίμης, αποτελεί κόσμημα για τους κήπους και τα πάρκα σε όλες τις περιοχές κατανομής του. Είναι από τα πλέον αγαπητά, όχι μόνον για τα όμορφα χρώματά του, αλλά κυρίως για το δυνατό και μελωδικό τραγούδι του.
ΣΤΑΧΤΟΣΟΥΣΟΥΡΑΔΑ: Η Σταχτοσουσουράδα έχει γκρι ράχη και κίτρινη κοιλιά και όπως όλες οι σουσουράδες χαρακτηρίζεται από τα λεπτέ ποδιά και ράμφος καθώς και από την μακριά ουρά. Στο είδος παρατηρείται εποχιακός αλλά και φυλετικός διμορφισμός. Είναι επιδημητικό είδος. Είναι είδος που δεν του αρέσει ιδιαίτερα να δημιουργεί κοπάδια αλλά να κινείται το κάθε άτομο στη δική του χωροκράτεια, για το λόγο αυτό θα δούμε κάποιες φορές να κυνηγάει η μια την άλλη ώστε να «προστατέψει» την περιοχής της.
ΚΑΡΔΕΡΙΝΑ: Η καρδερίνα είναι στρουθιόμορφο πτηνό, του γένους Carduelis και ανήκει στην οικογένεια των σπιζιδών. Είναι ωδικό πτηνό και ζει κατά σμήνη σε δάση και σε λιβάδια, όπως επίσης σε κήπους και σε αγρούς. Είναι αποδημητικό πουλί και το φθινόπωρο μεταναστεύει σε τόπους με πιο γλυκό κλίμα. Τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά με σπόρους αγκαθιών και με σκουλήκια. Αξιοσημείωτη είναι η αλληλεγγύη και η αγάπη που τρέφουν τα πουλιά αυτά μεταξύ τους.
ΔΕΝΤΡΟΦΥΛΛΟΣΚΟΠΟΣ: Δενδρόβιο πουλί, μήκους 10-12 εκατοστών και βάρους 6-8 γραμμαρίων. Αναπαράγεται σε ανοιχτά δάση σε όλη τη βόρεια και εύκρατη Ευρώπη και την Ασία. Στη χώρα μας είναι από τα πιο κοινά πουλιά του χειμώνα. Το τραγούδι του είναι ιδιόμορφο, ξεχωρίζει.
ΦΑΝΕΤΟ: Το φανέτο, ένα μικρόσωμο σε μέγεθος πουλί που το συνολικό του μήκος δεν ξεπερνά τα 14 εκατοστά. Ζει σε κοπάδια όλο τον χειμώνα, ενώ κατά την αναπαραγωγική περίοδο μένουν πάντα σε ζευγάρια. Ανήκει στην οικογένεια των σπιζών και είναι γνωστό με τις ονομασίες Κιόρι, Σκαθάρι, Φανέτα, Φαγανέλι ενώ στην Κύπρο είναι γνωστό ως Τσακροσγάρτιλο.
ΚΕΛΑΗΔΟΤΣΙΧΛΑ: Η Κελαηδότσιχλα είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Κιχλιδών. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Turdus philomelos και περιλαμβάνει 4 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντά το υποείδος Turdus philomelos philomelos Linnaeus. Η κελαηδότσιχλα, όπως παραπέμπει η ονομασία της, έχει εξαιρετικά όμορφο και πολυποίκιλο κελάηδημα, συγκρινόμενο μόνον με εκείνο του αηδονιού.
ΠΕΤΡΙΤΗΣ: O πετρίτης είναι είδος γνήσιου γερακιού. Η επιστημονική του ονομασία είναι Falco peregrinus. Ο πετρίτης, θεωρείται από τους ερευνητές, ο ταχύτερος ιπτάμενος, αρτίγονος οργανισμός στην υφήλιο στις κάθετες εφορμήσεις..
ΚΟΤΣΥΦΑΣ: To κοτσύφι (επιστημονικό όνομα Turdus merula) είναι ένα είδος πουλιού της τάξης στρουθιόμορφα που αναπαράγεται στην Ευρώπη, Ασία, Βόρεια Αμερική και στην Ωκεανία, στην οποία εμφανίστηκε πρόσφατα. Ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος, το κοτσύφι μπορεί να είναι ενδημικό ή μεταναστευτικό είδος. Το αρσενικό είναι ολόμαυρο, με εξαίρεση το κίτρινο ράμφος και τον κίτρινο δακτύλιο γύρω από τα μάτια, ενώ το ενήλικο θηλυκό και τα νεαρά πουλιά έχουν σκούρο καφέ φτέρωμα.
ΓΑΛΑΖΟΠΑΠΑΔΙΤΣΑ: Το μικρόσωμο, στρουμπουλό και ζωηρό αυτό στρουθιόμορφο πουλάκι με την ελκυστικότατη εμφάνιση, ανήκει στις παπαδίτσες. Πρόκειται για ένα ενδημικό είδος που συναντάται ευρύτατα και είναι διαδεδομένο όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλη την Ευρώπη, την αλπική και δυτική Ασία και τα παράλια της Βορείου Αφρικής. Η Ευρωπαϊκή της ονομασία είναι Blue tit. Το μέγεθός της γαλαζοπαπαδίτσας δεν ξεπερνάει τα 12 εκατοστά κι αυτό την κάνει ευκίνητο πουλί που σπάνια θα το δει κανείς να κινείται στο έδαφος.
ΠΑΠΑΔΙΤΣΑ – ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ: Πρόκειται για ένα από τα πιο σπάνια είδη πτηνών και υπάρχει πια μόνο στην Κρήτη. Ο Καλόγερος είναι στρουθιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Παριδών, μία από τις παπαδίτσες που απαντούν και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Parus major και περιλαμβάνει 33 υποείδη. Στην Ελλάδα απαντούν τα υποείδη Parus major aphrodite Madarasz, 1901, Parus major major Linnaeus, 1758 και. Το Parus major niethammeri von Jordans, 1970, είναι σπάνιο υποείδος και βρίσκεται μόνο στην Κρήτη ως ενδημικό.
ΓΕΡΑΚΑΕΤΟΣ: Η επιστημονική του ονομασία είναι Aquila pennata. Είναι ο μικρότερος αετός στην Ευρώπη. Προτιμά ανοικτές δασώδεις περιοχές χαμηλού και μέσου υψομέτρου. Τρέφεται κυρίως με πουλιά και σαύρες.