Ἡ ἀδελφότητα τῆς Ἱερᾶς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Προφήτου Ἠλιού Ρουστίκων, μέ ἀφορμή τή συγγραφή καί ἔκδοση (χωρίς τή γνώση καί τήν εὐλογία τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μονῆς) τοῦ βιβλίου «Ὁ χαρισματοῦχος Γέροντας τῶν Ρουστίκων, π. Εὐμένιος Λαμπάκης», ἐκδόσεις Ἀγαθός Λόγος, Ἀθήνα 2019, τοῦ Δρος Χαραλάμπους Μπούσια, τό ὁποῖο κυκλοφορήθηκε ὡς προσφορά μέ τήν ἐκκλησιαστική ἐφημερίδα «ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» (ἀρ. φύλλου 206, Δεκέμβριος 2018), αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη καί ἔχει τό ἱερό χρέος νά ἐπισημάνει τά ἐξῇς:
1) Ἀναφερόμενοι στό ἐν λόγῳ βιβλίο σχετικά με τόν βίο καί τήν πολιτεία τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Εὐμενίου (1913-2005), Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἡμῶν, δηλώνουμε μετά λύπης μας ὅτι τά δημοσιευθέντα κείμενα προβάλλουν ἀποκλειστικῶς καί μόνον τίς προσωπικές ἀπόψεις τῶν ἰδίων τῶν συντακτῶν τους καί δέν ἐκφράζουν οὔτε ἐκπροσωποῦν τήν θέση καί τήν ἄποψη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἡ ὁποία, ὡς ἀναδείξασα τό πνευματικό ἀνάστημα τοῦ Γέροντος, εἶναι ἡ ἔγκυρη πηγή πού ἔχει τόν κύριο λόγο καί τή βιωματική ἐμπειρία γιά κάθε πτυχή τῆς πνευματικῆς πορείας καί ζωῆς του.
2) Τό ἀνωτέρω βιβλίο κατά τό μεγαλύτερο μέρος του, δυστυχῶς, περιέχει ἀναξιόπιστες μαρτυρίες ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἶτε εὑρίσκονται «ἐν πλάνῃ» εἶτε σκόπιμα καί ἐνσυνείδητα ἀλλοιώνουν τίς ἀφηγήσεις καί τά γεγονότα προβάλλοντας τόν ἑαυτό τους καί προσβάλλοντας τόσο τήν μνήμη τοῦ σεπτοῦ Γέροντος ὅσο καί τήν Ἱερά Μονή μας, τήν ὁποία ἐκεῖνος ὑπεραγάπησε καί διά βίου ὑπηρέτησε. Ἐπιπλέον, στοιχεῖα ἀνακριβῆ καί ἀναληθῆ στρεβλώνουν καί παραχαράσσουν τήν αὐθεντική εἰκόνα τῆς ὁσιακῆς μορφῆς τοῦ Γέροντος, προσβάλλοντας τό ὀρθόδοξο φρόνημα καί ἦθος τοῦ σοφοῦ καί χαρισματικοῦ Γέροντος Εὐμενίου.
3) Γιά τό λόγο αὐτό δέν γίνονται ἀποδεκτά ἐκ μέρους τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τά ὅσα ψευδῶς κατατίθενται περί τοῦ προσώπου τοῦ ἀοιδίμου Γέροντος, διότι ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας δέν ἐγνώρισε προσωπικῶς τόν Γέροντα, ἀλλά βασίστηκε κυρίως σέ μαρτυρίες ἄλλων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖες ὡς ἀναληθεῖς προκαλοῦν πολλή θλίψη, φοβερή σύγχυση καί ταραχή σέ ὅσους τόν γνώρισαν καί ἔζησαν κοντά του στιγμές ψυχικῆς ἀνάπαυσης καί εἰρήνης. Ἡ Ἱερά Μονή φρονεῖ ὅτι ἐφόσον ὁ συγγραφέας δέν ἐγνώριζε τόν βιογραφούμενο Γέροντα ὄφειλε νά ἀπευθυνθεῖ πρωτίστως καί ἀπαραιτήτως εἰς αὐτήν προκειμένου νά διαφυλαχθεῖ ἀκηλίδωτη ἡ μνήμη τοῦ Γέροντος. Καί ἔπειτα, ἔπρεπε νά εἶχε ζητηθεῖ ἡ εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας γιά μία τέτοια ἔκδοση.
4) Ἀξιοσημείωτο εἶναι καί τό κεφάλαιο περί τῆς κοιμήσεως τοῦ ἀειμνήστου Γέροντος, μέ τό ὁποῖο ἀδικεῖται καί προσβάλλεται κατάφωρα ἡ Ἱερά Μονή μας, ὅταν ἀναφέρεται στή σελίδα 25 ὅτι «τό ταπεινό του φρόνημα δέν ἐπέτρεπε νά μετατραπεῖ ὁ τάφος του σέ προσκύνημα μέ οἰκονομικό ἀντίκρυσμα γιά τό Μοναστήρι του»! Τά περί τῆς ταφῆς τοῦ Γέροντος θλιβερά γεγονότα, ὡς μοναχοί, ἀντιπαρήλθαμε μέ συγχωρητικότητα. Ἀλγεινή ἐντύπωση, ὅμως, προκαλεῖ ἡ προσπάθεια τοῦ συγγραφέα νά ἑρμηνευτεῖ μέ τόση προχειρότητα καί ἀνευθυνότητα ἕνα τόσο σοβαρό πνευματικό ζήτημα, καθώς καί τό «ταπεινό φρόνημα» τοῦ Γέροντος. Τό σκήνωμα τοῦ Γέροντος -κατά τήν ταπεινή μας κρίση- εἴτε ἐνταφιαζόταν στή Μονή, κατά τήν Ὀρθόδοξη μοναχική παράδοση, εἴτε, ὅπως τελικά ἔγινε, στή γενέτειρά του κώμη, ἀποτελεῖ οὕτως ἤ ἄλλως προσκύνημα καί δέν παραμένει στήν ἀφάνεια γιά ὅσους τόν σέβονται καί ἐπιθυμοῦν νά ἐπισκεφθοῦν τόν τάφο του. Οἱ περισσότεροι, μάλιστα, ἀπό τούς προσκυνητές ἐπισκέπτονται πρῶτα τήν Ἱερά Μονή καί ἔπειτα ἀναζητοῦν καί πληροφοροῦνται πού εὑρίσκεται ὁ τάφος του. Ἐπίσης, τό πρόσωπο τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Εὐμενίου δέν ἀποτελεῖ αἰτία οἰκονομικῆς ἐκμεταλλεύσεως ἀπό τό ἀγαπημένο καί «φτωχό» μοναστήρι του -ὅπως τό ἀποκαλοῦσε ὁ ἴδιος- στό ὁποῖο ἔζησε ἐπί 71 συναπτά ἔτη, ὅπου ἀνέπτυξε ἀρρήκτους πνευματικούς δεσμούς μέ τόν προστάτη Ἅγιο τῆς Μονῆς μας, τόν Προφήτη Ἠλία τόν Θεσβίτη, κάτι πού δέν σεβάστηκαν οἱ συγγράψαντες τό συγκεκριμένο βιβλίο καί ὅσοι συνέπραξαν σέ αὐτό. Ἀντιθέτως, ὁ ἀοίδιμος Γέροντας εἶναι πρόσωπο πολυσέβαστο, ἄξιο τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης, πού περιβάλλει νοερά τήν Ἱερά Μονή μέ τίς προσευχές καί τήν διαρκῆ προστασία του. Ὅσο καί ἄν κάποιοι τό ἐπιθυμοῦν, εἶναι ἀδύνατον νά καταλυθοῦν οἱ ἄρρηκτοι πνευματικοί δεσμοί πού συνδέουν τόν Προφήτη Ἠλία, τήν Ἱερά Μονή καί τόν Γέροντα.
5) Ἡ Ἱερά Μονή μας σεμνύνεται γιά τήν πεφωτισμένη προσωπικότητα τοῦ Γέροντος Εὐμενίου, πού ἀναδείχθηκε στήν Ἱερά Μάνδρα τοῦ ζηλωτοῦ Προφήτου. Γι’ αὐτό καί καταθέτουμε ἐκ ψυχῆς ὅτι εἶχε ὄντως ἡγιασμένη ζωή, ἀκραιφνές ὀρθόδοξο φρόνημα καί ἦθος. Διακρίθηκε «παιδιόθεν» ὡς χαρακτήρας ἐναρέτου διαγωγῆς, ἀπό τούς οἰκείους καί κατά σάρκα συγγενεῖς του, γιά τήν ἱερατική του κλίση, ζώντας ὡς «οὐρανοπολίτης καί παρεπίδημος», ἡσυχαστικῶς μέσα στόν κόσμο καί ἀδιαλείπτως προσευχόμενος. Ἀξιώθηκε μεγάλων χαρισμάτων ἀπό τόν Θεό, λόγῳ τῆς καθαρότητος τῆς ζωῆς του. Ξεχώριζε γιά τή μεγάλη του ἀγάπη καί ταπείνωση, τήν παιδική ἀθωότητα καί ἁπλότητα, ὅπως ὅλοι οἱ Γέροντες τῆς ἐποχῆς μας. Βίωσε καί ἀντιμετώπισε διάφορες πειρασμικές ἐνέργειες. Ἐδοκιμάσθη στή ζωή του «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ». Εἶχε θαυμαστές ἀποκαλύψεις καί «ἐλλάμψεις». Ἐξεδήλωνε πολλάκις τό προορατικό καί διορατικό του χάρισμα. Χάρισε τήν ἴαση τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος σέ πολλούς ἀνθρώπους πού ζήτησαν μέ πίστη τίς προσευχές του πρός τόν Θεόν καί τόν Προφήτη Ἠλία. Ὑπῆρξε εὐλαβής καί βιωματικός Λειτουργός τοῦ Ἱεροῦ Θυσιαστηρίου τοῦ Παντοκράτορος Θεοῦ. Ὡς διακριτικός Πνευματικός, ἀνέπαυσε καί βοήθησε πλῆθος ἀνθρώπων, πού προσέτρεχαν στό Μοναστήρι του, μέ τίς συμβουλές καί τίς νουθεσίες του. Κήρυττε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ μέχρι τά βαθιά του γεράματα. Πάλλευκος πλέον, μέ τή λάμψη καί τή φωτεινότητα τοῦ προσώπου του προσείλκυε, μέ τή Χάρη τοῦ Κυρίου, ἀμέτρητες ψυχές ἀπό τούς ἐντός καί «ἐκτός» τῆς Ἐκκλησίας, πού τόν εὐλαβοῦνταν καί τόν σέβονταν ἰδιαίτερα.
6) Ἡ Ἱερά Μονή μας εἶναι ὑποχρεωμένη νά προβεῖ στήν ἐνημέρωση τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος πρός ἀποφυγή παρερμηνειῶν, ὑπερβολῶν, παρανοήσεων καί παρεξηγήσεων περί τῆς βιοτῆς τοῦ Ὁσίου Γέροντος, πρός ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας. Δέν μᾶς ἐπιτρέπεται ἀπό τήν ἱερατική μας συνείδηση νά ἀποδεχθοῦμε, νά παραποιοῦνται ἀπό ἄλλα πρόσωπα οἱ λόγοι τοῦ βιογραφουμένου Γέροντος καί νά ἀποδίδονται στό σεπτό πρόσωπό του. Δέν ἀρνούμεθα βεβαίως τά ἀληθινά θαυμαστά σημεῖα καί γεγονότα πού συνέβησαν στήν ἐπί γῆς ἔνθεη πορεία τοῦ χαρισματικοῦ Γέροντος Εὐμενίου, ἀλλά δέν ἐπιτρέπεται νά συγχέουμε τήν καθαρή ἀλήθεια μέ ἄλλες ὑπερφυσικές καταστάσεις, ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες καί γεγονότα πού ἀναφέρονται στό ἀνωτέρω βιβλίο, τά ὁποῖα δέν εἶναι ἀληθῆ ἤ δέν ἔχουν συμβεῖ στήν ζωή τοῦ ἀοιδίμου Γέροντος.
7) Ὡς ἀδελφότητα, αἰσθανόμεθα βαθειά εὐγνωμοσύνη στό μακαριστό Γέροντα Εὐμένιο, καθώς καί σέ ὅλους τούς προαπελθόντας πατέρας τῆς Μονῆς μας, διότι ἐμόχθησαν γιά τήν Ἱερά Μονή μας, τήν διεφύλαξαν καί τήν ἀνέδειξαν ὡς πνευματικό φάρο τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, ἐπιτελώντας μεγάλο πνευματικό καί φιλανθρωπικό ἔργο, μέ ἐξαιρετική ἐθνική δράση καί προσφορά σέ δίσεκτους καιρούς. Μέ τόν ἀγῶνα καί τήν προσφορά τους αὐτή ἐλάμπρυναν τήν ἱστορία τῆς Μονῆς καί μᾶς παρέδωσαν ὡς ἱερά παρακαταθήκη τόν θησαυρό τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσης καί τήν ὑψηλή εὐθύνη τῆς πνευματικῆς διακονίας. Ἡ Ἱερά Μονή μας συνεχίζει νά δίδει τήν μαρτυρία της καί νά ἐπιτελεῖ τό ἔργο της συλλογικά καί ἀνεπηρέαστα, κατά τό μέτρο τῶν δυνατοτήτων της καί κατά τήν δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρός δόξαν Θεοῦ καί σωτηρίαν ψυχῶν.