ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΚΡΗΤΗ

Ερωτηματικά για το καθεστώς διοίκησης των Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών της Κρήτης

0

ΤΟΥ ΜΑΝΟΥΣΟΥ ΚΛΑΔΟΥ

Έντονη είναι η φημολογία στους εκκλησιαστικούς κύκλους της Κρήτης σχετικά με τις προθέσεις του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου ως προς το καθεστώς διοίκησης των Πατριαρχικών & Σταυροπηγιακών Μοναστηριών του νησιού.  Αφορμή η προαγωγή δύο Αρχιμανδριτών από τα Χανιά στον βαθμό του Επισκόπου και η παραμονή τους στις θέσεις ηγουμένων Πατριαρχικών Μοναστηριών που ήδη κατείχαν στον γειτονικό νομό.

Τις προηγούμενες εβδομάδες υπήρξαν αρκετοί «ψίθυροι» στους εκκλησιαστικούς κύκλους, ότι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος επεξεργάζεται την διοικητική και διαχειριστική επιστροφή των Πατριαρχικών - Σταυροπηγιακών Μονών απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, ανατρέποντας δηλαδή, το ισχύων σήμερα καθεστώς που θέλει τους τοπικούς Ιεράρχες να διοικούν και τις συγκεκριμένες μονές. Γινόταν λόγος για εκλογή ενός επισκόπου απευθείας από την Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο οποίος θα τοποθετούνταν έξαρχος του συνόλου των Πατριαρχικών -  Σταυροπηγιακών μοναστηριών, σηματοδοτώντας έτσι την λήξη της ανάμιξης των Μητροπολιτών της Κρήτης στην διαχείριση τους.

Η φήμη αυτή από τους περισσότερους ακούστηκε ως υπερβολή και «παραφιλολογία». Όμως, την περασμένη Τετάρτη ο Οικουμενικός Πατριάρχης αιφνιδίασε τους πάντες δίδοντας εντολή να εκλέξουν δύο νέους βοηθούς Επισκόπους του ίδιου, διατηρώντας τους, ωστόσο, στις θέσεις ηγουμένων Πατριαρχικών - Σταυροπηγιακών Μονών της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου. Συγκεκριμένα εξέλεξαν τον Αρχιμανδρίτη π. Ειρηναίο Βερυκάκη σε Επίσκοπο Ευμενείας, ο οποίος θα χειροτονηθεί στην Κωνσταντινούπολη στις 8 Δεκεμβρίου και ακολούθως θα είναι βοηθός Επίσκοπος παρά τω Πατριάρχη και Καθηγούμενος της Ι.Μ. Κυρίας των Αγγέλων Γουβερνέτου στα Χανιά.

Αντίστοιχα εξέλεξαν τον Αρχιμανδρίτη π. Δαμασκηνό Λιονάκη σε Επίσκοπο Δορυλαίου. Πρόκειται για τον πρωτοσύγκελλο της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου, ο οποίος θα χειροτονηθεί στην Κωνσταντινούπολη στις 15 Δεκεμβρίου και ακολούθως θα είναι βοηθός Επίσκοπος παρά τω Πατριάρχη και Καθηγούμενος της Ι.Μ. Αγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων στον γειτονικό νομό.

Οι εκλογές αυτές έχουν ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για το ποιες τελικά είναι οι προθέσεις του Οικουμενικού Πατριάρχη. Στους εκκλησιαστικούς κύκλους συζητούνται δύο ενδεχόμενα. Το ένα θέλει τον εψηφισμένο Επίσκοπο Ευμενείας να γίνεται έξαρχος όλων των Πατριαρχικών Μοναστηριών της Κρήτης δίδοντας απευθείας αναφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αυτό το σενάριο, φαίνεται και ως το επικρατέστερο, αν δεχθούμε πως ευσταθεί η παρασκηνιακή συζήτηση για επιθυμία του Οικουμενικού Πατριάρχη να αναμιχθεί και στην διοίκηση των Μοναστηριών.

Το έτερο σενάριο θέλει τον Οικουμενικό Πατριάρχη να τοποθετεί από ένα νέο Επίσκοπο σε κάθε Πατριαρχικό και Σταυροπηγιακό Μοναστήρι. Ωστόσο, αυτό ενέχει μια μεγάλη δόση υπερβολής, αν αναλογιστούμε, ότι μόνο στο νομό Ρεθύμνου θα πρέπει να τοποθετηθούν έξι νέοι Επίσκοποι αφού στην συγκεκριμένη κατηγορία Μοναστηριών ανήκουν οι Μονές Αρκαδίου, Πρέβελη, Αρσανίου, Ρουστίκων, Χαλέπας και Βωσσάκου.

Τι θα ισχύσει από όλα αυτά; Ουσιαστικά θα φανεί στις επόμενες ημέρες. Πάντως, επί της ουσίας, το μόνο που έχει γίνει είναι η προαγωγή δύο Αρχιμανδριτών σε βοηθούς Επισκόπους. Επισήμως δεν έχει γίνει καν λόγος, ότι τα μοναστήρια, στα οποία θα είναι ηγούμενοι, παύεται το καθεστώς εποπτείας τους από τον οικείο Μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου. Άλλωστε κάτι τέτοιο το απαγορεύει η κείμενη νομοθεσία του Ελληνικού κράτους και ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Κρήτης. Ουδείς, όμως, μπορεί να αγνοήσει πλέον και το γεγονός, ότι πρόκειται για Επισκόπους με απευθείας αναφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και όχι στην Εκκλησία της Κρήτης και στον τοπικό Μητροπολίτη, στον οποίο, όμως πάλι, οφείλουν απόλυτη αναφορά ως ηγούμενοι. Διαμορφώνεται, δηλαδή, ένα περίεργο, πρωτοφανές καθεστώς για τα ισχύοντα δεδομένα στην τοπική Εκκλησία.

Έτσι τίθενται σοβαρά ερωτηματικά για το πώς θα διαμορφωθεί το καθεστώς διοίκησης και διαχείρισης του συνόλου των Πατριαρχικών - Σταυροπηγιακών Μονών της Κρήτης. Η «απάντηση» δεν θα αργήσει να δοθεί. Εφόσον, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ζητήσει αλλαγή του ισχύοντος καθεστώτος, απαιτείται τροποποίηση του Καταστατικού Χάρτη, και ως εκ τούτου νέο νομικό πλαίσιο στο Ελληνικό Κράτος. Δηλαδή, δεν είναι τόσο απλά τα θέματα αυτά. Σύμφωνα με τα ισχύοντα οι Πατριαρχικες – Σταυροπηγιακές Μονές, διοικούνται από τους κατά τόπους Μητροπολίτες και την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης αλλά  μνημονεύοντας το όνομα του εκάστοτε Οικουμενικού Πατριάρχη ως αναγνώριση της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής αξίας των μοναστηριών.

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Λόγω της αναστάτωσης που έχει προκληθεί, προστρέξαμε στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης, δηλαδή στο ισχύον νομικό καθεστώς του Ελληνικού Κράτους, το οποίο αποτελεί απαράβατο για την λειτουργία της Ημιαυτόνομης Εκκλησίας της Κρήτης.

  1. Στην Κρήτη προβλέπεται μόνο μία θέση Βοηθού Επισκόπου για τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης (Κεφάλαιο ΣΤ’ Άρθρα 41 έως 45). Η θέση είναι πληρωμένη από τον Επίσκοπο Κνωσού κ. Πρόδρομο. Ωστόσο, οι νέοι βοηθοί Επίσκοποι εξελέγησαν «παρά τω Πατριάρχη» και η εκλογή τους έγινε από την Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ως εκ τούτου δεν τίθεται νομοκανονικό θέμα. Ως Επίσκοποι ανήκουν, πλέον απευθείας στον Θρόνο της Κωνσταντινούπολης και όχι στην Εκκλησία της Κρήτης.
  2. Ηγούμενοι μπορούν να διατηρηθούν στα μοναστήρια τους, όχι γιατί αυτά είναι Πατριαρχικά – Σταυροπηγιακά, αλλά γιατί ο διορισμός τους στην θέση Ηγουμένου είχε προηγηθεί από τον οικείο μητροπολίτη, όπως ρητά αναφέρει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Κρήτης στο κεφάλαιο ΙΔ και ειδικότερα στα άρθρα 101 και 102 αλλά και στο άρθρο 3, παράγραφος 1 του Ν.Δ.374 της 6/7 Αυγούστου 1974 όπως αυτό δημοσιεύεται στο ΦΕΚ Α’ Φυλ. 163. Άρα για την διαχείριση και την διοίκηση των Ιερών Μονών τους, οφείλουν να απευθύνονται αποκλειστικά στον οικείο Επίσκοπο, σύμφωνα με τα κεφάλαια ΙΓ και ΙΔ του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας Κρήτης, τον οποίο ως Ηγούμενοι είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν. Διότι άλλο ο βαθμός της Ιεροσύνης και άλλο η διοικητική θέση που κατέχει ο όποιος κληρικός.
  3. Η διαχείριση και διοίκηση των Πατριαρχικών – Σταυροπηγιακών Μονών από άλλη Αρχή εκτός της Εκκλησίας της Κρήτης δεν μπορεί να γίνει με βάση την κείμενη νομοθεσία, εκτός και αν τεθεί θέμα να αλλάξει ο Καταστατικός χάρτης και η Ελληνική νομοθεσία.

Οπότε όλη αυτή η ιστορία,  πως το Οικουμενικό Πατριαρχείο «θα πάρει στα χέρια του την διαχείριση» είναι μια απολύτως αμφισβητούμενη περίπτωση ή μάλλον δεν έχει «στήριγμα» με βάση τους νόμους του Ελληνικού Κράτους και το Εκκλησιαστικό Δίκαιο που ισχύει σήμερα.

Ειδικότερα, στην παράγραφο 2 του άρθρου 89 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης, στο κεφάλαιο ΙΓ’ Περί Διοικήσεως και Διαχειρίσεως της Εν Κρήτη Μοναστηριακής Περιουσίας αναφέρει μεταξύ άλλων αυτολεξεί τα παρακάτω:

«Διατηρούνται απαραμείωτα τα κανονικά δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί των εν Κρήτη Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών, μνημονευομένου εν αυταίς του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου, και εκάστοτε υπό της Ιεράς Συνόδου Κρήτης δια του Προέδρου αυτής ανακοινουμένης προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην της εκλογής των νέων Ηγουμενοσυμβουλίων αυτών. Αλλ’ η διοίκησις των Μονών και η εν γένει διαχείρισις και ο επ’ αυτών έλεγχος υπάγονται υπό την άμεσον δικαιοδοσίαν της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, εφαρμοζούσης και επί των Μονών τούτων τας ισχύουσας δια τας λοιπάς εν Κρήτη Μονάς διατάξεις.»

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ