ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΡΕΘΥΜΝΟ

Πώς θα σωθεί η επόμενη σοδειά ελαιολάδου

0

  • Φροντίδα στο χωράφι όλο το χρόνο
  • Ένα μήνα νωρίτερα η συλλογή του καρπού

ΤΟΥ ΜΑΝΟΥΣΟΥ ΚΛΑΔΟΥ

Η διαφοροποίηση στην λογική που διέπει τις καλλιεργητικές συνήθειες των παραγωγών μπορεί να αναστρέψει το κακό κλίμα που έχει δημιουργηθεί μετά την φετινή δραματική για την παραγωγή ελαιολάδου. Σε αυτό συντείνουν οι απόψεις των ειδικών επιστημόνων που προτείνουν όχι μόνο συνεχή επίβλεψη και φροντίδα της καλλιέργειας αλλά και μετακίνηση της ελαιοκομικής περιόδου κατά ένα μήνα νωρίτερα όπως συμβαίνεις τις γειτονικές ελαιοπαραγωγικές χώρες.

Ο γεωπόνος Βαγγέλης Ροδινός από την εταιρεία παροχής συμβουλών στους αγρότες Agronova και ο γεωπόνος Θέμις Κωνσταντινίδης της εταιρείας «Αγροδυναμική Ο.Ε.» που επίσης ασχολείται με την αγροτική ανάπτυξη, προχωρούν μέσω της εφημερίδας μας σε συμβουλές προς τους παραγωγούς ελαιολάδου, συμφωνώντας, ότι απαιτείται εκσυγχρονισμός στις πρακτικές καλλιέργειας και συγκομιδής για την καλύτερη παραγωγή ποιοτικότερου ελαιολάδου.

Ένα από τα βασικά θέματα που θέτουν είναι η ελαιοκομική περίοδος, για την οποία προτείνουν να γίνεται τουλάχιστον ένα μήνα νωρίτερα, επισημαίνοντας ότι το πιο άγουρο λάδι είναι πιο υγιεινό και ποιοτικό.

Στο μεταξύ το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, στο οποίο προσέφυγε η Περιφέρεια Κρήτης ώστε να εξακριβωθούν τα αίτια της φετινής καταστροφής στην ελαιοπαραγωγή εξέδωσε τα αποτελέσματα του, τα οποία δεν διαφέρουν από τις αρχικές εκτιμήσεις ενώ επίσης προχώρησε σε συμβουλές προς τους αγρότες επικεντρώνοντας στην καταπολέμηση του δάκου και στις καλλιεργητικές συνήθειες.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΟΔΙΝΟΣ: «ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΕΝΑ ΜΗΝΑ ΝΩΡΙΤΕΡΑ Η ΕΛΑΙΟΚΟΜΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ»

Ερωτηθείς για το πώς οι παραγωγοί θα αποφύγουν του χρόνου να έχουν τα δυσάρεστα φετινά αποτελέσματα, ο γεωπόνος Βαγγέλης Ροδινός της AGRONOVA μιλά για συνεχή παρακολούθηση και δουλειά στο χωράφι από τον τρέχοντα χειμώνα έως και την περίοδο παραγωγής του λαδιού που πρέπει να μετακινηθεί χρονικά σε σχέση με ό,τι γινόταν έως σήμερα.

Στην εφημερίδα μας δήλωσε τα εξής: «Η καλλιέργεια της ελιάς λόγω των καιρικών συνθηκών που επικρατούν τα τελευταία χρόνια και των προβλημάτων που έχουν προκύψει, θα πρέπει να προκαλέσει την ολική αλλαγή στην συμπεριφορά των καλλιεργητών.  Απαιτείται μια συνεχόμενη και προσεγμένη δουλειά καθ’ όλο το έτος ακολουθώντας τις ενδεδειγμένες καλλιεργητικές τεχνικές.

Στον ελαιώνα μας θα πρέπει να ακολουθήσουμε δουλειά από το τέλος του χειμώνα προς την άνοιξη. Πρέπει να κλαδέψουμε Φεβρουάριο προς Μάρτιο τα δέντρα με κλάδεμα καρποφορίας. Όχι αφαιρώντας μεγάλες ποσότητες ξύλου, αλλά τις ποδιές που είχαν καρποφορία φέτος και άνοιγμα του δέντρου εσωτερικά, ώστε ο ήλιος να δει την εσωτερική κόμη, όταν θα ξεκινήσει η άνοιξη και η ηλιοφάνεια που θα ενεργοποιήσει τα μάτια του δέντρου που θα δώσουν βλαστούς και τα μάτια που θα δώσουν καρπούς.

Το κλάδεμα δεν είναι σωστό να γίνει νωρίτερα. Το σωστό είναι να γίνεται τέλος χειμώνα και αρχές άνοιξης, ώστε να μην δεχθεί πολύ κρύο ή νερό και να ταλαιπωρηθεί κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών. Αμέσως μετά, αρχές της άνοιξης θα πρέπει να ψεκαστούν οι ελιές με χαλκούχα σκευάσματα, ώστε να απολυμανθούν τα κοψίματα και οι πληγές και ταυτόχρονα να εξαφανιστούν τα αρχικά μολύσματα μυκήτων και μικροβίων.

Κατόπιν αυτού θα μπορούσε να ενισχυθεί η ανθοφορία με ειδικά σκευάσματα, θέμα για το οποίο θα πρέπει να συμβουλευτεί κάθε καλλιεργητής τον γεωπόνο του, ο οποίος και θα κρίνει αν είναι αναγκαίο. Ταυτόχρονα, για μια καλή ανθοφορία τα δέντρα θα πρέπει να βρεθούν με επάρκεια νερού. Αν έχει βρέξει καλά πριν την ανθοφορία, τέλος χειμώνα και άνοιξη δηλαδή, δεν υπάρχει πρόβλημα. Αν όχι, θα πρέπει να κάνουμε πότισμα. Αυτό γιατί τα δέντρα για να ανθίσουν και να καρποφορήσουν, χρειάζονται να είναι επαρκώς ποτισμένα πριν την άνοιξη. Αν όλα αυτά γίνουν σωστά, τα κλαδιά που δεν έδωσαν καρπούς το 2019 θα καρπίσουν σωστά για την επόμενη σοδειά.

Αρχές του Ιούνη, θα πρέπει να οργανωθούμε με την άμυνα κατά του μεγάλου εχθρού της ελιάς που είναι ο δάκος. Το πρόγραμμα της δακοκτονίας βοηθά γιατί κρατά την καλοκαιρινή περίοδο έως τον Σεπτέμβριο σε χαμηλά επίπεδα τους δακοπληθυσμούς. Ο παραγωγός, μπορεί σε αυτή την φάση να συμβάλει συνδυαστικά. Πριν τον Σεπτέμβριο, μπορεί να βάλει παγίδες ή να ψεκάσει δωλοματικά ή στην έσχατη περίπτωση που παρουσιάζει μια καλλιέργεια μεγάλο πρόβλημα από τον δάκο, να κάνει ολικό ψέκασμα με ενδεδειγμένα βιολογικά σκευάσματα. Δεν είναι αναγκαίο να επιβαρύνουμε το περιβάλλον και τις καλλιέργειες με βαριά χημικά φάρμακα. Διότι και ο ελαιώνας βλάπτεται από τα χημικά σκευάσματα, όπως επίσης και η μελισσοκομία αλλά το περιβάλλον εν γένει. Προτείνω, οι παραγωγοί να συμβουλευτούν σωστά τους γεωπόνους για το αν πρέπει και ποιες θα είναι οι παρεμβάσεις που χρειάζεται το χωράφι τους.

Έχοντας περάσει η περίοδος του καλοκαιριού,  περίοδος, που προτείνω να αφήνουμε διψασμένες τις ελιές γιατί σε ελιές χωρίς επάρκεια νερού ο δάκος δεν πάει, και μετά τον Σεπτέμβριο καλό θα είναι ένα πότισμα και ένα ψέκασμα με χαλκούχα σκευάσματα για τους μύκητες και τα μικρόβια, όπως χρησιμοποιούνται στις βιολογικές καλλιέργειες.

Εκείνο, το οποίο θέλω να τονίσω, είναι ότι πρέπει να αλλάξουμε την μέχρι σήμερα λογική, που ήθελε η ελαιοκομία να γίνεται από τα μέσα Νοέμβρη και μετά. Θα πρέπει να αλλάξουμε τα καθιερωμένα που επικρατούν στην Κρήτη. Εγώ θα έλεγα πως μετά από αυτό που έγινε το 2019, θα πρέπει να μετακινήσουμε την ελαιοκομική περίοδο κατά ένα μήνα νωρίτερα. Να είναι όλα έτοιμα να ξεκινούν από τα μέσα Οκτωβρίου. Αυτό σημαίνει, να έχει τελειώσει η δακοκτονία και όλη η προαναφερόμενη προετοιμασία ένα μήνα νωρίτερα, στα μέσα Σεπτεμβρίου και έτσι στα μέσα Οκτωβρίου να ξεκινά η ελαιοπαραγωγή.

Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε προβλήματα όπως αυτά του 2019, καθώς το όλο ζήτημα προέκυψε ακριβώς γιατί τον Σεπτέμβριο τελείωσε το πρόγραμμα της δακοκτονίας και στο μεσοδιάστημα έως την έναρξη της ελαιοκομικής περιόδου, προέκυψαν όλα τα σοβαρά προβλήματα που έβλαψαν καίρια την παραγωγή.  Μέχρι και τον 5ο ψεκασμό κατά του δάκου, δεν υπήρχε πρόβλημα από τους δακοπληθυσμούς. Ο δάκος αναπτύχθηκε λόγω των καιρικών φαινομένων από τον Οκτώβριο και μετά.

Το να θέλεις να ραβδίσεις Δεκέμβριο ενώ έχεις υψηλές θερμοκρασίες στην Κρήτης έως και τον Νοέμβριο, είναι καταστροφικό για την παραγωγή. Διότι τα δέντρα μένουν απροστάτευτα. Όποιος θέλει να ξεκινά την ελαιοκομία Δεκέμβριο θα πρέπει να ψεκάζει κατά του δάκου, τουλάχιστον 5 φορές από τον Σεπτέμβριο και μετά.

Εγώ προτείνω νωρίς να τελειώνουμε με τους ψεκασμούς και την προετοιμασία και νωρίς να ξεκινούμε με την ελαιοπαραγωγή. Είναι καλύτερα να είναι λίγο άγουρο το λάδι και ας χάνουμε 5% από την ποσότητα επειδή δεν θα έχουμε 100% ωρίμανση του καρπού. Είναι καλύτερο ποιοτικά το λάδι αυτό.

Έτσι συμπεριφέρονται στις άλλες ελαιοκομικές χώρες. Στην Ιταλία μετά τις 15 Νοεμβρίου έχει τελειώσει η παραγωγή. Δεν βρίσκεις ούτε ένα εργοστάσιο ανοιχτό. Εμείς εδώ τότε ανοίγουμε. Αυτό είναι ένα μεγάλο λάθος και θα πρέπει να το δούμε σοβαρά.»

ΘΕΜΙΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ: «ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΜΕΤΡΙΑΣΤΟΥΝ ΟΙ ΑΥΞΗΜΕΝΕΣ ΕΣΤΙΕΣ ΜΟΛΥΝΣΗΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΕΛΑΙΩΝΕΣ»

Στην καταπολέμηση των αυξημένων εστιών μόλυνσης που υπάρχουν στους ελαιώνες και στην πρώιμη ελαιοπαραγωγή, συμβουλεύει και από την πλευρά του ο γεωπόνος Θέμις Κωνσταντινίδης της εταιρείας «Αγροδυναμικής Ο.Ε.».

Στην εφημερίδα μας, δήλωσε για τους παραγωγούς τα εξής: «Η τρέχουσα ελαιοκομική περίοδος, παρά τις μεγάλες προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί μέχρι τα τέλη καλοκαιριού, αποδείχθηκε μία από τις χειρότερες των τελευταίων ετών. Τα προβλήματα που εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της συγκομιδής του ελαιόκαρπου οδήγησαν πολλούς ελαιοπαραγωγούς στην απόγνωση. Η μεγάλη καρπόπτωση και οι αυξημένες οξύτητες δημιούργησαν έναν εκρηκτικό συνδυασμό που είχε ως αποτέλεσμα, τόσο τη μείωση της παραγωγής, όσο και της αξίας του παραγόμενου προϊόντος.

Στην προσπάθεια των αρμοδίων φορέων να βρεθεί η αιτία των προβλημάτων στη φετινή παραγωγική διαδικασία, επιλέχθηκε ορθώς, να σταλούν δείγματα ελαιόκαρπου από διάφορες περιοχές της Κρήτης στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο για περαιτέρω εργαστηριακές αναλύσεις. Τα αποτελέσματα των αναλύσεων κατέδειξαν ως βασικό πρόβλημα για την υποβάθμιση του ελαιοκάρπου την έντονη προσβολή από το δάκο της ελιάς και δευτερευόντως διάφορες μυκητολογικές ασθένειες που εισχώρησαν στον καρπό από τα σημεία προσβολής του δάκου.

Τόσο οι δράση των μυκήτων όσο και η αυξημένη δακοπροσβολή του ελαιοκάρπου σίγουρα ως ένα σημείο μπορούν να αποδοθούν στις ευνοϊκές συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας (αυξημένη υγρασία και υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες) που υπήρξαν σε πολλές περιοχές της Κρήτης κατά τη διάρκεια του Φθινοπώρου. Με δεδομένο όμως ότι το κλίμα πλέον αποδεδειγμένα αλλάζει, τις συνθήκες αυτές, δεν θα είναι απίθανο να τις αντιμετωπίσουμε εκ νέου και πιθανόν σε πολύ συντομότερο χρόνο από ότι πιστεύουμε.

Η προσπάθεια των παραγωγών αυτή τη στιγμή πρέπει να επικεντρωθεί στην επόμενη ελαιοκομική περίοδο και στο πως μπορούν να μετριαστούν οι αυξημένες εστίες μόλυνσης που υπάρχουν στους ελαιώνες.

Όσον αφορά το δάκο θα πρέπει οι παραγωγοί να προχωρήσουν, όταν το επιτρέψει ο καιρός, αφού οι αυξημένες βροχοπτώσεις και η υγρασία δεν το επιτρέπουν, στα απαραίτητα κλαδέματα των ελαιόδεντρων καθώς και στην απομάκρυνση/ενσωμάτωση των καρπών που παραμένουν πάνω σε αυτά αφού ο δάκος κατά την περίοδο του χειμώνα διαχειμάζει είτε εντός του καρπού είτε στο έδαφος. Το γεγονός ότι έχουμε αρκετές βροχοπτώσεις και θερμοκρασίες κάτω των 10οC(συνθήκες που αυξάνουν τη θνησιμότητα των ατόμων του δάκου) μας δίνουν τη δυνατότητα να ελπίζουμε, σε συνδυασμό με τις ανωτέρω δικές μας προσπάθειες, σε μείωση του πληθυσμού του δάκου κατά την έναρξη της επόμενης ελαιοκομικής περιόδου.

Το γεγονός των αυξημένων προσβολών από μύκητες κατά τη φετινή περίοδο μπορεί να μετριαστεί με τη χρήση χαλκούχων σκευασμάτων μετά το κλάδεμα των δέντρων. Πρέπει βέβαια να τονιστεί ότι αυτό που δημιούργησε το πρόβλημα είναι κυρίως ο δάκος και οι κλιματολογικές συνθήκες του φθινοπώρου του 2019 και σε δεύτερο βαθμό οι μύκητες. Δεν είναι λοιπόν λογικό οι παραγωγοί να προβούν σε μαζικούς ψεκασμούς με μυκητοκτόνα τα οποία θα επιβαρύνουν το περιβάλλον δυσανάλογα σε σχέση με το όφελος που θα προκύψει.

Καταλήγοντας θα πρέπει να έχουν οι παραγωγοί υπόψιν ότι ο καθολικός δολωματικός ψεκασμός είναι η μέθοδος που ακολουθείται τα τελευταία 40 χρόνια στα περισσότερα Μεσογειακά Κράτη με πολύ καλά αποτελέσματα, αφού οι μετρήσεις δείχνουν ότι χωρίς εφαρμογή μέτρων αντιμετώπισης έχουμε δακοπροσβολή που φτάνει το 40-80% ενώ με σωστή εφαρμογή δολωματικών ψεκασμών η ζημιά περιορίζεται στο 2-15%. Βέβαια οι συνθήκες τα τελευταία χρόνια αλλάζουν δυσχεραίνοντας τη σωστή καταπολέμηση αφού γεγονότα όπως η κλιματική αλλαγή, η μείωση των πόρων και η τάση για περιορισμό των ψεκασμών δρουν αρνητικά στην συνολική καταπολέμηση του δάκου. Αν σε όλα τα παραπάνω προσθέσουμε το γεγονός ότι δεν έχουν όλοι οι συντελεστές της δακοκτονίας τον αναγκαίο επαγγελματισμό και την αίσθηση ευθύνης για την τέλεση της εργασίαςπου αναλαμβάνουν αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει σιγά σιγά να αρχίσουμε να ψάχνουμε, σε συνεργασία με ερευνητικούς φορείς, τρόπους αντιμετώπισης του δάκου που να στηρίζονται σε πιο αντικειμενικές μεθόδους (ηλεκτρονικές παγίδες, ψεκασμούς με χρήση droneκτλ).

Μέχρις ότου καταφέρουν οι ερευνητές να βρουν αποτελεσματικότερους τρόπους αντιμετώπισης του δάκου πρέπει οι παραγωγοί να αρχίσουν να βάζουν στη ζωή τους έννοιες όπως η πρώιμη συγκομιδή και τα αγουρέλαια, ως μία πιθανή λύση του προβλήματος, με δεδομένο ότι η αύξηση των ψεκασμών κάλυψης, στην οποία προχωρούν πολύ παραγωγοί, μπορεί να έχει πολλαπλές αρνητικές συνέπειες (ανάπτυξη ανθεκτικότητας, αύξηση κόστους παραγωγής, μόλυνση περιβάλλοντος) για την ελαιοπαραγωγική διαδικασία.»

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η Περιφέρεια Κρήτης, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ελιάς Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου  του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο, μετά την ολοκλήρωση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των εργαστηριακών αναλύσεων αντιπροσωπευτικών δειγμάτων ελαιοκάρπου που εξετάστηκαν τόσο από τα εργαστήρια τους όσο και από το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, έδωσε πριν λίγες μέρες τα επίσημα αποτελέσματα για τα αίτια της φετινής καταστροφικής ελαιοκομικής περιόδου.

Όπως ανακοινώθηκε, διαπιστώθηκαν έντονες προσβολές από το δάκο της ελιάς (Bactrocera oleae) με παράλληλη παρουσία πληθώρας μυκητολογικών αιτίων που ανήκουν κυρίως στα γένη Camarosporium (Βούλα), Pseudocercospora( Κερκόσπορα), Alternaria (Αλτερνάρια), Colletotrichum (Γλοιοσπόριο), Fusarium (Φουζάριουμ) κ.α. Διευκρινίζεται ότι σε διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες, οι μολύνσεις από τους μικροοργανισμούς αυτούς θα περνούσαν σχεδόν απαρατήρητες όπως σε προηγούμενες περιόδους.

Συγκεκριμένα οι ιδιαίτερες περιβαλλοντικές συνθήκες που επικράτησαν κατά τους φθινοπωρινούς μήνες (υψηλές τιμές σχετικής υγρασίας και θερμοκρασίας) ευνόησαν την ανεξέλεγκτη αύξηση των πληθυσμών του δάκου. Τα νύγματα του αποτέλεσαν πύλη εισόδου για τα περισσότερα από τα μυκητολογικά είδη που αναφέρθηκαν παραπάνω, κυρίως σε περιοχές του νησιού που επικράτησαν συνθήκες υψηλής σχετικής υγρασίας και θερμοκρασίας. Παράλληλα η δακοπροσβολή επέφερε την πρόωρη ωρίμανση των καρπών καθιστώντας τους περισσότερο ευάλωτους σε επακόλουθες μυκητολογικές μολύνσεις κατά την κρίσιμη περίοδο του φθινοπώρου, με συνέπεια την πρόκληση δευτερογενών μυκητολογικών προσβολών του ελαιοκάρπου.

Συμπερασματικά, με βάση τις μέχρι σήμερα εργαστηριακές αναλύσεις (μακροσκοπικές και μικροσκοπικές παρατηρήσεις και απομονώσεις) ο λόγος της ποιοτικής και ποσοτικής υποβάθμισης του ελαιοκάρπου εσοδείας 2019-2020 μπορεί να οφείλεται και στη δευτερογενή δράση μυκήτων ή/και άλλων μικροοργανισμών, ωστόσο πρωταρχική αιτία αποτελούν τα υψηλά ποσοστά δακοπροσβολών σε συνδυασμό με τα αυξημένα επίπεδα υγρασίας και θερμοκρασίας που επικράτησαν κατά τη φθινοπωρινή περίοδο. Συνεπώς, το γλοιοσπόριο δεν είναι η βασική αιτία της υποβάθμισης του ελαιοκάρπου στην Κρήτη.

Για την προστασία του ελαιοκάρπου της επόμενης καλλιεργητικής περιόδου, ζωτικής σημασίας είναι ο αποτελεσματικός έλεγχος του δακοπληθυσμού και η μείωση των μυκητολογικών μολυσμάτων της τρέχουσας περιόδου, που επιτυγχάνεται  με:

  • επιμελημένα κλαδέματα ακόμη και στα ελαιόδενδρα που δεν πραγματοποιήθηκε η ελαιοσυλλογή,
  • απομάκρυνση /ενσωμάτωση στο έδαφος των μολυσμένων-μουμιοποιημένων καρπών και
  • την εφαρμογή κατάλληλών σκευασμάτων όπου απαιτείται, σύμφωνα πάντα με τις Γεωργικές Προειδοποιήσεις του Περιφερειακού Κέντρου Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού & Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου Ηρακλείου.
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ