Η επιλογή του Σωτήρη Τσιόδρα, ως επικεφαλής της προσπάθειας αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης που προκλήθηκε από τον κορωνοϊο, πανθομολογουμένως αποδείχθηκε όχι μόνον ορθή αλλά και σωτήρια τόσο για τη χώρα όσο και για την κυβέρνηση. Ο επιλεγείς είναι γνώστης του επιστημονικού αντικειμένου με παγκόσμιο κύρος και, πρωτίστως, ανθρωπιστής υπό τη διττή έννοια του όρου. Απέδειξε δηλαδή - πολύ πριν την επίσκεψή του στους Ρομά της Λάρισας - τόσο με τα λόγια του όσο και με τα έργα του όχι μόνον ότι ο άνθρωπος (ασχέτως φυλής, εθνικότητας, θρησκείας κλπ) πρέπει να είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της κοινωνίας, αλλά και ότι η οργανωμένη πολιτεία οφείλει να θέτει ως πρώτη προτεραιότητα τον άνθρωπο. Υπερασπίστηκε, δηλαδή, έμπρακτα την ικανότητα του ανθρώπου να λαμβάνει ηθικές αποφάσεις που βασίζονται στη λογική, στην ενσυναίσθηση, στο ενδιαφέρον για το συνάνθρωπο αλλά και σε αυτό που ονομάζεται «ανθρωποσύνη», δηλαδή στην εγγενή φιλοδοξία του ανθρώπου να επιτύχει το γενικότερο καλό της ανθρωπότητας.
Ο Τσιόδρας, όμως, δεν ήρθε ως αυτόκλητος προστάτης όλων ημών. Αποτέλεσε κυβερνητική επιλογή και, ειδικότερα, έτυχε της απόλυτης εμπιστοσύνης του Πρωθυπουργού. Η διαχείριση κάθε κρίσης (είτε υγειονομικής είτε οικονομικής) απαιτεί πρωτίστως πολιτική διαχείριση και πολιτικές αποφάσεις. Πολιτική είναι η απόφαση να δώσεις ζωτικό χώρο στους τεχνοκράτες και στους ειδικούς. Πολιτική είναι η απόφαση να προστατεύσεις πρώτα την ανθρώπινη ζωή και, στη συνέχεια, να αντιμετωπίσεις τις οικονομικές συνέπειες του κορωνοϊού. Τόσο οι πολιτικές ευαισθησίες όσο και η διορατικότητα δοκιμάστηκαν στην πράξη. Οι επιλογές ηγετών διαφόρων κρατών (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Σουηδία) ήταν διαφορετικές σε σχέση με εκείνη του Έλληνα Πρωθυπουργού. Ο χρόνος απέδειξε τις ορθότερες.
Εξάλλου, ο Πρωθυπουργός, με την επιλογή του επέτυχε πολλαπλώς. Πρώτα πρώτα σε οργανωτικό και επιστημονικό επίπεδο η χώρα συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνες που αντιμετώπισαν με τον καλύτερο τρόπο την κρίση αφήνοντας πίσω της τις περισσότερες ισχυρές μεταβιομηχανικές κοινωνίες (ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία, Σουηδία κλπ). Και το αποτέλεσμα το πιστώνεται ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Δεύτερον πέτυχε την αποκομματικοποίηση της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης. Οι γιατροί δεν χωρίστηκαν σε γαλάζιους και σομονιζέ ούτε υπήρξαν ανούσιες κοκορομαχίες ανάμεσα σε νυν, πρώην, και «σκιώδεις» υπουργούς υγείας.
Μετά τον αποτελεσματικό έλεγχο της υγειονομικής κρίσης ξεκινάει η εργώδης προσπάθεια της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης που η πρώτη προκάλεσε. Μια πρωτοφανής υγειονομική κρίση μετεξελίσσεται γοργά σε μια άνευ προηγουμένου οικονομική αναταραχή μεγάλης εμβέλειας και διάρκειας. Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση απέδειξε γρήγορα αντανακλαστικά. Σειρά νομοθετικών διατάξεων προσπάθησαν να αμβλύνουν έγκαιρα τις οικονομικές επιπτώσεις σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Σημαντικές αστοχίες, όπως η μη αναλογική διανομή των επιδομάτων και λοιπών παροχών, η ατυχής επιλογή δικαιούχων βάσει αποκλειστικά του τυπικού κριτηρίου του ΚΑΔ και όχι της πραγματικής πτώσης του τζίρου ή βάσει εισοδηματικών κριτηρίων, οι γραφειοκρατικές δυσχέρειες κλπ δεν αλλοιώνουν τη μεγάλη εικόνα. Ο πολίτης ένιωσε δίπλα του το κράτος, όπως λίγες φορές στο παρελθόν. Αντιλαμβάνεται ότι ο σύγχρονος Λεβιάθαν δεν είναι ένας δυνάστης που υπονομεύει τη δημιουργικότητά του, αλλά ένας οργανωμένος φορέας που μπορεί να του προσφέρει ασφάλεια και υγειονομική περίθαλψη με τρόπο που δεν θα μπορούσε να είχε μόνος του.
Ωστόσο, το μεγάλο διακύβευμα είναι μπροστά. Η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης προϋποθέτει τη δημιουργία ενός συνεκτικού σχεδίου που πάλι θα στοχεύει στον άνθρωπο. Θα πρέπει να ενεργοποιεί τις τεράστιες δυνατότητες του κρατικού μηχανισμού σε αρμονική σύζευξη με την ιδιωτική πρωτοβουλία. Ένα σοβαρό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων πρέπει άμεσα να εκπονηθεί και να υλοποιηθεί. Το ζητούμενο είναι στο τέλος και της οικονομικής κρίσης να είμαστε όλοι μαζί. Τόσο κοινωνικά όσο και οικονομικά. Μαζί σημαίνει τόσο να μη διχαστούμε όπως στο πρόσφατο μνημονιακό παρελθόν όσο και στο να πετύχουμε όλοι να δούμε το λυκαυγές μιας νέας εποχής, όπου το συλλογικό βιοτικό επίπεδο θα ανέλθει σε εκείνο των πιο προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών.
Οι επιλογές θα είναι πάλι πολιτικές. Ο Πρωθυπουργός θα αποφασίσει τίνι τρόπο και εάν όλοι – ως μέλη του κοινωνικού συνόλου – θα πορευτούμε μαζί στο μέλλον και θα κριθεί ξανά για τις επιλογές του. Επίσης, ο ίδιος μπορεί να περιορίσει τις εκζητούμενες οικονομικές πρωτοβουλίες αμιγώς σε επίπεδο κομματικών στελεχών. Μπορεί, όμως, να κάνει και πάλι την υπέρβαση. Να βρει και να αναδείξει ένα νέο Τσιόδρα ως επικεφαλής της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης. Τον «Τσιόδρα της οικονομίας» ….