Σε παλαιότερο άρθρο μας, στην αρχή της πανδημίας, είχαμε προτείνει να διερευνηθεί το θέμα του υποτιθέμενου κινδύνου μετάδοσης ασθενειών μέσω της θείας κοινωνίας, με στατιστική έρευνα (α) στα νοσοκομεία, μετά τις ημέρες που κοινωνούν μαζικά οι χριστιανοί, π.χ. το Πρωτοκύριακο και τη Μ. Πέμπτη, και (β) του ποσοστού και της συχνότητας μετάδοσης ασθενειών στους ιερείς γενικά.
Δε γνωρίζαμε ότι τέτοια έρευνα εν μέρει έχει γίνει, όπως θα δείτε παρακάτω, στο κείμενο του καθηγητή Ι. Κουντουρά για την Ηπατίτιδα Β.
1. Απόσπασμα από την επιστολή που έστειλαν προς τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας 152 επαγγελματίες υγείας (μεταξύ των οποίων 100+ γιατροί), με αίτημα να ανοίξουν οι εκκλησίες:
«…Δεν υπάρχει στη βιβλιογραφία οποιοδήποτε επιστημονικό άρθρο, μελέτη ή έρευνα που να αποδεικνύει ότι με τη Θεία Κοινωνία μεταδίδονται μικρόβια και ιοί.
Το μόνο επιστημονικό δεδομένο που μπορεί να υπάρχει και που η επιστημονική κοινότητα αποδέχεται εκεί που δεν υπάρχει συγκεκριμένη επιστημονική έρευνα, είναι η αναδρομική μελέτη της κλινικής εμπειρίας, που στην περίπτωση της Θείας Κοινωνίας αφορά αναδρομική κλινική εμπειρία 2000 χρόνων (π.χ. Ιερείς και όχι μόνον, που καταλύουν καθημερινά τη θεία κοινωνία στα Νοσοκομεία, ακόμη και Νοσοκομεία Λοιμωδών Νόσων κλπ και ουδέποτε τους έχει μεταδοθεί οτιδήποτε)».
Ολόκληρο το κείμενο βλ. στο ιστολόγιο «Ακτίνες», με τον τίτλο «Κύπριοι γιατροί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Ανοίξτε τις Εκκλησίες ».
2. Απόσπασμα από την απάντηση του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, το 1988, στον τότε βουλευτή Βασίλη Αγοράστη, που με έντονο τρόπο διαμαρτυρόταν ότι από τη θεία κοινωνία μπορεί να μεταδοθεί το AIDS:
«...Πάντως ιατρικώς, δεν υπάρχει ούτε μία βεβαιωμένη περίπτωση απλού πιστού, στον οποίο να έχει μεταδωθεί αρρώστια με τη Θεία Μετάληψη. Ούτε και ιερέως, ο οποίος μάλιστα, μετά την κοινωνία των πιστών, κάνει την κατάλυση και καταπίνει όλα τα υπόλοιπα της Θείας Κοινωνίας μέχρι τρυγός, μαζί με ό,τι από το στόμα του κάθε μεταλαμβάνοντος διά της Αγίας Λαβίδος, κατέληξε στο Άγιο Ποτήριο.
Ούτε ακόμα και τότε που έβραζε η φυματίωση, εθέριζε η σύφιλη και η λέπρα ήταν ευρύτατα διαδεδομένη! Τα ίδια προφανώς θα ίσχυαν αν ετίθετο θέμα και για το AIDS. Δεδομένα τα οποία να οδηγούν την ιατρική σε παρέμβαση δεν υπάρχουν».
Ολόκληρο το κείμενο βλ. στο ιστολόγιο «Προσκυνητής» με το τίτλο «Απάντηση Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών (1988) περί Θείας Κοινωνίας και AIDS».
3. Απόσπασμα από το άρθρο του κ. Ιωάννη Κουντουρά, Ομότιμου Καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, «Ατελή επιστημονικά δεδομένα coronavirus με conflict εμπλοκή Θείας Κοινωνίας»:
«...Μια προκαταρκτική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Ηπατολογικό Ιατρείο της Β’ Παθολογικής Κλινικής του ΑΠΘ, παρουσιάσθηκε με τίτλο “ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΕΝΤΕΚΑΒΙΡΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΕΝΕΡΓΟ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Β” υπό Κουντουρά και συν., στο 30ο Πανελλήνιο Συνέδριο Γαστρεντερολογίας, Αθήνα 2010 και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ann Gastroenterol 2010;23(Suppl):Ρ128. Η μελέτη περιλάμβανε 71 ασθενείς με χρόνια ενεργό ηπατίτιδα Β [52 άνδρες, 19 γυναίκες, μέσης ηλικίας 53,4 έτη (αναλογία 31-79 έτη) που λάμβαναν ως per os θεραπευτική αγωγή το nucleos(t)ide analog entecavir το οποίο χορηγείται ίσαμε σήμερα (Nguyen MH, et al. Clin Microbiol Rev 2020;33:e00046-19). Εκτιμώντας το επάγγελμα των ασθενών, η μελέτη έδειξε ότι μόνο 1 από τους συνολικά 52 άρρενες ασθενείς ήταν ιερέας με την ιδιότητα ενεργού λειτουργού, ήτοι ποσοστό 1,92%. (…)
Η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι οι λαϊκοί είχαν σημαντική υψηλή πιθανότητα να πάσχουν από HBV λοίμωξη σε σχέση με τους κληρικούς (p<0 span="">όσον αφορά στον HBV ή πιθανόν και άλλους ιούς ανάλογου επιδημιολογικού profile συμπεριλαμβανομένου και του nCoV.
Συνοπτικά, τα ευρήματα αυτά δηλώνουν ότι οι κληρικοί όχι μόνο δεν αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου μετάδοσης του ιού HBV αλλά φαίνεται ότι αντιπροσωπεύουν ασφαλή ομάδα σε σύγκριση με τα υπόλοιπα επαγγέλματα (...).
Δεδομένης: α) της αναφερόμενης εντόπισης του HBV και του nCoV σε εκκρίσεις του ξενιστή που περιλαμβάνουν και τον σίελο, β) της κατάλυσης της εναπομείνασας συνήθως μεγάλης ποσότητας Θείας Μεταλήψεως μετά την Θεία Κοινωνία των πιστών από τους λειτουργούς και γ) της αναμενόμενης υψηλής συχνότητας ιοφορίας από HBV ή αναλογικά από nCoV στους ιερείς ως μολυσματικής δεξαμενής λόγω Θείας Κοινωνίας, απεδείχθη στατιστικώς ότι δεν ισχύει».
Το συγκεκριμένο απόσπασμα βλ. στο ιστολόγιο «Νεκρός για τον κόσμο», υπό τον τίτλο «Επιστημονικά συμπεράσματα για τη μετάδοση ασθενειών μέσω της θείας κοινωνίας: η περίπτωση της Ηπατίτιδας Β (HBV)».
Ολόκληρο το άρθρο του καθηγητή στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου (impantokratoros.gr), με τον τίτλο που αναφέραμε στην αρχή.
4. Επίσημη ανακοίνωση της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου του Νέου, Σουτσεάβα Ρουμανίας (μετάφραση από τα ρουμανικά):
«Θέλουμε να έχετε υπόψη ότι ο Ιεράρχης μας Σεβασμιώτατος Ποιμήν λειτούργησε κατά την Πασχαλινή θεία Λειτουργία, όπως και την άλλη μέρα, μαζί με όλους τους πατέρες της μονής Αγίου Ιωάννου του Νέου. Όλοι τους κοινώνησαν από το ίδιο άγιο Ποτήριο, όπως κάθε φορά συμβαίνει στη θεία Λειτουργία, εκτός από ένα, τον διάκονο που εκτελούσε χρέη νεωκόρου και φρόντιζε για την τάξη της ακολουθίας.
Τώρα, μετά από πολλές συζητήσεις και αρνητικά σχόλια που ακούστηκαν στην τηλεόραση, ήρθαν τα εργαστηριακά αποτελέσματα των πατέρων και των λαϊκών διακονητών της ιεράς μας μονής.
Από όλους αυτούς πού υποβλήθηκαν στο τεστ, ένας μόνον βρέθηκε θετικός, και αυτός είναι ο διακόνος που ΔΕΝ κοινώνησε από το άγιο Ποτήριο που κρατούσε ο Επίσκοπος».
Πηγή: Πρακτορείο Εκκλ. Ειδήσεων «Ρομφαία»: «Ο Κύριος θαυμαστώνει το έλεός του στη θεία ευχαριστία»
Προσοχή: Δεν είναι παραμύθι («fake news»). Η είδηση στα ρουμανικά, με αναφορές στα πορίσματα της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας της περιοχής, που διεξήγαγε τις εξετάσεις: «Rezultatul anchetei epidemiologice în cazul ÎPS Pimen: nicio persoană intrată în contact cu arhiepiscopul nu s-a îmbolnăvit de Covid-19» ( = «Αποτέλεσμα της επιδημιολογικής έρευνας για την υπόθεση του Σεβασμιωτάτου Ποιμένος: κανένα άτομο σε επαφή με τον αρχιεπίσκοπο δεν αρρώστησε με τον Covid-19»).
5. Απόσπασμα από το άρθρο του π. Νικολάου Λουδοβίκου, πανεπιστημιακού, «Μεταλαμβάνοντας σε καιρούς πανδημίας», στο ιστολόγιο «Αντίφωνο»:
«Τεράστιο πλήθος ιερέων, του γράφοντος τις γραμμές αυτές συμπεριλαμβανομένου, έχει πάμπολλες φορές κοινωνήσει εξακολουθητικά ανθρώπους με βαρύτατες και κάποτε αθεράπευτες ασθένειες και φυσικά, όπως επιβάλλεται από τους λειτουργικούς κανόνες, κατέλυσε το υπόλοιπο, χωρίς ποτέ να πάθει τίποτα.
Εάν ο ισχυρισμός αυτός ήταν σωστός [σ.σ.: ότι δήθεν υπάρχει κίνδυνος], τότε κανείς από τους ιερείς δεν θα ξεπερνούσε τα 35 ή 40 χρόνια ζωής, το δε εκκλησίασμα, κοινωνώντας μάλιστα μαζικά κατά τις μεγάλες εορτές, θα έπασχε συνεχώς και βαρέως.
[...] Τούτο σημαίνει πως τα Τίμια Δώρα, ακόμη και αν υποστούν εξωτερική φθορά (όπως, για παράδειγμα, η μούχλα) ή αναμιχθούν αθελήτως (ή και, υποθετικά, κακοβούλως) με ιούς και μικρόβια, η παρούσα χάρις δεν επιτρέπει να καταστούν επιβλαβή για την υγεία του πιστού, ακριβώς διότι, όπως πάλι ο Συμεών ο Νέος θεολόγος επέμενε, αποτελούν ήδη πραγματικότητα και παρουσία της Βασιλείας του Θεού (πρβλ. τα λόγια του Χριστού «καν θανάσιμον τι πίωσιν ου μη αυτούς βλάψει», Μαρκ. 16,18). [...]».
Για τους χριστιανούς, η θεία κοινωνία δεν είναι απλό έθιμο, που μπορεί και να αναβληθεί επ’ αόριστον ή να σταματήσει, αλλά εφαρμογή των λόγων του Ιησού Χριστού: «Εγώ είμαι ο άρτος [=το ψωμί] της ζωής. Αυτός είναι ο άρτος που κατεβαίνει από τον ουρανό, για να φάει ο άνθρωπος απ’ αυτόν και να μην πεθάνει. Εγώ είμαι ο ζωντανός άρτος, που κατέβηκε από τον ουρανό. Αν κάποιος φάει από αυτό τον άρτο, θα ζήσει αιώνια. Και ο άρτος που θα δώσω, είναι η σάρκα μου, την οποία θα δώσω υπέρ της ζωής του κόσμου...» κ.τ.λ. (βλ. κατά Ιωάννην, 6, 50-58).
Η στάση των χριστιανών του 3ου αιώνα σε θανατηφόρα επιδημία
Ως υστερόγραφο, άσχετο με τη θεία κοινωνία, αλλά σχετικό με τον τρόπο αντιμετώπισης μιας θανατηφόρας επιδημίας (αλλά και του ίδιου του θανάτου) από τους χριστιανούς, ας θυμηθούμε την αυταπάρνηση, με την οποία οι χριστιανοί βοήθησαν σε θανατηφόρα επιδημία του 3ου αιώνα μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια. Το διαβάζουμε στις περιγραφές του εκκλησιαστικού ιστορικού του 4ου αι. Ευσέβιου (βλ. Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, 7, 22) και νομίζω πως κάτι έχει να μας πει για το σήμερα:
«Όρμησε κι αυτή η αρρώστια...
Οι περισσότεροι λοιπόν από τα αδέρφια μας, από υπερβολική κι αδερφική αγάπη, αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλον, χωρίς να νοιάζονται για τον εαυτό τους, άφοβα έκαναν επισκέψεις στους αρρώστους, τους προσέφεραν τις υπηρεσίες τους, τους περιποιούνταν “εν Χριστώ” και πέθαιναν πολύ ευχαρίστως μαζί τους, αφού προηγουμένως πάθαιναν μόλυνση από την επαφή τους με τους άλλους, κολλούσαν την αρρώστια από τους πλησίον και, με τη θέλησή τους, δοκίμαζαν τους πόνους.
Και πολλοί, αφού περιποιήθηκαν τους άλλους στην αρρώστια τους και τους έδωσαν δύναμη, οι ίδιοι πέθαναν, μεταφέροντας κατά κάποιο τρόπο το θάνατο εκείνων στους εαυτούς τους. Και το λαϊκό ρητό, που πάντα μοιάζει με απλή φιλοφρόνηση, το έκαναν πραγματικότητα, κάνοντας την αναχώρησή τους εξαγνιστήριο υποκατάστατο για τους άλλους (περίψημα).
Οι καλύτεροι λοιπόν από τους αδερφούς μας και μερικοί πρεσβύτεροι και διάκονοι και λαϊκοί με αυτό τον τρόπο έφυγαν από τη ζωή, επαινούμενοι πολύ, έτσι ώστε και αυτό το είδος του θανάτου, αποτέλεσμα μεγάλης ευσέβειας και πίστης ισχυρής, καθόλου κατώτερο να μη μοιάζει από το μαρτύριο. Και αφού με απλωμένα χέρια σήκωναν τα σώματα των αγίων και τα έπαιρναν στην αγκαλιά τους, και τους έκλειναν τα μάτια και τα στόματα και τους κουβαλούσαν στους ώμους τους, και τους μετέφεραν έξω, τους αγκάλιαζαν και τους έλουζαν και τους στόλιζαν με τη νεκρική στολή, μετά από λίγο χρόνο, το ίδιο γινόταν και σ’ αυτούς, γιατί, πάντοτε εκείνοι που απέμεναν στη ζωή, ακολουθούσαν στο θάνατο αυτούς που πέθαναν προηγουμένως.
Οι εθνικοί (=ειδωλολάτρες) όμως έκαναν τα τελείως αντίθετα. Έδιωχναν ακόμη και εκείνους που μόλις άρχιζαν να αρρωσταίνουν, και απέφευγαν τους αγαπημένους τους και τους πετούσαν στους δρόμους μισοπεθαμένους, και τους νεκρούς τούς έριχναν άταφους στα σκουπίδια, στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν τη διάδοση και το άγγιγμα του θανάτου, πράγμα διόλου εύκολο να αποφύγουν, παρά τις πολλές προφυλάξεις τους».
Το παρόν αφιερώνεται στον π. Χρύσανθο Κατσουλογιαννάκη (1893 – 1972), τον ιερέα της Σπιναλόγκας, που κοινωνούσε μαζί με τους λεπρούς.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!