Σε παλαιότερο άρθρο μου, αναφερόμενος στη συμφωνία μερικής υιοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, επεσήμανα ότι «μεγαλύτερο προβληματισμό προκαλούν όχι όσα ρυθμίστηκαν, αλλά όσα συνειδητά οι δύο χώρες απέφυγαν να ορίσουν». Ειδικότερα καταδείκνυα την αντίφαση των μέχρι τότε δηλώσεων της Ελλάδας, καθώς από τη μια «δημοσίως εμμέναμε ότι όλα τα νησιά έχουν πλήρη επήρεια ΑΟΖ» αλλά από την άλλη «με την κρισιολογούμενη συμφωνία αποδεχόμαστε να παρεισφρήσει και η αρχή της αναλογικότητας -πάγιο αίτημα των Τούρκων-, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπεται η αρχή της μέσης γραμμής/ίσες αποστάσεις. Κατόπιν τούτου, μόνοι μας δώσαμε επήρεια ΑΟΖ στην Κρήτη κατά 90% και στην Κάσο, Κάρπαθο και Ρόδο περίπου 80%». Και καταλήγαμε στη διαπίστωση ότι «Είναι προφανές ότι Ελλάδα και Αίγυπτος κλείνουν το μάτι στην Τουρκία. Το γεγονός ότι δεν οριοθετήθηκε ΑΟΖ ανατολικότερα του 28ου μεσημβρινού δίνει ζωτικό χώρο στην Τουρκία. Εάν συνδυάσουμε το γεγονός ότι Ελλάδα και Αίγυπτος αποδέχονται την πλήρη επήρεια ΑΟΖ των νησιών, αλλά, ταυτόχρονα, υιοθετούν και την αρχή της αναλογικότητας ανοίγει πλήρως ο δρόμος για μια συμφωνία και με την Τουρκία, καθώς φαίνεται να εισακούεται το αίτημά της για εφαρμογή της αρχής της ευθυδικίας. Δηλαδή, κινούμαστε στην υιοθέτηση της αρχής ίσης απόστασης ειδικών περιστάσεων, η οποία έχει γίνει κατ’ επανάληψη αποδεκτή από το Διεθνές Δικαστήριο.
Το ερώτημα, βέβαια, που προκύπτει είναι συγκεκριμένο: Έχουμε κάποιο εχέγγυο ότι η Τουρκία θα αδράξει την ευκαιρία; Θα δει θετικά το «κλείσιμο του ματιού» από Ελλάδα και Αίγυπτο; Θα επιδιώξει τη συνεννόηση και την τριμερή συμφωνία; Εάν όχι, η μονομερής αποδοχή από τη χώρα μας των ανωτέρω προβλέψεων (λ.χ. εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας λαμβάνοντας υπόψη την ακτογραμμή της γείτονος) απλώς προσθέτει άλλο ένα όπλο στη φαρέτρα της γείτονος τόσο σε επίπεδο διεθνούς διπλωματίας όσο και ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης».
Τελικά, οι εξελίξεις αποδεικνύουν ότι μάλλον δεν κλείναμε από κοινού με την Αίγυπτο το μάτι στην Τουρκία. Το Υπουργείο Πετρελαίου της Αιγύπτου, στις 18.2.2021 προχώρησε σε προκήρυξη - πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τα «οικόπεδα» της χώρας στην Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, ένα από αυτά (το EGY-MED-w18) φαίνεται να προσδιορίζεται με βάση τα εξωτερικά όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας, όπως αυτά έχουν κατατεθεί από την Άγκυρα στον ΟΗΕ ήδη από το Νοέμβριο του 2019. Στην ουσία δηλαδή, δίχως σοβαρή αιτιολογία «τέμνεται» στη μέση η δυνητική οριοθέτηση της ΑΟΖ με τη χώρα μας νοτίως της Ρόδου και φαίνεται οι Αιγύπτιοι να αναγνωρίζουν σχετικά δικαιώματα στην Τουρκία και όχι στην Ελλάδα.
Προφανώς, η Ελληνική διπλωματία θα κληθεί να λειτουργήσει για άλλη μια φορά πυροσβεστικά. Ωστόσο, πρέπει κάποια στιγμή να αρχίσουμε να είμαστε προμηθείς κι όχι επιμηθείς. Στην περιοχή της ανατολικής μεσογείου διαπλέκονται συμφέροντα και ομολογημένες φιλοδοξίες αρκετών κρατών και παγκόσμιων εταιρικών ομίλων. Τούτο δεν έχει να κάνει μόνον με την εκμετάλλευση τυχόν πετρελαίου και ορυκτών πόρων στην περιοχή, αλλά και με τη διέλευση των αγωγών φυσικού αερίου. Ειδικά το εγχείρημα των τελευταίων συναθροίζει οικονομικές και γεωπολιτικές δυσχέρειες. Η αρχική επιλογή του αγωγού EastMed που θα μετέφερε το φυσικό αέριο από την Ανατολική Μεσόγειο στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της Κυπριακής και Ελληνικής ΑΟΖ παρουσιάζει ποικίλες δυσκολίες. Από το ιδιαίτερα μεγάλο κόστος του έργου μέχρι την επιθετική πολιτική της Τουρκίας που διεκδικεί δικαιώματα στην περιοχή απειλώντας διαρκώς με casus belli. Για το λόγο αυτό ήδη συζητείται ως εναλλακτική διαδρομή η διασύνδεση Ισραήλ, Αιγύπτου και Ελλάδας (μέσω της Κρήτης). Επιλογή που μειώνει το γεωπολιτικό ρόλο της Κύπρου, αλλά ταυτοχρόνως υπερκεράζει το εμπόδιο της τουρκικής προκλητικότητας.
Την ίδια ώρα, Ισραήλ και Αίγυπτος, αποτελώντας τους μεγαλύτερους παραγωγούς φυσικού αερίου στην περιοχή αδημονούν για βιώσιμες λύσεις. Η οικονομική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων δεν είναι κάτι που ανάγεται στη σφαίρα της μεταφυσικής, τουλάχιστον σήμερα που η απόδοση των υδρογονανθράκων σε σχέση με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειες φαντάζει ελκυστική. Ουδείς, όμως, μπορεί να προβλέψει πως θα συμβαίνει το ίδιο μετά από δύο δεκαετίες, λαμβάνοντας υπόψη την πτώση των τιμών του πετρελαίου διεθνώς και την ανάπτυξη της «πράσινης» τεχνολογίας. Συνεπώς, τυχόν περιθωριοποίηση των υδρογονανθράκων έναντι των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της αξίας των κοιτασμάτων σε Αίγυπτο, Ισραήλ και Κύπρο.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω τι πρέπει να πράξει η Ελλάδα; Να ολοκληρώσει τη δουλειά που άφησε στη μέση το περασμένο καλοκαίρι. Να προχωρήσει σε ολική οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, ως αντάλλαγμα της επίσπευσης κατασκευής του αγωγού που θα μεταφέρει το αιγυπτιακό (αλλά και το ισραηλινό) αέριο στην Ευρώπη. Και αν θέλει και η Τουρκία να προβεί σε αντίστοιχη οριοθέτηση είναι καλοδεχούμενη. Αρκεί, πράγματι, αυτή τη φορά να της «κλείνουμε το μάτι από κοινού» με τις άλλες χώρες της περιοχής…