ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο κύριος σε πρώτο πρόσωπο

0

[..]Τὸν νῶτόν μου ἔδωκα εἰς μάστιγας, τὰς δὲ σιαγόνας μου εἰς ῥαπίσματα, τὸ δὲ πρόσωπόν μου οὐκ ἀπέστρεψα ἀπὸ αἰσχύνης ἐμπτυσμάτων,[…]

(Ησαΐας κεφάλαιο Ν’ (50) στ.6

Ἐξέδυσάν με τὰ ἱμάτιά μου, καὶ ἐνέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην, ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου, στέφανον ἐξ ἀκανθῶν, καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν μου χεῖρα, ἔδωκαν κάλαμον, ἵνα συντρίψω αὐτούς, ὡς σκεύη κεραμέως.

Τὸν νῶτόν μου ἔδωκα εἰς μαστίγωσιν, τὸ δὲ πρόσωπόν μου οὐκ ἀπεστράφη ἀπὸ ἐμπτυσμάτων, βήματι Πιλάτου παρέστην, καὶ σταυρὸν ὑπέμεινα, διὰ τὴν τοῦ κόσμου σωτηρίαν.

(Από την Ακολουθία των Αγίων και Αχράντων Παθών Δοξαστικό των Αίνων)

 

Τα Πάθη Μου αρχίζουν. Κοιτάξτε αυτούς που με κρατάνε και με κοροϊδεύουν και με χτυπάνε. Μου σκέπασαν το πρόσωπό  Μου με ένα ρούχο, και με ρωτάνε:

-Ποιος σε χτυπάει προφήτη; Ποιος; 

Η κακία θα κορυφωθεί. Θα φτάσει ως εκεί που δεν το βάζει ο νους σας. Να οι εχθροί Μου, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, γεμάτοι μίσος με παίρνουν και με φέρνουν στο συνέδριο τους μέσα στη νύχτα.

– Είσαι ο Υιός του Θεού; με ρωτάνε.

-Εσείς το λέτε ότι είμαι. Τι με ρωτάς; Ρώτησε αυτούς που με άκουσαν τι είπα σε εκείνους.

- Αυτό είναι βλασφημία και τιμωρείται με θάνατο, φώναξαν εξαγριωμένοι οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι.

- Να τον πάμε στον Πιλάτο! Στο Ρωμαίο ηγεμόνα!. Κατόπιν με άρπαξαν και με πήγαν σε αυτόν.

- Διαστρέφει το έθνος μας και λέει να μην πληρώνουμε φόρους στον Καίσαρα. Αναταράσσει το λαό με τις επαναστατικές διδασκαλίες του, έκραξαν.

- Δεν βρίσκω λόγο τιμωρίας Του τον ανέκρινα και είναι αθώος, είπε ο Πιλάτος.

- Είναι! Είναι επαναστάτης! Ξεσήκωσε όλη την Ιουδαία, αρχίζοντας από την Γαλιλαία! είπαν τώρα οι κατήγοροί Μου.

- Στον Ηρώδη τότε, αφού είναι Γαλιλαίος. Είναι εδώ στην Ιερουσαλήμ αυτές τις μέρες, φώναξε ο Πιλάτος.

Χάρηκε που με είδε ο Ηρώδης. Ήθελε από καιρό να με δει, γιατί είχε ακούσει πολλά για μένα, και έλπιζε πως θα έβλεπε και κάποιο θαύμα Μου. Αυτός που εκτέλεσε τον Βαπτιστή Μου τον Ιωάννη.

Με ρώτησε για πολλά. Εγώ δεν μιλούσα. Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι άρχισαν να λένε κατηγορίες. Σαν είδε ο Ηρώδης ότι δεν του απάντησα στις ερωτήσεις του και ακούγοντας και τις φωνές των οργισμένων Γραμματέων και Φαρισαίων, άλλαξε συμπεριφορά. Έπιασε να με κοροϊδεύει και να με εξευτελίζει μαζί με τους στρατιώτες του. Μου φόρεσε μια λαμπρή στολή και με έστειλε πίσω στον Πιλάτο.

-Μου φέρατε εδώ αυτόν τον άνθρωπο με βαριές κατηγορίες, μα εγώ τον ανέκρινα μπροστά σας και δεν βρίσκω να έκανε τίποτα για να τον τιμωρήσω. Θα διατάξω να τον μαστιγώσουν και θα τον αφήσω ελεύθερο, είπε ο Πιλάτος.

-ΟΧΙ, ΟΧΙ! Έκραξαν όλοι τους.

 -Θανάτωσε τον και ελευθέρωσε τον Βαραββά.

- Σταύρωσέ Τον, σταύρωσέ Τον!

Ο Πιλάτος πρόσταξε να του φέρουν μια λεκάνη με νερό. Έπλυνε τα χέρια του και είπε:

-Είμαι αθώος για το αίμα αυτού του ανθρώπου, εσείς έχετε το κρίμα.

-Το αίμα Του ας πέσει πάνω μας και πάνω στα παιδιά μας.

- Αφήστε ελεύθερο τον Βαραββά, μαστιγώστε τον Ιησού. Πάρτε Τον και σταυρώστε Τον.

Τότε οι στρατιώτες του Πιλάτου με πήγαν στην αυλή του Πραιτωρίου. Μάζεψαν γύρω Μου όλοι τη φρουρά. Με γύμνωσαν και μου φόρεσαν μια κόκκινη χλαμύδα, ένα μανδύα, για να με κοροϊδέψουν σαν βασιλιά. Έβαλαν στο κεφάλι Μου με δύναμη. Μου έδωσαν κι ένα καλάμι για βασιλικό σκήπτρο. Γονάτισαν μπροστά Μου και έλεγαν:

-Χαίρε ο βασιλιάς των Ιουδαίων! Χα – Χα.

-Μεγαλειότατε… ο Τιβέριος θα ανησυχεί!!!

Μου έδωσαν ξανά τα ρούχα μου. Ο Σταυρός είναι έτοιμος. Αφού τον προσκύνησα Τον πήρα στο δεξιό ώμο μου, για να ανέβω στο Γολγοθά μαζί με δύο αμαρτωλά πλάσματά μου, δύο ληστές. Είπαν στις γυναίκες που έκλαιγαν για Μένα, ότι δεν έπρεπε να το κάνουν αυτό. Να θρηνήσουν μόνο για τους εαυτούς και για τα παιδιά τους. Γιατί θα ερχόντουσαν μέρες που η Ιερουσαλήμ θα πλήρωνε για τις αμαρτίες της, οι εχθροί της θα γκρέμιζαν τα ωραία οικοδομήματά της και το Ναό της και θα έσφαζαν και θα πετούσαν της παιδιά της. Δεν θα άφηναν πέτρα πάνω στην πέτρα. Καλότυχες οι στείρες και οι κοιλιές που δεν γέννησαν και οι μαστοί που δεν θήλασαν. Τότε θα αρχίσουν να λένε στα βουνά, πέστε πάνω μας και στους λόφους σκεπάστε μας.

Φτάσαμε στο Γολγοθά. Δεν θέλησα να πιω από το ποτήρι που μου πρόσφεραν. Έπρεπε να γευτώ ολόκληρο τον πόνο του Σταυρού. Με ξάπλωσαν στο Σταυρό, και άπλωσαν τα χέρια μου οι στρατιώτες.

Ο δήμιος πήρε ένα μεγάλο καρφί, σήκωσε το βαρύ σφυρί του. Καρφώθηκε το ένα Μου χέρι και αμέσως και το άλλο. Ύστερα κάρφωσαν και τα πόδια μου. Το αίμα μου χύνεται ποτάμι για τον Αδάμ τον παραπεσόντα.

Περίγελος, κατευχαριστημένοι οι φονιάδες μου, αρχιερείς με τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους.

-Άλλους έσωσε, τον εαυτό Του δεν μπορεί να Τον σώσει. Αν Αυτός είναι ο Χριστός, ο εκλεκτός του Θεού, ο βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατέβει από τον Σταυρό και τότε θα πιστέψουμε σ’ Αυτόν.

Οι δύο ληστές που σταυρώθηκαν μαζί μου, με λοιδορούσαν.

-Εσύ δεν είσαι ο Χριστός; Εσύ δεν είσαι ο Μεσσίας. Σώσε τον εαυτό Σου κι εμάς.

Όμως ο άλλος:

-Σταμάτα πια! Δεν φοβάσαι καθόλου το Θεό; Η δική μας εκτέλεση είναι δίκαιη για το κακό που έχουμε κάνει. Αυτός εδώ όμως δεν έκανε κακό. Ιησού, Ιησού να με θυμηθείς όταν θα μπεις στη Βασιλεία Σου.

Η πρώτη μεγάλη τιμή μου:

-Αλήθεια σου λέγω. Από σήμερα θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο.

Βλέπω κάτω από το Σταυρό μου, αγαπητούς μου ανθρώπους. Κάποιες γυναίκες, και μαζί με αυτές τον αγαπημένο μαθητή Ιωάννη, με τη γυναίκα που με έφερε στον κόσμο.

-Γυναίκα, ιδού ο γιος σου της είπα.

-Ιωάννη, ιδού η μητέρα σου του είπα.

Η πλάση που έφτιαξα με τον Πατέρα μου και το Άγιο Πνεύμα πενθεί. Ήταν η ώρα έκτη, μεσημέρι και πυκνό σκοτάδι έπεσε στη γη ως την ενάτη ώρα.

Ήρθε η ώρα να σώσω τους Προπάτορες Αδάμ και Εύα, να λύσω τα δεσμά του θανάτου, να καταργήσω τον Άδη, να μεταφέρω το χαρμόσυνο μήνυμα της σωτηρίας στους από αιώνες νεκρούς.

-Τετέλεσται! Πατέρα, στα χέρια Σου παραδίνω το πνεύμα Μου, και έγειρα το κεφάλι Μου νεκρός πια.

Το έργο Μου τελείωσε. Η σωτηρία του ανθρώπου πραγματοποιήθηκε. Έμεινα στον Άδη τρεις μέρες ως νικητής Του.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ