Η εορτή της Βάπτισης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δηλαδή τα Θεοφάνεια (6 Ιανουαρίου), συγκαταλέγεται στις κορυφαίες εορτές της χριστιανοσύνης και κλείνει το λεγόμενο «Άγιο Δωδεκαήμερο», που περιλαμβάνει τα Χριστούγεννα (25 Δεκεμβρίου), την εορτή της Περιτομής του Χριστού (1 Ιανουαρίου – συμπίπτει με την εορτή του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου και συμπτωματικά με την πολιτική πρωτοχρονιά, ενώ η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά παραμένει την 1η Σεπτεμβρίου) και όσες άλλες εορτές περικλείονται σε αυτό.
Όπως όλες οι μεγάλες εκκλησιαστικές εορτές, που ο λαός μας τις υπεραγαπούσε και τις γιόρταζε με ενθουσιασμό, όσο ανέπνεε την ατμόσφαιρα του πολιτισμού του, έτσι και εκείνη των Θεοφανείων έχει δύο πτυχές: την καθαρά πνευματική (θεολογική) και την πολιτισμική.
Η θεολογική σημασία των Θεοφανείων είναι τεράστια. Περιλαμβάνουν την πρώτη ξεκάθαρη αποκάλυψη της τριαδικότητας του Θεού εντός της Καινής Διαθήκης και ίσως την πλέον ξεκάθαρη ολόκληρης της Αγίας Γραφής: ενώ ο Υιός του Θεού, «γενόμενος άνθρωπος», βαπτίζεται από τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο στον Ιορδάνη ποταμό, ο ίδιος ο άγιος Ιωάννης, ως μέγιστος προφήτης, ακούει τη φωνή του Θεού Πατρός, «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα», ενώ το Πανάγιο Πνεύμα, «ἐν εἴδει περιστερᾶς» (με μορφή περιστεριού), κάθεται στην κεφαλή του Ιησού (Ματθ. 3, 16-17, Μάρκ. 1, 9-11, Λουκ. 3, 21-22, Ιω. 1, 32-34). Αυτός είναι και ο λόγος που η εορτή ονομάζεται «Θεοφάνεια», δηλ. φανέρωση του Θεού.
Το βάπτισμα του Ιωάννη δεν πρόσφερε τίποτε στον Ιησού Χριστό, αλλά Εκείνος, προσερχόμενος και ζητώντας να βαπτιστεί σαν να ήταν κοινός άνθρωπος, ακολουθεί την πορεία πνευματικής ωρίμανσης του ανθρώπινου γένους (διέρχεται πρώτα το στάδιο της Παλαιάς Διαθήκης, κλείνει την πόρτα της με το βάπτισμα του Ιωάννη, στη συνέχεια παραμένει επί σαράντα ημέρες στην έρημο αντιμετωπίζοντας τους πειρασμούς και τότε μόνον αναλαμβάνει το έργο Του, κηρύσσοντας και πραγματοποιώντας την έλευση της Καινής Διαθήκης στον κόσμο). Επίσης, επικυρώνει την αυθεντική προφητική κλήση και τη διδασκαλία του Ιωάννη, ενώ η είσοδός Του στον ποταμό ευλογεί και καθαγιάζει όχι μόνο το υγρό στοιχείο, αλλά συνολικά το φυσικό περιβάλλον (την Κτίση του Θεού), γι’ αυτό και κατά την ημέρα της εορτής – όπως και την παραμονή της – πραγματοποιούμε τον αγιασμό των υδάτων. Ο καθαγιασμός αυτός ήταν αναγκαίος για τη φύση, λόγω των ειδωλολατρικών τελετουργιών, που τη «μόλυναν» με πράξεις λατρείας σκοτεινών και επικίνδυνων «θεοτήτων», συχνά με τελετές μαύρης μαγείας και ανθρωποθυσίες, σε ολόκληρο τον πλανήτη επί χιλιετίες.
Ο Ιησούς Χριστός δεν «χρίστηκε» Μεσσίας ή Υιός του Θεού κατά την ημέρα της βάπτισής Του, όπως νομίζουν μερικοί, αλλά ήταν ήδη ο Μεσσίας «ἐξ ἄκρας συλλήψεως», δηλ. από τη στιγμή της ενσάρκωσής Του μέσα στη μήτρα της Θεοτόκου. Γι’ αυτό και ως έμβρυο ακόμη χαρακτηρίζεται «ο Κύριος» (Λουκ. 1, 43), ενώ από παιδί ο ίδιος αποκαλεί τον Θεό «Πατέρα Του» (Λουκ. 2, 49).
Οι τρεις πειρασμοί
Αμέσως μετά τη βάπτισή Του ο Κύριος έρχεται στην έρημο, όπου νηστεύει επί σαράντα ημέρες (γι’ αυτό κι εμείς έχουμε νηστείες σαράντα ημερών) και στη συνέχεια αντιμετωπίζει τον διάβολο, που επιχειρεί να Τον παραπλανήσει με τρεις «πειρασμούς» (δοκιμασίες): α) να μετατρέψει τις πέτρες σε ψωμιά, για να φάει, β) να πέσει από τη στέγη του ναού των Ιεροσολύμων, γνωρίζοντας ότι δεν θα πάθει τίποτε, και γ) να πάρει δικές του «πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν», με την προϋπόθεση να πέσει και να προσκυνήσει τον διάβολο! (Ματθ. 4, 1-11, Μάρκ. 1, 12-13, Λουκ. 4, 1-13).
Η αντιμετώπιση των τριών πειρασμών από τον Κύριο περιέχει ένα μήνυμα εξαιρετικής σπουδαιότητας: ο Ιησούς δεν χρησιμοποίησε τις θεϊκές Του δυνάμεις για να απομακρύνει τον διάβολο, αλλά μόνον αρνήθηκε κατηγορηματικά τις προτάσεις του, βασίζοντας μάλιστα την άρνησή του σε στίχους από την Αγία Γραφή (την Παλαιά Διαθήκη, εφόσον η Καινή Διαθήκη δεν είχε συνταχθεί ακόμη). Αυτό μας κληροδοτεί το άριστο υπόδειγμα αντιμετώπισης των ηθικών διλημμάτων, που είναι βέβαιο ότι θα προκύψουν στη ζωή μας, ενώ η ενδεχόμενη χρήση υπερανθρώπινων δυνάμεων από πλευράς του Χριστού δεν θα είχε να μας προσφέρει κανένα υπόδειγμα.
Η εορτή και η διδασκαλία του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή
Μία μέρα μετά την εορτή των Θεοφανείων, εορτάζουμε τη «Σύναξη» (τιμητική εορτή) του Τιμίου Προδρόμου, του προσώπου που συμμετείχε καθοριστικά στο γεγονός της προηγούμενης εορτής. Η εορτή αυτή μας παραπέμπει κυρίως στην επίγεια δράση και τη διδασκαλία του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και Βαπτιστή, ενώ η μεγάλη εορτή της «αποτομής της κεφαλής του» (29 Αυγούστου) παραπέμπει στον δραματικό και μαρτυρικό – αλλά ένδοξο ενώπιον του Θεού – θάνατό του.
Η διδασκαλία του Τιμίου Προδρόμου είναι βαθιά κοινωνική, ακόμη και πολιτική (με την ευρεία έννοια, που αποδεικνύει ότι η πολιτική έχει και πνευματική διάσταση, θετική ή αρνητική), και δυστυχώς παραμένει δραματικά επίκαιρη, ακόμη και δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα.
Ιδού η διδασκαλία του εν συντομία [1], όπως καταγράφεται στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο (3, 7-14, και 19-20):
«Ἔλεγεν οὖν τοῖς ἐκπορευομένοις ὄχλοις βαπτισθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ· γεννήματα ἐχιδνῶν, τίς ὑπέδειξεν ὑμῖν φυγεῖν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς; Ποιήσατε οὖν καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, καὶ μὴ ἄρξησθε λέγειν ἐν ἑαυτοῖς, πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι δύναται ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ. Ἤδη δὲ καὶ ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων κεῖται· πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται.
Καὶ ἐπηρώτων αὐτὸν οἱ ὄχλοι λέγοντες· τί οὖν ποιήσομεν; Ἀποκριθεὶς δὲ λέγει αὐτοῖς· ὁ ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μὴ ἔχοντι, καὶ ὁ ἔχων βρώματα ὁμοίως ποιείτω.
Ἦλθον δὲ καὶ τελῶναι βαπτισθῆναι, καὶ εἶπον πρὸς αὐτόν· διδάσκαλε, τί ποιήσομεν; Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς· μηδὲν πλέον παρὰ τὸ διατεταγμένον ὑμῖν πράσσετε.
Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν καὶ στρατευόμενοι λέγοντες· καὶ ἡμεῖς τί ποιήσομεν; Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· μηδένα συκοφαντήσητε μηδὲ διασείσητε, καὶ ἀρκεῖσθε τοῖς ὀψωνίοις ὑμῶν».
«Ὁ δὲ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης, ἐλεγχόμενος ὑπ᾿ αὐτοῦ περὶ Ἡρῳδιάδος τῆς γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ καὶ περὶ πάντων ὧν ἐποίησε πονηρῶν ὁ Ἡρῴδης, προσέθηκε καὶ τοῦτο ἐπὶ πᾶσι καὶ κατέκλεισε τὸν Ἰωάννην ἐν τῇ φυλακῇ».
Σε απλά νεοελληνικά:
«Ἔλεγε λοιπὸν εἰς τὰ πλήθη ποὺ ἔβγαιναν διὰ νὰ βαπτισθοῦν ἀπ’ αὐτόν, “Γενεὰ ἐχιδνῶν, ποιὸς σᾶς ὑπέδειξε νὰ ἀποφύγετε τὴν μέλλουσαν ὀργήν; Κάνετε λοιπὸν καρποὺς ἄξιους τῆς μετανοίας καὶ μὴ ἀρχίσετε νὰ λέτε μέσα σας, “Πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ”, διότι σᾶς λέγω ὅτι ὁ Θεὸς μπορεῖ ἀπὸ τὶς πέτρες αὐτὲς νὰ κάνῃ παιδιὰ διὰ τὸν Ἀβραάμ. Ἡ ἀξίνα εἶναι πιὰ κοντὰ εἰς τὴν ρίζαν τῶν δένδρων, καὶ κάθε δένδρον ποὺ δὲν θὰ κάνει καρπὸν καλὸν τὸ κόβουν σύρριζα καὶ τὸ ρίχνουν στὴν φωτιά”.
Καὶ τὰ πλήθη τῶν ἐρωτοῦσαν, “Τὶ λοιπὸν νὰ κάνωμε;”. Αὐτὸς δὲ τοὺς ἀπεκρίθη, “Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει δύο ὑποκάμισα ἂς δώσῃ εἰς ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἔχει καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τρόφιμα ἂς κάνῃ τὸ ἴδιο”.
Ἦλθαν δὲ οἱ τελῶναι (φοροεισπράκτορες) νὰ βαπτισθοῦν καὶ τοῦ εἶπαν, “Διδάσκαλε, τί νὰ κάνωμε;” Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε, “Νὰ μὴ εἰσπράττετε τίποτε περισσότερον ἀπὸ ὅ,τι σᾶς ἔχουν διατάξει”.
Τὸν ἐρωτοῦσαν καὶ στρατιωτικοί, “Καὶ ἐμεῖς τί νὰ κάνωμε;”. Εἰς αὐτοὺς εἶπε, “Κανένα νὰ μὴ ἐκβιάσετε, οὔτε νὰ συκοφαντήσετε, ἀλλὰ νὰ ἀρκῆσθαι εἰς τὸν μισθό σας”».
«Ὁ δὲ Ἡρώδης ὁ τετράρχης, ἐπειδὴ κατηγορεῖτο ἀπὸ αὐτὸν διὰ τὴν Ἡρωδιάδα, τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του, καὶ δι’ ὅλα τὰ κακὰ ποὺ εἶχε κάνει ὁ Ἡρώδης, προσέθεσε εἰς ὅλα αὐτὰ καὶ τοῦτο: ἔκλεισε τὸν Ἰωάννην εἰς τὴν φυλακήν» (όπου και τελικά, παρασυρόμενος από τη δειλία και τα πάθη του, τον εφόνευσε).
Ο πολιτισμός των Θεοφανείων
Η πολιτισμική πτυχή της εορτής περιλαμβάνει αφενός τους υπέροχους ύμνους, τις αριστουργηματικές λειτουργικές ευχές (ιερατικές προσευχές των εκκλησιαστικών τελετών) και την εικονογραφία της εορτής, τη γεμάτη συμβολισμούς και μηνύματα, και αφετέρου τα λαϊκά έθιμα που την περιβάλλουν, όπως αντίστοιχα συμβαίνει σε κάθε μεγάλη εκκλησιαστική εορτή.
Τα έθιμα αυτά εμπεριέχουν, μεταξύ άλλων, τον τρόπο της νηστείας της παραμονής των Θεοφανείων (5 Ιανουαρίου), κατά την οποία παρασκευάζονται ιδιαίτερες συνταγές, όπως τα λεγόμενα «φωτοκόλλυβα» ή «παλληκάρια» στην Κρήτη (σιτάρι και όσπρια διαφόρων ειδών, που βράζονται μαζί και τρώγονται χωρίς λάδι, αφού είναι ημέρα νηστείας αλάδωτης). Οι γεωργοί προσφέρουν φωτοκόλλυβα και στα ζώα τους, ιδιαίτερα στα «ζευτικά» (βόδια και γαϊδουράκια), με τα οποία όργωσαν τα χωράφια τους για να σπείρουν αυτούς τους καρπούς. Εκφράζουν έτσι στα ζώα τον σεβασμό και την ευγνωμοσύνη τους για τον κόπο τους. Προσφέρουν επίσης και στα «πετεινά του ουρανού» (τα άγρια πουλιά, που πετούν περιπλανώμενα και δεν είναι οικόσιτα), σκορπώντας μια ποσότητα στη στέγη ή στα κεραμίδια του σπιτιού τους. Έτσι όλα τα πλάσματα του Θεού, συμβολικά και αντιπροσωπευτικά, συνεορτάζουν μαζί με τους ανθρώπους.
Εξάλλου υπήρχε λαϊκή δοξασία ότι τη νύχτα της παραμονής των Θεοφανείων ο Θεός δίνει στα ζώα το χάρισμα να μιλούν με ανθρώπινη λαλιά, όμως εθεωρείτο ιεροσυλία να επιχειρήσει κάποιος να κρυφτεί στο στάβλο του π.χ. για ν’ ακούσει τις συζητήσεις τους, ιεροσυλία που ενέχει τον κίνδυνο θείας τιμωρίας. Η δοξασία αυτή φυσικά είναι καθαρά λαϊκή και δεν ανήκει στην αυθεντική πνευματική παράδοση της Εκκλησίας μας, φανερώνει όμως την άποψη του λαού μας για καθολική (πλήρη) συμμετοχή όλων των πλασμάτων του κόσμου στη χάρη και την ευλογία του Θεού.
Τέλος, με τον αγιασμό των υδάτων (τον λεγόμενο «μεγάλο αγιασμό»), οι ιερείς περιέρχονται τα χωριά και τις συνοικίες των πόλεων «φωτίζοντας» (ραντίζοντας) τα σπίτια, τα καταστήματα, τα ζώα, τα περιβόλια και τους αγρούς των ανθρώπων, ενώ και οι ίδιοι οι λαϊκοί χριστιανοί λαμβάνουν αγιασμό και «φωτίζουν» εκεί όπου δεν θα φτάσουν οι ιερείς. Τον μεγάλο αγιασμό ο λαός μας τον περιβάλλει με ιδιαίτερο σεβασμό και, εκτός του ότι πίνουμε από αυτόν το πρωί της εορτής, αρκετοί φυλάσσουν μικρή ποσότητα στο εικονοστάσι τους ως ευλογία. Είναι γνωστό ότι δεν αλλοιώνεται (δεν χαλάει) όσα χρόνια κι αν παραμείνει.
Υπάρχουν βέβαια και κάλαντα των Φώτων και άλλα λαϊκά έθιμα, ενώ η τελετή του αγιασμού των υδάτων στη θάλασσα ή στις λίμνες και τα ποτάμια περιλαμβάνει και την κατάδυση γενναίων κολυμβητών, που αψηφούν το κρύο του χειμώνα, για να αναζητήσουν και να επιστρέψουν στον ιερέα τον σταυρό, λαμβάνοντας την ευλογία του και συμβολίζοντας τη διαχρονική προσπάθεια του αγωνιώντος ανθρώπου για την αναζήτηση του Θεού, τον Οποίο ανακαλύπτει, καθώς κολυμπά στο συχνά παγωμένο πέλαγος της ζωής του, μέσω του σταυρωθέντος Χριστού.
Έτσι ο «πολιτισμός των Θεοφανείων» είναι ένας πολιτισμός σχέσεων αγάπης και σεβασμού, όχι μόνο μεταξύ των ανθρώπων, αλλά και με όλα τα δημιουργήματα του Θεού, έμψυχα και άψυχα, όπως είναι ολόκληρος ο πολιτισμός και η πνευματική παράδοση που μεταφέρει η Ορθοδοξία ανά τους αιώνες.
Ας ολοκληρώσουμε αυτήν την αναφορά, επισημαίνοντας ότι η εορτή των Θεοφανείων ονομάζεται και «εορτή των Φώτων», οι χριστιανοί ευχόμαστε μεταξύ μας «καλή φώτιση» και αυτήν την ημέρα γιορτάζουν εκείνοι που φέρουν το όνομα Φώτιος ή Φωτεινή (αν και υπάρχουν άγιος Φώτιος και αγία Φωτεινή, με ιδιαίτερη θέση στην Ιστορία και στο αγιολόγιο της Εκκλησίας μας).
Το όνομα «Φώτα» το απέκτησε η ημέρα εκείνη επειδή, τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, ήταν μία από τις ημέρες που πολλοί «κατηχούμενοι» (άνθρωποι που δεν ήταν ακόμη χριστιανοί, αλλά επιθυμούσαν και προετοιμάζονταν να γίνουν, παρακολουθώντας τη διδασκαλία πνευματικών διδασκάλων και συμμετέχοντας στον χριστιανικό τρόπο ζωής) προγραμμάτιζαν τη βάπτισή τους, ώστε κατόπιν να συνεορτάζουν τη Βάπτιση του Χριστού με τη δική τους προσωπική βάπτιση και ανακαίνιση. Έτσι, μετά τη θεία λειτουργία (κατά τη διάρκεια της οποίας τελούνταν και οι βαπτίσεις), πολλοί έβγαιναν στους δρόμους κρατώντας ακόμη αναμμένες λαμπάδες, δηλαδή «φώτα». Έτσι καθιερώθηκε η ημέρα εκείνη να χαρακτηρίζεται «ημέρα των Φώτων».
Ας ευχηθούμε λοιπόν κι εμείς προς αλλήλους «καλή φώτιση». Η χάρη των Θεοφανείων ας μας δυναμώνει.
[1] Σημείωση
Το αρχαίο κείμενο και η νεοελληνική μετάφραση της Καινής Διαθήκης υπάρχουν και στο Διαδίκτυο, μεταξύ άλλων στην ιστοσελίδα https://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx, όπου μπορείτε να τα αναζητήσετε.