Άλλη μια πρόταση μομφής ακολούθησε την πεπατημένη. Λεκτικά πυροτεχνήματα, υπεκφυγές, προσωπικές ύβρεις και αντιπαραθέσεις. Εντέλει συσπείρωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Και, όμως, η πολιτική επικαιρότητα έδινε έναυσμα για πιο σοβαρές προσεγγίσεις. Η Αξιωματική αντιπολίτευση, για άλλη μια φορά, βιάστηκε. Ίσως καθαρά από «επικοινωνιακή άποψη» έπρεπε να αφήσει να περάσει λίγος χρόνος για να κατανοήσει η ελληνική κοινωνία τι συνέβη το τελευταίο χρονικό διάστημα, πριν δώσει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να στρέψει αλλού τα φώτα της δημοσιότητας. Όμως, τι σχέση έχουν με τη Δημοκρατία όσα ζούμε το τελευταίο διάστημα; Πόσες «εκπτώσεις» ακόμη πρέπει να δεχθούμε αναφορικά με την ποιότητα ενός πολιτεύματος που στη χώρα μας… χωλαίνει;
Ο Χρήστος Ράμμος, πρόεδρος της ΑΔΑΕ (ανεξάρτητης και συνταγματικά κατοχυρωμένης Aρχής) ζήτησε να ενημερώσει -ως όφειλε- το κοινοβούλιο και συγκεκριμένα την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας για τα αποτελέσματα των ελέγχων των αρμόδιων ελεγκτών της ΑΔΑΕ. Οι εκπρόσωποι του κοινοβουλίου αντί να ορίσουν άμεσα συνεδρίαση έκαναν ότι δεν κατάλαβαν. Ειρωνεύτηκαν ότι δήθεν ο Ράμμος «αυτοπροσκλήθηκε» λησμονώντας διάταξη νόμου που οι ίδιοι υπερψήφισαν πριν λίγο καιρό. Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 5002/2022 ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ έχει δικαίωμα -αλλά και υποχρέωση- να ενημερώνει τόσο τον Πρόεδρο της Βουλής όσο και τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων και τον υπουργό Δικαιοσύνης για θέματα που αφορούν τις άρσεις απορρήτου επικοινωνιών. Σοφώς ποιών, ζήτησε να ενημερώσει πρώτα την ίδια τη βουλή, τον κορυφαίο δημοκρατικό θεσμό της χώρας. Όταν οι εκπρόσωποι της τελευταίας τον αγνόησαν -παραβαίνοντας το καθήκον τους τόσο από ηθική άποψη όσο και σύμφωνα με όσα ο Ποινικός Κώδικας ορίζει, καθόσον γνώριζαν τη σημασία και την ανάγκη θεσμικής γνώσης των ευρημάτων των ελέγχων της ΑΔΑΕ- ενημέρωσε, επισήμως, τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος έσπευσε να το εκμεταλλευτεί κομματικά καπελώνοντας για άλλη μια φορά, το πρώτο θύμα αυτής της ιστορίας, αλλά έχοντα ιδιαίτερα χαλαρά πολιτικά αντανακλαστικά, Νίκο Ανδρουλάκη.
Κοντολογίς, ο Ράμμος έκανε την δουλειά του και μπράβο του. Απέδειξε ότι υπάρχουν κάποια θεσμικά αντίβαρα σε τούτη τη χώρα που λειτουργούν. Αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι η αντιμετώπιση που έτυχε ο ίδιος και η ανωτέρω ενέργειά του, τόσο από την κυβέρνηση και τους βουλευτές της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας όσο και από μερίδα των μέσων ενημέρωσης. Οι «νομομαθέστεροι» εξ αυτών τη χαρακτήρισαν «παράνομη» ενέργεια διαρρηγνύοντας τα ιμάτια τους γιατί δήθεν «δεν εφαρμόζεται ο νόμος σε τούτο τον τόπο» και άλλοι αρκέστηκαν να περιγράψουν τις κοκορομαχίες στη βουλή. Επί της ουσίας ουδέν!
Επιμελώς αποφεύγουν να θέσουν το βασικό ερώτημα. Για ποιο λόγο παρακολουθούνταν «νόμιμα» -έχουμε υποστηρίξει και από τούτη τη θέση ότι η τυπική νομιμότητα που προφανώς υπήρχε δεν υπερκεράζει την «ουσιαστική» νομιμότητα, δηλαδή την πραγματική και συνάδουσα με το πνεύμα του νόμου ανάγκη παρακολούθησης- οι συγκεκριμένοι άνθρωποι; Οι τελευταίοι συναποτελούν την ηγεσία του στρατού! Ανάμεσά τους και κορυφαίος (και ικανότατος) υπουργός. Πρόκειται για πρόσωπα της επιλογής της κυβέρνησης!
Αφορούσε πρόσωπα στα οποία, η οργανωμένη κοινωνία ανέθεσε το έργο της ασφάλειάς μας από εξωτερικούς εχθρούς. Τι φοβούνταν η ΕΥΠ -που τους παρακολουθούσε- και ο πρωθυπουργός (στον οποίο υπάγεται η ΕΥΠ) όταν διέτασσαν τις παρακολουθήσεις; Μήπως είναι επικίνδυνοι για το έθνος; Εάν ναι γιατί τους επέλεξαν και διατηρούν, τους περισσότερους, στις ίδιες θέσεις ακόμη και σήμερα; Ή μήπως είχε να κάνει με το ζήτημα των εξοπλιστικών προγραμμάτων και τα ποικίλα «παράπλευρα οφέλη»;
Η ΕΥΠ τελικά φροντίζει για την εθνική μας ασφάλεια ή θεραπεύει την ανασφάλεια όσων εμπλέκονται σε ποικίλες διευθετήσεις; Εκλογές έρχονται και το ερώτημα πρέπει να απαντηθεί. Δεν μιλάμε μόνο για τη Δημοκρατία - όπως κάποιοι περιφρονητικά αναφέρουν προσπαθώντας να υποβιβάσουν, κακώς, τη σημασία του θέματος - αλλά και για την οικονομία. Για τα «λεφτά που πρέπει να υπάρχουν»…