ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΕΛΛΑΔΑ

Η Κύπρος ακολουθεί τα βήματα της Ελλάδας στις γεννήσεις

0

Τα βήματα της Ελλάδας στο οξύ δημογραφικό πρόβλημα ακολουθεί η Κύπρος, καταγράφοντας όλο και πιο χαμηλούς δείκτες γονιμότητας, τους χαμηλότερους στην ιστορία της. Ωστόσο, σε σύγκριση με την Ελλάδα, παρουσιάζει τις δικές της δημογραφικές ιδιομορφίες: «Εμφανίζει μικρότερο ποσοστό ηλικιωμένων (15,9%) συγκριτικά με την Ελλάδα (21,8%) και άλλες χώρες στην Ευρώπη (ευρωπαϊκός μέσος όρος 19,7%), όπως και ένα ιδιαίτερα υψηλό προσδόκιμο ζωής, 82,2 έτη – στην Ελλάδα 81,4 (το υψηλότερο στην Ελβετία, 83,7 έτη, το χαμηλότερο στη Βουλγαρία 74,8). «Επίσης, μολονότι έχει εισέλθει στο στάδιο της πολύ αργής δημογραφικής ανάπτυξης, ο πληθυσμός δεν μειώνεται, κυρίως λόγω της σημαντικής επίδρασης των μεταναστευτικών εισροών», εξηγεί ο Διονύσης Μπαλούρδος, διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών.

Ο πληθυσμός της, 580.000 το 1960, μετά τη συρρίκνωση που υπέστη το 1974-1975 (από τις 640.000 έφτασε τις 510.000), σήμερα ανέρχεται στις 956.800 (ελληνοκυπριακή κοινότητα 713.500 ή 74,6%, τουρκοκυπριακή κοινότητα 92.600 ή 9,7%, ξένοι υπήκοοι 150.700 ή 15,7%· στον συνολικό πληθυσμό της Kύπρου δεν περιλαμβάνονται οι Tούρκοι έποικοι). Αρνητικός ρυθμός καταγράφηκε μόνο το 2014-2015.

Οι γεννήσεις είναι περισσότερες από τους θανάτους, ωστόσο η διαφορά τους μειώνεται (από 6.152 το 1992 σε 3.560 το 2018) λόγω της μεγάλης μείωσης των γεννήσεων, μολονότι σχετική μείωση καταγράφουν και οι θάνατοι. Οι θάνατοι, από 6.300 το 1961, μειώθηκαν σε 5.768 το 2018. Οι γεννήσεις από 15.059 το 1961, ήταν 9.328 το 2018, παραμένοντας σταθερά κάτω από τις 10.000 μετά το 2012. Η μεγάλη κάμψη σημειώθηκε το 1970 (11.801), το 2000 (8.447), ενώ άνοδος σημειώθηκε το 2012 (10.161) λόγω της οικονομικής ευημερίας και ανάπτυξης πριν από την κρίση στη Κύπρο. Η περίοδος μεταξύ 2011 και 2015 ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη για τον πληθυσμό της Κύπρου. Ο δείκτης της φυσικής κίνησης του πληθυσμού (αριθμός γεννήσεων επί 1.000 κατοίκων μείον θανάτων επί 1.000 κατοίκων σε ένα έτος) μειώθηκε από 4,8 το 2011 σε 3,9 το 2015 (επηρεάστηκε από το αρνητικό μεταναστευτικό ισοζύγιο) και αυξήθηκε σε 4,1 το 2018. Ο δείκτης μετανάστευσης σήμερα είναι 9,3 όταν ο ευρωπαϊκός είναι 2,8.

Ο δείκτης ετών υγιούς ζωής, που δίνει πληροφορίες για την ηλικία μέχρι την οποία ένα άτομο αναμένει να ζήσει χωρίς ασθένεια ή αναπηρία, στην Κύπρο είναι τα 65 έτη, υψηλότερα από την Ελλάδα (64 έτη) και άλλες χώρες. Επίσης το ποσοστό των παιδιών 0-14 ετών αποτελούν το 16,2% του συνολικού πληθυσμού (στην Ελλάδα το 14%).

Η ανανέωση των γενεών

Στην Κύπρο ο δείκτης γονιμότητας έπεσε μετά το 1995 κάτω από το επίπεδο ανανέωσης των γενεών (2,1 παιδιά ανά γυναίκα) και από το 2005 βρίσκεται, όπως και η Ελλάδα, εγκλωβισμένη στην παγίδα της χαμηλής γονιμότητας, 1,32 παιδιά ανά γυναίκα. «Αν η τάση αυτή συνεχιστεί, ο πληθυσμός της Κύπρου θα μπει σε φάση μείωσης την επόμενη δεκαετία» εξηγεί ο κ. Μπαλούρδος. «Και στην Κύπρο η γονιμότητα των γυναικών σε μεγαλύτερη από ποτέ ηλικία είναι κυρίαρχη, καθώς οι νέες καθυστερούν τη μητρότητα για να επικεντρωθούν στην εκπαίδευση και στη σταδιοδρομία. Τα περισσότερα παιδιά αποκτώνται από γυναίκες που έχουν περάσει τα 30 έτη (61,6% στην Κύπρο, 62% στην Ελλάδα). Μέση ηλικία απόκτησης πρώτου τέκνου είναι τα 29,7 χρόνια, δεύτερου τα 32,2, τρίτου τα 34 έτη, 4ου και πάνω τα 35,6 έτη. Οι γεννήσεις του πρώτου παιδιού αποτελούν το 46,6% των συνολικών ετήσιων γεννήσεων, του δεύτερου το 36,9%, του τρίτου το 12,7% και του τέταρτου και άνω, το 3,8%.

Καταγράφεται σύνδρομο καθυστέρησης στον γάμο και ηθελημένη ατεκνία, αυξάνεται το ποσοστό υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, πολλαπλασιάζονται οι γεννήσεις εκτός γάμου (20,3% από 9% το 2008), ενώ παράλληλα λείπουν στοχευμένες πολιτικές που να απευθύνονται σε νέους –τυπικό του μεσογειακού κράτους πρόνοιας– συνθήκη που δημιουργεί ισχυρή εξάρτηση των νεαρών ανδρών και γυναικών από τους γονείς τους. Η δυσκολία εύρεσης εργασίας κατά την πρόσφατη ύφεση ενέτεινε την εξάρτηση αυτή».

Οι πολιτικές

Στις σκανδιναβικές χώρες και στη Γαλλία, όπου εφαρμόζονται πολιτικές για την ανάταση της γονιμότητας (επιδόματα τέκνων, κάλυψη του κόστους ημερήσιας φροντίδας του παιδιού, άδειες μητρότητας και πατρότητας, εγγυήσεις γυναικείας απασχόλησης), οι γυναίκες αποκτούν περισσότερα παιδιά μολονότι πολλές γίνονται μητέρες γύρω ή μετά τα 30. Στην Κύπρο, ήδη από το 2009 έχει συσταθεί Εθνικός Φορέας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής για τον καθορισμό ολοκληρωμένων στρατηγικών, όμως οι γεννήσεις μειώνονται. Επίσης, μόνο ένα χαμηλό ποσοστό παιδιών πηγαίνει σε επίσημους βρεφονηπιακούς σταθμούς (20,8%, σε σύγκριση με το 30,3% του μέσου όρου της Ε.Ε. και του 33% του στόχου της Βαρκελώνης), παρότι το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών 25-54 ετών είναι υψηλό (73,5%). Τα κενά καλύπτουν οι γιαγιάδες και οι παππούδες. «Η δημιουργία ολοήμερων σχολείων προσχολικής και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης θα ωφελούσε τις οικογένειες», σημειώνει ο κ. Μπαλούρδος. Επίσης, «ενώ τα ειδικά επιδόματα για τις οικογένειες με πολλά μέλη και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα αμβλύνουν τις δυσκολίες της πρόσφατης οικονομικής κρίσης και ήδη από το 2017 έχει θεσμοθετηθεί 15νθήμερη άδεια πατρότητας, απαιτείται η υιοθέτηση ολοκληρωμένης οικογενειακής πολιτικής».

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ