Τη δημιουργία μιας σταθερής μόνιμης γραμμής επικοινωνίας ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Αθήνα, με σκοπό αρχικά την αποτροπή πιθανής έντασης λόγω των αρνητικών παρενεργειών της συμφωνίας της Τουρκίας με την κυβέρνηση της Τρίπολης, αλλά και, σε βάθος χρόνου, τη δημιουργία των προϋποθέσεων για ένα σχήμα συνομιλιών για την επίλυση των διαφορών που υπάρχουν στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, συζήτησαν Ελλάδα και ΗΠΑ.
Σκοπός είναι οι σκέψεις αυτές να μετατραπούν σε συγκεκριμένο σχήμα προκειμένου οι πρώτες πρακτικές πρωτοβουλίες να αναληφθούν το συντομότερο δυνατόν. Κατά το 48ωρο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, τα ελληνοτουρκικά συζητήθηκαν εκτενέστατα, ενώ παρουσιάστηκαν δίχως περιττές αμβλύνσεις οι θέσεις της Αθήνας προς τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και στον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς και τον υπουργό Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο.
Την Ουάσιγκτον προβληματίζει ιδιαιτέρως η σχέση που αναπτύσσουν η Τουρκία με τη Ρωσία, γι’ αυτό και τις τελευταίες εβδομάδες εκφράστηκε δημοσίως η αμερικανική δυσαρέσκεια για κινήσεις όπως τα εγκαίνια του αγωγού Turkish Stream, αλλά και η απόφαση της Αγκυρας να υποστηρίξει στρατιωτικά την κυβέρνηση του Φαγέζ αλ Σαράζ στην Τρίπολη, στη διαμάχη με τον στρατηγό Χαλίφα Χαφτάρ, που ελέγχει την ανατολική Λιβύη και τις τελευταίες εβδομάδες εμφανίζεται να προελαύνει δυτικά της Σύρτης.
Με βάση αυτή τη γενικότερη εικόνα, στην Ουάσιγκτον εκτιμάται ότι η σχέση του Ταγίπ Ερντογάν με τον πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, είναι ετεροβαρής και λειτουργεί τις περισσότερες φορές υπέρ των συμφερόντων της Μόσχας. Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμούν ότι σύντομα ο κ. Ερντογάν θα αναγκαστεί να δώσει βάρος προς τη συνεργασία του με τις ΗΠΑ του κ. Τραμπ, που τελικά μπορεί να τον ωφελήσει περισσότερο από την ιδιόμορφη σχέση του με τη Μόσχα.
Παρότι η συγκεκριμένη ανάλυση είναι ευρύτερη, περιλαμβάνει και μια γενικότερη προσπάθεια διευθέτησης των προβλημάτων που έχει η Τουρκία με τις χώρες status-quo της περιοχής, κυρίως την Ελλάδα. Προς το παρόν φαίνεται ότι ο Αμερικανός βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών για την Ευρασία, Ματ Πάλμερ, γνώστης της περιοχής, με σχέσεις τόσο στην Αθήνα όσο και στην Αγκυρα, προκρίνεται ως το πρόσωπο που θα αποτελέσει τη γέφυρα ανάμεσα σε Αθήνα και Ουάσιγκτον, αλλά και τον δίαυλο από την Τουρκία προς την Ελλάδα.
Παρότι θα ήταν παρακινδυνευμένη μια σύγκριση με τον άλλοτε βοηθό υπουργό Εξωτερικών για την Ευρασία, Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, ο οποίος τον Ιανουάριο του 1996 παρενέβη προκειμένου να αποκλιμακωθεί η κρίση των Ιμίων με το περίφημο «no ships, no troops, no flags» προς τους τότε πρωθυπουργούς Κώστα Σημίτη και Τανσού Τσιλέρ, σκοπός αυτής της νέας πρωτοβουλίας είναι ακριβώς η διασφάλιση πως, αν συμβεί κάτι παρόμοιο, θα υπάρχει αποτελεσματική αντίδραση. Φαίνεται ότι, εφόσον δημιουργηθούν οι απαραίτητες συνθήκες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης πιστεύει πως είναι δυνατή η προσπάθεια επίλυσης των διαφορών με την Αγκυρα μέσω μιας έντιμης συμφωνίας.
Υπάρχει η εκτίμηση ότι η συμφωνία των Πρεσπών απέδειξε πως, παρά τις δυσκολίες, η κοινή γνώμη είναι έτοιμη να στηρίξει συμβιβασμούς, μάλιστα φαίνεται ότι ο τέως πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας πιστώθηκε τη συμφωνία των Πρεσπών ως απόδειξη ηγετικής ικανότητας. Ως εκ τούτου, εκτιμάται ότι μια κρίσιμη μάζα της κοινής γνώμης θα εισέπραττε θετικά και μια πρωτοβουλία προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, που θα έλυνε προβλήματα που χρονίζουν ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία για δεκαετίες.
Εκτιμάται, επίσης, ότι κάτι τέτοιο θα ενίσχυε και το προφίλ του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος ήδη έχει αποδείξει πως είναι ένας ηγέτης με διεθνή αξιοπιστία. Και τούτο διότι, παρά τη σαφώς αρνητική άποψη που είχε για τη συμφωνία των Πρεσπών, πριν αυτή κυρωθεί και από τα δύο κοινοβούλια και αποκτήσει ισχύ διεθνούς συμφωνίας στη συνέχεια, διεμήνυσε ως αρχηγός της Ν.Δ. ότι είναι ένας παίκτης που δεν θα αμφισβητήσει τις διεθνείς συμβάσεις και θα σεβασθεί το διεθνές δίκαιο, ενώ ως πρωθυπουργός έκανε τις απαραίτητες κινήσεις για την περαιτέρω διασφάλιση των ελληνικών συμφερόντων, πάντα στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας.
Βέβαια, προκειμένου να συμβούν όλα αυτά, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση η Τουρκία να κάνει αυτή τη στροφή που απαιτείται ώστε να αποτελέσει αξιόπιστο συνομιλητή. Το μνημόνιο για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών ανάμεσα στην Τουρκία και στην κυβέρνηση της Τρίπολης αποτελεί μια κίνηση που, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, έχει λειτουργήσει κακόπιστα κατά των ελληνικών συμφερόντων.
Η πρόσφατη επιστολή της κυβέρνησης της Λιβύης προς τον ΟΗΕ αποτελεί, επίσης, μια ένδειξη ότι η Τρίπολη όχι απλώς δεν υπαναχωρεί από τις θέσεις της, αλλά συντάσσεται πλήρως με τη γραμμή που έχει χαράξει η Αγκυρα με παλαιότερες δημόσιες παρεμβάσεις των υπουργών Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας της Τουρκίας, βάσει των οποίων η Ελλάδα οριοθέτησε οικόπεδα στα νοτιοδυτικά της Κρήτης σε βάρος των θαλασσίων ζωνών της μεγάλης αφρικανικής χώρας.
Η Αγκυρα και το Καστελλόριζο
Τις τελευταίες εβδομάδες, ιδιαίτερα μετά το μνημόνιο Τουρκίας - Τρίπολης, η Αγκυρα έχει αποδυθεί σε μια επιχείρηση αποδόμησης της επήρειας του Καστελλόριζου. Ο πρώτος τρόπος είναι ο παραδοσιακός, μέσω εναέριων παραβιάσεων και έκδοσης NAVTEX, οι οποίες αγνοούν πλήρως το Καστελλόριζο. Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει κλιμάκωση, καθώς πλέον τουρκικά F-16 πετούν πάνω από το νησί, κάτι που παλαιότερα δεν γινόταν σε αυτή τη συχνότητα και πυκνότητα χρόνου. Ο δεύτερος τρόπος είναι η δημόσια διπλωματία, την οποία έχει αναλάβει, μεταξύ άλλων, ο πολιτικός διευθυντής του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, Τσαγατάι Ερτσιγές. Ο έμπειρος Τούρκος διπλωμάτης περιγράφει το Καστελλόριζο ως ευρισκόμενο στη «λανθασμένη πλευρά της μέσης γραμμής» μεταξύ ηπειρωτικής Ελλάδας και Τουρκίας, επικαλούμενος μια παλαιότερη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σχετικά με τη διαφορά Νορβηγίας και Ισλανδίας. Ο κ. Ερτσιγές, βεβαίως, παραλείπει... τα υπόλοιπα νησιά που βρίσκονται ανάμεσα στο Καστελλόριζο και στην ηπειρωτική Ελλάδα.