Επιμέλεια Κατερίνα Βοτζάκη
Για το πλοίο
Όπως τρυγούν τσι μέλισσες και περιμένουν μέλι
ούλοι μας περιμένομε στο Ρέθεμνος το "Έλλη".
Αφού ετρυγηθήκαμε απ'το υστέρημά μας
ζωή απ'τα ταξίδια του θέλομε στα νερά μας.
Είμαστε αισιόδοξοι και ζούμε με τη σκέψη
όπως τη "Ρεθυμνιακή" ποτέ μην ξετελέψει.
Στο Ρέθεμνος δεν έδενε καράβι δα και χρόνους
γιατί 'ναι λένε άγονη γραμμή με τζάμπα δρόμους.
Όμως θυμούνται οι πιο παλιοί "Πρέβελη" και "Αρκάδι"
χρυσή εποχή πως φέρανε και δα'μαστε ρημάδι.
Οι εδικοί κι οι γείτονες πού'χουνε τα καράβια
πάνω σε βάση λαϊκή μας φέραν τα ρημάδια.
Πήραν τη "Ρεθυμνιακή" να την εσυγχωνέψουν
μα αν δένουν πλοία σε βουνά έτσι κι εδώ θα δέσουν.
Πιστεύω ξεκαθάρισε στο νου μας το τοπίο
κι εδά το "Έλλη" όντε θα'ρθεί μην μπούμε σ'άλλο πλοίο.
Να δώσομε τη μάχη μας τη δύναμη να λάβει
και σύντομα στο Ρέθεμνος να'ρθεί κι άλλο καράβι.
Η γνώμη μου αν ακουστεί, δεν είναι μόνο πλοία
δρόμους στην Κρήτη θέλομε και όχι μεγαλεία
Η αδελφή η Κύπρος μας στον τουρισμό αιώνια
λιμάνι, αεροδρόμιο ένα βαστά από χρόνια
μα έχει δρόμους σύγχρονους τσι πόλεις να ενώνουν
μ'ασφάλεια και γρήγορα τ'αγόγια εκπληρώνουν.
Η Κρήτη βόρειο άξονα αν κάποτε αποκτήσει
και κάθετους στα νότια το πρόβλημα θα λύσει
Πρέπει εδά μ'ό'τι'χομε να μάθομε να ζούμε
και τσι τρακόσους σκύλους μας να τσι ευχαριστούμε.
Σε λίγες μέρες έρχεται στο Ρέθεμνος το "Έλλη"
ευχή μου ανταγωνιστών να μη το πιάσουν βέλη
Γαγάνης Γιώργης (Ρέθεμνος)
Τση μοίρας τα γραμμένα
Ξανοίγω στο καθρέφτη μου, την όψη τση μορφής μου
κι'αρχίζει η σκέψη και μιλεί, πάλι τσ΄αμοναχής μου.
Το βλέμμα μελαγχολικό, τα μάθια δε θωρρούνε
την ομορφιά μα ψάχνουνε, τη μοίρα και ρωτούνε.
Μοίρα που γράφεις τσι χαρές, τσι λύπες και τσι πόνους
πες μου και γιάντα το κορμί χτυπάς το τόσους χρόνους.
Δε σ΄απομείνανε χαρές, να δώσεις μια σε μένα
και γιάντα θάφτεις όνειρα, αθρώπου, αγαπημένα.
Ρίχνεις το πέπλο τσ' απονιάς και τα κορμιά σκεπάζεις
και τσι ψυχές δίχως γιατί, του χάρου ετοιμάζεις.
Μάθια π' αντίς για δάκρυα, μονάχα αίμα τρέχουν
έκαμες, και στο κοίταγμα, να μη μπορούν ν' αντέχουν.
Μα στέκω εδώ και σε ρωτώ, με μάθια ματωμένα
γιάντα χαρές μου στέρησες και 'δα γελάς με μένα.
Το βλέμμα μου χαμήλωσα κι' απάντηση δε πήρα
και το καθρέφτη μάτωσα και σε γυρεύω μοίρα.
Και δα θωρρώ το πρόσωπο, απάνω στο καθρέφτη
και με πολύ παράπονο σε λέω, ''κόσμε ψεύτη''.
Κυδωνάκη Ελένη (Αμάρι Ρέθεμνος)