ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ

Ο Αγροφύλακας (Της Κατερίνας Βοτζάκη)

0

Ο Στρατής, ο αγροφύλακας της περιοχής ήταν ο πιο κακός και άσχημος, άθρωπος, που είχε γεννήσει η φύση...

Είχε βάλει τους χωριανούς να έχουν τσακωθεί άσχημα, μέχρι και αδέρφια είχαν πιαστεί στα χέρια...

Φωτιά είχε βάλει στο λιόφυτο ενός χωριανού του, για να μπλέξει κάποιος άλλος που είχαν παρεξηγηθεί τελευταία.

Η ιστορία αυτή, με τον αγροφύλακα να παίρνει ψεύτικο όρκο στο δικαστήριο, είχε άσχημο τέλος...Ο κατηγορούμενος που φώναζε και ορκιζόταν, πως είναι αθώος, έπεσε νεκρός από το μαχαίρι του αντίδικου, την ώρα που τον έβγαζαν από το δικαστήριο οι αστυνομικοί...

-Καλά του 'καμε του ξεφτιλισμένου, έλεγε ο αγροφύλακας, με τα μάθια μου τονε 'θωρρου, όντε ν-άναβε τη φωθιά...

Χωρίς τύψεις, έγυρε να κοιμήθει το βράδυ, αυτό που ήθελε, έγινε, βγήκε από τη μέση ένας εχθρός του...

Κανένας δεν πίστεψε τη μάνα, του νεκρού κατηγορούμενου, που έλεγε πως το παιδί της, ήταν στο σπίτι τους όταν μπήκε η φωτιά...Το δικαστήριο, πίστεψε τον άνθρωπο του νόμου, τον αγροφύλακα...

Τέτοια περιστατιά είχε δημιουργήσει πολλά, μα ετούτο ήταν το πρώτο που είχε τέτοια κατάληξη...

Ο αγρονόμος, ήταν συνέχεια στην περιοχή, για να εκτιμήσει τις ζημιές...Μια προβατίνα μπήκε στο αμπέλι του γείτονα,

μια αίγα στο περβόλι του άλλου...τέτοιες ζημιές, μικρές και ασήμαντες, μα ο αγροφύλακας τις έκανε να φαίνουνται, εγκλήματα. Δεν επέτρεπε τους συμβιβασμούς...το δικαστήριο θα βρει τη λύση...τους έλεγε...

Το πρωί σηκώθηκε με ήσυχη συνείδηση, χωρίς να περιμένει, πως ο πατέρας του αδικοχαμένου, θα τον περίμενε με το

μπιστόλι, έξω από την πόρτα και θα του έριχνε στο δόξα πατρί...

Μα οι κακοί ανθρώποι δεν παθαίνουν τίποτα, γιατί τους βοηθά ο αδερφός τους, ο διάολος...

Σε ένα μήνα ήταν περδίκι, μόνο με ένα μάτι λιγότερο και ήτανε φόβος και τρόμος να τον κοιτάς...

Χειρότερος από ποτέ, γύρισε στο χωριό του, μισούσε όλο τον κόσμο, μια που όλοι είχαν καταλάβει πλέον, τι κουμάσι ήταν, ο αγροφύλακας. Απομονώθηκε από τους χωριανούς του και εκείνοι επιτέλους μόνιασαν...

Πενήντα πέντε χρονώ, ήταν ο Στρατής και ποτέ δεν είχε σκεφτεί να παντρευτεί, μα τις τελευταίες μέρες, τον τριγούνιζε,

ο αδερφός του ο διάολος, πως είναι καιρός του, να κάμει κανένα κοπέλι, για να μη χαθεί το ''είδος''...

Από πριν φάει τη σφαίρα, του είχε γιαλίσει, η  κόρη του Μανούσο...θα πήγαινε να τη ''γυρέψει'' και αν δεν του την

έδινε θα τον αγρίευε και θα περούσε το δικό του.

Που να τολμήσει ο κακομοίρης ο Μανούσος να πει όχι, αφού ήξερε πως θα την πλήρωνε όλη η οικογένεια, την εκδίκηση του αγροφύλακα...

Δεκαοχτώ χρονώ κοριτσάκι, το Λενιώ, μοναχοκόρη, μέσα σε πέντε αδερφούς, μα πάμπτωχη...Μεγάλη φασαρία έκαμανε τα αδέρφια της, για να μη γίνει αυτός ο γάμος...όμως δεν τους πέρασε. Ο γάμος έγινε χωρίς αυτούς...

Η πεντάμορφη και το τέρας, έγιναν ζευγάρι...

Έτρεμε η νύφη οσάν το φύλλο, σαν έμεινε μοναχή με τον άντρα της που φοβόταν να τον κοιτάξει...και τα μάτια της τρέχανε σαν τις βρύσσες...

-Άσε τα μυξοκλάηματα και έλα επά, τση φώναξε ο αδερφός του διαόλου...που έμοιαζε ακόμα ποιο τρομαχτικός στο μισοσκότεινο δωμάτιο...

Το Λενιώ, ζάρωσε περισσότερο πάνω στον καναπέ και αγκάλιασε το κορμί της με τα χέρια της...

Ελύσαξε από το κακό του ο Στρατής, τη βούτηξε σκίζοντας το όμορφο νυφικό της και την πέταξε πάνω στο παλιοκρέβατο του...Όσο  έκλαιγε το Λενιώ, τόσο ξύλο της έδινε...

Κανένας γείτονας δεν τολμούσε να τη βοηθήσει, όταν κάθε βράδυ άκουγε τις φωνές της, κανένας δεν την είδε ούτε στην αυλή να βγαίνει.

Είχαν περάσει μερικοί μήνες, από τη μέρα που είχε γίνει ο γάμος και το Λενιώ ήταν έγκυος...η κοιλιά της, είχε μεγαλώσει, μα ούτε και αυτό το γεγονός δεν είχε μαλακώσει, τον αγροφύλακα. Αλοίμονο αν ερχόταν το βράδυ στο σπίτι και δεν τον περίμενε το φαγητό, ζεστό, πάνω στο τραπέζι, αν δεν του είχε νερό να του πλύνει τα βρωμοπόδαρα του..αν..αν..αν..χίλιες αιτίες και αφορμές έβρισκε για να της σπάσει τα μούτρα...

Εκείνο το βράδυ  δεν αισθανόταν καλά, η Ελένη, είχε φάει μια κλωτσιά στην κοιλιά χθες και σήμερα δεν ήταν καλά...

Με δυσκολία μαγείρεψε, όμως δεν μπορούσε να σηκωθεί από το κρεβάτι να του βάλει το φαί στο τραπέζι...

-Οι διόλοι να σε πάρουνε βρώμα, που είναι το φαί μου, ούλη μέρα ξάπλα και καλοπέραση και βαριέσαι να μου βάλεις να φάω;

Εκείνο το βράδυ δεν ακούστηκαν οι φωνές της, μόνο οι δικές του και οι χτύποι από τα χέρια του που πότε πότε έβρισκαν στο σίδερο του κρεβατιού...

Το πρωί δεν του είχε φτιάξει, το βραστάρι , μα ούτε και το βουργιάλι με το κολατσιό του...

Το παγωμένο κορμί της νεκρής κοπέλας, δεχόταν ακόμα τα χτυπήματα του...

Οταν κατάλαβε πως η γυναίκα του, δεν μπορούσε να του αντισταθεί πια, το έβαλε στα πόδια αφήνοντας πίσω του ανοιχτή, την πάντα κλειδωμένη πόρτα, του σπιτιού του...

Κανείς δεν τον ξαναείδε...Άλλοι είπαν πως είχε τρελλαθεί και ζούσε μέσα στο δάσος, άλλοι πως έπεσε στη θάλασσα, άλλοι πως τον σκότωσαν τα αδέρφια της...Κανείς δεν ήξερε μα και κανείς δεν ήθελε να μάθει...

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΒΟΤΖΑΚΗ

`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````

Οι μαντινάδες και οι στίχοι που στείλατε με τη λέξη, ομορφιά:

Χατζόπουλος Ι.Δημήτριος (Λείβαδος Ρεθύμνης)

Γιάντα ο Θιός την ήκαμε, την ομορφιά να σβένει

και την ασκήμια στο ντουνιά, παντοτινά να μένει.

Αραπλή Βούλα (Ρέθεμνος)

Τσ' ανατολής του φεγγαριού, του ήλιου πριν τη δύση

τέτοια ομορφιά, σου 'χει ο θεός, στο βλέμμα ζωγραφίσει.

Λεουνάκης Νεκτάριος (Συρίλι Χανιά)

Ψυχή μου, πόση ομορφιά, κρύβεις και φανερώνεις

όντε με τα παράπονα, για χάρη μου, μαλώνεις.

Σηφάκης Γιώργης - Σιμισακογιώργης (Ρέθεμνος)

Χρόνε ζηλίαρη τσ' αντρειάς και τσ' ομορφιάς, προδότη

για πε μου, γιάηντα μάχεσαι και καταλείς, τη νιότη.

Καλλέργης Γ.Κωστής Κ.Ι.Γ.Κ. (Λούτρα Ρέθεμνος)

Η ομορφιά δε βρίχνεται, τ' αθρώπου, στα στολίδια

μα στην κουβέντα την κάλη, την ντρέτη, την 'πιτήδια.

Πλεμένος Γιώργης - Μαυρόλυκος (Αγιά Μυλοποτάμου Ρέθεμνος)

Και αν δεν σου ξεδειλιένουνε, τση ελπίδες σου μην χάνεις

η γι-ομορφιά είναι όνειρα, συνέχεια να κάνεις.

Πυρουνάκης Μιχάλης (Αθήνα)

Τη ν-ομορφιά σου, ρέγομαι, τα κάλλη τση ψυχής σου

στην πεθυμιά σου καίγομαι και μνήσκεις μοναχή σου.

Λεώνης Γιάννης (Αθήνα)

Κορφή, κορφή, να σοπατώ, αόρι, το αόρι

για να χαρώ σου, τσ' ομορφιές, Κρήτη, πανώργια κόρη.

Κιουρτσιδάκη Νίκη (Φρατζεσκιανά Μετόχια Ρέθεμνος)

Λένε πως ειν' το πρόσωπο, καθρέφτης τση καρδιάς μας

και εκεί μέσα φαίνεται, ποια ειν' η ομορφιά μας.

Νικηφόρος Νικόλαος (Αξός Μυλοποτάμου Ρέθεμνος)

Δε μ-παίζει ρόλο η ομορφιά, τα κάλη τα δικά σου

μετράει η συμπεριφορά και τα αιστήματα σου.

Πολιτάκης Μανόλης (Μπαλί Μυλοποτάμου Ρέθεμνος)

Την ομορφιά σου κοπελιά, πολλοί τηνε ζηλένε

άλλοι τηνε θαυμάζουνε, κι' άλλοι για κείνη, κλαίνε.

Φανουράκης Ηλίας - Κουρσάρος (Αγιοι Δέκα Μεσσαράς Ηράκλειο)

Λένε για όμορφες, θεές, μα ήταν στα παραμύθια

μα 'σενα φως μου, όποιος σε δει, θωρρεί, θεά, στ' αλήθεια.

Μακρυδάκης Κωστής (Κούμοι Ρέθεμνος)

Ποιος ουρανός, ποια θάλασσα, ποια ανατολή , ποια δύση

η ομορφιά της κόσμημα, είναι σ' αυτή τη φύση.

Σπυριδάκης Μιχάλης (Άγιοι Δέκα Μεσσαράς Ηράκλειο)

Όλου του κόσμου τσ' ομορφιές, τση 'δα στα δυό σου μάθια

κι' ας ήταν τα ταξίδια μου, πεντέξε, σκαλοπάθια.

Σηφάκης Λευτέρης (Αθήνα)

Στα κάλη και στην ομορφιά, άλλη δεν είναι ίδια

κι' αιτία ειν' η μάνα τζη, που 'καμε αυτή, πιτήδια.

Παπαδάκη Κωνσταντίνα (Μεγαλόπολη Αρκαδίας)

Θέλω το, πάντα τη μ-πρεπειά, να έχω όσο ζήσω

και όμορφο το νάμι μου, στσι γόνους που θ' αφήσω.

Λαζάρου Ευγενία (Αθήνα)

Η ομορφιά σου μάθια μου βρίσκεται στην ψυχή σου

αυτή μοιράζει μυρωδιές, στσ' ανθρώπους, τση ζωής σου.

Κουκλινός Αντώνης (Ασήμι Μομοφατσίου Ηράκλειο)

Την ομορφιά της άσκημης, την αγαπάς κι' αξίζει

παρά η ασκήμια τσ' όμορφης, που δε σ' υπολογίζει.

Ζουρμπάκης Γιώργος (Ρέθεμνος)

Όμορφος είναι ο ντουνιάς, σαν έχεις την υγειά σου

σα δε χρωστείς στσι τράπεζες και έχεις τα μυαλά σου.

Ειρήνη Βαρδιδάκη (Αλώνες Ρέθεμνος)

Σα τζι αγγέλους όμορφος, είσαι για μένα φως μου

κι ας λένε οι υπόλοιποι, πως λίγος, είσαι ομπρός μου.

Αλεβυζάκη Ειρήνη (Αλώνες Ρέθεμνος)

Σκέψου, πως άγγελος, φονιάς, δε γίνεται να υπάρξει

την ομορφιά σου ετσά, κανείς, δε πρόκειτε να φτάξει.

Χατζηστεφανή Μαρία (Ρόδος)

Μου λες να νοιώσω, τσι χαρές, δίχως την αγκαλιά σου

μα δεν εβρήκα ποιο όμορφο, να μοιάζει, τσ' αρχοντιά σου.

Γλυνιαδάκη Δήμητρα (Χανιά)

Σαν κρίνος η φιλία σου, κι' ας μη μοσκομυρίζει

μου φτάνει μόνο η ομορφιά, που 'χει και μου χαρίζει.

Μυντιλάκη Μαρία (Χανιά)

Είσ' όμορφος κατέχω το, μα δε το κατακρίνω

μα απ' τη σκέψη και να θες, να φύγεις δε σ' αφήνω.

Ζαχαριουδάκης Γιάννης (Γαλιά Μεσσαράς Ηρακλείου)

Επέρασες και μάγεψες, ούλο το μεϊντάνι

την ομορφιά σου, κοπελιά, άλλη δε ν-τηνε φτάνει.

Σγουράκης Βασίλης (Παλιά Ρούματα Χανιά)

Δυο μάθια τόσο λαμπερά, κι' ένα αθώο βλέμμα

θαρρώ σου πρέπει κοπελιά, τση ομορφιάς το στέμμα.

Λίτσας - Πρικάκη Μαρία (Φιλιατρά Μεσσηνίας)

Η ομορφιά στω ν-άθρωπο, μεγάλο χάρισμα 'ναι

μ' αν δε ν-ειν' όμορφη η ψυχή, ούλα χαμένα, πάνε.

Λιονής Γιάννης (Ατσιπόπουλο Ρέθεμνος)

Με ένα σου χαμόγελο και μια γλυκιά μαθιά σου

με τράβηξαν και μ' έκαμαν, σκλάβο  στην ομορφιά σου.

Βοτζάκη Κατερίνα (Ρέθεμνος)

Στω πληγωμένω τσι καρδιές, που μοιάζουν με τ' αγρίμια

θα βρεις κρυμμένες ομορφιές, θαμμένες στα συντρίμια.

Το επόμενο μας θέμα είναι η λέξη, ντουνιάς και το μεθεπόμενο, ατσιποδιά, (ατυχία) ατσιποδιάρης, (άτυχος) κλπ.

Στέλνετε στα τηλέφωνα 6981572714   6977185491.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ