Περίμενε με μαμά...
Στο ψυχιατρείο του νησιού υπήρχε μεγάλη αναταραχή...
<Φωνάξτε τον γιατρό στο 205 έχουμε σοβαρό πρόβλημα...γρήγορα σας λέω>>...
Η νοσηλεύτρια προσπαθούσε να κόψει με το ψαλίδι το σεντόνι που κρεμόταν από το κάγκελο του παραθύρου...Το σώμα που κρεμόταν από τη θηλιά ήταν βαρύ...
<<Είναι αργά γιατρέ δεν έχει σφυγμό...μα γιατί μα το κάνει αυτό ο Γιάννης ...αύριο έβγαινε από την κλινική...ήταν καλά >>...
Όλοι ήταν συγκλονισμένοι...ήταν καλό παιδί αυτός ο ασθενής...υπάκουος...δεν δημιουργούσε ποτέ πρόβλημα και καμιά φορά απορούσαν γιατί έχει μπει για νοσηλεία τόσα χρόνια, από δεκαπέντε χρονών και πριν μια εβδομάδα έκλεισε τα εικοσιπέντε.
Του είχαν κάνει γενέθλια, είχε κλείσει τα μάτια και είχε κάνει ευχή...Ήταν χαρούμενος...
Είχε έρθει ο πατέρας του εχθές...Κάθε φορά που ερχόταν μια φορά το χρόνο, πάντα μετά τα γενέθλια του...ο Γιάννης έχανε τον εαυτό του... κλεινόταν στον εαυτό του...βυθιζόταν στο σκοτάδι του μυαλού του...
<<Πρέπει να ειδοποιήσουμε τους οικείους του... τον πατέρα του, μητέρα δεν έχει, την έχασε όταν ήταν μικρός>>...
<<Δεν το ξέραμε αυτό, δεν μιλούσε ποτέ για την οικογένεια του>>...
Μετά την κηδεία έπρεπε να μαζέψουν τα πράγματα του νεκρού να τα παραδώσουν στον πατέρα του.
Μάζεψαν τα λιγοστά του πράγματα και τα έβαλαν σε μια κούτα...
<<Πρέπει να σηκώσουμε και το στρώμα να καθαρίσουμε το κρεβάτι>>..
<<Τι είναι αυτό κάτω από το στρώμα...ημερολόγιο είχε ο συχωρεμένος>>...
<<Να το βάλουμε στην κούτα >>...
<<Όχι θα το διαβάσουμε, ο Γιάννης μας αγαπούσε, θέλω να μάθω γιατί ήταν εδώ μέσα, τι έκρυβε μέσα στην ψυχή του>>...
Και άρχισαν να διαβάζουν...
<<Εκείνη την ημέρα τελείωσα ο πρώτος με το διαγώνισμα και ζήτησα από την καθηγήτρια να φύγω γιατί δεν αισθανόμουν καλά...
Όταν έφτασα στην αυλή του σπιτιού μας άκουσα φωνές μέσα...
Ο πατέρας φώναζε δυνατά, η μαμά έκλαιγε…
<<Ποια νομίζεις ότι είσαι , ε; Ήμουν εγώ για σένα, χάρη σου έκανα και σε παντρεύτηκα, με εκβίασες πως είσαι έγκυος, με ρώτησες αν το ήθελα εγώ αυτό το παιδί; Κοίτα με κοίτα με θέλω να θυμάμαι το βλέμμα σου την ώρα που θα ταξιδεύεις για την κόλαση>>…
Ο θόρυβος ήταν δυνατός …η μαμά κατρακυλούσε την σκάλα και προσγειώθηκε στα πόδια…
<<Μόνη της έπεσε μου φώναζε ο πατέρας , μόνη της>>..
<<Σε είδα εσύ την έσπρωξες, τη σκότωσες… Μαμά … Μαμά >>…Τα χέρια μου ήταν γεμάτα αίμα …το αίμα της μαμάς μου…
Στην αστυνομία δεν με πίστεψαν… από το σοκ τα έχει χάσει το παιδί και δεν ξέρει τι λέει τους είπε ο πατέρας…
Είχα εφιάλτες φώναζα στον ύπνο μου, φοβόμουν, δίπλα κοιμόταν ο φονιάς της μαμάς… τον μισούσα …ήθελα να του κάνω κακό, αλλά δεν με άφηνε η μαμά που κάθε βράδυ μου κρατούσε το χέρι…
<<Το παιδί δεν είναι καλά γιατρέ , πρέπει να νοσηλευτεί δυο φορές γλίτωσα από του Χάρου τα δόντια, ξύπνησα και ήταν από πάνω μου με ένα μαχαίρι πρέπει να μπει στο ψυχιατρείο>>…
<<Κοίτα με του είπα όταν με άφηνε βιαστικός στο ιατρείο του ψυχιατρείου… θέλω να θυμάσαι πάντα το βλέμμα μου …αυτό το βλέμμα θα σε στοιχειώνει σε όλη σου τη ζωή…. Κοίτα με μην το ξεχάσεις το βλέμμα μου>>…
Κάθε χρόνο μια μέρα μετά τα γενέθλια μου ερχόταν και με ρώταγε τι εννοούσα …δεν του απάντησα ποτέ μόνο τον κοίταζα βαθιά στα μάτια…
Χθες ήρθε πάλι …δε με ρώτησε τίποτα μόνο μου είπε ότι έχει παντρευτεί και έχει άλλα παιδιά και που θα πάω τώρα που θα βγω από εδώ μέσα , ποιος θα με θέλει στη δουλειά του , ποια γυναίκα θα θέλει άντρα της εμένα που είμαι στιγματισμένος, που είμαι τρελός…
<<Κοίτα με του είπα και μην ξεχάσεις το βλέμμα μου… σκότωσες τη μάνα μου σκότωσες κι εμένα… πάντα ήθελα να σε σκοτώσω μα δεν με άφηνε η μαμά που πάντα ήταν μαζί μου όλα αυτά τα χρόνια …φύγε τώρα πήγαινε να ζήσεις την μίζερη ζωή σου την ψεύτικη ευτυχία σου που θεμελίωσες πάνω στο αίμα της μάνας μου και το δικό μου>>…
Άκουσες μαμά τι μου είπε άκουσες;
Μην κλαις παιδί μου , έλα σε μένα , έλα κοντά μου , μόνο εγώ σε αγαπάω…
Ναι μαμά έρχομαι μαμά περίμενε με μαμά....
Οι μαντινάδες και οι στίχοι που στείλατε με την λέξη, αψηφώ:
Ψαρουδάκης Γρηγόρης (Ρέθυμνο)
Αψήφιστα τα λόγια σου φανήκανε φαντάσου
γιατί το λάθος άνθρωπο έβαλες στην καρδιά σου.
Καλλιτσουνάκη Γιάννα (Ασκύφου Σφακίων Χανιά)
Αψήφησα το μια φορά γι' αυτό και δε σιμώνει
δάκρυ καημού , μόνο χαράς αφήνω να στεριώνει.
Αυγουστάκη Χαρά (Ρέθυμνο)
Κοτζάμ κορονοκόπελο, αψήφιστα το πήρα
κι ο Χάρος εβαρέθηκε, τόσο καιρό στη γύρα.
Πώς ν' αψηφάς τον κίνδυνο, κανείς δε θα σε μάθει
μόνο σαν ψάξεις μέσα σου, εσύ πού κάνεις λάθη.
Αψήφιστα αν αγαπάς, τίποτα δε λογιάζεις
πίκρες καημούς και βάσανα, ποτέ δε λογαριάζεις.
Ψαθόπουλος Λεωνίδας (Αθήνα)
Συ 'σαι που λες μου αψηφώ τα έχω σου δωσμένα
μ' ακόμα και τη ζήση μου θα έδινα για σένα.
Σχοινάκης Μανώλης (Ρέθυμνο)
Σε καραντίνα την καρδιά για σένα έχω βάλει
γιατί αψηφά την λογική απ' του σεβντά τα κάλλη.
Ντίκα Σχοινάκη Ελένη (Ρέθυμνο)
Ποια μέτρα, ποιος κορωνοϊός τα πάντα θ' αψηφίσω
και δίχως αντισηπτικό θα 'ρθω να σε αγγίξω.
Κιαγιάς Γιώργος (Ρέθυμνο)
Δεν αψηφώ τη σκέψη μου όπου κι ανε διαβαίνει
ταξίδι κάνει κι έρχεται βιόλα μου χαϊδεμένη.
Καπετανάκης Γιάννης (Θεσσαλονίκη)
Από μικιό δεν αψηφώ τση ζήσης τα μαντάτα
γιατί μπροστά μου βρίχνω τα όντε διαβώ τη στράτα.
Αψήφησα τση προτροπές να μείνω μακριά σου
που σαν μαγνήτης έλκομαι να μπώ στην αγκαλιά σου.
Τσαφαντάκη Πελαγία (Ρέθυμνο)
Αψήφησα το καθετί κακό που μου 'χεις κάνει
μα πόσο σ' ερωτεύτηκα ο νους σου δεν το βάνει.
Κουλιζάκη Ελπίδα (Φρες Αποκορώνου Χανιά)
Τα νέα μέτρα αν αψηφάς θα 'χεις πολλούς μπελάδε
στο σπίτι μέσα κάθησε μην δεις στεναχωράδες.
Όλα θα γίνουν όπως πριν μην αψηφήσεις πράμα
κι' όλα θα πάνε μια χαρά δίχως να υπάρξει κλάμα.
Αψήφησα κάθε καημό που μου 'δωσαν οι άλλοι
γι'αυτό και δα σ' αποκαλώ "Αγάπη μου μεγάλη".
Λεώνης Γιάννης (Αθήνα)
Όσο βαστά το λάδι μου μοίρα μου θα σ' ορίζω
και αψηφώ τα μου 'χενες , στα όρη τα ξορίζω.
Δανδουλάκη Ελευθερία (Νίθαυρη Αμαρίου Ρέθυμνο)
Αψήφησα τη λογική πως πρέπει μακριά σου
να φταίει τούτος ο ιός να μη βρεθώ κοντά σου.
Αήφησα τον θάνατο πολλές φορές για σένα
δεν με τρομάζει κεραυνός κι δε ρωτώ κανένα.
Ποτέ ευχή μην αψηφάς που βγαίνει από την μάνα
γιατί είναι λόγια ιερά και δε φοβάσαι πράμα.
Κουκουμπεδάκη Χαριστή (Γαλιά Ηράκλειο)
Χιονοκρυγιάδες αψηφώ και ντίπι δε με γνοιάζει
αφού 'χω την αγκάλη σου και μέσα με ποσκιάζει.
Ζερβουδάκης Προκόπης (Καμπανός Σελίνου Χανιά)
Έχω καρδιά που νταγιαντά κάθε καημό και πόνο
μα στο σεβντά σου μ' αψηφά κι ας με θωρεί να λειώνω.
Τζιρτζιλάκης Ευτύχης (Χανιά)
Έλεγα όλα τ' αψηφώ και δε φοβούμαι πράμα
μα εδά γιά 'να μικρόβιο παρακαλώ για θάμα.
Σπυριδάκης Μιχάλης (Άγιοι Δέκα Μεσσαράς Ηράκλειο)
Για να σε σμιξω δε μπορώ να με περιορίσω
κι' ετσά ιό τον αψηφώ κι' ας λενε μη πορίσω.
Λιανέρης Νίκος (Σίσες Ηρακλείου)
Δεν αψηφώ τη λογική γι αυτό στο σπίτι μένω
κι ώστε να φύγει η καταχνιά, του ιού θα περημένω.
Νερατζούλη Χρυσούλα (Ηράκλειο)
Εγώ αψηφώ τον κίνδυνο για 'κείνους που λατρεύω
ασπίδα πάντα θα γενώ για να τους προστατεύω.
Λεουνάκης Νεκτάριος (Συρίλι Χανιά)
Τ' αφήφιστα λογάριασα κι έδωκα σημασία
στο σ' αγαπώ σου που μετρά τον χρόνο με αξία.
Μαυρουδή Μαρία (Μοίρες Ηράκλειο)
Σαφί μαθαίνω ν΄ αψηφώ της ζήσης μου τσι μπόρες
γιατί πιστεύω θα φανούν ευτυχισμένες ώρες.
Λυκούδη Στέλλα (Ρέθυμνο)
Άνθρωπε απού αψηφάς την ίδια την ζωή σου
σεβά σου αυτούς που θέλουνε να ζήσουν την δική τους.
Μπούτζουκα Μαρία (Σχολή Ασωμάτων Ρέθυμνο)
Αψήφησα το σ' αγαπώ κι ότ' είχαμε πομένα
λάθη δικά μου πλήρωσα και πλήγωσα και σένα.
Αψήφησα δε σ' άκουσα πληρώνω εδά τα λάθη
όσο καιρό κι' αν ζει η καρδιά ποτέ τζη δε θα μάθει.
Παπαδοδημητράκης Νίκος (Χανιά)
Εγώ τα πρέπει του μυαλού τα αψηφώ και κάνω
μόνο τα πρέπει της καρδιάς και προπατώ απάνω.
Σκουντριδάκης Σήφης (Κουρνάς Αποκορώνου Χανιά)
Δεν αψηφώ το κορονιό γιατί μερακλοπίνω
Κι' αγάπη μα και σεβασμό και πέρνω μα και δίνω.
Κουκλινός Αντώνης (Ασήμι Μονοφατσίου Ηράκλειο)
Δέ κουντουρίζω κ' αψηφώ το θάνατο μπροστά σου
μόνο να πεις πως μ' αγαπάς και μ' έχεις στη καρδιά σου.
Δρακάκη Ζωή (Ρέθυμνο)
Εμένα η μοίρα βάσανα μου στέλνει κάθε μέρα
μα 'γω τ' αψήφισα κι' αυτά και θα τα βγάλω πέρα.
Νικηφόρος Νικόλαος (Αξός Μυλοποτάμου Ρέθυμνο)
Πάντοτε τση χαρές ποθώ και αψηφώ τον πόνο
γι' αυτό δικάστηκα να ζω με την ελπίδα μόνο.
Γαριπαντώνης (Νίβρυτος Ζαρός Ηράκλειο)
Εγώ τον κορονοϊό αψήφιστο θ' αφήσω
γιατί με την αγάπη σου θα τονε πολεμήσω.
Στεφανάκης Μιχάλης (Γάλλου Ρέθυμνο)
Τον αψηφώ το θάνατο και ούτε τον φοβούμαι
κριτής για όλους ο Θεός στο χώμα σαν θαφτούμε.
Λιονής Γιάννης (Ατσιπόπουλο Ρέθυμνο)
Ποτές μου δε φοβήθηκα ούτε υπολογίζω
πόνους καυμούς και βάσανα μ' υπομονή ξορίζω.
Παπαδάκη Κωνσταντίνα (Μεγαλόπολη Αρκαδίας)
Το θάνατο τον αψηφώ ούτε και δε με γνοιάζει
ο άθρωπος που 'ναι κακός εκείνος με τρομάζει.
Ζουρμπάκης Γιώργος (Ρέθυμνο)
Μήνυμα έπεψε σκληρό στον άνθρωπο η φύση
δάκρυ θα βρέξει κι οδυρμό εαν το αψηφίσει.
Σταυρουλάκης Νικήτας (Ρέθυμνο)
Τα αφρισμένα κύματα και την οργή τ' ανέμου
και τη γυναίκα τη γλωσσού δεν αψηφώ ποτέ μου.
Βοτζάκη Κατερίνα (Ρέθυμνο)
Αψήφισα τση μοίρας μου την κάθε διαταγή τζη
και δεν εδέχτηκα να ζω στη μαύρη φυλακή τζη.
Το επόμενο μας θέμα είναι η λέξη Ορμηνιά ορμηνεύω (συμβουλή συμβουλεύω).
Τηλέφωνα επικοινωνίας 6981572714 .