Τα κουλουράκια τση γιαγιάς
<<Δεσποινιώ μου θα κάμουμε κοπελιά μου τση λαμπροκουλούρες μας;>>
<<Ναι βρε γιαγιά αφού ξέρεις πόσο μου αρέσει να σε βοηθάω να φτιάζουμε αυτά τα ωραία πράγματα που ξέρεις και να τα μαθαίνω>>.
<<Άντε σήκω να πιεις το γαλατάκι σου από την κατσίκα μας ζεστό ζεστό να σε πιάσει να κοκκινίσει το μαγουλάκι σου>>.
<<Μα βρε γιαγιά αφού λες πως νηστεύουμε γαλατάκι θα πιω και δεν μπορώ να φάω κουλουράκια;>>.
<<Το γάλα τση αίγας μας είναι νηστίσιμο Δεσποινιώ μου δε ντο κάτεχες; Όσο για τα κουλουράκια θα τα φάεις ούλα μαζωμένα το Πάσχα>>.
<<Θα κάμουμε και καλιτσούνια να τα φουρνίσουμε, θα σου κάμω και κρεατότουρτα με μπόλικη μυζήθρα και βάρσαμο…. ου ου ελιγουρεύτηκα η κακομοίρα>>.
<<Μα δε θα χωράνε στην κοιλίτσα μου όλα αυτά, τσουρεκάκια καλιτσούνια, και ντολμαδάκια ε γιαγιά;>>
<<Απ’ ούλα θα σου κάμω βιόλα μου, κι όσο για το που θα τα βάλεις όλο κι ένα ν-τοπαλάκι θα βρεις εσύ στην γ-κοιλίτσα σου>>.
<<Και δε μου λες γιαγιά τα αρνάκια που έχουμε στο στάβλο θα τα σουβλίσουμε το Πάσχα;>>
<<Όι κοπελιά μου όι>>… δεύτερο ψέμα η γιαγιά, μέρες που είναι….Θέ μου σχώραμε είπε από μέσα της…
<<Και τι θα μαγειρέψουμε;>>
Πολλές ερωτήσεις μου κάνει σήμερο και θα τριαδώσει το ψώμα …σκεφτόταν η γιαγιά…
<<Ε να λέω να πάρουμε μια ν-όρθα από το χασάπικο του Μίχαλου και να τηνε μαγερέψουμενε>>…τριάδωσε το παντέρμο…δε θα με μεταλάβει ο παπάς…
<<Μια κοτούλα βρε γιαγιά δε θα φτάσει για το θείο Γιάννη, πως θα γεμίσει την τεράστια κοιλάρα του; Καυμένη κοτούλα τι σε περιμένει… σούφρωσε τα χειλάκια της η Δεσποινούλα…
<<Δεσποινάκι μου οφέτος θα σου μάθω να ανοίγεις φύλλο να κάνουμε τα καλλιτσούνια μας γιατί πρέπει κοπελιά μου να μη ξεχνούμε τα έθιμα του τόπου μας και δε λέω μόνο τα φαητά και τα γλυκίσματα μας, αλλά και τση χορού μας, τση μαντινάδε μας, τα τραγούδια μας και τη μουσική μας που δε ν–υπάρχει καλύτερη στο κόσμο ούλο..Ήντα ‘χει βγάλει ετούτος ο τόπος…να είσαι υπερήφανη κοπελιά μου που γεννήθηκες σε τούτανε τα χώματα τση Κρήτη μας που τηνε ζηλεύγουνε ούλοι…Κι εσύ όντε χορεύγεις εκειά στο σύλλογο είσαι ένα γ-καμάρι βιόλα μου, μέσα στη Κρητική φορεσιά σου…σ’ αποκαμαρώνω γιατί ‘σαι μερακλού>>.
<<Κι εμένα μου αρέσει να χορεύω γιαγιάκα μου…Όμως βρε γιαγιά είμαι οκτώ χρονών και εσύ θέλεις από τώρα να τα μάθω όλα…έχουμε τόσο καιρό μπροστά μας να τα μάθουμε τι βάζεσαις;>>
<<Ο καιρός φεύγει ογλήγορα κοπελιά μου, σήμερο είμαστε , αύριο δε ν-είμαστε, δε κατέεις ήντα μπορεί να συμβεί δε ν-είμαι και μπεμπέκα μη θωρείς που μικροδείχνω>>.
<<Γιαγιά μου δε θα πας πουθενά που θα με αφήσεις μόνη μου;>>
<<Έχεις στη γονέους σου και τ’ αδέρφια σου ήντα μοναχή σου μου λέεις εδά; Κι ύστερις κουβέντα κάνουμε γιατί ούλα μέσα στη ζωή είναι, δε θα κουβεδιάζουμε μόνο τα ευκάριστα πράματα>>.
Και πέρασαν τα χρόνια και η Δεσποινιώ μεγάλωνε και όλο μάθαινε….
<<Εγώ γιαγιά θα γίνω μαγείρισσα, για να φτιάχνω αυτά που μου έχεις μάθει, αλλά μην το πεις στη μαμά που με θέλει γιατρίνα>>.
<<Ο Θεός να βάλει τη χέρα ντου κοπελιά μου, εσύ να κάμεις αυτό που θέλει η ψυχή σου, τση μάνα σου θα τση περάσει σιγά σιγά>>.
Όταν η Δέσποινα πήρε το πρώτο βραβείο σε παραδοσιακό φαγητό, όλοι καμάρωναν…
Η γιαγιά δεν μπόρεσε να πάει, δεν άντεχε τελευταία τις ταλαιπωρίες, ένοιωθε πολύ κουρασμένη, αλλά πολύ ευτυχισμένη γιατί το καμάρι της έκανε το όνειρο της πραγματικότητα…
Λίγες ημέρες μετά τα Χριστούγεννα έφυγε , ήρεμη και χορτασμένη από την αγάπη των δικών της ανθρώπων…
Η Δέσποινα ήταν απαρηγόρητη, δεν μπορούσε να φανταστεί τη ζωή της χωρίς την γιαγιά της, δεν ήθελε να ξαναπάει στο χωριό δεν ήθελε να ξαναζήσει γιορτές… και ήταν μεγαλοβδομάδα γεμάτη αναμνήσεις από την αγαπημένη της γιαγιά…με το νηστίσιμο γάλα…χαμογέλασε η Δέσποινα ..άκου νηστίσιμο γάλα της κατσίκας.. ή εκείνη η κότα που είχε σχήμα αρνιού πάνω στη σούβλα και να επιμένει η γιαγιούλα πως ήταν κότα…
Με αυτό το χαμόγελο αποκοιμήθηκε …
<<Δεσποινιώ μου θα με βοηθήξεις να κάμουμε τση λαμπροκουλούρες μας>>…
Με τη φωνή της γιαγιά της ξύπνησε η Δέσποινα, νοιώθοντας το τρυφερό της χάδι στα μαλλιά της…
<<Γιαγιά μου, έρχομαι στο σπίτι μας και θα φτιάξω όλα όσα κάναμε μαζί όλα αυτά τα χρόνια…το ξέρω ότι θα είσαι πάντα δίπλα μου και θα ζεις πάντα…στην καρδιά μου>>.
Κατερίνα Βοτζάκη
Οι μαντινάδες και οι στίχοι που στείλατε με το πασχαλινό θέμα:
Γαρεφαλάκης Γιώργης (Άγιος Νικόλαος)
Χριστέ μου να γινότανε να μου κλουθάς μια μέρα
να δεις πως είναι ο Γολγοθάς χωρίς Θεό πατέρα.
Λεουνάκης Νεκτάριος (Συρίλι Χανιά)
Πριν άπ 'το δεύτε λάβετε άσπρο κερί θα γίνω
φωθιά εσύ και τ 'όνειρο στη φλόγα σου θα ντύνω.
Λιανέρης Νίκος (Σίσσες Ηρακλείου)
Τέτοιο μεγάλο Γολγοθά δεν σκέφτηκα ποτέ μου
στο σπίτι μου Ανάσταση πώς θα τη νιώσω Θεέ μου.
Σηφάκης Γιώργης -Σιμισακογιώργης (Ρέθυμνο)
Οφέτος εις το Γολγοθά ,Χριστέ θα σ' ακλουθούμε
να κουβαλούμε το σταυρό κι εμείς να σταυρωθούμε.
Σκουντριδάκης Σήφης (Κουρνάς Αποκορώνου Χανιά)
Στη ξιπασμένη μου ψυχή ο δράκος ντιγριτσώνει
και το φωνιάζει με μουγκρές κάθε Λαμπρή τελειώνει.
Δοξαστάκη Ρένα ( Ηράκλειο)
Σα ν-τη μεγάλη Παρασκή ήταν η ζήση όλη
ήρθες και έχω Ανάσταση καθημερνή και σκόλη.
Ψαρουδάκης Γρηγόρης (Γάλλου Ρέθυμνο)
Χαρές στο διάβα τση χρονιάς δε το θυμούμαι να 'δα
και' δα ναι ο κορονοϊός σα μεγαλοβδάμαδα.
Δανδουλάκη Ελευθερία (Νίθαυτη Αμαρίου Ρέθυμνο)
Πως να λογιάσω Ανάσταση στο Γολγοθά σου Θε μου
και Σταύρωση χωρίς πιστούς δεν είδα εγώ ποτέ μου.
Σπυριδάκης Μιχάλης (Άγιοι Δέκα Μεσσαράς Ηράκλειο)
Λαμπρή με δίχως εκκλησά και τ' Άγιο φως να λείπει
δε θενε ούτε ν' ακουστεί η λειτουργιά στο σπίτι.
Λουλουδάκης Μαρίνος (Ηράκλειο)
Κάνε Χριστέ τα πάθη σου φέτο να πιάσουν τόπο
με κούρασαν τα ψεύτικα τα πρέπει των αθρώπω.
Μαρία Καζά (Χίος)
Είδα το, το ποδάρι σου το νερατζί σου μέστη
και νόμιζα είναι Λαμπρή κι είπα Χριστός Ανέστη.
μέστη=κάλτσα , στη Χιώτικη διάλεκτο
Σταυρουλάκης Γιώργος -Σταυρουλής (Χανιά)
Πρόσωπα θέλω γελαστά χαράς να τρέχουν δάκρυ
να λάμπουν ως λάμπουν τα κεριά τσ' Ανάστασης το βράδυ.
Γύπαρη Κατερίνα (Ασή Γωνιά Αποκορώνου Χανιά)
Χριστέ και Παναγία μου βοήθήσε μας τώρα
κι είν' η ζωή ένας Γολγοθάς και μια μεγάλη μπόρα.
Αγγελοπούλου Στέλλα (Ρέθυμνο)
Τον Γολγοθά ανεβαίνουμε την μεγαλοβδομάδα
με τον ιό θ' ανάψουμε Ανάστασης λαμπάδα.
Ζερβουδάκης Προκόπης (Καμπανός Σελίνου Χανιά)
Χριστέ μου όντε θ` αναστηθείς στον κόσμο να γυρίσεις
υγεία αγάπη και χαρές θα 'θελα να σκορπίσεις.
Αυγουστάκη Χαρά (Ρέθυμνο)
Τα βάσανα του, ο καθείς, με του Χριστού ταιριάζει
άραγε, σκέφτεται κανείς, μην στον Ιούδα μοιάζει;.
Μεσσαριτάκη Λίτσα (Ηράκλειο)
΄Οντε θα ανασταίνεσαι, καμε ν' αναστηθούνε
χαρές, ελπίδες κι όνειρα, εκείνων που πονούνε.
Μαυρουδή Μαρία (Μοίρες Ηράκλειο)
Μέσα στη ζήση τον Σταυρό όλοι μας κουβαλούμε
όμως με πίστη στην καρδιά τη Λύτρωση θα βρούμε.
Χασουράκη Ειρήνη (Αθήνα)
Διψώ στσ'αγαπης το σταυρό και αντίς νερό μου δίδει
χολή, καυμό και στεναγμό και στα δυό χείλη ξύδι.
Δρακάκη Ζωή (Ρέθυμνο)
Το Γολγοθά που ζω εγώ κάνεις σας μην γνωρίσει
γιατί Ανάσταση ποτέ δεν πρόκειται να ζήσει.
Καλλιτσουνάκη Γιάννα (Ασκύφου Σφακίων Χανιά)
Στα πάθη σου συνδράμουμε τον Γολγοθά σου ζούμε
Χριστέ μου και ανημένουμε Ανάσταση να δούμε.
Κουλιζάκη Ελπίδα (Φρες Απολορώνου Χανιά)
Είναι αμαρτία μα μισώ την μεγαλοβδομάδα
γιατί μου πήρε αδερφό και δεν τονε ξανάδα.
Λεώνης Γιάννης (Αθήνα)
Τον εδικό ντου Γολγοθά ανθρώπου να μη λάχει
Θε μου πως βγήκες σε κορφή μ' ένα Σταυρύ στη ράχη.
Ψαθόπουλος Λεωνίδας (Αθήνα)
Κείνος απου 'ναι αμαρτωλός γη που δεν έχει μάθει
αυτός συγκρίνει του Χριστού με τα δικά του πάθη.
Κουκλινός Αντώνης (Ασήμι Μονοφατσίου Ηράκλειο)
Κουτσά στραβά και ο φτωχός, Χριστός Ανέστη κάνει
κι' ας είναι ο Γολγοθάς μακρύς που στη ζωή ντου βγάνει.
Γαγάνης Δημήτρης (Ατσιπόπουλο Ρέθυμνο)
Το άγιο φως τσ' Ανάστασης δε θα το πάρω μπλιο μου
αφού 'σβυσε στα χέρια μου η μοίρα το δικό μου.
Νικηφόρος Νικόλαος (Αξός Μυλοποτάμου Ρέθυμνο)
Ήρθε παιδί μου η Λαμπρή, Χριστός Ανέστη λένε
μα οι δικοί σου οι γονείς μέρα και νύχτα κλαίνε.
Στεφανάκης Μιχάλης (Γάλλου Ρέθυμνο)
Απ' όντε γεννηθεί κανείς περνά το Γολγοθά του
πορεία προς τη Σταύρωση ν' αναστηθεί η καρδιά του.
Καλλέργης Κωστής Κ.Ι.Γ.Κ (Λούτρα Ρέθυμνο)
Σαν τη γλυκειά Ανάσταση να 'ρθεις σε περιμένω
μα στο μεγάλο Σάββατο χρόνους εδά ξομένω.
Γαλανάκη Ελένη (Ρέθυμνο)
Χριστέ και να 'ταν η Λαμπρή πολλές φορές το χρόνο
και η βδομάδα των παθών να διώχνει κάθε πόνο.
Μπούτζουκα Μαρία (Σχολή Ασωμάτων Ρέθυμνο)
Μία λαμπάδα βρείτε μου το Άγιο φως ν' ανάψω
που να μη σβήσει μονομιάς όντε θ' αναστενάξω.
Λιονής Γιάννης (Ατσιπόπουλο Ρέθυμνο)
Σε Γολγοθάδες κι αν βρεθώ και σε Σταυρούς απάνω
την αθρωπιά μου θα βαστώ ίσαμε να ποθάνω.
Παπαδάκη Κωνσταντίνα (Μεγαλόπολη Αρκαδίας)
Πολλές φορές ανέβηκα του Γολγοθά το δρόμο
μα δεν εβρέθει Σίμωνας στον εδικό μου πόνο.
Γαριπαντώνης ( Νίβρυτος Ζαρός Ηράκλειο)
Την εβδομάδα τω παθώ θα κάτσω στο μπαλκόνι
και θα φωνάξω, υπομονή, η Ανάσταση σιμώνει.
Βοτζάκη Κατερίνα (Ρέθυμνο)
Το επόμενο μ θέμα είναι η λέξη , ύστερος ύστερη κλπ δηλαδή τελευταίος-α κλπ.
Καλή Λαμπρή σε όλους!