Σε μία υψηλού επιπέδου επιστημονική αντιπαράθεση εξελίχθηκε το διήμερο Πέμπτης και Παρασκευής, στην εκδίκαση της υπόθεσης Ρίχτερ, που μετά τις διακοπές των γιορτών, από την Πέμπτη συνεχίζεται πλέον κανονικά. Ο επικεφαλής του εθνικού διαλόγου για την Παιδεία κ. Αντώνης Λιάκος αλλά και ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας Γιώργος Μαργαρίτης διασταύρωσαν την Πέμπτη και σε αντιπαράσταση εξέταση στο δικαστήριο τις επιστημονικές και ιστορικές γνώσεις τους.
Χθες πάντως και ενώ θα κατέθετε αρχικά ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας Γιώργος Μαργαρίτης, τελικά η διαδικασία προχώρησε με μία πολύωρη κατάθεση τού άλλοτε αντιπρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης και καθηγητή του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών Κωνσταντίνου Λάβδα, αφού την επόμενη εβδομάδα θα απουσιάζει και πάλι εκτός Ελλάδας.
Η κατάθεση Λάβδα
Ο Κώστας Λάβδας, καθηγητής και πρώην πρόεδρος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης που αυτή την περίοδο βρίσκεται σε άδεια και διδάσκει στην Αμερική, διευκρίνισε αρχικά ότι δεν είναι ιστορικός ούτε ειδικός στην ελληνική ιστορία, άρα θεωρεί ότι κλήθηκε να πει την άποψή του ως πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος. Δήλωσε ότι τιμά τον καθηγητή Ρίχτερ ως έγκριτο ιστορικό αλλά διαφωνεί με πολλές από τις απόψεις και τις αξιολογικές κρίσεις που υπάρχουν στο συγκεκριμένο βιβλίο για τη Μάχη της Κρήτης. Όπως είπε, η άποψη ότι τα εγκλήματα πολέμου προκλήθηκαν από την κτηνώδη κρητική αντίσταση τα σχετικοποιεί και δεν αναδεικνύει την αυθύπαρκτη απαξία τους.
Ο κ. Λάβδας ανέλυσε την άποψή του ότι πρόκειται για μια απόπειρα ενός ιστορικού αναθεωρητισμού αναφορικά με το ρόλο και τη διεξαγωγή του πολέμου από την Βέρμαχτ. Είπε μάλιστα ότι σε συνέντευξη του στην "Καθημερινή" στις 5/12/2015, ο κ. Ρίχτερ ξεκαθάρισε ότι πράγματι αυτό που εννοούσε είναι ότι μέχρι τη Μάχη της Κρήτης ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε σχετικά "καθαρός" πόλεμος, στον οποίο όλες οι πλευρές σέβονταν το διεθνές δίκαιο του πολέμου, ενώ όταν ξεκίνησε το αντάρτικο των Κρητών και τα γερμανικά αντίποινα που ο πόλεμος έγινε "βρόμικος". Ο μάρτυρας είπε ότι, αντιθέτως, η διεξαγωγή του πολέμου από τη Γερμανία το 1939-1940, πριν τη Μάχη της Κρήτης, σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ολλανδία έδειξε και εκεί εγκλήματα πολέμου και θανάτους αμάχων.
Ο καθηγητής Λάβδας έφερε το παράδειγμα του διακεκριμένου Γερμανού πολιτικού επιστήμονα Μπράχερ, ο οποίος έχει υποστηρίξει από χρόνια ότι ο γερμανικός βομβαρδισμός του Ρότερνταμ, που έγινε το Μάιο 1940, δηλαδή ένα χρόνο πριν τη Μάχη της Κρήτης, ξεκίνησε τη συστηματική πολιτική βομβαρδισμού αμάχων, κάτι που επρόκειτο αργότερα να πληρώσει πολύ ακριβά η Γερμανία με τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς της Δρέσδης, της Λειψίας και του Βερολίνου. «Για ποιον καθαρό πόλεμο πριν την Κρήτη μιλάει ο κ. Ρίχτερ;», αναρωτήθηκε ο κ. Λάβδας.
Υπήρξαν και διαπληκτισμοί με τους συνηγόρους του Ρίχτερ, όταν θέλησαν να προσδώσουν και πολιτικά κίνητρα στη δίωξη κατά του Γερμανού ιστορικού. Ο κ. Λάβδας είπε ότι, σε ό,τι τον αφορά, κλήθηκε από το δικαστήριο να καταθέσει και μάλιστα με απειλή βίαιης προσαγωγής και καταθέτει όπως πάντα την επιστημονική άποψη του ευθέως και χωρίς περιστροφές. Τόνισε καταληκτικά ότι είναι απολύτως κρίσιμο να είναι ελεύθερος ο επιστημονικός λόγος, όπως είναι κρίσιμο να είναι και υπεύθυνος και τεκμηριωμένος.
Γ. Μαργαρίτης: «Απολογητής του Ναζισμού ο Ρίχτερ»
Καταπέλτης για το επίμαχο βιβλίο, τη στάση, το ρόλο και τις επιδιώξεις μέσω αυτού, του Χάινς Ρίχτερ, υπήρξε στη συνέχεια, κατά την πολύωρη κατάθεσή του, ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του ΑΠΘ Γιώργος Μαργαρίτης, σε βαθμό που να εξοργίσει την υπεράσπιση του κ. Ρίχτερ και οι νομικοί του παραστάτες να επιχειρήσουν να απονομιμοποιήσουν την κατάθεσή του, με αναφορές στις πολιτικές του πεποιθήσεις και το ότι είναι «στρατευμένος» στη κομμουνιστική ιδεολογία (!), προκαλώντας την έντονη αντίδραση του Γιώργου Μαργαρίτη.
Ο κ. Μαργαρίτης αποδόμησε την επιστημονικότητα του Χάινς Ρίχτερ, καθώς όπως είπε πρόκειται για δήθεν έρευνα, από ένα άνθρωπο που ουσιαστικά εμφανίζεται ως απολογητής του Ναζισμού. «Κάνει μία στρατευμένη προσπάθεια να δικαιολογήσει εγκλήματα των Ναζί και δεν ενδιαφέρεται για την ιστορική αλήθεια, την έρευνα και την ιστορία». Κάνει, είπε ο κ. Μαργαρίτης για τον Ρίχτερ, «προπαγάνδα των ναζιστικών ιστορικών θέσεων και δημιουργεί έτσι τις προϋποθέσεις μίσους».
Ταυτόχρονα ο κ. Ρίχτερ, «με τις αναφορές στους αλεξιπτωτιστές του γερμανικού Στρατού, κατά τη γερμανική εισβολή και τη Μάχη της Κρήτης, εμφανίζεται να έχει επιρροές και από το ιστορικό ρεύμα του ρομαντικού μιλιταρισμού και για αυτό μας εμφανίζει τους τότε Γερμανούς αλεξιπτωτιστές περίπου ως "ιδεαλιστές"».
Αντιπαράθεση Λιάκου-Μαργαρίτη
Με το βλέμμα της τοπικής κοινωνίας, αλλά και της ελληνικής και διεθνούς ακαδημαϊκής κοινότητας να στρέφεται ολοένα και περισσότερο στην εξέλιξη της δίκης του Γερμανού καθηγητή Χ. Ρίχτερ, ξεκίνησε και πάλι την Πέμπτη στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ρεθύμνου η ακροαματική διαδικασία με κατάθεση του καθηγητή νεότερης ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Αντώνη Λιάκου.
Ο κ. Λιάκος, γνωστός και από τις αιρετικές απόψεις του για ζητήματα όπως η καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού ή ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, υποστήριξε ότι τα ζητήματα ιστορίας δεν άπτονται της αρμοδιότητας του δικαστηρίου και άρα ο κ. Ρίχτερ, όσο προβληματικό και κακό κι αν είναι το βιβλίο του για τη Μάχη της Κρήτης, δε θα έπρεπε να δικάζεται.
Παράλληλα, κρίθηκε σκόπιμο να γίνει κατ' αντιπαράσταση εξέταση με τον καθηγητή Σύγχρονης Κοινωνικής και Πολιτικής Ιστορίας στο ΑΠΘ κ. Γιώργο Μαργαρίτη, αφού και οι δύο μάρτυρες είχαν κληθεί τις προηγούμενες ημέρες από το δικαστήριο ως μάρτυρες με εξειδικευμένες γνώσεις.
Νωρίτερα, με την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, η δίκη διεκόπη για μιάμιση ώρα, ενώ το δικαστήριο διέταξε τη βίαιη προσαγωγή των απόντων μαρτύρων που είχαν κληθεί να παραστούν στη χθεσινή ακροαματική διαδικασία. Πρόκειται για τους καθηγητές του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Ήβη-Αγγελική Μαυρομούστακου, Κωνσταντίνο Λάβδα και Νεκτάριο Αλεξόπουλο, καθώς και τον κ. Γιώργο Μαργαρίτη, ο οποίος όμως παρουσιάστηκε λίγη ώρα αργότερα στη δίκη. Επιπλέον, κλήθηκε εκ νέου από το δικαστήριο ο δήμαρχος Πλατανιά κ. Γιάννης Μαλανδράκης.
Α. Λιάκος: «Διακυβεύεται το κύρος της Ελληνικής Δικαιοσύνης»
Την Πέμπτη πρώτος κλήθηκε να καταθέσει ο καθηγητής Ιστορίας κ. Αντώνης Λιάκος. Ο κ. Λιάκος κλήθηκε να καταθέσει στο δικαστήριο έπειτα από πρόταση των συνηγόρων υπεράσπισης του καθηγητή Ρίχτερ, ως μάρτυρας με εξειδικευμένες γνώσεις. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο ίδιος στην αρχή της κατάθεσής του, είχε συμμετάσχει σε διεθνές συνέδριο στο Άμστερνταμ το 2010, σε ειδική συνεδρίαση σχετικά με τους νόμους που θίγουν ζητήματα ιστορίας και μνήμης, ενώ παράλληλα έχει υπογράψει - όπως τόνισε και ο ίδιος - στη διαμαρτυρία 200 ιστορικών για το άρθρο 2 του αντιρατσιστικού νόμου και τόνισε ότι το συγκεκριμένο άρθρο δε θα έπρεπε να έχει συμπεριληφθεί. Ο κ. Λιάκος ξεκαθάρισε πως γνωρίζει τον καθηγητή Ρίχτερ μέσα από το έργο του και όχι προσωπικά, ενώ ανέφερε πως έχει διαβάσει το επίμαχο βιβλίο του για τη Μάχη της Κρήτης. Ο κ. Λιάκος ρωτήθηκε στο πλαίσιο των εξειδικευμένων γνώσεών του σχετικά με τη μεθοδολογία του Γερμανού καθηγητή στο έργο του, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τεκμηριώνει τις επίμαχες αναφορές στο βιβλίο του.
Στην έναρξη της κατάθεσής του, ο κ. Λιάκος υπήρξε κάθετος στο ότι, ακόμη κι αν υπάρχουν αμφιβολίες για ένα επιστημονικό σύγγραμμα, η επιστημονική κοινότητα είναι η αρμόδια για να το κρίνει, ενώ υπογράμμισε αρκετές φορές πως «τα ζητήματα ιστορίας δεν άπτονται της αρμοδιότητας του δικαστηρίου». Παράλληλα, ανέφερε πως τυχόν ανακρίβειες σε ένα ιστορικό βιβλίο δεν πρέπει να ποινικοποιούνται, ενώ ερωτηθείς για τα τεκμήρια τα οποία παραθέτει ο καθηγητής Ρίχτερ στο βιβλίο του για τη Μάχη της Κρήτης υπογράμμισε πως είναι «παράξενο να συζητείται αυτό στα πλαίσια μιας δίκης». Χαρακτηριστική ήταν μάλιστα η τοποθέτησή του: «Ήρθα στη δίκη σεβόμενος το κύρος της Ελληνικής Δικαιοσύνης και φοβάμαι ότι με αυτή τη δίκη το κύρος της διακυβεύεται».
Σε ερώτημα του προέδρου της έδρας κ. Αλέξανδρου-Ιωάννη Καργόπουλου σχετικά με τα τεκμήρια που παραθέτει ο καθηγητής Ρίχτερ στο βιβλίο του αλλά και τα στοιχεία στα οποία βασίζεται ένας ιστορικός, ο κ. Λιάκος ανέφερε για ακόμη μια φορά πως υπάρχουν όρια στο που ένα δικαστήριο μπορεί να παρέμβει, ενώ μιλώντας για τα ιστορικά τεκμήρια τόνισε πως είναι τα αρχεία, οι προφορικές μαρτυρίες, τα έντυπα ακόμη και μια αεροφωτογραφία, καθώς και όλες οι πληροφορίες που μπορεί να συλλέξει ο ερευνητής. Ανέφερε επίσης πως η ιστορική γνώση δεν είναι αμετάβλητη και πως τα τεκμήρια τίθενται συνεχώς σε νέα βάση, κάτι που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα δεδομένα της εποχής.
Σε ερώτημα του προέδρου σχετικά με το αν ένας ιστορικός μπορεί να αποκρύπτει στοιχεία στην έρευνά του, ο κ. Λιάκος τόνισε πως «κάποιος μπορεί να μιλάει για απόκρυψη στοιχείων και κάποιος άλλος να το θεωρεί ζήτημα επιλογής» και πρόσθεσε πως «δεν μπορεί να υπάρχει ιστορία με όλα τα δεδομένα. Επιλέγει με γνώμονα την εποχή, τα δεδομένα, με βάση όσα μας επιτρέπουν τα τεκμήρια και όσα κρίνει ο ιστορικός».
Ερωτηθείς από τον πρόεδρο της έδρας σχετικά με ένα σύγγραμμα που μπορεί να περιλαμβάνει υβριστικό λόγο ή να προσβάλει συλλογικές συνειδήσεις, ο κ. Λιάκος ανέφερε αρχικά πως δεν είναι απαραίτητο να συμφωνούν όλοι στο ποια φράση μπορεί να είναι υβριστική, ωστόσο είπε πως «είναι κοινώς αποδεκτό πως δεν πρέπει να προσβάλει τη μνήμη ανθρώπων που δεν είναι εν ζωή», ενώ πρόσθεσε πως η ελευθερία του λόγου δε θα πρέπει να έρχεται σε σύγκρουση με το παραπάνω.
Ωστόσο ο κ. Λιάκος υπήρξε ξεκάθαρος πως η ρητορική μίσους είναι εκτός της ελευθερίας του λόγου.
Ο ίδιος ανέφερε επίσης πως, «αν το βιβλίο γραφόταν για να υποκινήσει το μίσος εναντίον των Κρητικών, προσωπικά δε θα ερχόμουν εδώ» απαντώντας σε ερώτημα σχετικό με τη φρασεολογία και κατά πόσο μπορεί να προκαλέσει μίσος εναντίον των Κρητικών. Ο κ. Λιάκος τόνισε «δεν είναι ένα βιβλίο που προκαλεί αισθήματα μίσους» και πως «δεν προτρέπει μέσα από το περιεχόμενό του για πράξεις μίσους εναντίον των Κρητικών» ερωτηθείς σχετικά με το ενδεχόμενο ανάγνωσης του βιβλίου από ανθρώπους που έχουν ναζιστική ή ακροδεξιά αντίληψη αλλά και τι συναισθήματα ενδέχεται να τους προκαλούσε. Μάλιστα, ανέφερε χαρακτηριστικά πως «δεν μπορεί η κρίση μας να εξαρτάται από παθολογικές εκδηλώσεις».
Σε ό,τι αφορά ερώτημα του προέδρου της έδρας για το κατά πόσο ένας ιστορικός μπορεί να μεταφέρεται μέσα από την έρευνά του σε άλλα εξειδικευμένα επιστημονικά πεδία, ο κ. Λιάκος ανέφερε πως «η ιστορία και μάλιστα η δύναμή της έγκειται στο ότι συνδέει πεδία».
Κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του ο κ. Λιάκος επανέλαβε πολλές φορές πως η ιστορική επιστήμη έχει πολλούς τρόπους για να κρίνει τα έργα και πως στην ιστορία υπάρχουν «αποχρώσεις» για να κρίνει κάποιος και όχι αποκλειστικά «άσπρο ή μαύρο». Πάντως ερωτηθείς για τις αναφορές του κ. Ρίχτερ στο βιβλίο του σχετικά με αρχαίο έθιμο των Κρητικών που μιλάει για περιφρόνηση του θανάτου αλλά και για το κατά πόσο τεκμηριώνει την αναφορά αυτή, ο κ. Λιάκος ανέφερε πως ο ίδιος μπορεί να τα περιέγραφε διαφορετικά, ωστόσο επανέλαβε πως αυτό δεν είναι αντικείμενο μιας δίκης και τόνισε ότι «δεν είναι δυνατόν αυτά τα ζητήματα να ποινικοποιηθούν. Εξαρτάται από τον κάθε ιστορικό πώς θα γράψει κάτι τέτοιο. Αυτή η παράδοση είναι διαδεδομένη για τις παραδοσιακές κοινωνίες ότι υπάρχει, τώρα συγκεκριμένα για την Κρήτη δε γνωρίζω. Καλώς ή κακώς η τεκμηρίωση είναι θέμα του ίδιου του καθηγητή Ρίχτερ και όχι δικό μας».
Σε ερώτημα του συνηγόρου πολιτικής αγωγής κ. Γιάννη Νικολιδάκη για το εάν γνωρίζει για εκτελέσεις αμάχων στην Κρήτη και αν είναι θεμιτό από έναν ιστορικό να δικαιολογεί το λόγο που έγιναν οι εκτελέσεις, ο κ. Λιάκος ανέφερε αρχικά πως αυτό δεν αφορά το δικαστήριο και πρόσθεσε στη συνέχεια πως, ανεξάρτητα από το αν ένα βιβλίο είναι καλό ή κακό - ξεκαθαρίζοντας πως «δεν κυκλοφορούν μόνο καλά βιβλία» - ο αναγνώστης είναι ώριμος για να κρίνει και υπογράμμισε ότι αυτό δε σημαίνει πως «ο συγγραφέας πρέπει να καεί στην πυρά». Πάντως, ερωτηθείς από τον κ. Νικολιδάκη σχετικά με το αν ένας ιστορικός οφείλει να είναι προσεκτικός όταν βάλλει κατά της νομοθετημένης ιστορικής μνήμης, ο κ. Λιάκος τόνισε πως υπήρξε μέλος της επιτροπής για τα μαρτυρικά χωριά που εξέταζε τις υποθέσεις με γνώμονα το βάρος των εγκλημάτων. Μάλιστα, θεώρησε χρήσιμο να διαχωρίσει τη δημόσια ιστορία από την ιστορία των ιστορικών και τόνισε πως «υπάρχει απόκλιση από τη δημόσια ιστορία και την ιστορία των ιστορικών. Άλλο η δημόσια ιστορία και άλλο οι ιστορικές σπουδές και η ιστορική έρευνα».
Ο κ. Νικολιδάκης σε ερώτημά του ζήτησε από τον κ. Λιάκο να εξηγήσει την απουσία της λέξης «Ναζισμός» από το βιβλίο του κ. Ρίχτερ, με τον ίδιο να απαντά πως αυτό δεν μπορεί να το αξιολογήσει. Από την πλευρά του ο συνήγορος πολιτικής αγωγής κ. Αντώνης Επιτροπάκης σε ερώτημά του για το αν διαφαίνεται στο βιβλίο του κ. Ρίχτερ κάποια διάθεση κριτικής ή αν υποστηρίζει τα εγκλήματα ναζισμού ο κ. Λιάκος απάντησε: «Είναι ένα βιβλίο που δεν υποστηρίζει τα εγκλήματα Ναζισμού. Αν τα υποστήριζε δε θα ερχόμουν εδώ. Υποστηρίζω όμως το δικαίωμα του συγγραφέα να γράψει ακόμη κι αν γράφει κακά βιβλία».
Ο συνήγορος υπεράσπισης του κ. Ρίχτερ κ. Αναγνωστόπουλος σε ερώτημά του ζήτησε από τον κ. Λιάκο να καταθέσει τι αναφέρουν συνάδελφοί του για τη συγκεκριμένη δίκη, με τον ίδιο να απαντά πως έχει εκδοθεί απόφαση από σημαντικούς ιστορικούς που είναι αντίθετη με τη δίκη του καθηγητή Ρίχτερ.
Κατ' αντιπαράσταση εξέταση των καθηγητών Λιάκου και Μαργαρίτη
Οι δύο ιστορικοί, κ. Λιάκος και κ. Μαργαρίτης, εξετάστηκαν κατ' αντιπαράσταση, αφού και οι δύο θεωρούνται από το δικαστήριο μάρτυρες με εξειδικευμένες γνώσεις και συνεπώς μπορούν μέσα από το "πρίσμα" του ιστορικού και την ερευνητική τους εμπειρία να αναδείξουν στοιχεία για τη μεθοδολογία και το έργο του κ. Ρίχτερ που εξετάζει το δικαστήριο.
Ο κ. Μαργαρίτης διαφοροποιήθηκε στην κατ' αντιπαράσταση εξέταση από το συνάδελφό του κ. Λιάκο και μίλησε για ένα βιβλίο στο οποίο υπάρχουν «έντεχνες στρεβλώσεις και τρομερές αποσιωπήσεις». «Είναι ενδεικτικό», είπε, «πως υπάρχει μόνο μια αναφορά για το Ναζισμό» και κατέληξε αναφέροντας πως είναι «ένα βιβλίο που ως πρόσχημα την ιστορία προάγει τη ναζιστική ιδεολογία». Ωστόσο, ο κ. Μαργαρίτης επισήμανε τη σπουδαιότητα της ιστορικής αλήθειας, αφού όπως τόνισε το κύριο καθήκον ενός ιστορικού είναι η προάσπισή της, κάτι που προάγει την παιδεία και θα μεταβιβαστεί στις επόμενες γενιές. Αναρωτήθηκε μάλιστα πώς το συγκεκριμένο βιβλίο «βαφτίζεται επιστημονικό».
Σε ό,τι αφορά το αν το βιβλίο μπορεί να προάγει το μίσος, ο κ. Μαργαρίτης υποστήριξε πως «σε κάθε σημείο του βιβλίου του κ. Ρίχτερ σαν αιτιολογία των εκτελέσεων προβάλλεται η αντίσταση των Κρητικών».
Από την πλευρά του ο κ. Λιάκος απάντησε, όπως είχε αναφέρει και στην κατάθεσή του, πως πρόκειται για ένα κακό βιβλίο αλλά όχι ένα βιβλίο που έχει στόχο την προπαγάνδα ή την εκδήλωση μίσους κατά των Κρητικών, ενώ είπε χαρακτηριστικά: «Πώς αποδεικνύεται ότι δημιούργησε προπαγάνδα ή μίσος το βιβλίο;».
Ο κ. Μαργαρίτης διαφοροποιήθηκε και σε σχέση με τις αναφορές για αρχαίο έθιμο περιφρόνησης του θανάτου των Κρητικών αλλά και τις βεβηλώσεις πτωμάτων των Γερμανών στρατιωτών που αναφέρονται στο βιβλίο, και τόνισε πως δεν παρατίθεται από το συγγραφέα κανένα στοιχείο που να τεκμηριώνει όσα ισχυρίζεται σχετικά με το έθιμο.