ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ
Δυναμική επιστροφή στην καλλιέργεια της χαρουπιάς, δείχνουν όλα τα σχετικά στοιχεία με την ζήτηση του προϊόντος, που την τρέχουσα περίοδο «χτυπά» τιμές ρεκόρ στην αγορά! Ήδη, το ένα κιλό χαρουπιών τιμάται στα 1,30 ευρώ, όταν τα προηγούμενα χρόνια δεν ξεπερνούσε τα 30 με 40 λεπτά. Οι γνώστες της αγοράς βλέπουν δε, πως είναι πιθανόν η τιμή να εκτοξευτεί στο 1,5 ευρώ το κιλό ενώ τονίζουν, ότι δεν πρόκειται για μια παροδική συγκυρία αλλά για μια επαναφορά της σχετικής αγοράς χαρουπιού, που θα μείνει σταθερή.
Ως εκ τούτου η καλλιέργεια της χαρουπιάς επανέρχεται στο προσκήνιο μετά από πολλές δεκαετίες εγκατάλειψης και εξαφάνισης της από πολλές περιοχές της Κρήτης. Δεν ήταν λίγες οι φωνές που όλα αυτά τα χρόνια τόνιζαν το λάθος των παραγωγών που εγκατέλειπαν τις χαρουπιές ή τις αφαιρούσαν από τα χωράφια τους για να φυτέψουν κατά κύριο λόγο ελιές. Σήμερα δικαιώνονται. Κυρίως, όμως δικαιώνεται το δέντρο, η χαρουπιά, η οποία με ελάχιστη φροντίδα, μπορεί και εξασφαλίζει τροφή και εισόδημα για τον κάτοχο της.
Η «αδικημένη» χαρουπιά, έρχεται για να γίνει «κυρίαρχος του παιχνιδιού», ειδικά σε ένα νησί όπως η Κρήτη, στην οποία κυριάρχησε η μονοκαλλιέργεια της ελιάς και εγκαταλείφθηκαν, προφανώς με λανθασμένα κριτήρια και εγκληματικά αντιοικονομικές και περιβαλλοντικά ζημιογόνες κατευθύνσεις από το κράτος, τους γεωπόνους και τους «αγροτοπατέρες», καλλιέργειες όπως η κιτριά, η χαρουπιά και το αμπέλι, που παραδοσιακά αποτελούσαν τον κυρίαρχο μοχλό της αγροτικής οικονομίας.
ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ ΤΟ ΧΑΡΟΥΠΙ ΦΕΤΟΣ ΑΝΕΒΑΣΕ ΤΙΜΗ;
Σίγουρα η διαμόρφωση των τιμών του χαρουπιού φέτος έχει να κάνει με τις συνθήκες διαμόρφωσης της σχετικής αγοράς. Ωστόσο, όσοι ασχολούνται με την καλλιέργεια του χαρουπιού αλλά και όσοι έχουν επιστημονικά ασχοληθεί με την παραγωγή και την μεταποίηση του, θεωρούν, πως οι σχετικές συνθήκες αγοράς ήρθαν για να μείνουν.
Ειδικότερα, ο Πρόεδρος του παραρτήματος Κρήτης του ΓΕΩΤΕΕ κ. Αλέξανδρος Στεφανάκης, μιλώντας στην εφημερίδα μας, τόνισε, ότι οι επιστημονικές εξελίξεις των ερευνών πάνω στις διατροφικές αξίες του χαρουπιού τόσο για τον άνθρωπο, όσο και για τα ζώα, διαμορφώνουν νέες υπέρ ευνοϊκές συνθήκες για τους παραγωγούς ενώ στο ίδιο μήκος κύματος ο αγρότης και παραγωγός χαρουπιών κ. Κώστας Καράτζης, δήλωσε χαρακτηριστικά τα εξής: «Το χαρούπι και τα παράγωγα του είναι προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας. Διεισδύει σημαντικά κάθε χρόνο στις προτιμήσεις του καταναλωτικού κοινού καθότι είναι προϊόν που συστήνεται και από διαιτολόγους γιατί διαθέτει χαμηλά λιπαρά, σχεδόν ελάχιστα. Περιέχει σημαντική ποσότητα ασβεστίου, τριπλάσια σε σύγκριση με το γάλα και 100% απολήψιμη από τον ανθρώπινο οργανισμό, σημαντικά μεταλλικά στοιχεία, όπως φώσφορο, σίδηρο, κάλλιο, μαγνήσιο, μαγγάνιο, πυρίτιο κ.α., 6-7 βιταμίνες. Αυτά δεν τα συναντάει κανείς σε καμία άλλη τροφή και δικαίως χαρακτηρίζεται ως super τροφή. Εφόσον λοιπόν διευρύνεται η χρήση των πρώτων υλών, των παραγώγων του χαρουπιού, όπως για παράδειγμα, το χαρουπάλευρο στους φούρνους, και γενικότερα, στις βιοτεχνίες και βιομηχανίες μπισκοτοποιιών, που σημαίνει ότι μπαίνει πλέον στην ευρεία κατανάλωση, αυξάνεται η διάθεση του, αυξάνεται η ζήτηση του, συνεπώς αυξάνεται και η τιμή του, αυτό είναι φυσικό επακόλουθο.»
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΟΔΙΚΗ Η ΖΗΤΗΣΗ
Επιχειρηματολογώντας πάνω στο ζητούμενο για το αν είναι παροδική η ζήτηση του χαρουπιού, ο κ. Αλέξανδρος Στεφανάκης, μίλησε για τις έρευνες που έχουν γίνει σχετικά με τα οφέλη του χαρουπιού στα ζώα αλλά και στον άνθρωπο, υποστηρίζοντας, ότι «Η χαρουπιά διαχρονικά ήταν ένα πολύτιμο δέντρο για την Κρήτη. Είναι ένα δέντρο που σύμφωνα με τους δασολόγους, τονώνει το περιβάλλον, προστατεύει από την κλιματική αλλαγή, προστατεύει από την διάβρωση και όλα αυτά που μας λένε οι ειδικοί. Και επειδή έχουμε μεγαλώσει και ζούμε στην Κρήτη, η χαρουπιά ήταν και θα είναι παντού. Μόνο που η αξιοποίηση της περνάει πολλά κύματα, ανάλογα με τη ζήτηση του προϊόντος. Το χαρούπι έχει δύο βασικά συστατικά. Τη φλούδα και τους σπόρους. Οι σπόροι διαχρονικά χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία τροφίμων και τη φαρμακοβιομηχανία όπου έχει χρηματιστηριακή τιμή που μεταβάλλεται και πάντα ο σπόρος αυτός έχει μια υψηλή τιμή. Πέρυσι είχε φτάσει στα ύψη. Από τα 4-5 ευρώ είχε φτάσει περίπου στα 20. Αυτό είναι χρηματιστηριακό και κάνει αυτή την αύξηση στην προσφερόμενη τιμή την τωρινή. Αλλά από εκεί και πέρα το χαρούπι σαν χαρούπι, πάντα ήταν μέρος και της διατροφής του ανθρώπου, και πάντα μέρος της διατροφής των ζώων της Κρήτης.»
Ο ίδιος, συνέχισε λέγοντας, ότι «Οι μελέτες που εμείς έχουμε κάνει με μια ομάδα ερευνητών σε όλη την Ευρώπη που ασχολούμαστε με τα συστήματα ολιστικής πρόληψης των νοσημάτων χρησιμοποιούμε προγράμματα σε συνδυασμό με την χρήση και τη διατροφή των ζώων λειτουργικών πρώτων υλών ζωοτροφών. Το χαρουπάλευρο είναι πλούσιο σε συγκεκριμένες ουσίες, οι οποίες έχουν αποδεδειγμένα αντιπαρασιτική δράση στα ζώα. Συμμετείχα σε διεθνή πειράματα που γίνανε στη Σχολή Ασωμάτων με πρόβατα και αρνιά που αποδείχτηκε πραγματικά η αντιπαρασιτική δράση του χαρουπάλευρου, όταν χρησιμοποιείται στην διατροφή των ζώων. Άρα είναι μια λειτουργική πρώτη ύλη. Την ίδια λειτουργικότητα, έχει γίνει μια μελέτη πάλι στην Κρήτη στα κουνέλια, όπου βοηθάει πάρα πολύ και μειώνει τη θνησιμότητα. Αυτά είναι δημοσιευμένα πράγματα σε διεθνή περιοδικά. Και μάλιστα το τελευταίο με τα κουνέλια ήταν μια διδακτορική διατριβή στην κτηνιατρική της Τουλούζης, σε πανεπιστήμιο στη Γαλλία. Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι στο ότι μπορεί να μην είναι πλούσιο το χαρούπι ούτε σε ενέργεια, έχει ζάχαρα, έχει χαμηλές πρωτεΐνες αλλά αυτά τα συστατικά που έχει και άλλα τόσα που δεν τα έχουμε ψάξει, έχουν μια λειτουργικότητα που βοηθάει στον οργανισμό των πρωτεϊνών και βοηθάει στην πρόληψη νοσημάτων, περιορίζοντας την χρήση φαρμάκων. Αυτό όσον αφορά την κτηνοτροφική και κτηνιατρική πλευρά. Θεωρώ ότι, επειδή έχω μάθει ότι κάποιες τέτοιες μελέτες έχουν αρχίσει να γίνονται και για τον άνθρωπο, η έρευνα που θα ακολουθήσει θα δείξει ανάλογα αποτελέσματα λειτουργικότητας και όταν χρησιμοποιείται το χαρούπι είτε σαν σπόρος είτε σαν χαρουπάλευρο και σε άλλα προϊόντα. Με βάση τα δεδομένα βλέπουμε ότι αυτό το πολύτιμο δέντρο, που είναι προσαρμοσμένο με βάση τους δασολόγους στο κλίμα της Κρήτης, που έχει ελάχιστες απαιτήσεις και όχι πολύ σημαντικές αρρώστιες, θα πρέπει να σκύψουμε πάνω να το σεβαστούμε, και να το αξιοποιούμε. Διαχρονικά, αυτό που έχω ζήσει εγώ, είναι αυτό που συμβαίνει πολλές φορές με το τοπικό και εθνικό προϊόν το ελαιόλαδο. Όταν έχει ζήτηση τρέχουμε και μαζεύουμε τις ελιές και όταν δεν έχει αφήνουμε τις ελιές να πέσουν κάτω. Τα χαρούπια λοιπόν περάσανε μια τέτοια περίοδο γιατί είχαμε επαναπαυτεί με τις εισαγόμενες, όχι μόνο εμείς, όλη η Ευρώπη. Αλλά μάλλον πρέπει να αρχίσουμε πάλι, γιατί τα πράγματα μάλλον δεν ήταν σωστά προγραμματισμένα.»
ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΕΙΧΑΜΕ ΠΑΡΑΤΗΣΕΙ ΤΙΣ ΧΑΡΟΥΠΙΕΣ…
Άξιο σχολιασμού, είναι το γεγονός, ότι στην Κρήτη η καλλιέργειας της χαρουπιάς είχε σχεδόν εγκαταλειφθεί. Πάνω σε αυτό το ζητούμενο, ο κ. Κώστας Καράτζης, μιλώντας στο «Ρέθεμνος» είπε μεταξύ άλλων, ότι «ο άνθρωπος χαρακτηρίζεται από μια τάση αχαριστίας, δηλαδή, ό,τι τον ευεργετεί στην πορεία το απαξιώνει και ενδεχομένως το πολεμάει κιόλας. Κάτι αντίστοιχο έγινε και με το χαρούπι, εξαιτίας της σχέσης που είχε με τη διατροφή του ανθρώπου σε περιόδους λοιμού, όπως παράδειγμα της κατοχής που έθρεψε πληθυσμούς, και αντί να υμνείται και να ευεργετείται για την συγκεκριμένη του προσφορά, απαξιώθηκε σαν τροφή των φτωχών, ως τροφή της κατοχής, των λοιμών. Αυτό ήταν ένα τραγικό λάθος. Και ενώ πραγματικά η Κρήτη έχει τις δυνατότητες καθώς διαθέτει αυτό το άριστο, το ιδανικό Μεσογειακό κλίμα, για την εξάπλωση και την ανάπτυξη της χαρουπιάς, τελικά το χαρουπόδασος το μεγάλο που υπήρχε παλιά, που υπήρχε μια σχετική αξιοποίηση, συρρικνώθηκε γιατί επεκτάθηκαν άλλες καλλιέργειες που χαρακτηρίστηκαν πιο δυναμικές, όπως για παράδειγμα, του αμπελιού εν μέρει αλλά της ελιάς επι τω πλείστον. Έτσι περιορίστηκε η χαρουπιά σε κάποιες ρεματιές, σε κάποια δυσπρόσιτα σημεία. Η μόνη εξαίρεση που υπάρχει ήταν αυτή η καθαρά συγκυριακή, τα προγράμματα των αναδασώσεων γεωργικών γαιών, σε αυτό δηλαδή που εντάχθηκα και εγώ ο ίδιος προσωπικά, ήταν ο κανονισμός του ΄93, ο 2080 της Ε.Ε., οπότε εκμεταλλευόμενοι αυτή την ευκαιρία επιλέξαμε επί τω πλείστον χαρουπιές, λόγω του γεγονότος ότι προοριζόταν και για ζωοτροφή, για να καταλάβετε λίγο τι αξία είχαμε δώσει παλιότερα στο χαρούπι, το χαρακτήριζαν απλώς ζωοτροφή. Βέβαια κάποιοι γευόταν τους καρπούς για να επιβιώσουν σε περιόδους μεγάλων αναγκών και κρίσεων διατροφικών αλλά μετά το ξεχνούσανε».
ΟΙ ΥΠΑΡΧΟΥΣΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ
Παρουσιάζοντας την σημερινή εικόνα της σχετικής καλλιέργειας στην Κρήτη ο κ. Καράτζης, τόνισε τα εξής: «υπάρχουν αυτή τη στιγμή μεγάλες δυναμικές καλλιέργειες, των 100 των 200 των 500 και ενδεχομένως και περισσότερων στρεμμάτων ανά ιδιοκτησία, οι οποίες όμως δεν έχουν στο σύνολο τους εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις δραστηριοποιηθεί προς την παραγωγική κατεύθυνση. Δεν έχουν δηλαδή εμβολιαστεί ακόμα και αυτό είναι μέγα λάθος. Διότι παραγωγικές μηχανές αυτή τη στιγμή όπως είναι το κάθε δέντρο, είναι ανενεργό. Είναι δυνατόν όταν υπάρχει περίπτωση να δώσει 100-150 ευρώ εισόδημα το δέντρο τον χρόνο να μην προχωράνε οι καλλιεργητές του άμεσα, γιατί είναι μεγάλο το κόστος όταν έχουμε δέντρα μεγάλης ηλικίας 20 και 25 χρονών; Ή 28 και 29 χρονών της πρώτης περιόδου; Αυτό προϋποθέτει πολύ κόστος, πολλές εργολαβίες, πολλά μεροκάματα, πολλά εργατικά χέρια, πολλά τεχνικά μεροκάματα για να φτάσει σε μια φάση να παράγει. Πρέπει όμως να το προχωρήσουν γιατί αξίζει τον κόπο. Δεν πρέπει αυτά τα δέντρα να παράγουν άγριους καρπούς ή και καθόλου καρπούς, γιατί οφείλω σε αυτό το σημείο να κάνω μια διευκρίνιση για να καταλάβει πολύς κόσμος που μπερδεύεται. Έχουμε επηρεαστεί όλοι από την κλωνοποίηση της ελιάς, δηλαδή παίρνουμε έτοιμα φυτώρια από κλώνους και παράγουν άμεσα. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τη χαρουπιά. Στην χαρουπιά, ενδείκνυται να πάρουμε φυτώριο από σπορόφυτο, δηλαδή από σπόρο χαρουπιού και όχι μεγάλης ηλικίας. Όχι μεγάλης ανάπτυξης, γιατί η κεντρική ρίζα του φυτώριου δεν πρέπει να περάσει κάτω από το σακουλάκι που το έχουμε τοποθετήσει στο φυτώριο, ή και το γλαστράκι ενδεχομένως. Δεν πρέπει να κοπεί η κεντρική ρίζα της χαρουπιάς διότι με κάποιον τρόπο ευνουχίζεται το δέντρο μετά και δεν προχωράει η ανάπτυξη του ως προβλέπεται από τη φυσική του δομή και κατάρτιση. Άρα φυτεύουμε δέντρα, εγκαθιστούμε φυτείες από σπορόφυτα από κάποιον φυτωριούχο που θα επιλέξουμε, είναι όλα στο σύνολο τους άγρια, ακόμα και αν γεννάνε κάποια δέντρα από αυτά. Αυτό λοιπόν συμβαίνει γιατί η φύση τα έχει ρυθμίσει όλα αυτά. Οι άγριες λοιπόν χαρουπιές διακρίνονται σε 2 κατηγορίες. Τις καθαρόαιμες αρσενικές, οι οποίες έχουν προορισμό μόνο να γονιμοποιούν, δηλαδή να παράγουν μόνο αρσενικά άνθη. Γονιμοποιούν τις λοιπές και είναι και μια άριστη τροφή για τις μέλισσες, ιδίως αυτές οι άγριες, αλλά δεν τρέφουν κανένα καρπό, δεν δένουν καρπό. Παράπλευρα, υπάρχουν οι ερμαφρόδιτες, και εκείνες στις κατηγορίες των άγριων, από σπορόφυτο δηλαδή, οι οποίες παράγουν και θηλυκά και αρσενικά άνθη. Τα αρσενικά στην πορεία ολοκληρώνουν τον κύκλο τους και εξαφανίζονται και τα θηλυκά μετατρέπονται σε καρπούς. Και βλέπουμε λοιπόν αρσενικές χαρουπιές να καρποφορούν και μας επηρεάζουν. Και νομίζουμε ότι είναι ιδανικές. Όχι. Ο καρπός αυτών των δέντρων μόλις ωριμάσει, έχει ξυλοποιηθεί, για αυτό και παλαιότερα τα λέγανε ξυλοκέρατα. Δηλαδή δεν έχουν βαρύτητα καθόλου, δεν έχουν συστατικά. Συνεπώς, δεν προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και δεν ξέρω ίσως για μόνη εξαίρεση, το χαρουπάλευρο, γιατί τα ζάχαρα είναι ένα θέμα, πώς θα τα διαχειριστούμε σε μια μελάτη ποικιλία για να πάρουμε χαρουπάλευρο από την ίδια ποικιλία. Εγώ το έχω κάνει πείραμα και το έχω επιτύχει αλλά δεν μπορώ να παράγω ποσότητες, δεν μπορώ ούτε καν να βγάλω μεροκάματο για να καταλάβετε. Ιδιαίτερο χαρουπάλευρο, αλλά δεν μπορεί να παραχθεί σε ποσότητες εκτός αν αναπτυχθούν κάποιες τεχνολογίες. Αν λοιπόν, εξαιρέσουμε αυτή την εκδοχή, κατά τα λοιπά, σε ανθρώπινη κατανάλωση, δεν έχουν καμία αξία, γιατί δεν έχουν συστατικά. Δηλαδή είναι μια τροφή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στα ζώα και ο σπόρος που ούτως ή άλλως διαχωρίζεται και πάει σε άλλες χρήσεις.
Ήθελα να ανοίξω αυτή την παρένθεση για να δώσουμε μια κατεύθυνση στους ανθρώπους τους οποίους ενδιαφέρονται να εγκατ5αστήσουν χαρουπιές, μην ψάχνουν έτοιμα φυτά να παράγουν, ή να επιχειρούν να αγοράζουν εμβολιασμένα φυτά με γλάστρες και πανάκριβα τα οποία έχουν νανοποιηθεί, δηλαδή έχει κοπεί η κεντρική τους ρίζα. Στην αγορά παίζονται αυτά τα παιχνίδια».
ΠΑΡΟΤΡΥΝΣΗ ΓΙΑ ΝΕΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
Ο Κώστας Καράτζης παροτρύνει ανεπιφύλακτα τον κόσμο να φυτέψει χαρουπιές διευκρινίζοντας μόνο πως πρέπει να το επιχειρεί σε εκτάσεις που δεν ξεπερνούν τα 500 μέτρα υψόμετρο.
Τόνισε, επιπλέον τα εξής: «Είναι το δέντρο το οποίο μπορεί να ανταποκριθεί στις κρίσεις της κλιματικής αλλαγής, και είναι και το πλέον ενδεδειγμένο δέντρο για την προστασία του εδάφους από την διάβρωση. Ήδη έχει ξεκινήσει ευρωπαϊκό πρόγραμμα με προτάσεις εδώ δικές μας, από έναν καθηγητή από το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο, μια πρόταση που καταθέσαμε από κοινού και έχει προχωρήσει και με έχουν επισκεφθεί στο αγρόκτημα μου της χαρουπιάς, 9 πανεπιστήμια. Την έχουν υιοθετήσει οι ίδιοι, υπό την προϋπόθεση βέβαια το υψόμετρο να είναι ως 500 μέτρα. Είναι λοιπόν το δέντρο το οποίο μπορεί να επιβιώσει. Διότι εξασφαλίζει μια αυτονομία υγρασίας καθώς αναπτύσσει βαθύ ριζικό σύστημα, σε αντίθεση με την ελιά που δεν αντέχει καθόλου την ξηρασία, το διαπιστώνουμε, το βλέπουμε καθημερινά, ότι πάρα πολύ μεγάλες εκτάσεις ελαιώνων της Κρήτης έχουν μετατραπεί σε παραγωγή μόνο επιδότησης, δεν παράγουν καθόλου εισόδημα, δεν μπορούν να παράγουν καρπό, είναι κατακίτρινες κάθε καλοκαίρι οι εκτάσεις αυτές. Άρα λοιπόν πρέπει και σε κάποια φάση να δούμε την αντικατάσταση τους με χαρουπιά. Αλλά ιδίως όπου τώρα επιχειρείται να εγκατασταθούν νέες δενδρώδεις καλλιέργειες μέχρι αυτό το υψόμετρο που είπαμε, καλό θα είναι να γίνει επιλογή της χαρουπιάς. Γιατί είναι δέντρο μεγάλης αντοχής, μικρών απαιτήσεων, έχει απαιτήσεις αλλά πολύ μικρότερες σε σχέση με άλλες εντατικές καλλιέργειες, και με μεγάλη ανθεκτικότητα στις αντιξοότητες των συνθηκών, και δει της κλιματικής αλλαγής που επίκειται. Ήδη την βιώνουμε εν μέρει.»
Ο κ. Καράτζης επισήμανε, λοιπόν, ότι «ανεπιφύλακτα προτείνω στους ενδιαφερόμενους και λέω επιτακτικά, όχι άλλες ελιές. Χορτάσαμε πια με αυτή τη μονοκαλλιέργεια. Χαρουπιά ανεπιφύλακτα, ιδίως μέχρι τα 400 μέτρα, και αν υπάρχει και νερό, ακόμα καλύτερες και ευνοϊκότερες οι συνθήκες, επειδή δίνουμε έτσι και άλλες δυνατότητες στο δέντρο, να παράγει κάθε χρόνο, και μεγαλύτερες ποσότητες και να έχει και ταχεία ανάρρωση. Νομίζω αυτά είναι γνωστά και κατανοητά για όλους όσους ασχολούνται με δενδροκαλλιέργειες.»
ΑΝΕΞΕΛΕΓΚΤΗ ΑΓΟΡΑ
Εκείνο, το οποίο τονίζεται πάντως από τους παραγωγούς είναι η ανεξέλεγκτη κατάσταση που επικρατεί στην αγορά και κυρίως η εισαγωγή χαρουπιών από την Τουρκία, αμφισβητήσιμης ποιότητας.
Χαρακτηριστικά ο κ. Καράτζης τόνισε, ότι «ήδη βλέπουμε ότι δεν υπάρχει κανένας έλεγχος στην αγορά. Λέμε ελεύθερη αγορά, ελεύθερος ανταγωνισμός, αλλά όχι και ασύδοτη αγορά. Δυστυχώς αυτή είναι η διαπίστωση μας κάθε μέρα. Δηλαδή πως ξαφνικά μπαίνει το χαρούπι της Τουρκίας στην ελληνική αγορά και στην κρητική αγορά; Δηλαδή παράγωγα χαρουπιού ανεξέλεγκτα εντελώς εισάγονται χωρίς να γνωρίζουμε τις συνθήκες παραγωγής, χωρίς να ταυτοποιείται η χώρα προέλευσης, χωρίς να αναφέρεται στον καταναλωτή, χωρίς ο κάθε αρτοποιός που το χρησιμοποιεί για να φτιάξει χαρουπόψωμα ή παξιμάδια, δεν αναγράφει την προέλευση της πρώτης ύλης του χαρουπιού, ως οφείλει. Εδώ λοιπόν υπάρχει ένα θέμα και πρέπει να υπάρχει έλεγχος. Και πρέπει να βγούμε και εμείς μπροστά και να πιέσουμε την Πολιτεία γιατί από μόνη της δυστυχώς δεν κάνει ποτέ τίποτα.»
ΝΕΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ
Στο μεταξύ, νέες μελέτες για το χαρούπι και την χαρουπιά έρχονται για να εξελίξουν την συγκεκριμένη καλλιέργεια. Όπως τόνισε, ό κ. Καράτζης, «εμείς ήδη επιχειρούμε, και εγώ προσωπικά, να σπάσουμε τον κώδικα της χαρουπιάς, και να μπορέσουμε να καταγράψουμε και να υποδείξουμε ποιες θα είναι οι μέθοδοι καλλιέργειας, ο τρόπος που θα περιποιούμαστε τα δέντρα, οι ποικιλίες που επιλέγουμε, σε ποια κατεύθυνση θα είναι αυτές. Να δώσουμε στοιχεία στους ενδιαφερόμενους καλλιεργητές. Ήδη γίνεται μια πολύ σοβαρή δουλειά από το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο, με πρόγραμμα που χρηματοδοτήθηκε από την Περιφέρειά Κρήτης, και ένα τμήμα από τις χαρουπιές τις δικές μου είναι σε αυτό το πειραματικό στάδιο. Θα έχουμε απαντήσεις και αποτελέσματα πολύ σύντομα, πρώτη φορά γίνεται αυτό και είναι λυπηρό πραγματικά σε μια Κρήτη που διαθέτει τόσο κεφάλαιο σε χαρουπιές να μην έχουν καν αναγνωριστεί οι ποικιλίες. Ούτε καν έχουν πάρει όνομα. Λέμε ντόπιες, λέμε κρητικές, δεν υπάρχουν ονομασίες πλην ένα δύο στα Χανιά. Τώρα γίνεται αυτή η προσπάθεια να καταγραφούν, να δούμε πόσες ποικιλίες έχουμε, ποιες ποικιλίες και που ευδοκιμούν, ποιες κατευθύνσεις δίνουμε στη αξιοποίηση του καρπού, για να κάνουμε και την αντίστοιχη επιλογή. Αν για παράδειγμα θέλουμε να παράγουμε σιρόπι, δηλαδή χαρουπόμελο, θα πρέπει να επιλέξουμε μια μελάτη ποικιλία, Εγώ για αυτό για παράδειγμα είχα την τύχη να εγκαταστήσω μια ποικιλία κυπριακής προέλευσης αλλά βρίσκεται εγκατεστημένη κοντά 70 χρόνια εδώ στην Κρήτη, πλήρως συνεπώς εγκλιματισμένη, η οποία είναι σούπερ μελάτη ποικιλία και έχει και μια ευχάριστη γεύση. Είναι και αυτό ένα θέμα. Όλα αυτά θα πρέπει να τα δούμε και γίνεται για πρώτη φορά αυτή η προσπάθεια. Οπότε, λίγη υπομονή, χρόνο θα έχουμε.»