Για την Ονιθέ Γουλεδιανών που ανήκει στην αρχαϊκή περίοδο και θεωρείται μια πολύ σημαντική ανακάλυψη μίλησε ο αρχαιολόγος Κυριάκος Ψαρουδάκης με αφορμή τη διάλεξη που κλήθηκε να δώσει στο γερμανικό αρχαιολογικό ινστιτούτο Αθηνών. Με θέμα «Σκέψεις γύρω από τη διαμόρφωση της αρχαϊκής πόλης»
Συνέντευξη Σταύρος Ρακιντζής
Τι ήταν η Ονιθέ κ. Ψαρουδάκη και για ποιο λόγο χαρακτηρίζεται ως μια σημαντική αρχαιολογική ανακάλυψη;
«Μιλάμε για την αρχαϊκή κυρίως περίοδο, τον έβδομο και τον έκτο π.Χ αιώνα. Είναι σημαντικό, γιατί μας ανοίγει ένα παράθυρο να δούμε έναν κόσμο για τον οποίο δεν έχουμε πολλά στοιχεία. Εκείνα τα στοιχεία που θα μας βοηθήσουν να ανασυνθέσουμε αυτήν την εικόνα της κοινωνίας.
Υπήρχε μια προτεραιότητα, θα έλεγε κανείς, στην κρητική αρχαιολογία, αν μπορούμε να την πούμε έτσι και αυτό έχει να κάνει με το μινωικό της παρελθόν. Δικαίως βεβαίως σε ένα σημαντικό βαθμό, διότι είναι ένα λαμπρό παρελθόν. Δεν ξέρουμε πολύ καλά τις επόμενες εποχές. Η Ελεύθερνα ήρθε να φωτιστεί με τις ανακαλύψεις της αυτό το ενδιάμεσο διάστημα μετά την περίοδο των μινωικών ανακτόρων.
Από τον έβδομο αιώνα ξεκινάει η λεγόμενη αρχαϊκή περίοδος. Λέγεται έτσι γιατί ακριβώς είναι η αρχή του πολιτισμού δεν έχει να κάνει με το αρχαίο ετυμολογικά, έχει να κάνει με την αρχή. Η αξία της Ονιθέ είναι να φωτίσει την αρχαϊκή εποχή.
Αυτό έχει να κάνει και με μια συγκυρία η οποία έχει να κάνει με το γεγονός ότι συνήθως σε αυτές τις πόλεις, που ήταν αρκετές φυσικά και στην Κρήτη εκατόμπολις ήταν η Κρήτη, όπως γνωρίζουμε στα ομηρικά χρόνια, επικαλύπτονται από μεταγενέστερες οικοδομήσεις. Στην Ονιθέ, στο σημείο που εμείς ανασκάπτουμε αυτήν την στιγμή και αποκαλύπτει αυτήν την περίοδο της πόλης, δεν έχουμε τις μεταγενέστερες οικοδομήσεις. Άρα μας δίνει μια καθαρή εικόνα για αυτήν την εποχή, για αυτό και υπάρχει και ένα αυξημένο επιστημονικό ενδιαφέρον στην Ονιθέ το οποίο οδήγησε και το γερμανικό αρχαιολογικό Ινστιτούτο να μας ζητήσει να κάνουμε μια παρουσίαση αυτών των αποτελεσμάτων.
Θα έλεγα ότι ένα στοιχείο το οποίο είναι χαρακτηριστικό της Ονιθές είναι ότι είχε μια διαχρονική παρουσία και χρήση. Δηλαδή συνεχίζεται και στα κλασικά και στα ελληνιστικά, τα ρωμαϊκά, μέχρι τον έκτο μεταχριστιανικό αιώνα. Αυτό υποδεικνύει και υπογραμμίζει και τη σημασία που είχε. Ήταν ένα ισχυρότατο κέντρο της περιοχής».
Τι ήταν τελικά η Ονιθέ σε σχέση και με την Ρίθυμνα;
«Είναι ένα από τα ερωτήματα που μας απασχολεί και σαν επιστημονική ομάδα. Είναι σίγουρο ότι για αυτήν την εποχή -τον 7ο αιώνα- στην περιοχή που καλύπτει στη συνέχεια η αρχαία Ρίθυμνα, είναι το πιο ισχυρό κέντρο η Ονιθέ. Δικαίως λοιπόν, κανείς μπορεί να υποθέσει ότι σε αυτά τα πρώιμα χρόνια είναι το ορεινό ισχυρό διοικητικό κέντρο, μέχρι που αργότερα τον τέταρτο αιώνα το λιμάνι που είχε μέχρι τότε και ήτανε το σημερινό λιμάνι του Ρεθύμνου, θα αρχίσει να αναπτύσσεται και αυτός ο οικισμός σιγά σιγά θα γίνει το κύριο κέντρο της αρχαίας Ρίθυμνας, που γνωρίζουμε».
Γνωρίζουμε το όνομα της πόλης;
«Το όνομα της πόλης, το αρχαίο δεν το γνωρίζουμε, ωστόσο η ίδια η ετυμολογία της λέξης έχει ενδιαφέρον. Κάποιοι πιστεύουν ότι μπορεί να είναι και προ ελληνικό, δηλαδή ήδη από τα μινωικά χρόνια, αλλά μπορεί να είναι και μια ακριβώς αναφορά αρχαίας ορολογίας. Εγώ πιστεύω ότι πρόκειται από τη λέξη όνθος που είναι η κτηνοτροφική κόπρος και έχει να κάνει και με το χαρακτήρα που είχε η περιοχή όπως και σήμερα είναι και κτηνοτροφική. Αυτό το στοιχείο της καλλιέργειας αυτής της περιοχής, καθώς και η στρατηγική της θέση την κατέστησε και πολύ σημαντική από στρατιωτικής άποψης. Για αυτό και είχε στη συνέχεια αυτήν την εξέλιξη τη διαχρονική στο σημείο αυτό».
Υπάρχουν προγενέστερα ευρήματα τα οποία να μας λένε ότι ενδεχομένως να έχουμε και μινωική κατοίκηση εκεί;
«Δεν έχουμε. Ως αποτέλεσμα ακριβώς συστηματικής έρευνας. Ενδείξεις υπάρχουν, ήδη από τη νεολιθική εποχή ότι ο τόπος αυτός χρησιμοποιούνταν, δηλαδή από το 4000 προ Χριστού τουλάχιστον. Αλλά είναι θέμα της έρευνας».
Η ανασκαφή διήρκησε καταρχάς μια πενταετία. Μέσα σε αυτή την πενταετία τι έχει αναδείξει η αρχαιολογική σκαπάνη και ως προς τα κτίρια και ως προς τα κινητά ευρήματα;
«Ως προς αυτό ότι η Ονιθέ είχε γίνει γνωστή στο αρχαιολογικό κοινό τουλάχιστον ήδη από την δεκαετία του 50, όταν ο Νικόλαος Πλάτωνας είχε ανασκάψει για πρώτη φορά ένα σημαντικό οικοδόμημα που ίσως δεν είχε αναδειχθεί όσο θα του άξιζε. Πρόκειται για ένα οικοδόμημα που θεωρούνταν μια οικία σημαντική αρχιτεκτονικά για την εποχή, η οποία μαζί με το κτίριο που ανασκάπτουμε εμείς τώρα θεωρούνται, ως σημαντικά κτίρια δημόσιου κοινωτικού χαρακτήρα. Το λέω κάπως αφηρημένα αυτό μολονότι σε αυτά τα πρώιμα κτίρια προοικονομείται η μορφή μεταγενέστερων κτισμάτων που τα θεωρούμε ως Πρυτανεία, ως Ανδρεία, δηλαδή ως το χώρο εκείνο που μαζεύονταν η κοινότητα της πόλης, μαζεύονταν οι διοικητικοί παράγοντες και ήταν, κατά κάποιο τρόπο, το διοικητικό κέντρο».
Αρχαϊκής περιόδου τα κτίρια αυτά;
«Του έβδομου προχριστιανικού αιώνα και του έκτου ενδεχομένως. Επαναλαμβάνω, αυτήν τη σημασία που έχει ακριβώς, γιατί πάνω στις πέτρες, μέσα από τα κινητά και τα ακίνητα ευρήματα μπορούμε και προσπαθούμε να ανασυνθέσουμε τις κοινωνικές δομές, τους θεσμούς, την εικόνα, την πολιτική και πολιτειακή εκείνης της εποχής. Γι’ αυτό ξέρετε, είναι μια ευκαιρία και ουσιαστικό διάλειμμα, θα έλεγε κανείς, μετά από την ανασκαφή, η μελέτη αυτών των στοιχείων.Η ανασκαφή πηγαίνει με αρκετά βραδείς ρυθμούς, έτσι πρέπει να πηγαίνει. Η Ονιθέ είναι ένας απέραντος ερειπιώνας που μπορούμε να γνωρίζουμε που βρίσκονται διάφορα κτίρια, χώροι και λειτουργίες, αλλά αυτό θέλει, όπως καταλαβαίνετε, ένα σχεδιασμό, μία συστηματική προσέγγιση».
Έχουν βρεθεί στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι εκεί ενδεχομένως να υπήρξε αγορά ή κάποια κτίρια θρησκευτικού χαρακτήρα;
«Η παρουσία τέτοιων κτισμάτων, όπως αυτή που βρίσκουμε και εμείς τώρα με την ανασκαφή, συνήθως είναι στην περιοχή της αγοράς με την έννοια της συγκέντρωσης των κατοίκων, των πολιτών αυτής της πόλης. Οπότε σαφώς η έρευνα και η συνέχιση, ευελπιστούμε ότι θα δώσει και τέτοια στοιχεία. Εκείνη την εποχή ξέρετε ακόμα και τα λατρευτικά κτίρια ήταν ενσωματωμένα σε τέτοιου είδους δομές, δηλαδή δίπλα ακριβώς σε ένα τέτοιο κτίριο, Ανδρείο ή οτιδήποτε άλλο είναι και οι λατρευτικοί χώροι, γιατί είναι τα σημεία συνάντησης των κατοίκων της περιοχής.
Τα κινητά ευρήματα έχουν να κάνουν κυρίως με τον χαρακτήρα που είχαν, ο οποίος ήταν κυρίως να συσσωρεύουν τον τοπικό πλούτο και στη συνέχεια να τον αναδιανέμουν. Για αυτό βλέπουμε και πάρα πολλούς αποθηκευτικούς πίθους, δηλαδή ήταν τα κτίρια που μάζευαν τη σοδειά όλης της περιοχής και στη συνέχεια την αναδιένειμαν στα μέλη της.
Είναι ένα φυσιογνωμικό χαρακτηριστικό αυτών των κτηρίων. Η έντονη παρουσία δηλαδή των αποθηκευτικών πίθων αλλά και των μεγάλων αιθουσών. Έχουμε βρει μάλιστα 2 αίθουσες με εστίες τετράγωνες, σαν αυτές που ξέρουμε από τα Μέγαρα και αυτές οι εστίες είναι πάντα ένα σημείο συνάντησης».
Έχουνε βρεθεί ειδώλια ή κάποιες επιγραφές;
«Όχι. Οι επιγραφές δεν έχουν ακόμα αρχίσει να γράφονται. Από τον έκτο αιώνα και μετά, δηλαδή λίγο αργότερα θα αρχίσει αυτή η παραγωγή από την οποία η Κρήτη έχει δώσει πάρα πολλά στοιχεία, ιδίως η Κεντρική και η Ανατολική Κρήτη. Η Δυτική γενικά είναι κάπως υποβαθμισμένη από την έρευνα και αξίζει τον κόπο περισσότερο να υπάρξει φροντίδα και μέριμνα».
Έχετε εκτιμήσει ποια είναι η έκταση της πόλης;
«Η έκταση είναι πολλή μεγάλη. Καλύπτει όλη την επιφάνεια του οροπεδίου. Όμως δε γνωρίζει κανείς αν δεν ανασκάψει εάν και πόσες χρονικές περιόδους καλύπτει, δηλαδή καλύπτει στην ουσία όλη την αρχαιότητα. Η αρχαϊκή εποχή για την οποία μιλάμε θα είναι ένας πιο περιορισμένος χώρος και πριν την αρχαϊκή εποχή ενδεχομένως να υπήρχε και ένα χωριό στα λεγόμενα γεωμετρικά χρόνια. Η αστική εξέλιξη αυτής της περιοχής περνάει από διάφορες φάσεις που για να την εκτιμήσεις ακριβώς πρέπει να ανασκάψεις και κυρίως να ανασκάψεις και τα νεκροταφεία. Αυτά δείχνουν τον αριθμό των κατοίκων συνήθως που ζούσαν».
Υπάρχουν κάποια βασικά συμπεράσματα για τα μέχρι τώρα ευρήματα;
«Μας δίνεται η ευκαιρία με την αποκάλυψη αυτών των μνημειακών κτηρίων δημοσίου χαρακτήρα, κοινοτικού χαρακτήρα, να διαμορφώσουμε εικόνα για μια περίοδο που μας είναι πολύ λίγο γνωστή στην Κρήτη, για το ξεκίνημα που ιδρύονταν οι κρητικές πόλεις. Η συμπλήρωση της έρευνας σε αυτά τα οικοδομήματα είναι σίγουρο ότι θα μας δώσεικαι λατρευτικά κτίρια και κτίρια πιο εξειδικευμένα, οικονομικού χαρακτήρα. Είμαστε δηλαδή στο κέντρο, το πολιτικό κέντρο μιας πόλης που φαίνεται ότι είναι πολλή σημαντική και φαίνεται και με τη διεύρυνση και την εξέλιξη που έχει στα επόμενα χρόνια και πουέχει μια σημαντική αρχή για την πόλη του Ρεθύμνου, στο βαθμό που αποτελούσε την ιστορική της μήτρα, όπως σας είπα πριν».
Διαδικαστικά θα πρέπει να υποβάλετε σχετικό αίτημα για την επόμενη πενταετία ανασκαφών;
«Η ανασκαφή αυτή είχε γίνει με φορέα υλοποίησης την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ρεθύμνου. Δεν σκάβουν οι αρχαιολόγοι μόνοι τους, είναι πάντα με φορείς που διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα και τις σωστές συνθήκες διεξαγωγής. Είναι όμως απαραίτητο και το διάλειμμα της μελέτης. Το λέω διάλειμμα, αλλά είναι πολύ πιο σοβαρό και ευελπιστούμε ότι αυτό θα συνεχίσει. Πρέπει να ξαναγίνει ένα καινούργιο αίτημα από του χρόνου ή δεν ξέρω πότε θα ακριβώς θα γίνει. Όταν ξεκινάει κανείς μια ανασκαφή, δεν μπορεί να την αφήσει στη μέση. Η ανασκαφή πρέπει φυσικά να συνεχίσει. Θυμάμαι, εξαιτίας του γεγονός αυτές τις μέρες μας έφυγε ο Πέτρος Θέμελης, αυτός ο μεγάλος αρχαιολόγος έχει προσφέρει πάρα πολλά και στην περιοχή του Ρεθύμνου, αυτό που μας έλεγε, ότι αν δεν μπορείτε να ολοκληρώσετε μια ανασκαφή με την αρχίσετε καθόλου. Είναι πολύ σοβαρό πράγμα να βγάλεις στο φως κάποιες αρχαιότητες, αλλά πρέπει να το κάνεις με όρους βιωσιμότητας.
Ευελπιστούμε λοιπόν, σε αυτή τη συνέχεια, πρέπει να την συνεχίσουμε. Τα ευρήματα είναι πολύ σημαντικά, όπως σας ανέφερα ήδη. Νομίζω ότι στο Ρέθυμνο προστίθεται ένας ακόμα σημαντικός χώρος, σε αυτούς που ήδη έχει και που του δίνουν αυτή την ιστορική φυσιογνωμία που έχει».