ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Στην ταβέρνα του Λαγού τις απόκριες

0

Ο ξακουστός Μανώλης Λαγουδάκης “Λαγός” είχε ακολουθήσει διάφορα επαγγέλματα στην ζωή του. Η αγάπη του στη λύρα ήταν τέτοια που σηματοδότησε ακόμη & την επαγγελματική του σταδιοδρομία. Αρχικά υπηρέτησε στην χωροφυλακή με πολύχρονη θητεία στα Χανιά αλλά η λύρα & η προσωπικότητα του Μανώλη Λαγουδάκη δεν ταίριαζε με τους κανονισμούς της Ελληνικής χωροφυλακής που ήταν καθαρά μια πειθαρχιμένη στρατιωτική ζωή.

Ο Μανώλης Λαγουδάκης μετά την απόλυση του από την χωροφυλακή που τότε ήταν υποχρεωτική πενταετής ασχολήθηκε με την Κρητική μουσική, καθώς οι μεγάλες του επιτυχίες ξεκινούν από το 1935 το έτος συμπίπτει με την απόλυση του από την χωροφυλακή.

Ο πόλεμος βρίσκει τον Λαγουδάκη παντρεμένο με την πρώτη του κόρη Ελπινίκη που γεννήθηκε το 1940. Μετά τον πόλεμο έχει ένα μικρό καφενείο απέναντι από το φούρνο του ξαδέλφου του Στυλιανού Λαγουδάκη που έπαιζε & αυτός μπουζούκι & τραγουδούσε μελωδικά. Έτσι έσμιγαν τα βραδάκια & έπαιζαν πρώτα γι' αυτούς και κατά δεύτερο για τους φίλους, εάν είχαν την τύχη να βρεθούν στο μικρό καφενεδάκι του Λαγού.

Ίσως να έχει επιρειασθεί από τους Χανιώτες φίλους του και συντέκνους του που ήταν γλεντζέδες & ψαράδες, αγοράζει μια βάρκα με μηχανή & μια τράτα μαζί με τον γαμπρό του έχει παντρευθεί την αδελφή του Ασπασία, Ζαχαρία “Μανώλης” Καλογεράκης. Οι ψαριές δεν ήταν φαίνεται ικανές για να θρέψουν τις οικογένειες των, ίσως να είχε ευθύνη η ανοικτή & κυματώδης θάλασσα των Περιβολίων έτσι πούλησαν την βάρκα με την τράτα μετά από 34 χρόνια.

Το 1955 οικοδομεί ένα νέο μαγαζί σε δικό του οικόπεδο και δημιουργεί την ταβέρνα “Νεράιδα”.Θα μείνει εκεί μέχρι το 1964 θα μετακομίσει οικογενειακά στο Παλαιό Φάληρο ανοίγοντας πετυχημένο ζαχαροπλαστείο που το στήριζαν πολλοί Κρητικοί των Αθηνών. Τα Περιβόλια από παλιά ήταν τόπος διασκέδαδης έτσι η ταβέρνα του Λαγού “Νεράιδα” έχει επιτυχία που εκτός από τα νοικοκυρεμένα εδέσματα που προσφέρει ο Λαγός έχει τέτοια φήμη λυράρη που έρχονται από όλη την Κρήτη να ακούσουν την μελωδική του λύρα.

Ήμουν 12 χρονών το έτος 1958 & είχα την τύχη να βοηθήσω τον Θείο μου στο τελευταίο Σάββατο των Απόκρεων στην ταβέρνα του. Στα 12 μου φαίνεται ότι ήμουν άξιος γι' αυτή την δουλειά γιατί ο Θείος μου ήταν άνθρωπος που τα ήθελε όλα με τάξη & υπευθυνότητα. Το μαγαζί του Θείου μου φαινόταν τεράστιο γιατί δεν υπήρχε άλλο στα Περιβόλια πιο μεγάλο. Στην ταβέρνα του Λαγού υπήρχε ένα τεζιάκι & απέναντι ένα τραπέζι μικρό με τοποθετημένο ένα γραμμόφωνο μ' ένα μεγάλο χωνί και πολλοί δίσκοι λαικών τραγουδιών. Το απόγευμα του Σαββάτου όταν πήγα στη Ταβέρνα του Θείου μου εντυπωσιάσθηκα με τον στολισμό που φαίνεται είχε φτιάξει η ξαδέλφη μου Ελπινίκη με τις πιο μικρές αδελφές τις Μαίρη & Φιλίππα. Αποκριάτικες γιρλάντες με διάφορα σχέδια σου δημιουργούσαν την εντύπωση ότι βρισκόσουν σ' ένα διαφορετικό χώρο που νόμιζες ότι σε λίγο θα χόρευαν αμμαζόνες & νεράιδες.

Είχαμε κρατήσει τρία τραπέζια για τις Χανιώτικες παρέες. Ο κόσμος τότε διασκέδαζε μόλις βράδιαζε & στις 9 ώρα η ταβέρνα του Λαγού ήταν γεμάτη δεν έπεφτε ούτε καρφίτσα όπως λένε. Η Θεία μου είχε αρχίσει να ψήνει τα κρεατικά στα κάρβουνα στην κουζίνα της που κατέβαινες τέσσερα σκαλιά από την Ταβέρνα. Ο Θείος μου έγραφε τις παραγγελίες μου τις έδινε για να τις ετοιμάσει η Θεία που ήταν η καλύτερη μαγείρισα. Οι μοσχαρίσιες μπριζόλες είχαν τέτοια φήμη που ήταν γνωστές οι πιο γευστικές σ' όλη την Κρήτη. Βοηθούσαν την μεταφορά & οι κόρες του Λαγού αλλά ποτέ δεν έδιναν στο Πατέρα τους τα πιάτα από την κεντρική είσοδο μόνο από ένα μικρό παρτάκι τ' ανατολικό. Ο Λαγός ήταν αυστηρός & δεν ήθελε οι κόρες του να πηγανοέρχονται στην ταβέρνα.

Το αποκριάτικο γλέντι είχε μεγάλη επιτυχία. Η εξυπηρέτηση των πελατών ήταν άμεση, μπριζόλες, σαλάτες, σαγανάκια, κρασιά, μπύρες, παιδάκια είχαν προσφερθεί στους θαμώνες & ήταν όλοι ευχαριστημένοι. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι όλοι είχαν τελειώσει το φαγητό τους μου έλεγαν να πάρω τα πιάτα & να αφήσω τα ποτήρια. Ρώτησα την Θεία – έχουν τελειώσει όλοι αλλά δεν φεύγει κανείς. -Δεν ξέρεις αν δεν παίξει την λύρα ο Θείος σου κανείς δεν φεύγει. Όλοι περιμένουν να διασκεδάσουν ακούγοντας την γλυκόλαλη λύρα του Λαγού. Έτσι & έγινε μου έδωσε εντολή αν θέλει κανείς κρασί ή μπύρα να του πάω & να τις σημειώσω σ' ένα λευκό χαρτί που μου έδειξε.

Στο τεζιάκι από μέσα μαζί με τον Περβολιανό μπουζουξή Θανάση Τζορβά έπαιζαν μέχρι το πρωί τα ξημερώματα κανείς δεν έφυγε μέχρι που ο Λαγός σταμάτησε να παίζει. Οι Χανιώτες έφυγαν τελευταίοι & τον ευχαρίστησαν ιδιαίτερα.

Από κουβέντες που άκουσα να λέει ο ίδιος ο Λαγός “ήταν από τα καλύτερα γλέντια αποκριάς που έγιναν στα Περιβόλια”. Έτσι ήταν οι παλιοί ευχαριστιόταν όχι με το πόσο κέρδιζαν, αλλά αν οι πελάτες & φίλοι τους έφευγαν ευχαριστημένοι. Τα Περιβόλια είχαν αρχίσει τους παλιούς ρυθμούς της ζωής μετά από πολλά χρόνια δυστυχίας & κακομοιριάς που είχαν αφήσει πίσω τους οι Γερμανοί κατακτητές.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ