Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, χαροποιήσας τοὺς Μαθητάς, τὴ ἐπαγγελία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας, ὅτι σὺ εἰ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου
Μετά την Κυριακή του Τυφλού, την Πέμπτη, συμπληρώνονται 40 μέρες από την ημέρα του Πάσχα. Από την ημέρα αυτή σταματούμε να ψάλλουμε το Χριστός Ανέστη και να λέμε την προσευχή Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, και αρχίζουμε να λέμε πάλι στην προσευχή μας το Πάτερ ημών. Αυτήν την ημέρα γιορτάζουμε την Ανάληψη του Κυρίου μας στους ουρανούς.
Για σαράντα ημέρες μετά την Ανάστασή του ο Ιησούς παρουσιαζόταν στους μαθητές του και μιλούσε μαζί τους για τη Βασιλεία του Θεού. Συναναστρεφόταν κι έτρωγε μαζί τους, για να βεβαιωθούν ότι δεν ήταν πνεύμα, αλλά είχε σάρκα. Είχε αναστηθεί ως άνθρωπος. Τους παράγγειλε μάλιστα να μην απομακρυνθούν από την Ιερουσαλήμ, αλλά να περιμένουν εκεί, συγκεντρωμένοι όλοι για να δεχτούν το Άγιο Πνεύμα, τον Παράκλητο, που θα τους έστελνε όταν αυτός θα άφηνε αυτόν τον κόσμο. Τους έλεγε τα εξής: «Ο Ιωάννης βάφτιζε τους ανθρώπους με νερό. Εσείς όμως θα βαφτιστείτε με Άγιο Πνεύμα μετά από λίγες ημέρες. Θα πάρετε δύναμη από το Άγιο Πνεύμα και θα γίνετε κήρυκες και μάρτυρες της ζωής και της διδασκαλίας μου στην Ιερουσαλήμ και σ’ όλη την Ιουδαία και στη Σαμάρεια και σ’ όλα τα πέρατα της γης».
Άλλη φορά πάλι τους είπε: «Ο Θεός μού έδωσε όλη την εξουσία στον ουρανό και τη γη. Πηγαίνετε λοιπόν και κάντε μαθητές μου όλα τα έθνη, βαφτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και διδάξτε τους να τηρούν όλες τις εντολές που σας έδωσα. Εγώ θα είμαι μαζί σας πάντα ως τη συντέλεια αυτού του κόσμου».
Την τεσσαρακοστή λοιπόν ημέρα, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Κύριος τους μαθητές του «εξήγαγε έξω έως τη Βηθανία», στο όρος των Ελαιών όπου συνήθως προσηύχετο. «Και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24,50) και «ευλογώντας τους, εχωρίσθηκε απ' αυτούς και εφέρετο πρός τα πάνω, στον ουρανό» μέχρι που τον έχασαν από τα μάτια τους. Και μετά αφού Τον προσκύνησαν επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη και έμεναν συνεχώς στο ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό.
Ο ευαγγελιστής Μάρκος, περιγράφοντας πιο λακωνικά το θαυμαστό και συνάμα συγκινητικό γεγονός, αναφέρει πως μετά από την ρητή αποστολή των μαθητών σε ολόκληρο τον κόσμο κηρύττοντας και βαπτίζοντας τα έθνη, «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού. Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μαρκ.16,19-20).
Η Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί αναμφίβολα το θριαμβευτικό πέρας της επί γης παρουσίας Του και του απολυτρωτικού έργου Του. «Ανελήφθη εν δόξη» για να επιβεβαιώσει την θεία ιδιότητά Του στους παριστάμενους μαθητές Του. Για να τους στηρίξει περισσότερο στον τιτάνιο πραγματικά αγώνα, που Εκείνος τους ανάθεσε, δηλαδή τη συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του για το ανθρώπινο γένος. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανήλθε στους ουρανούς, αλλά δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινο γένος, για το οποίο έχυσε το τίμιο Αίμα Του. Μπορεί να κάθισε στα δεξιά του Θεού στους ένδοξους ουρανούς, όμως η παρουσία Του εκτείνεται ως τη γη και ως τα έσχατα της δημιουργίας. Άφησε στη γη την Εκκλησία Του, η οποία είναι το ίδιο το αναστημένο, αφθαρτοποιημένο και θεωμένο σώμα Του, για να είναι το μέσον της σωτηρίας όλων των ανθρωπίνων προσώπων, που θέλουν να σωθούν. Νοητή ψυχή του σώματός Του είναι ο Θεός Παράκλητος, «το Πνεύμα της αλήθείας» (Ιωάν. 15,26), ο Οποίος επεδήμησε κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής σε αυτό, για να παραμείνει ως τη συντέλεια του κόσμου.
Η σωτηρία συντελείται με την οργανική συσσωμάτωση των πιστών στο θεανδρικό Σώμα του Χριστού. Αυτό εννοούσε, όταν υποσχόταν στους μαθητές Του: «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.28,20).
Η Ανάληψη συνδέεται στενά με την Πεντηκοστή. Οι μαρτυρίες της αρχαίας Εκκλησίας μάς πληροφορούν ότι μέχρι τα τέλη του 4ου αι. υπήρχε κοινός εορτασμός των δύο γεγονότων, όμως στη συνέχεια άρχισε η προοδευτική διάκριση και ο αυτοτελής εορτασμός της.