Μπορεί να ζει κανείς συνεχώς με τον φόβο; Προφανώς κάτι τέτοιο μόνο ζωή δεν θα ήταν… Γι’ αυτό ας το θέσουμε αλλιώς το ερώτημα: Γιατί η κυβέρνηση χρησιμοποιεί συνεχώς τον φόβο για να συνετίσει τους απείθαρχους πολίτες σ’ αυτή τη χώρα;
Και φυσικά το άρθρο δεν αφορά μόνο τους Έλληνες αρνητές, αλλά το ίδιο συμβαίνει σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς μιλάμε για πανδημία και όχι για ένα εσωτερικό πρόβλημα. Αυτό, υποθέτω ότι γίνεται κατανοητό από όλους, έτσι;
Καθώς λοιπόν είμαστε στο δεύτερο δεκαήμερο του Ιουλίου, βλέπουμε τα κρούσματα να ανεβαίνουν υπερβολικά και αν επανέρχονται σενάρια για επιστροφή σε σκληρότερα μέτρα, αλλά και στην υποχρεωτική χρήση της μάσκας στους εξωτερικούς χώρους.
Φυσικά κάποιοι από εμάς δεν τις έβγαλαν ποτέ, παρά τις αντίθετες παροτρύνσεις… Και έχοντας ως οδηγό την κοινή λογική, αντιλαμβανόμαστε πότε πρέπει στ’ αλήθεια οι μάσκες να είναι προστασία.
Το δικό μου ερώτημα είναι, γιατί δεν προσπαθούν να μας πείσουν με επιχειρήματα ουσίας, ότι είναι ανάγκη να κάνουμε κάποια βήματα υπευθυνότητας, αλλά επιμένουν να κουνάνε το δάκτυλο στους απείθαρχους;
Δεν είναι όλοι οι αρνητές του κορονοϊού, ανόητοι άνθρωποι. Απλά φοβούνται για κάτι που δεν ξέρουν και αντιδρούν σπασμωδικά. Πολλά από τα επιχειρήματα τους έχουν βάση. Όπως, δεν είναι ίσως επαρκής ο χρόνος των ερευνών για τα εμβόλια, ενώ τα ΜΜΕ υπερπροβάλλουν σε βαθμός ανησυχητικό, οποιεσδήποτε παρενέργειες, κάνοντας την τρίχα, τριχιά.
Αλλά, ειλικρινά, όταν καίγεται το σπίτι σου, έχεις χρόνο για να κάνεις ενδελεχή έρευνα προκειμένου να εντοπίσεις τα αίτια της; Αν επιζήσεις, ίσως έχεις τη δυνατότητα να το κάνεις αυτό. Τότε θα το δεις πιο προσεκτικά, σφαιρικά και σε βάθος το πρόβλημα.
Για την ώρα, αυτό που έχουμε υποχρέωση, είναι, επιδιώκοντας το κοινό καλό, να ανταποκριθούμε στο κάλεσμα της Πολιτείας και των ειδικών για εμβολιασμό, βοηθώντας έτσι στο χτίσιμο ενός τοίχους ανοσίας.
Και όχι μόνο να μας… πιέζουν, φέρνοντας στη πλατεία του χωριού μας, τις κινητές μονάδες του ΕΟΔΥ προκειμένου να μας πείσουν να κάνουμε το πρώτο βήμα. Δεν μας τιμά ιδιαίτερα, κάτι τέτοιο.
Βεβαίως, υπάρχουν και εκείνοι που πραγματικά δυσκολεύονται να κλείσουν ραντεβού και να πάνε εννιά χιλιόμετρα μακριά στο Κέντρο Υγείας για να εμβολιαστούν. Και χαιρόμαστε που βλέπουμε να παίρνει σάρκα και οστά η προειπωμένη μέριμνα από τους Δήμους, ώστε όσοι βρίσκονται σε τέτοια κατάσταση να τους εξυπηρετούν.
Να μην ξεχνάμε επίσης πως υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, και έχουν φραγμό στο να πάρουν εύκολα την απόφαση για εμβολιασμό. Όλοι γνωρίζουμε τέτοιες καταστάσεις, αλλά σίγουρα αυτοί δεν αποτελούν περισσότερους από το 20% του γενικού πληθυσμού.
Λάθος λοιπόν να τους βάζουμε όλους στο ίδιο καλάθι, φορτώνοντας τους με ένα επιπλέον βάρος, αυτό της κοινωνικής ευθύνης, σα να μη τους έφταναν όσα έχουν, Ταλαιπωρημένοι άνθρωποι είναι, ας σεβαστούμε και ας απαλύνουμε λίγο τον πόνο τους, αν μπορούμε.
Και, παρακαλώ όλους όσους κατέχουν θέσεις εξουσίας, να μην εργαλειοποιούν τον φόβο, προκειμένου να πείσουν για την ανάγκη εμβολιασμού. Προσωπικά, όταν χρειάστηκε να πάρω αυτή την απόφαση και αν την υλοποιήσω, αυτό που πρυτάνευσε στη σκέψη μου, ήταν η αλληλεγγύη προς το κοινωνικό σύνολο, ξεκινώντας από το περιβάλλον της οικογένειας και τον κοντινών φίλων.
Κάτι επίσης που με έπεισε εμένα, ήταν ο σεβασμός στη ζωή ως δώρο και το γεγονός ότι καταλάβαινα πως δεν είχα το δικαίωμα να το χειριστώ διαφορετικά, αλλά όπως ακριβώς είναι, χωρίς εγωισμό!
Πάψτε λοιπόν να φοβίζετε διαρκώς τους ανθρώπους… Νοήμονες είναι. Και στην υπερβολική πίεση του φόβου, δεν είναι καθόλου περίεργο να απαντούν με άρνηση και όχι με κατάφαση.
Ίσως έχουν ακόμα χρόνο να το ξαναδούν λίγο, όλο αυτό. Επειδή, απ’ ότι μπορούμε να αντιληφθούμε, ο δρόμος είναι μακρύς πάνω στο θέμα του κορονοϊού Covid-19. Και τίποτα στον ορίζοντα δεν δείχνει ότι θα τελειώνουμε σύντομα μαζί του.