ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Συλλογή ποιημάτων στην Υπεραγία θεοτόκο

0

 «ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΣ»

«…Έτσι όπως κοιμάσαι, Παναγιά της Τήνου,

μέσα στην τρυφερότητα της Άγιας Γαλήνης,

με το σάρκινό Σου φόρεμα σπαραγμένο

απ’ το ρίγος της αγωνίας στο δρόμο της εξορίας και της φυγής

απ’ τον άφατο πόνο του Σταυρωμένου Παιδιού Σου,

Μάνα Πανανθρώπινη,

ελπίδα και παρηγοριά των πονεμένων,

Μεγαλόχαρη, συγχώρεσέ μας,

«εν τη Κοιμήσει τον κόσμο ου κατέλιπας, Θεοτόκε!».

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ ΛΟΥΛΑ Δ.,

(«Νέα Εστία», 15.8.1975, σ. 1101)

 

ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΤΟΥ 1940

Ω, Εσύ των Ουρανών η πλατυτέρα,

που αγκάλιασες τα έθνη και τους λαούς,

των λαών και των εθνών η θεία Μητέρα,

π’ όλους της γης ξεχείλισες τους ναούς.

Μάνα, π’ αγνάντια μου είσαι ως θερισμένη

απ’ αστάχυα χλωμότατη πλαγιά,

κ’ είσαι κ’ η Ελλάδα, κ’ είσαι η Κοιμωμένη

με σταυρωτά τα χέρια Παναγιά·

Μάνα, που ο νους Σου μοναχά το ξέρει

αν, αντίκρυ στην αγία Σου εντολή,

η καρδιά μου δεν είναι ως περιστέρι

αθώα, δοκιμασμένη και καλή.

δώσε την ώρα τούτη (κ’ είναι τώρα

π’ αγγίζουμε τον ύστερο βυθό

κι αργοσημαίνει η προαιώνια ώρα)

στην άγια εντολή Σου να σταθώ

ανύσταχτος, στην άκρη γινώμενος

αγρύπνια μιαν απέραντη ματιά,

σαν ο Ιησούς Χριστός Εσταυρωμένος,

σαν οι Άγιοι Παίδες μέσα στη φωτιά!

ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ,

«Λυρικός βίος», τόμ. Ε’, Αθήνα 1968, σ.σ. 123-124

 

Το Άξιον Εστί. ι΄ (Tης αγάπης αίματα με πορφύρωσαν)

 

Της αγάπης αίματα

με πορφύρωσαν

και χαρές ανείδωτες

με σκιάσανε

οξειδώθηκα μες στη νοτιά

των ανθρώπων

μακρινή μητέρα

ρόδο μου αμάραντο

 

Στ’ ανοιχτά του πέλαγου

με καρτέρεσαν

με μπομπάρδες τρικάταρτες

και μου ρίξανε

αμαρτία μου να ‘χα κι εγώ

μιαν αγάπη

μακρινή μητέρα

ρόδο μου αμάραντο

 

Τον Ιούλιο κάποτε

μισανοίξανε

τα μεγάλα μάτια της

μες στα σπλάχνα μου

την παρθένα ζωή μια στιγμή

να φωτίσουν

μακρινή μητέρα

ρόδο μου αμάραντο

μακρινή μητέρα

ρόδο μου αμάραντο.

 

 

Οι πόνοι της Παναγιάς

 

Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;

 

Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποια κορφήν ερημική;

 

Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις

 

Ξέρω πως θάχεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,

 

που με τα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

 

Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,

 

θα σε φυλάω από ματιά κακή και από κακό καιρό,

 

από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.

 

Δεν είσαι συ για μάχητες, δεν είσαι συ για το σταυρό.

 

Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος, όχι σκλάβος ή προδότης

 

Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,

 

να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό

 

να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι,

 

κ’ υστέρα απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι να κοιτώ

 

που θα πηγαίνεις στο σκολιό με πλάκα και κοντύλι…

 

Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,

 

κι η Αλήθεια σου χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μη την πεις.

 

Θεριά οι ανθρώποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.

 

Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.

 

Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

 

Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.

 

στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!

 

– Ω! πώς βελαζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσιο…-

 

Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά

 

την άβυσσο, μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!

 

Κώστας Βάρναλης

 

«ΤΑΠΕΙΝΟΣ ΑΙΝΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΑΡΘΕΝΟ ΜΑΡΙΑ»

(απόσπασμα)

«[…]

Σε ικετεύουμε Αειπάρθενε πάντα Ελεούσα

Γύρισε πάλι κοντά μας

Είτε από το αρχιπέλαγος μαζί με τις αλκυόνες

Κομίζοντας τα πιο ευρύχωρα όνειρα

Είτε από τη στεριά με χιλιάδες λαμπάδες

Που ταξιδεύουν σαν ολόψυχα περιστέρια.

Άνοιγε Ρόδο αμάραντο

Και περιτύλιξε με τον ασημένιο χιτώνα Σου

Τη θλιβερή μας γυμνότητα

Φανερώνοντας την επουράνια Κλίμακα

Που θα μας οδηγήσει ώς Εσένα

Πάνω από τα βουνά τα ποτάμια την άβυσσο

Στον κόσμο του μέλλοντος δίχως όρια

Δίχως βιγλάτορες και δεσμωτήρια

Όπου η αγάπη εκτείνεται ώς το άσμα του κορυδαλλού.»

ΤΑΚΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ

Τα ποιήματα 1941-2002, Καστανιώτης, Αθήνα 2003

 

Επιμέλεια: Γιώργος Λινοξυλάκης

Πηγή: Google

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ