ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Τα ιερά κειμήλια των Τεσσάρων Μαρτύρων στην ενορία Επισκοπής Ρεθύμνης

0

Το 1824, όταν ανακοινώθηκε η εκτέλεση των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων στο Ρέθυμνο, ο ιερέας Ευστάθιος Τσουράκης από το χωριό Μαρουλού Ρεθύμνης ήρθε στην πόλη και έγινε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων.

Μετά την εκτέλεση (όπως συνέβαινε σε πολλές περιπτώσεις νεομαρτύρων σε όλο τον ελληνικό χώρο), αρκετοί χριστιανοί πλησίασαν και πήραν κάποιο μικρό ενθύμιο από τα βασανισμένα και αποκεφαλισμένα σώματα, για να το έχουν ως φυλαχτό, που θα τους προστατεύει στις δυσκολίες της ζωής και θα τους εμψυχώνει στις φρικτές συνθήκες της Τουρκοκρατίας. Ο π. Ευστάθιος κατάφερε να πάρει το ακόνι, δηλαδή τη μικρή πέτρα, στην οποία ο δήμιος ακόνισε το σπαθί του πριν αποκεφαλίσει τους αγίους και μετά την πέταξε παράμερα. Πήρε επίσης και λίγο από το σεβάσμιο αίμα των αγίων, ανακατεμένο με χώμα, σε ένα μεγάλο κομμάτι βαμβάκι. Αργότερα, παρευρέθηκε και στην ανακομιδή (εκταφή) των λειψάνων τους από τον επίσκοπο Ρεθύμνης Ιωαννίκιο και έλαβε και ένα τεμάχιο του αγίου λειψάνου.

Ο π. Ευστάθιος και η πρεσβυτέρα του (η σύζυγός του, η παπαδιά του) απέκτησαν ένα γιο, ο οποίος έλαβε σύζυγο από τον Καλλικράτη Σφακίων και απέκτησε μία κόρη, την Αγάπη. Όμως ασθένησε και πέθανε νέος, η δε σύζυγός του έφυγε και επέστρεψε στην οικογένειά της και το κορίτσι το μεγάλωσαν ο παππούς και η γιαγιά του, δηλαδή ο π. Ευστάθιος και η παπαδιά. Δυστυχώς το όνομα της πρεσβυτέρας, του γιου και της νύφης της δεν διασώθηκαν.

Μεγαλώνοντας, η Αγάπη Τσουράκη παντρεύτηκε ένα νέο ονόματι Εμμανουήλ Μαμαλάκης από το Ροδάκινο της επαρχίας Αγίου Βασιλείου και, μετά από παράκληση του παππού της, του οποίου ήταν η μοναδική κληρονόμος, η ίδια και ο σύζυγός της εγκαταστάθηκαν στη Μαρουλού. Στην κληρονομιά του π. Ευσταθίου περιλαμβανόταν και τα ανεκτίμητα ιερά κειμήλια, που αφορούσαν στους Τέσσερις Μάρτυρες. Ο σύζυγός της χειροτονήθηκε ιερέας στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Πρέβελη και έγινε εφημέριος της Μαρουλούς. Ο π. Εμμανουήλ Μαμαλάκηςκαι η Αγάπη απέκτησαν τέκνα ονόματι Ιωσήφ και Ευστάθιος (κάτοικοι Επισκοπής), Γεώργιος (κάτοικος της γειτονικής Αρχοντικής), Ειρήνη, σύζυγος Γεωργίου Λουκάκη (Βιλανδρέδο Ρεθύμνου), Ασπασία πρεσβυτέρα, σύζυγος ιερέως Εμμανουήλ Πετράκη (Βιλανδρέδο), Μαρία, σύζυγος Στεφανουδάκη, το όνομα του οποίου δεν διασώζεται (από τα γειτονικά Ρούστικα), και άλλη μία θυγατέρα, που παντρεύτηκε κάποιον Νιολάκη από το Ασκύφου Σφακίων.

Από όλα τα αδέλφια Μαμαλάκη, τα ιερά κειμήλια τα κληρονόμησε ο Ιωσήφ, ο οποίος νυμφεύθηκε την Αικατερίνη Βουγιουκαλάκη από τον Καλλικράτη Σφακίων και εγκαταστάθηκε αρχικά στη Μαρουλού και στη συνέχεια στην Επισκοπή. Απέκτησαν τέκνα τον Εμμανουήλ, τον Ευστάθιο (ο οποίος απέθανε στην Κατοχή σε ηλικία 29 ετών), το Χρήστο (που απεβίωσε σε βρεφική ηλικία), την Αγάπη, σύζυγο Ιωάννη Κακλιδάκη, την Ελευθερία, σύζυγο Γεωργίου Μακρυδάκη (Δράμια Αποκορώνου, νομού Χανίων), τη Μαρία, σύζυγο Σταύρου Λιονή (Άγιος Ανδρέας Ρεθύμνου) και τη Σοφία, σύζυγο Σωτηρίου Τρίγκα (Αθήνα). Τα ιερά κειμήλια τα κληρονόμησε ο γιος τους Εμμανουήλ, κάτοικος Επισκοπής, ο οποίος νυμφεύθηκε τη Μαρία Τζουγανάκη από το Μαθέ Αποκορώνου και απέκτησαν δύο γιους, τον Αντώνιο και τον Ιωσήφ.

Τα ιερά κειμήλια φυλάσσονταν για πολλά χρόνια στο σπίτι του Εμμανουήλ και της Μαρίας Μαμαλάκη. Λίγα χρόνια μετά την κοίμηση του Εμμανουήλ (1998), και συγκεκριμένα την Κυριακή των Μυροφόρων του 2002, η σύζυγός του Μαρία, με τη σύμφωνη γνώμη των δύο υιών της, τα παρέδωσε στην ενορία Επισκοπής, επί εφημερίας του ιερέως Παύλου Λουκογεωργάκη.

Μαζί παραδόθηκαν και ένα αντιμήνσιο του 19ου αιώνα, υπογεγραμμένο από τον επίσκοπο Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Καλλίνικο Νικολετάκη, 1838-1869 (γράφει μάλιστα «Επίσκοπος Ρεθυμνοαυλοποτάμου»), ένα επιτραχήλιο, ένα οράριο και ένα ζευγάρι ιερατικά επιμανίκια.

Το αντιμήνσιο είναι ένα ύφασμα ορθογώνιου σχήματος, καθαγιασμένο κατά την τελετή των εγκαινίων ιερού ναού, που χρησιμοποιείται από τον ιερέα όταν παραστεί έκτακτη και επείγουσα ανάγκη να τελέσει τη θεία λειτουργία σε σημείο που δεν είναι εγκαινιασμένη αγία τράπεζα. Το επιτραχήλιο (πετραχήλι) είναι το ορθογώνιο ύφασμα που φοράει ο ιερέας περασμένο από το λαιμό του (στον τράχηλο, γι’ αυτό ονομάζεται επιτραχήλιο), όταν τελεί κάθε ιερή τελετή· είναι το πιο βασικό τμήμα της ιερατικής του αμφίεσης (στολής). Τέλος, το οράριο είναι το ύφασμα σε μορφή ταινίας («λωρίδας») που αποτελεί το χαρακτηριστικό της στολής του διακόνου (διάκου), δηλαδή του πρώτου βαθμού της ιεροσύνης, στον οποίο χειροτονείται αρχικά κάθε ιερέας. Γράφεται με ο (οράριο), γιατί προέρχεται από τη λατινική λέξη orare (προσεύχομαι).

Σήμερα τα ιερά κειμήλια φυλάσσονται σε ξυλόγλυπτη λειψανοθήκη στον καθεδρικό ναό του αγίου Προφήτου Ηλιού στην Επισκοπή και τιμώνται ιδιαίτερα την ημέρα μνήμης των αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων (28 Οκτωβρίου) και την Κυριακή των Μυροφόρων, επέτειο της παράδοσής τους στην Ενορία.

 

Μία άλλη περίπτωση λήψης ιερών κειμηλίων

 

Στο χειρόγραφο αρχείο του μεγάλου ερευνητή της ιστορίας και του πολιτισμού της Κρήτης Παύλου Βλαστού (1836-1926), που φυλάσσεται στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, στα Χανιά, καταγράφεται άλλη μια περίπτωση χριστιανού που έλαβε παρόμοια κειμήλια από τον τόπο του μαρτυρίου των τεσσάρων αγίων. Την παραθέτουμε, αντιγράφοντας το κείμενο από το βιβλίο Όταν το τέλος γίνεται αρχή, μια εξαιρετική μαθητική εργασία που εκδόθηκε από το 3ο Γυμνάσιο Ρεθύμνου (γειτονικό στον ιερό ναό των Τεσσάρων Μαρτύρων, που βρίσκεται ακριβώς στον τόπο του μαρτυρίου τους) το σχολικό έτος 2014-2015 με την ευκαιρία της επετείου των 190 χρόνων από το μαρτύριο των αγίων.

Την έρευνα και την εργασία των μαθητών, όπως διαβάζουμε στον πρόλογο του γυμνασιάρχη κ. Ιωάννη Κανιολάκη, καθοδήγησαν και συντόνισαν η θεολόγος κυρία Αναστασία Κοπανάκη και οι φιλόλογοι κυρίες Πηνελόπη Καλογεράκη και Μαρία Παπαδογιάννη, ενώ την έκδοση επιμελήθηκε η καθηγήτρια Καλλιτεχνικών του σχολείου κυρία Μαρία Σιαπκαρά. Η διήγηση έχει ως εξής:

 

Διήγηση της Αικατερίνης Τσιριμονάκη

 

Ότε έσφαξαν τους 4 Μάρτυρας έξω της πόλεως Ρεθύμνου (τω 1824) ο μικρός αδελφός της Ν. Γραμματικάκης κρυφά του πατρός του είχεν ακολουθήση του πλήθους των Τούρκων και ευρέθη εις την καρατόμησιν αυτών, ώστε μετά την εκτέλεσιν της σφαγής οι παρευρεθέντες χριστιανοί έδραμων επί των αχνιζόντων αυτών αιμάτων και έβρεχαν τα μανδήλια και φορέματά των τα λευκά, τα δε ιμάτια αυτών σχίζοντες έπαιρνεν ο καθείς έν τεμάχιον και χώμα εκ του μέρους εκείνου της σφαγής του αιματοβαμμένου.

Το όμοιον έπραξεν και ο ρηθείς αδερφός της και παραλαβών αίμα διά του μανδηλίου του, φορέματα κομμάτια και χώμα και μέρος σχοινίου εκ τριχών όπου τους είχαν οπισθάγκωνα δεμένους, μετέβη εις την οικίαν των, έδωσε της μητρός του αυτά, ήτις έντρομος τον ερώτησε τι είνε αυτά, αυτός δε της είπεν ότι ήτο από αυτούς που έσφαξαν έξω τους χωστούς χριστιανούς. Τότε τα δένει εις έν μανδήλιον όλα, τα βάνει εις έν καλαθάκι και τα κρεμά επί του τοίχου της οικίας της.

Μετά έν έτος Σφακιανός τις ήλθε διά να παρακαλέση τον Γραμματικόν (πατέρα της Αικατερίνης) να του κάμει χάριν τινά προς τον Πασά, εκάθητο δε ο Σφακιανός επί της κλίμακος ριγών και τρέμων, ασθενών. Η σύζυγος του Γραμματικού ιδών αυτόν πάσχοντα ενθυμήθη τα εις το καλάθιον αιματωμένα φορέματα των νεομαρτύρων και λέει του Σφακιανού, τι έχεις γέρω και τουρτουρίζεις; Ο δε είπε, ένας χρόνος τώρα με κρατάει ο ρίγος κι έκαμα χίλια δυο ιατρικά και δεν μ’ άφησε. Τώρα δε πάλι μ’ έπιασε. Τότε του λέει, έλα καημένε να σου δώσω ένα ιατρικό να το καπνιστής και θα γιάνης. Ξεκρεμά το καλάθιον και ήκουσε τόσο μεγάλη ευοδίαν να εξέρχεται εξ αυτού ώστε δεν εχορταίνετο να το μυρίζεται τις. Βάνει εις το καψί κάρβουνα και επ’ αυτών ένα κομμάτι από τα αιματοβαμμένα ρούχα των μαρτύρων, και ολίγον σχοινιον τρίχινον και τον εκάπνισε, αυτός δε σταυροκοπούμενος εδέετο να ιατρευτή. Του έδωσε και ολίγον χώμα και το έπιε με νερόν από το αιματοβαμμένο, και ανεχώρησε.

Μετά την παρέλευσι μηνών τινών φθάνει ο Σφακιανός φέρων εις την σύζυγον του Γραμματικού έν αρνί ψητόν, διότι τον άφησεν ο ρίγος, και μυζύθρας. Έφερε δε μαζύ του και τινάς άλλους πάσχοντας εκ ρίγους και άλλων παθών διά να των δώση από τα των μαρτύρων φορέματα να καπνισθώσι, όπως και έγινεν και ιατρεύθησαν όλοι. Τοιουτοτρόπως συνέβαινεν έως ότου ετελείωσαν πάντα. Μοι εδιηγήθη η ίδια την υπόθεσιν ταύτην.

 

Η ενορία της Επισκοπής, φέτος, τον Οκτώβριο 2021, εξέδωσε ένα καλαίσθητο βιβλίο 40 σελίδων με το ιστορικό των ιερών κειμηλίων, έγχρωμες φωτογραφίες τους (από τον φωτογράφο κ. Αντώνη Χριστοφοράκη, ο οποίος μετέβη γι’ αυτό το σκοπό στην Επισκοπή, ενώ τρεις φωτογραφίες ελήφθησαν από το Photo Rethymno), καθώς και ιστορικά στοιχεία για τους αγίους Τέσσερις Μάρτυρες και ορισμένε γενικότερες πληροφορίες για τους μάρτυρες και το μαρτύριο στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση. Πληροφορίες για την ιστορία των απογόνων του π. Ευστάθιου Τσουράκη, καθώς και φωτογραφίες, πρόσφερε από το οικογενειακό του αρχείο ο κ. Αντώνιος Μαμαλάκης. Το βιβλίο πλαισιώνεται με προλογικό σημείωμα του Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγενίου και με περιεκτικό κείμενο του κ. Μιχάλη Τρούλη για την ιστορία της Επισκοπής.

Τα ιερά αυτά κειμήλια έχουν το δικό τους μήνυμα για τη ζωή μας – μήνυμα αντίστασης και αυτοθυσίας για τις πίστη και τις αξίες του τόπου μας και του λαού μας και μήνυμα αγώνα για μια όσο το δυνατόν αγία ζωή, κοντά στο Χριστό, ζωή που αρχίζει εδώ και συνεχίζεται στην αιωνιότητα.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ