Όχι δεν θα μιλήσουμε εμείς για τον πόλεμο που έχει αναστατώσει ολόκληρο τον πλανήτη. Έχουν μιλήσει άλλοι πιο ειδικοί ως τώρα. Εμείς θα ασχοληθούμε με πιο πεζά πράγματα που όμως κι αυτά αφορούν ανθρώπινες ζωές. Και είναι απόρροια του πολέμου.
Ακρίβεια στην ακρίβεια λοιπόν, πού θα φτάσουμε; Πολλοί συνάνθρωποι μας έβγαλαν με δυσκολία αυτόν τον χειμώνα. ΔΕΗ και καύσιμη ύλη για θέρμανση κάλυψαν σχεδόν ολόκληρο το μισθό. Και μένουν κάτι λίγα για να περάσει κανείς το μήνα. Και το κακό είναι ότι μας προετοιμάζουν. Τα χειρότερα είναι μπροστά μας.
Εκείνοι που γνωρίζουν το πρόβλημα, εστιάζουν στην αλματώδη αύξηση του ενεργειακού κόστους, τα εμπόδια πρόσβασης στις διεθνείς αγορές αλλά και τις επιπτώσεις στις τουριστικές εισπράξεις. Αυτά είναι τρεις πληγές που δέχεται η ελληνική οικονομία από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Όπως μαθαίνουμε αυτές τις τρεις παραμέτρους επιχειρεί να αξιολογήσει η κυβέρνηση, κάτι που είναι ιδιαίτερα δύσκολο, αν αναλογιστεί κανείς ότι η οικονομία κινείται σε αχαρτογράφητα νερά!
Για τη χώρα μας, η Ρωσία αντιπροσωπεύει το 26% των εισαγωγών πετρελαίου και το 39% των εισαγωγών φυσικού αερίου. Είμαστε ένα κράτος με σχετικά υψηλή εξάρτηση από το φυσικό αέριο της Ρωσίας, αλλά όχι τόσο υψηλή όπως π.χ. η Γερμανίας που εξαρτάται κατά 80%. Στο υπουργείο Οικονομικών εκτιμούν πως για κάθε 10 δολ. αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου το ΑΕΠ της χώρας δέχεται πλήγμα κατά 600 εκατομμύρια €
Οι τουριστικές εισπράξεις από τη Ρωσία που υπολογίζονται σε 433 εκατομμύρια € εκτιμάται για την ώρα θα μειωθούν κατά τουλάχιστον 5% φέτος, ποσοστό που προφανώς αλλάξει ανάλογα με την εξέλιξη της πολεμικής σύρραξης. Θα πρέπει δε να συνυπολογιστεί και η επίπτωση από την αύξηση του πληθωρισμού στην Ευρώπη όπως με ότι συνεπάγεται στην μείωση της αγοραστικής δύναμης των Ευρωπαίων πολιτών.
Το 2019 η Ελλάδα υποδέχθηκε πάνω από 500.000 Ρώσους ταξιδιώτες, ενώ πέρυσι διέμειναν σχεδόν 120.000 Ρώσοι τουρίστες σε ελληνικά θέρετρα. Σε κάθε περίπτωση το πλήγμα θα είναι συγκριτικά μεγαλύτερο για τους τουριστικούς προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας.
Ο σχεδιασμός του υπουργείου Οικονομικών για νέα έξοδο στις διεθνείς αγορές Μάρτιο προφανώς μετατίθεται όσο τα επιτόκια δανεισμού κινούνται σε απαγορευτικά επίπεδα. Το υπουργείο Οικονομικών, που προγραμματίζει φέτος δανεισμό 12 δισεκατομμυρίων ευρώ, πρόλαβε να «τραβήξει» περίπου 3 δισεκατομμύρια τον Ιανουάριο με επιτόκιο 1,83%. Για τα υπόλοιπα 9 δισ. τηρείται στάση αναμονής, καθώς το επιτόκιο για το δεκαετές ομόλογο κινείται στην περιοχή του 2,5% – 2,7%! Οικονομολόγοι τα λένε αυτά, δεν είναι δικές μας εκτιμήσεις.
Πλήγμα θα δεχτούν και οι εισαγωγές της Ελλάδα από τη Ρωσία σε σιτηρά και δημητριακά και άλλες πρώτες ύλες, αλλά σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών, το κόστος για την ώρα είναι αμελητέο.
Προς το παρόν, ο πληθωρισμός υπολογίζεται για την Ελλάδα στο 3% – 4% φέτος, με διατήρηση των πιέσεων και το 2023.
Όπως δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας στον ΣΚΑΙ 100,3 «θα πρέπει να βρούμε δημοσιονομικό χώρο το δεύτερο εξάμηνο του 2022 για να επεκτείνουμε κάποιες πολιτικές που λήγουν αλλά και για το τώρα 2023 όπου σχεδιάζεται η μονιμοποίηση των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών αλλά και η πλήρης της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης».
Στην ίδια κατεύθυνση ο υπουργός τόνισε πως «η Ελλάδα έχει επαρκή ασφαλή ταμειακά διαθέσιμα περίπου 40 δισ. ευρώ σήμερα, αλλά «αυτό που η Ελλάδα δεν έχει γιατί δεν είμαστε σε επενδυτική βαθμίδα είναι πολύ μεγάλα δημοσιονομικά περιθώρια».
Ας ελπίσουμε ότι μας λένε την αλήθεια και δεν παίζουν «παιχνίδια» στις πλάτες των ανυποψίαστων πολιτών. Ο χρόνος θα δείξει τι πραγματικά συμβαίνει. Μέχρι τότε όλοι μας θα συνεχίσουμε να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί σε ότι προγραμματίζουμε να κάνουμε με προτεραιότητα στα άκρως απαραίτητα. Δεν έχουμε, έτσι κι αλλιώς, άλλη επιλογή…