Την πρόθεσή του, κατά την επικείμενη κοινοβουλευτική διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, να προτείνει πρόσωπο το οποίο να τυγχάνει ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης και όχι απλώς κομματικής στήριξης, κατέστησε εμφανή ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης σήμερα, με ομιλία του στη Βουλή, κατά την ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης, λίγο πριν ξεκινήσει η καθοριστική ψηφοφορία.
«Η πρόταση για σχετική πλειοψηφία, δεν αναιρεί την πολιτική ευθύνη της εκάστοτε πλειοψηφίας να αναζητεί πρόσωπο με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης, απαντώντας στην κριτική της αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα της αξιωματικής, με αφορμή το περιεχόμενο της «γαλάζιας» πρότασης για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, μέσω πρόβλεψης ακόμα και σχετικής πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο. Ως γνωστόν, η ΝΔ έχει προτείνει την διεξαγωγή πέντε ψηφοφοριών, με τις ακόλουθες κατά σειρά πλειοψηφίες: 200, 200, 180, 151, σχετική πλειοψηφία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι και το ισχύον Σύνταγμα προβλέπει ακριβώς τέτοιες πλειοψηφίες, με την διαφορά ότι μεσολαβούν εκλογές, εάν στις τρεις πρώτες δεν καταστεί δυνατόν να εκλεγεί Πρόεδρος. Ως να αγνοεί το γεγονός αυτό, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επέλεξε να επιτεθεί με σφοδρότητα στον κ. Μητσοτάκη και τη σημερινή πλειοψηφία, κάνοντας χρήση όρων εν δυνάμει προσβλητικών για το όποιο πρόσωπο εκλεγεί στο μέλλον, στη θέση του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα («ενεργούμενο της πλειοψηφίας ή της μειοψηφίας που τον εκλέγει», «κομματάρχης», «διοικητής ΔΕΚΟ» «κηπουρός του κόμματος»). Είπε συγκεκριμένα ο κ.Αλ. Τσίπρας:
«Η Νέα Δημοκρατία προτείνει το αδιανόητο. Μέχρι πέντε ψηφοφορίες για την εκλογή Προέδρου. Στην πρώτη και τη δεύτερη θα απαιτούνται 200 βουλευτές. Στην τρίτη 180. Στην τέταρτη 151. Και στην τελευταία θα αρκεί η σχετική πλειοψηφία! Το αδιανόητο είναι ότι η Νέα Δημοκρατία προτείνει Πρόεδρο μειοψηφίας! Πρόεδρο τον οποίο θα έχει αποδοκιμάσει, είτε με καταψήφιση είτε με αποχή, η απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής! Δηλαδή Πρόεδρο (μονο)κομματικό. ‘Η μάλλον Πρόεδρο κομματάρχη». Και πρόσθεσε: «Θα μπορούσαν ποτέ να φανταστούν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, όταν έφτιαχναν το Σύνταγμα του 1975, ότι έχει θέση στο πολίτευμά μας Πρόεδρος μειοψηφίας;»
Αυτό που ισχύει
Στο άρθρο 32 του ισχύοντος από το 1975 Συντάγματος, για το ζήτημα αυτό αναφέρονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:
«Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των βουλευτών.
Aν δεν συγκεντρωθεί η πλειοψηφία αυτή, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ύστερα από πέντε ημέρες.
Aν δεν επιτευχθεί ούτε στη δεύτερη ψηφοφορία η οριζόμενη πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ακόμη μία φορά ύστερα από πέντε ημέρες, οπότε εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών.
Aν δεν επιτευχθεί ούτε και στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη αυτή πλειοψηφία, η Bουλή διαλύεται μέσα σε δέκα ημέρες από την ψηφοφορία, και προκηρύσσεται εκλογή για ανάδειξη νέας Bουλής. H Bουλή που αναδεικνύεται από τις νέες εκλογές, αμέσως μόλις συγκροτηθεί σε σώμα, εκλέγει με ονομαστική ψηφοφορία Πρόεδρο της Δημοκρατίας με την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών.
Aν δεν επιτευχθεί η πλειοψηφία αυτή, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μέσα σε πέντε ημέρες και εκλέγεται Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Aν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ακόμη μία φορά, ύστερα από πέντε ημέρες, μεταξύ των δύο προσώπων που πλειοψήφησαν και θεωρείται ότι έχει εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που συγκέντρωσε τη σχετική πλειοψηφία».