Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ
Η κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού έχει αναδείξει σειρά σοβαρών δυσλειτουργιών του σύγχρονου συστήματος λειτουργίας του πλανήτη σε όλα τα επίπεδα. Με την Ελλάδα να αποτελεί εξαίρεση, τα συστήματα υγείας των υπολοίπων χωρών αποδείχθηκαν όχι απλά ανέτοιμα αλλά σχεδόν έχουν καταρρεύσει. Η οικονομία βρίσκεται μπροστά από ένα παγκόσμιο κραχ – σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο χειρότερο του 1929 – που προφανώς σηματοδοτεί ένα αύριο εντελώς διαφορετικό από αυτό που ξέραμε, χειρότερο για την Ελλάδα από αυτό που έζησε την προηγούμενη δεκαετία.
Σε πολιτικό επίπεδο δε, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ανταποκρίνεται για ακόμη μία φορά στις προσδοκίες των πολιτών. Αναδεικνύονται διακριτά επίπεδα δυναμικής μεταξύ των χωρών και τίθενται σοβαρά ερωτηματικά για το μέλλον της. Την ίδια ώρα η σχεδόν κατάλυση της δημοκρατίας στην Ουγγαρία εν μέσω πανδημίας, διαμορφώνει ένα δυσμενές προηγούμενο μέσα στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία μόλις βίωσε και ένα Brexit που επίσης δημιούργησε δεδομένα, όχι θετικά για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Μέσα σε όλο αυτό το διεθνές κλίμα αβεβαιότητας, η επόμενη μέρα αποτελεί ένα τεράστιο ερωτηματικό. Το παγκόσμιο σύστημα τίθεται σε αμφισβήτηση αν και δεν υπάρχει μέχρι στιγμής αξιόπιστη πρόταση για το διαφορετικό. Η παγκοσμιοποίηση διέπεται από δονήσεις υψηλών ρίχτερ και ο διάλογος έχει ανοίξει, κυρίως σε επίπεδο εκτιμήσεων, παρά βεβαιότητας για το τι πραγματικά μέλλει γενέσθαι, αφού όλα είναι ρευστά.
Τις εκτιμήσεις τους καταθέτουν μέσω της εφημερίδας μας δύο διαπρεπείς πανεπιστημιακή καθηγητές της πολιτικής επιστήμης. Στις ερωτήσεις μας απαντούν ο Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Κωνσταντίνος Λάβδας και ο Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Διευθυντής του Κέντρου Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Kadir Has, της Κωνσταντινούπολης κ. Δημήτρης Τριαντάφυλλου.
Γίνεται πολύς λόγος για για τις σοβαρές αντιθέσεις που έχουν προκύψει στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θεωρείτε, ότι διακυβεύεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και γιατί;
Κ. ΛΑΒΔΑΣ: Δεν υπάρχει άσπρο – μαύρο στις εκβάσεις των ευρωπαϊκών διαπραγματεύσεων. Στο αποτέλεσμα του Eurogroupτης Πέμπτης, υπάρχουν και αρνητικές και θετικές αποχρώσεις. Στα αρνητικά, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία και η Φινλανδία πέτυχαν να αποκλειστεί προς το παρόν οτιδήποτε θα μπορούσε να οδηγήσει σε μορφές αμοιβαιοποίησης του χρέους. Επίσης, χρειάζονται διευκρινήσεις για τους όρους της δανειοδότησης που συμφωνήθηκε καταρχήν. Στα θετικά είναι το συνολικό πακέτο με 540 δισ. ευρώ για τη στήριξη των εργαζομένων, των επιχειρήσεων και των κρατών-μελών της ευρωζώνης μέσω της προληπτικής πιστωτικής γραμμής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), μέσω δανείων με εγγυήσεις από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και μέσω δανείων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επιδότηση της εργασίας.Γίνεται λόγος στα χαρτιά και για ένα νέο ταμείο για την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας, με εργαλεία που όμως θα είναι προσωρινά. Εκεί αφενός οι λεπτομέρειες και αφετέρου η διαπραγμάτευση που θα ανοίξει εκ νέου κάποια στιγμή θα κρίνουν το μέλλον.
Εάν συγκρίνουμε τα εντυπωσιακά εσωτερικά δημοσιονομικά μέτρα που λαμβάνει η Γερμανία για τη δική της οικονομία (550 δις διαθέσιμα για δάνεια προς επιχειρήσεις συν τη δήλωση του ομοσπονδιακού υπουργού οικονομικών ότι «δεν θα υπάρξει όριο» στο ύψος των δανείων που θα χορηγηθούν εάν χρειαστούν) με το περίπου ισόποσο συνολικό πακέτο για την ευρωζώνη που συμφωνήθηκε μετά από πολλές δυσκολίες στο Eurogroup της Πέμπτης, τα συμπεράσματα είναι προφανή. Πρόκειται για συμβιβασμό. Τι είδους συμβιβασμό; Δεδομένης της τρομερής κρίσης λόγω της πανδημίας αλλά και της ιδιαιτερότητάς της, που αυτή τη φορά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οφείλεται στους «τεμπέληδες του Νότου», το συμπέρασμα είναι ότι τα κράτη-μέλη παραμένουν συνεργάτες αλλά δεν κάνουν βήματα ομοσπονδίωσης. Οι αποκλίσεις στη δυνατότητα των κρατών-μελών να χρηματοδοτήσουν τα μέτρα για την ανάκαμψη παραμένουν κρίσιμες και οι συγκλίσεις φαίνονται και πάλι ασθενείς. Θυμίζω ότι τα ομόλογα ειδικού σκοπού είχαν προταθεί προ ετών και από την Επιτροπή σε άλλη φυσικά συγκυρία. Τότε όπως και τώρα η άρνηση του Βορρά ήταν σαφής. Η ΕΚΤ, αντίθετα, προσπαθεί να συνεχίσει τη γραμμή Ντράγκι, κάτι που αποτελεί ένα από τα λίγα ξεκάθαρα θετικά σημεία των ημερών.
Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ : Όντος δικαιολογημένα έχει γίνει πολύς λόγος για το μέλλον του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος διότι η πανδημία κινδυνεύει να το αποσταθεροποιήσει. Η κρίση έχει επαναφέρει μια σειρά από διαχωριστικές γραμμές και πληγές στο προσκήνιο που δεν έχουν επουλωθεί πλήρως από προηγούμενες κρίσεις. Ως εκ τούτου, η κάθε χώρα έχει διαμορφώσει διαφορετικές αντιλήψεις για το τί σημαίνει η διαδικασία ενσωμάτωσης που έχει μεν φέρει τα κράτη μέλη πιο κοντά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά αλλά έχει ταυτόχρονα διευρύνει τις αποκλίσεις μεταξύ τους διαμορφώνοντας διαφορετικές πραγματικότητες έτσι δίνοντας ώθηση στους ευρωσκεπτικιστές σε κάθε χώρα να αμφισβητήσουν το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Για παράδειγμα, στις χώρες του Βορρά, υπάρχει ζήτηση για λιγότερη μετανάστευση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χαμηλότερες οικονομικές συνεισφορές ενώ σε πολλές χώρες του Νότου και τις Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης αναζητιούνται οικονομικές επενδύσεις και πολιτικές που προωθούν την απασχόληση. Όσο η οικονομική και κοινωνική σύγκληση καθυστερεί η άνθηση του λαϊκισμού δεδομένου τις σημασίας της ΕΕ σε εθνικό επίπεδο επηρεάζει την άσκηση πολιτικής από τις εθνικές κυβερνήσεις που αναγκάζονται να εστιάσουν σε βραχυπρόθεσμες λύσεις για την πολιτική τους επιβίωση αντί για μεσοπρόθεσμες έως και μακροπρόθεσμες λύσεις πολιτικής για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που ωθούν την σύγκληση.
Ως εκ τούτου, αυτή η δυσπιστία έχει ξαναβγεί στην επιφάνια στην στιγμή που ολόκληρη η ΕΕ ταλανίζεται από την πανδημία και τις επιπτώσεις της. Η πολύωρη και επώδυνη διαπραγμάτευση στο πρόσφατο Eurogroup απεικονίζει τις προαναφερόμενες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ καρτών μελών και τα διλλήματα των εθνικών κυβερνήσεων που έχουν να αντιμετωπίσουν τους εγχώριους σκεπτικιστές και λαϊκιστές. Το θετικό είναι ότι η αντιπαράθεση ουσιαστικά αφορά διαφορετικές και συγκρουόμενες αντιλήψεις για το πως πρέπει να δράσει η Ευρώπη. Το πρόβλημα είναι ότι για να υπερασπιστεί και να ενδυναμωθεί το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα πρέπει οι κυβερνώντες να ηγηθούν της προσπάθειας να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη για την ανάγκη να αντιμετωπίσουμε σκληρές αλήθειες για το τι σημαίνει η Ευρωπαϊκή συναίνεση και συνεργασία, αντί να κρύβονται από πίσω της.
Συμμερίζεστε την άποψη, ότι η τρέχουσα δεινή κατάσταση που προκάλεσε η πανδημία, προκαλεί τριγμούς ή συνθλίβει την λεγόμενη παγκοσμιοποίηση; Ποια είναι η άποψη σας;
Κ. ΛΑΒΔΑΣ: Είναι ένα πολύ σύνθετο ζήτημα. Σε κάθε περίπτωση και παρά τις διάφορες προσεγγίσεις περί επιστροφής στο έθνος κράτος κλπ, είναι οι κινήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο της προσφοράς και της ζήτησης που θα μας απασχολήσουν προσεχώς. Γιατί η συγκεκριμένη κρίση είναι πράγματι παγκόσμια και τόσο η προσφορά όσο και η ζήτηση επηρεάζονται σε πραγματικά παγκόσμιο επίπεδο. Προ ημερών ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ) έκανε κάποιες ανησυχητικές προβλέψεις για την ύφεση στο εμπόριο το 2020, με αναφορά σε ένα «καλό» σενάριο όπου η ύφεση στο εμπόριο θα κυμανθεί γύρω στο 13%, πτώση μεγαλύτερη από αυτή που έφερε η κρίση του 2008-2009, ενώ στο «κακό» σενάριο η πτώση φτάνει στο 32% που είναι συγκρίσιμο με την κατάρρευση του 1929. Ο ΠΟΕ φοβάται το ενδεχόμενο αύξησης προστατευτικών μέτρων τα οποία εάν επικρατήσουν θα φέρουν το «κακό» σενάριο. Αλλά θεωρώ ότι η αύξηση του προστατευτισμού αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται αναπόφευκτη ούτε είναι θα είναι μια αυτοματική συνέπεια αντιδράσεων στην πανδημία. Θα εξαρτηθεί από την πολιτική, από τη σύνθεση κυβερνήσεων, π.χ. από την έκβαση των εκλογών στις ΗΠΑ, από την εξέλιξη της αντίδρασης της Κίνας, αλλά και από το μέλλον της ΕΕ σε σχέση και με όσα λέγαμε προ ολίγου. Μια υποστήριξη του Νότου με περισσότερα δάνεια και σκληρούς όρους (αντί για νέο, εσωτερικό «Σχέδιο Μάρσαλ» που ακούγαμε από βερμπαλιστές Ευρωπαίους αξιωματούχους) τον καταδικάζει σε μόνιμη λιτότητα και μεσοπρόθεσμα θα φέρει εθνικιστές στην εξουσία.
Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ : Δεν νομίζω ότι η τρέχουσα κατάσταση απαραιτήτως προκαλεί τριγμούς ή συνθλίβει την λεγόμενη παγκοσμιοποίηση. Η παγκοσμιοποίηση έχει συμβάλλει στη άνοδο του βιοτικού επιπέδου του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού παγκόσμιος με την προώθηση του εμπορίου και την άνθηση του τομέα των υπηρεσιών. Η παγκόσμια φτώχεια μειώθηκε από σχεδόν 36% το 1990 σε λιγότερο από 10% σήμερα. Ο αριθμός των δημοκρατιών στον κόσμο σχεδόν διπλασιάστηκε. Στην παρούσα φάση, εν μέσω πανδημίας, αυτό που αμφισβητείται περισσότερο είναι η έκταση της αποβιομηχάνισης και μέρους ενός μέρους του παραγωγικού ιστού πολλών χωρών δεδομένου την κούρσα να προμηθευτούν έγκαιρα υγειονομικό υλικό όπως μάσκες, ειδικές ιατρικές μπλούζες, αντισηπτικά, και αναπνευστήρες από χώρες που το παράγουν. Αυτό θα είναι ένα από τα θέματα που θα πρέπει να συζητηθεί στους κόλπους της ΕΕ με το πέρας της κρίσης είναι η επένδυση να παράγονται τέτοιες προμήθειες επί ευρωπαϊκού εδάφους για τις ανάγκες όλων των κρατών μελών. Η εξάρτηση σε κάποιες χώρες όπως η Κίνα στην συγκεκριμένη περίπτωση και η εκμετάλλευση της για να το πουλήσει σε όποια χώρα είναι ο υψηλότερος πλειοδότης, δεδομένου της αυξημένης ζήτησης, δεν εξυπηρετεί την ίδια την Κίνα που οφείλει το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικού θαύματος στην παγκοσμιοποίηση. Επομένως, βλέπω την συνέχιση τις παγκοσμιοποίησης ως την ατμομηχανή τις παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης αλλά με κάποιες ρυθμίσεις ή ανακατατάξεις που θα απορρεύσουν από τα διδάγματα από αυτή την κρίση.
Αν επιθυμούμε να επανέλθουμε σε μια κανονικότητα όπως πριν την πανδημία, τι πρέπει να κάνουν οι κυβερνήσεις και οι λαοί;
Κ. ΛΑΒΔΑΣ: Όπως καταγράφεται η κατάσταση μέχρι σήμερα, η πανδημία αντί να αποτελεί πρόκληση για περαιτέρω ενοποίηση τείνει να αναδεικνύει με σαφέστερο τρόπο τις ρωγμές και τις δομικές διαφορές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ρωγμές μεταξύ χωρών αλλά και μεταξύ θεσμών, με την ΕΚΤ να προσπαθεί να συμβάλλει φτάνοντας στα όρια του πλαισίου του κανονισμού λειτουργίας της. Η επιφυλακτική αντίδραση της ΕΕ αποτελεί βόμβα με χρονική καθυστέρηση για την πολιτική στην ΕΕ. Η προσέγγιση του Βορρά αγνοεί τον κίνδυνο όχι μόνο ενός Σαλβίνι σε ένα χρόνο αλλά και μιας Λεπέν αργότερα. Βέβαια, παρότι όπως ανέφερα οι ρωγμές αναδεικνύονται σαφέστερα, η άμεση διάλυση της ΕΕ είναι απίθανη πρώτον διότι οι ευρωπαϊκές ηγετικές ομάδες κάθε είδους έχουν επενδύσει πολύ στο ευρωπαϊκό project και δεύτερον διότι οι σχέσεις προχωρημένης αλληλεξάρτησης και μερικής ενοποίησης είναι πλέον εξαιρετικά πυκνές και σύνθετες.
Όμως όποιο σενάριο και αν επαληθευτεί, εάν η ΕΕ δεν σταθεί στο ύψος των περιστάσεων με αλληλεγγύη και αναζήτηση μιας νέας οικονομικής συναντίληψης, τότε θα καταστεί εκ των πραγμάτων ξεπερασμένη και απονευρωμένη και σταδιακά θα αποδομηθεί ουσιαστικά σε επιμέρους ομάδες, με πεδία πολιτικών να καθίστανται επιλεκτικά ανενεργά, κάτι πρωτοφανές για την παραδοσιακή, θεσμοκεντρική και αρκετά μυωπική οπτική των Βρυξελλών. Με αυτή την έννοια, και όχι με κίνδυνο άμεσης θεσμικής διάλυση, η ΕΕ βρίσκεται πράγματι σε σταυροδρόμι.
Από την ελληνική σκοπιά, με τα σημερινά δεδομένα, η μεν ΕΕ παραμένει ουσιαστικά μια αναγκαία αλλά άνιση και ασύμμετρη συνομοσπονδία δυνάμεων χωρίς σημάδια περαιτέρω ομοσπονδίωσης η δε Τουρκία παραμένει ένας τραυματισμένος αλλά επικίνδυνος αναθεωρητικός παράγοντας στο προβλέψιμο μέλλον. Χρειαζόμαστε άλλο μείγμα πολιτικών, άλλο ρόλο των κεντρικών θεσμών και της ΕΚΤ, άλλη ισορροπία δυνάμεων στο εσωτερικό της Ένωσης και άλλη αντίληψη περί εξωτερικών συνόρων – πέραν της κρίσης – αναφορικά όπως υποστηρίζω από χρόνια και με τον αμυντικό προϋπολογισμό των συνοριακών κρατών. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να αναφερθούμε σε μερική αλλά ουσιαστική κάλυψη των αναγκών της Ελλάδας ως προς την ασφάλεια. Γι αυτό και επείγει μια κατά το δυνατόν σαφής διαμόρφωση βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προσεγγίσεων και στόχων από ελληνικής πλευράς.
Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ : Δεν είμαι σίγουρος ότι πρέπει να επανέρθουμε σε μια κανονικότητα διότι αυτή η κανονικότητα που τόσο επιθυμούμε δεν είναι δεν είναι απαραίτητα επιθυμητή. Όπως προαναφέρθηκε, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να αντιμετωπίσουν την διχόνοια τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο όπως και σε εθνικό. Ο ευρωσκεπτικισμός, ο λαϊκισμός, οι κίνδυνοι στην δημοκρατία (βλέπε το παράδειγμα της Ουγγαρίας οπού εν μέσω κρίσης η κυβέρνηση του Βικτόρ Όρμπαν απέκτησε υπερεξουσίες που δύσκολα μπορούν να ανατραπούν) είναι τάσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν το συντομότερο δυνατό. Σε διαφορετική περίπτωση, η επόμενες υπαρξιακές κρίσεις της Ευρωπαϊκής ενοποίησης θα είναι ακόμα πιο δύσκολο να ξεπεραστούν. Εάν ένα από τα διδάγματα της κρίσης της πανδημίας είναι η ανάγκη περισσότερης Ευρώπης, περισσότερης αλληλεγγύης, τότε οι υφιστάμενες αποκλίσεις πρέπει να ελαττωθούν.
Αυτό θα βοηθούσε την ΕΕ να καλύψει το κενό από την εσκεμμένη παραίτηση από τον παγκόσμιο ηγετικό ρόλο που επιδίωκανοι Ηνωμένες Πολιτείες εδώ και δεκαετίες και να μετριάσει την απόπειρα της Κίνας και άλλων χωρών να διαμορφώσουν την παγκόσμια τάξη προς το συμφέρον τους.Η παγκοσμιοποίησηείναι μια πραγματικότητα που πρέπει να διαχειριστεί με τρόπους που ενισχύουν, αντί να υποβαθμίζουν, την ασφάλεια, την ευημερία και την υγεία.Η απάντηση έγκειται σε περισσότερη, όχι λιγότερη, διεθνή συνεργασία. Μια ΕΕ που επιδιώκει να ξεπεράσει τις εσωτερικές τις αντιφάσεις μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά και αποτελεσματικά προς αυτή την κατεύθυνση.
Το άλλο μεγάλο ζήτημα που προκύπτει από την πανδημία είναι η ανάγκη επιτάχυνσης υλοποίησης των στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης. Η βιώσιμη ανάπτυξη με την έμφαση της στην οικονομική ανάπτυξη, στην κοινωνική συνοχή, στο περιβάλλον, και στην χρηστή διακυβέρνηση για την αντιμετώπιση των εν λόγω ζητημάτων, είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ. Λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι το 55 τις εκατό του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε αστικά κέντρα, τα οποία θερίζει η πανδημία του κορονοϊόυ σήμερα, και ότι υπολογίζεται ότι αυτό το ποσοστό θα φτάσει το 70% το 2050, το επιχείρημα για περισσότερη διεθνή συνεργασία αλλά και στοχοθετημένων πολιτικών σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο γίνεται ακόμη πιο επιτακτικό. Η επαναφορά σε μια κανονικότητα που δεν θα αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που επισημάνθηκαν από τις επιπτώσεις της πανδημίας θα ήταν καταστροφική για όλους μας.