Ο αργαλειός και τα εξαρτήματά του, το στημόνι και τα υφάδια, το μιτοχτένιασμα, η ύφανση για διαφορετικά είδη και χρήσεις πανιών, η βαφή των νημάτων με φυσικές βαφές, οι παλιές υφάντρες και οι ιστορίες τους! Όλη αυτή η μοναδική εμπειρία βιώθηκε στις Μαργαρίτες από την Κυριακή 12 έως το Σάββατο 18 Ιουνίου στο εργαστήρι που οργάνωσε ο ΚΟΙΝΣΕΠ ΡΟΔΑΚΑΣ και έτυχε ιδιαίτερης αποδοχής από την τοπική κοινωνία και ευρύτερα.
Άλλωστε, η τέχνη της υφαντικής και του νήματος, η οποία ήταν καθημερινότητα για όλες τις γυναίκες της Κρήτης μέχρι πριν αρκετές δεκαετίες, είναι ένας «τεράστιος κόσμος» από βιώματα και δρώμενα που απαιτούν μοναδική δεξιοτεχνία και πρέπει να διασωθούν.
Έτσι, το εργαστήριο του «Ρόδακα», το οποίο παρακολούθησαν αρκετές γυναίκες όλων των ηλικιών, ήρθε ως ένα εισαγωγικό βήμα στον απέραντο και υπέροχο κόσμο του αργαλειού και της ύφανσης.
Δασκάλα ήταν η υφάντρα Δέσποινα Σωμάκη και οι συμμετέχοντες δούλεψαν πάνω σε τρεις αργαλειούς κατασκευασμένους από Μαργαριτσανούς μαραγκούς πριν αρκετές δεκαετίες.
Σύμφωνα με τους διοργανωτές τα κίνητρα του Ρόδακα για το Εργαστήριο αυτό ήταν η επιθυμία να βγουν από τα κατώγια και να "ξαναζήσουν" οι Μαργαριτσανοί αργαλειοί
και να γίνει πάνω σε αυτούς ένα πιλοτικό μάθημα υφαντικής με συνδυασμό των παραδοσιακών χαρακτηριστικών της με τη γεμάτη δροσιά και επινοητικότητα σύγχρονη δημιουργική προσέγγιση, με νέα όμορφα και χρηστικά υφαντά.
ΜΙΑ ΤΕΧΝΗ ΖΩΣΑ
«Οι Μαργαρίτες εκτός από την Υφαντική τέχνη που ήταν κοινός τόπος για την οικοτεχνία και την οργάνωση του νοικοκυριού στην ελληνική περιφέρεια ως τη δεκαετία του 1960, υπήρξαν κέντρο κατασκευής αργαλειών, οι οποίοι μάλιστα εξάγονται και εκτός Κρήτης» είπε στην εφημερίδα μας η πρόεδρος της ΚΟΙΝΣΕΠ Ρόδακας κ. Μαρία Παδουβά, η οποία συνέχισε λέγοντας, ότι «Οι Σκεπετζάκης Μανόλης και Νικόλαος, ο Νικόλαος και ο Στέλλιος Κοτσάκης, ο Κωνσταντίνος Μιχαλογιωργάκης, ο Νικόλαος Μαραγκουδάκης, ο Γεώργιος Μελαχροινάκης και ο Μάρκος Σκουλούδης, μέσα στον 20ο αιώνα και μετά τον πόλεμο κατασκεύαζαν αργαλειούς με υψηλά αισθητικά και τεχνικά χαρακτηριστικά.»
Αναφερόμενη, λοιπόν, στα κίνητρα για την οργάνωση του εργαστηρίου, δήλωσε, ότι «Το ξαναζωντάνεμα λοιπόν των ασφαλειών, η ανάσυρσή τους από τα κατώγια και η επαναλειτουργία τους ήταν ένας βασικός μας στόχος. Επίσης οφείλαμε να τιμήσουμε δύο μεγάλες σχεδιάστριες και υφάντρες αλλά και γυναίκες με σημαντικότατο κοινωνικό ρόλο για την εποχή τους, που έχουν καταγωγή από τις Μαργαρίτες. Τη Φλωρεντίνη Σκουλούδη - Καλούτση και την Άννα Αποστολάκη. Για την πρώτη μας έκανε την τιμή να μάς μιλήσει ο ίδιος ο γιός της κ. Γιώργος Καλούτσης, για τη δεύτερη η κ. Κατερίνα Κορρέ, στο πλαίσιο της εξαιρετικής παρουσίασης της έρευνάς της για τις φυσικές χρωστικές και τη βαφική των νημάτων.
Ένα ακόμη κίνητρο υπήρξε η συχνή αναφορά από τις γυναίκες κυρίως επαγγελματίες του χωριού, στην ανάγκη να παράγουν δικά τους προϊόντα αυθεντικότερα και με μεγαλύτερη αξία και προοπτική.»
Ένα εξαιρετικό συμπέρασμα που εξάχθηκε από την εβδομάδα υφαντικής, που έγινε στις Μαργαρίτες, είναι το τεράστιο ενδιαφέρον που υπάρχει από τις νέες γενιές να μάθουν να δουλεύουν τον αργαλειό και να μυηθούν σε μια τέχνη που για πολλούς έχει περάσει στην σφαίρα του παρελθόντος.
Χαρακτηριστικά η κ. Παδουβά, δήλωσε στην εφημερίδα μας τα εξής: «Η τέχνη της Υφαντικής αποδείχθηκε πως είναι παραπάνω από ζωντανή και γοητευτική μέσα από το Εργαστήριο αυτό. Εκτός από τις συμμετέχουσες καθημερινά περνούσαν παιδιά και νέες κοπέλες και αγόρια και μεγαλύτερες γυναίκες και υπήρχε περιέργεια, ενδιαφέρον και ενθουσιασμός. Συνετέλεσε ασφαλώς σε αυτό η δασκάλα του Εργαστηρίου κ. Δέσποινα Σωμάκη η οποία έχει αστείρευτη ενέργεια αλλά και έρωτα για την τέχνη της και μεγάλη δύναμη όσο και επιθυμία να τη διδάξει.»
Η Παδουβά, επισήμανε πάντως πως τα συμπεράσματα από την διοργάνωση του εργαστηρίου είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού επισημάνθηκαν και τα αρνητικά δεδομένα που προέκυψαν διαχρονικά και έβγαλαν την υφαντική από το βάθρο που κατείχε . Η ίδια συνόψισε ως εξής «Μέσα από το εργαστήριο καταγράψαμε θετικά αλλά και αρνητικά δεδομένα. Τα αρνητικά μας τα επεσήμανε ο κ. Μανόλης Ξυλούρης που διατηρούσε με την οικογένειά του μια εξαιρετικά ακμαία υφαντουργική επιχείρηση στα Ανώγεια από το 1960 ως τη δεκαετία του 1980, οπότε κατέρρευσε πανελληνίως η Ελληνική Υφαντουργία με τεράστια κρατική ευθύνη. Θέλει λοιπό πολύ κόπο αλλά και μέριμνα από το κράτος για να ξανατονωθεί ο κλάδος. Ωστόσο σε επίπεδο μικρών ατομικών δραστηριοτήτων και επιχειρήσεων μπορεί να λειτουργήσει η Υφαντική τέχνη, να ξυπνήσει την παράδοση που υπάρχει κλεισμένη με υπέροχα χρώματα, σχέδια και εμπνεύσεις στις κασέλες και στα πατάρια των σπιτιών μας ακόμη, πριν αυτή καταστραφεί και χαθεί για πάντα. Αλλά να δώσει και την ευκαιρία της έκφρασης, της δημιουργίας και του οικονομικού οφέλους μέσα από αυτά, σε πολλές γυναίκες αλλά και άνδρες. Δεν είναι μόνο γυναικεία τέχνη η υφαντική!»
Η ίδια συνέχισε λέγοντας, ότι «’Ήταν συγκινητική η τελευταία μέρα που κάποιες γυναίκες από τις Μαργαρίτες και από αλλού έφεραν υφαντά Αλλά και κάποια ξεχωριστά εργόχειρά τους στην έκθεση. Θαυμαστοί και τολμηροί συνδυασμοί χρωμάτων, αλλά και προσωπικές ιστορίες δεμένες με τα αντικείμενα που συνόδευσαν τις επιθυμίες αλλά και τους αξιοθαύμαστους καθημερινούς κόπους των γυναικών και την ιερότητα που συχνά κρυβόταν σε αυτή την πανάρχαια τέχνη η οποία σίγησε στα νοικοκυριά αλλά ηχεί ακόμη στη μνήμη πολλών από εμάς. Είναι ένας από τους λόγους που όταν το πέταλο ξαναχτύπησε στις Μαργαρίτες η συγκίνηση ήταν μεγάλη...»