Μπράβο! Χίλια μπράβο, στην παλαίμαχη πλέον (αλλά πάντα νέα) δημοσιογράφο του Ρεθέμνους κυρία Αθηνά Πετρακάκη, για την έκπληξη, τη συγκίνηση και τα μηνύματα που μας πρόσφερε με το θεατρικό έργο της «Μια σπουδαία μέρα», το οποίο απολαύσαμε στην ιστορική αίθουσα του Ωδείου Ρεθύμνης το Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2022.
Συγχαρητήρια στον Όμιλο Βρακοφόρων Κρήτης για την πρωτοβουλία του να «ανεβάσει» το έργο με τη θεατρική ομάδα του, προσφέροντας σε όλους μας «μια σπουδαία μέρα», που είμαι βέβαιος ότι για κάποιους – τους πιο ευαίσθητους ίσως – θα παραμείνει αξέχαστη.
Πολλές ευχαριστίες στους κορυφαίους, θα έλεγα, θεσμικούς φορείς του τόπου μας, την Ιερά Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, την Αντιπεριφέρεια και το Δήμο Ρεθύμνης, που «υιοθέτησαν» το έργο (όπως εύστοχα είπε, προλογίζοντάς το, ο πρόεδρος του Ομίλου Βρακοφόρων Γιάννης Πετράκης), σαν να ήταν ένα παιδί, συμβάλλοντας καθοριστικά στο να θυμηθούμε κάτι από τη χαμένη μας, αλλά τόσο πολύτιμη, παιδικότητα.
Μια παιδικότητα όχι ανόητη και αλλοπρόσαλλη – όπως πολλές φορές δυστυχώς την αφήνουμε σήμερα να γίνει για τα παιδιά μας – αλλά γεμάτη ρομαντισμό, αγνότητα, ηρωικά πρότυπα και σπουδαία όνειρα, όχι μόνο για το δικό μας μέλλον, αλλά και για την πατρίδα μας (ξεχασμένη λέξη για τους περισσότερους από μας) και κατ’ επέκτασιν για τον κόσμο ολόκληρο.
Ας μην ξεχνούμε ότι ο κόσμος μας πρωτίστως είναι η πατρίδα μας, ενώ «ολόκληρος ο πλανήτης» είναι μια προέκταση της πατρίδας μας. Η γενιά των παιδιών μας μεγαλώνει με άφθονα μηνύματα ευαισθητοποίησης για «τον πλανήτη», αλλά χωρίς σχεδόν καθόλου μηνύματα αγάπης για την πατρίδα. Κατά κάποιον τρόπο, δεν έχει πια πατρίδα, αλλά ζει εγκλωβισμένη στον ψηφιακό κόσμο του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Τέλος, μια θερμή χειραψία και αδελφικός ασπασμός (με κρητικό σέβας) στους ηθοποιούς της θεατρικής ομάδας του Ομίλου, που ενσάρκωσαν με μοναδικό τρόπο τους χαρακτήρες του έργου – πρωταγωνιστές του Αρκαδικού δράματος – μετατρέποντας τη βραδιά εκείνη, και κάθε μέρα που έπαιξαν το έργο, σε «μια σπουδαία μέρα» για τη ζωή μας.
Συγχαρητήρια και ευχαριστίες σε όλους τους συντελεστές των παραστάσεων και ιδιαιτέρως στην κυρία Καλλιόπη Τσιμπισκάκη για την ατμοσφαιρική σκηνοθεσία και τα κοστούμια και τον κ. Αντώνη Μαυράκη για την υπέροχη μουσική επιμέλεια. Ομοίως και στην ομάδα των τραγουδιστών του Ομίλου, που απέδωσε στο κατάλληλο σημείο το πανέμορφο ριζίτικο «Βροντή μεγάλη ακούστηκε», με το οποίο αποτυπώθηκε συμβολικά στην παράσταση η στιγμή της ανατίναξης της ηρωικής Μονής.
Το «μυστικό» του έργου
Αφού το έργο παίχτηκε πλέον, και μάλιστα σε ιδιαίτερα ευρύ κοινό (ελπίζουμε και σε άλλες παραστάσεις, εντός και εκτός Ρεθύμνου, και σε δημοσίευση κάποιας βιντεοσκόπησης), ας αποκαλύψουμε το μυστικό του.
Η υπόθεσή του δεν είναι μια (ακόμη) αναπαράσταση του Αρκαδικού δράματος, αλλά, αφού διατρέχει με συντομία και συμβολισμούς τα γεγονότα, βλέπουμε ορισμένους από τους βασικούς πρωταγωνιστές των γεγονότων στον παράδεισο, ως ψυχές, να ζουν όλοι μαζί στην «Ουράνια Κοινότητα των Αγωνιστών του Αρκαδίου», συντροφιασμένοι κι αδελφωμένοι, όπως και όταν ήταν στη Γη. Βλέπουμε τον Ηγούμενο Γαβριήλ, τον Κωστή Γιαμπουδάκη, το φρούραρχο Ιωάννη Δημακόπουλο (εθελοντή από την ηπειρωτική Ελλάδα, που είχε έρθει, όπως και πολλοί άλλοι, να πολεμήσει και τελικά να πεθάνει για τη λευτεριά της Κρήτης), το δάσκαλο Μανώλη Σκουλά, τον αγγελιαφόρο του Αρκαδιού Αδάμη Παπαδάκη, τη Δασκαλοχαρίκλεια (με τη σημαία του ηρωικού γιου της Κωνσταντίνου φυλαγμένη μέσα από τα ρούχα της, όπως στη μάχη του Αρκαδίου), μια κοπέλα του λαού, τη Μαρία, και φυσικά την Ελένη Λουκάκη, το μικρό κορίτσι που σώθηκε από την ανατίναξη και που τελικά άφησε αυτό τον κόσμο, σε μεγάλη ηλικία πια, δεκαετίες αργότερα.
Οι ήρωες αυτοί – Γαβριήλ, Γιαμπουδάκης, Δημακόπουλος, Σκουλάς, Δασκαλάκαινα, Παπαδάκης – παρακολουθούν από τον παράδεισο όσα γίνονται στη σημερινή Ελλάδα, πικραίνονται και αγανακτούν. Αναρωτιούνται γιατί θυσιάστηκαν και λαχταρούν να εμφανιστούν μπροστά μας, να διακόψουν τις πομπώδεις, αλλά ανούσιες (όπως τις χαρακτηρίζουν) επετειακές εκδηλώσεις «τιμής» στη δική τους θυσία, και να βροντοφωνάξουν: «Σταματήστε τη διχόνοια! Μονιάστε! Αδερφωθείτε! Μόνο έτσι θα πάει μπροστά ο τόπος! Μόνο έτσι θα πάτε μπροστά εσείς και τα παιδιά σας!».
Όμως, μέσα σ’ εκείνη τη μελαγχολική ατμόσφαιρα, ξημέρωσε «μια σπουδαία μέρα»: η μέρα, που «έρχεται το Λενιό του Μαρκουλιού» (η Ελένη Λουκάκη) στον ουρανό. Ήταν η τελευταία. Η άφιξή της σήμαινε πλέον πως όλοι όσοι συνδέονται με το Αρκάδι θα είναι ξανά μαζί. Και η ίδια θα συναντούσε τη μάνα και τον πατέρα της, τ’ αδέρφια της, όλους τους δικούς της.
Και το Λενιό έρχεται. Και προβαίρνουν η Δασκαλοχαρίκλεια με τη Μαρία να την υποδεχτούν. Όμως εκείνη δεν τις θυμάται, γιατί στα γεγονότα ήταν ακόμη νήπιο. Και σιγά σιγά καταλαβαίνει πως δε βρίσκεται πια στη Γη, μα στον ουρανό. Κι εμείς, ωστόσο, ακούμε τη συγκινητική της διήγηση (παρμένη από την αυθεντική της συνέντευξη στον ιστορικό του Αρκαδίου Τιμόθεο Βενέρη, επίσκοπο Ρεθύμνης και κατόπιν Μητροπολίτη Κρήτης, συγγραφέα του μνημειώδους έργου «Το Αρκάδι διά των αιώνων»), που αποτέλεσε το έναυσμα για τη συγγραφή του θεατρικού μας έργου και που μετέδωσε έντονη συγκίνηση και στο κοινό, αποδίδοντας το διαχρονικό δράμα των αθώων παιδιών, που, χωρίς να καταλαβαίνουν το λόγο, γίνονται θύματα στους πολέμους των μεγάλων.
Μια σπουδαία παράσταση
Η απόδοση επί σκηνής του έργου της Αθηνάς Πετρακάκη, λίγες μέρες πριν τον εορτασμό του ηρωικού Ολοκαυτώματος (με τελική παράσταση κατά την ίδια την ημέρα της επετείου και μάλιστα μέσα στο Αρκάδι), κατά τη γνώμη μου, μας έφερε σε επαφή με την πεμπτουσία του μηνύματος της Αρκαδικής Εθελοθυσίας και κάθε προσπάθειας των προγόνων μας για λευτεριά: το μήνυμα της ενότητας.
Οι πρωταγωνιστές του έργου ενσάρκωσαν με ανεπανάληπτο τρόπο τους χαρακτήρες του Αρκαδικού δράματος – ένιωσα ότι όντως ήμουν εκεί, μαζί τους, γι’ αυτό και μετά την παράσταση δεν μπορούσα να φύγω, αλλά παρέμεινα στο Ωδείο καθηλωμένος επί πολλή ώρα για να είμαι κοντά τους. Η κρητική διάλεκτος που μιλούσαν ήταν εκπληκτική. Συγχαρητήρια στους ηθοποιούς, στη συγγραφέα και στον κ. Μάνο Γοργοράπτη, που, όπως αναφέρεται, είχε την επιμέλεια του έργου στον τομέα αυτό.
Το έργο ισορροπούσε με συνέπεια ανάμεσα στο χιούμορ και τη συγκίνηση. Γέλασα και έκλαψα (συγχωρέστε με που το γράφω). Τόσο το γέλιο, όσο και το δάκρυ ήταν λυτρωτικά για την ψυχή και την καρδιά μας στους δύσκολους, μπερδεμένους και κυριολεκτικά εξοντωτικούς καιρούς μας, όπου για μια φορά ακόμη η ελευθερία και η αξιοπρέπεια είναι αιτήματα χωρίς ανταπόκριση.
Το έργο έκλεισε με μια τελετουργική σκηνή, με το υψωμένο λάβαρο του Κωνσταντίνου Δασκαλάκη (γιου της Δασκαλοχαρίκλειας) και τις τραγικά διαχρονικές στροφές του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού που μιλούν για τη διχόνοια – το μόνιμο σαράκι του ελληνικού έθνους:
Η Διχόνοια, που βαστάει
ένα σκήπτρο η δολερή,
καθενός χαμογελάει
«πάρ’ το» λέγοντας «κι εσύ» (κ.τ.λ.).
Ομοίως, με το αθάνατο τελευταίο «λιανοτράγουδο» από τα «Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» του Γιάννη Ρίτσου, «Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις», όπως μελοποιήθηκε από τον αξέχαστο Μίκη Θεοδωράκη.
Τόσο ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» (που οι δύο πρώτες από τις 158 στροφές του αποτελούν τον εθνικό μας ύμνο) όσο και τα «18 λιανοτράγουδα» είναι ποιήματα γραμμένα «με φωτιά και αίμα» κι όχι με μελάνι. Και σ’ αυτό διαφέρουν από τα ορνιθοσκαλίσματα της ψυχής μας (επιτρέψτε μου), που συντάσσουμε σήμερα σε κομψές γραμματοσειρές, πληκτρολογώντας στον υπολογιστή μας από την ασφάλεια του γραφείου μας.
Η σκηνή όπου υποκλίνονται ο ένας στον άλλο και χαιρετιούνται ο Κωστής Γιαμπουδάκης και ο Μανώλης Σκουλάς, καταρρίπτοντας τη διχόνοια για το πρόσωπο του Πυρπολητή, που έγινε άλλη μια αφορμή για σκληρές τοπικιστικές διαμάχες πριν λίγα χρόνια, επίσης μας μεταφέρει σε ένα άλλο επίπεδο, όχι απλά κατανόησης, αλλά βίωσης της Ιστορίας μας.
Το ερώτημα τώρα είναι: τι κάνουμε. Πόσο μας άγγιξαν τα πύρινα λόγια, όχι της Συγγραφέως, μα του Γαβριήλ, του Γιαμπουδή, του Σκουλά, της Δασκαλοχαρίκλειας και των υπόλοιπων. Πόσο θα τα κρατήσουμε μέσα μας σαν φωτεινούς σηματοδότες, υψώνοντάς τα σαν τη σημαία του Δασκαλάκη, για να γίνουμε κι εμείς μια Κοινότητα, επίγεια και ουράνια συγχρόνως, και να ξημερώσει επιτέλους για την πικραμένη ζωή μας («τη μίζερη» πήγα να γράψω – ή μήπως όχι;) και την καταπληγωμένη κοινωνία μας και την κατατρομαγμένη ψυχή των παιδιών μας ΜΙΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΜΕΡΑ!!