Όταν άνοιξα για πρώτη φορά τα μάτια μου οι εικόνες που αντίκρισα ήταν ο Ενετικός Φάρος στο λιμάνι μας...Τα Ενετικά τείχη που το έζωναν γύρω-γύρω, και μικρά πλεούμενα που ήταν δεμένα και αγκυροβολημένα στον ντόκο επάνω σε χοντρούς σκουριασμένους χαλκάδες.
Πίσω από το τζάμι του ξύλινου παραθύρου που το είχε κυριεύσει η αρμπόνα και η αλμύρα του πελάγους διέκρινα δύο τέντες από καραβόπανο (όπως της φωτογραφίας) που τις είχαν στερεώσει επάνω σε χοντρούς ξύλινους πασσάλους για να έχουν σκιανιό τα πρωϊνά οι άνθρωποι του λιμανιού.
Αυτές οι τέντες ήταν στημένες μπροστά από τα καφενεία του ΣΗΦΑΚΑ (αργότερα Τσομπανάκη Μήτσου) και του ΔΑΣΚΑΛΙΟΥ(Δασκαλάκη Λευτέρη). Εικόνα ανεξίτηλη στα παιδικά μου μάτια και δεν θα σβήσει ποτέ!!!
Γιατί την θάλασσα του λιμανιού μπορείς να την ρουφήξεις...Το καλντερίμι του μπορείς να το σηκώσεις μια νύχτα και τα τείχη αν και ακριβά μπορείς να τα κλέψεις!!! Όμως με τις αναμνήσεις μου από εκείνο το λιμάνι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα... Είναι δικές μου.
Είναι ο Κύριος μου... Είναι η Ζωή μου!!!
Ακόμα και τώρα μπορώ και βλέπω πίσω από την τέντα τον μπιγιαντέ του εξαδέλφου μου του Σπύρου του Καρνιώτη... Το τρεχαντήρι του αδελφού της γιαγιάς μου της Καρνιώτενας, του γέρο Κανελλάκη. Τον βαρκαλά του Παπάγου, τον Μπότη του Σιράγα, τον Ποσειδώνα και την Ζωοδόχο Πηγή.
Και κάτω από την τέντα του Σήφακα, γιατί αυτή είναι στην φωτογραφία μπορώ να διακρίνω τον πατέρα μου τον Θοδωρή,
Τον Μήτσο τον Μπάμπαλη, τον γέρο τον Αλούντα με τον γιό του τον Σπύρο.
Το Αντρεάκι τον Βασιλειάδη από τον Βόλο που ήξερε όλες τις καλάδες της ανεμότρατας. Τον Αντώνη τον Καρνή, τον Κώστα τον Κωτσαρίκο, το Έντεκα, την Μαντόλα και το Λιακόνι...
Ναι ρε Νικόλα, το λιμάνι μας για εμένα είναι σαν τον Ήλιο!!! Είναι ψηλά είναι χαμηλά και όπως και να είναι εγώ μπορώ και το αγγίζω!!!
Το θυμάμαι και το αναπολώ!!! Μπορεί και να μου λείπει καμιά φορά. Ένα όμως δεν κατάφερα να κάνω ρε φίλε και το κουβαλάω μαζί μου τις νύχτες που αγγελοσκιάζομαι.
Δεν έκανα τίποτα για να το σώσω!!!
Μ.Θ.Κ