ΣΥΡΡΙΚΝΩΝΕΤΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ Η ΑΓΟΡΑΣΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ
Το ράλι ακρίβειας που βιώνει η χώρα και καθηλώνει τα νοικοκυριά αποτελεί βασικό αποσταθεροποιητικό παράγοντα για το εμπόριο. Αυτό αποτελεί κοινή διαπίστωση όλων των εμπόρων και των επαγγελματικών που ενώ θα έπρεπε να εργάζονται για την πρόοδο τους και να συμπορεύονται με τα διεθνή δεδομένα που διαμορφώνει ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η τεχνητή νοημοσύνη και η μηχανική εξέλιξη, βρίσκονται μπροστά στον ορυμαγδό των αποτελεσμάτων μιας ακρίβειας που προφανώς δεν είναι εισαγόμενη και ακόμα προφανέστερα δεν έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά από τις κυβερνητικές πολιτικές και τον κρατικό μηχανισμό.
Η ακρίβεια βλάπτει σοβαρά το εμπόριο, όπως τονίζει σε δηλώσεις του ο Αντιπρόεδρος του Επιμελητηρίου Ρεθύμνου και μέλος του Δ.Σ. της ΕΣΕΕ κ. Μανώλης Ψαρουδάκης.
Μιλώντας στην εφημερίδα «Ρέθεμνος» ο κ. Ψαρουδάκης προσδιόρισε το περιβάλλον που αντιμετωπίζει το εμπόριο μέσα στις τρέχουσες καταστάσεις της ακρίβειας, λέγοντας, ότι «Ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η τεχνητή νοημοσύνη και η μηχανική μάθηση διασυνδέουν τον κόσμο. Το ελληνικό εμπόριο και οι εμπορικές επιχειρήσεις αποτελούν, όσο και αν κάποιοι φαίνεται να το αγνοούν, τμήμα αυτού του διεθνούς οικοσυστήματος. Στη βάση αυτή, δεν είναι τυχαίο ότι οι μέγα-απειλές, που εκδηλώνονται τα τελευταία πέντε χρόνια, επηρεάζουν την παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας και ιδίως τις μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις. Ειδικότερα, το ελληνικό εμπόριο, μετά την πανδημική κρίση του COVID-19, καλείται να βρει έναν βιώσιμο βηματισμό εν μέσω ενός spiral αποσταθεροποιητικών παραγόντων. Ένας βασικός αποσταθεροποιητικός παράγοντας είναι η ακρίβεια. Ο πληθωρισμός, ειδικά σε συγκεκριμένες ομάδες προϊόντων (στέγαση, μεταφορές και διατροφή) συρρικνώνει την αγοραστική δύναμη και αναδιανέμει με βίαιο τρόπο τα εισοδήματα. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ο πληθωρισμός που αντιμετωπίζουν τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα είναι αρκετά υψηλότερος από αυτόν που αντιμετωπίζουν τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Για παράδειγμα, το 53% της συνολικής δαπάνης των νοικοκυριών μέχρι 750 ευρώ κατευθύνεται στα τρόφιμα και στη στέγαση, όταν το ίδιο ποσοστό για τα νοικοκυριά με εισόδημα άνω των 3500 ευρώ προσεγγίζει το 24,7%.»
Ο ίδιος, συνέχισε λέγοντας, ότι «Αναμφίβολα, η διευρυμένη ανισότητα που προκαλεί η ακρίβεια επηρεάζει τις εμπορικές επιχειρήσεις καθώς οι καταναλωτές εξωθούνται σε πιο συντηρητικές αγορές, στοιχείο που διαφαίνεται τόσο από τα δεδομένα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. όσο και του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ. Στην περιφέρεια, τα προβλήματα είναι ακόμα πιο έντονα για τον κλάδο ως αποτέλεσμα των αυξημένων περιφερειακών ανισοτήτων, που συνιστούν διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας και που ο τουρισμός και το realestate δεν είναι αρκετός για την αλλαγή του παραγωγικούς μοντέλου που έχουμε ανάγκη».
ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Απαντώντας στο ερώτημα για το τί πρέπει να κάνει η κυβέρνηση για το μείζον αυτό θέμα και ποια είναι η θέση των εμπόρων, τόνισε την αναποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί έως σήμερα αλλά και την άμεση ανάγκη σχετικών με την ακρίβεια μεταρρυθμίσεων.
Συγκεκριμένα δήλωσε: «Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μετά το 2027 τα δεδομένα για την ελληνική οικονομία θα είναι δυσκολότερα. Άλλωστε, η ελληνική οικονομία βρίσκεται εν μέσω των μέγα-απειλών. Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στη χώρα μας είναι εντονότερες (βλ. αύξηση θερμοκρασίας, ξηρασία κ.λπ.), παρουσιάζουμε σημαντική υστέρηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, το δημοσιονομικό περιθώριο αναμένεται να είναι στενότερο τα επόμενα χρόνια, ενώ η γήρανση του πληθυσμού δημιουργεί προβλήματα σε πολλαπλά επίπεδα. Σε σχέση με την ακρίβεια, η κυβέρνηση θα έλεγα πως είχε μια μάλλον παθητική στάση. Η πεποίθηση ότι η ακρίβεια είναι εισαγόμενη κατέληξε σε αποσπασματικές αποφάσεις (βλ. καλάθι του νοικοκυριού, μόνιμη μείωση τιμής) οι οποίες δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Κατά την γνώμη μου μια βασική παράμετρος είναι οι μεταρρυθμίσεις που δεν πραγματοποιήθηκαν στο βαθμό που έπρεπε αναφορικά με τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και ιδίως στις αγορές δικτύων, που ακόμα και σήμερα επικρατούν ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά με υψηλές τιμές και χρεώσεις. Θεωρώ πως η κυβερνητική ατολμία σε θεσμικό επίπεδο είναι αυτή που διαιώνισε την ακρίβεια και δεν επέτρεψε τη δημιουργία εκείνων των μηχανισμών που θα λειτουργούσαν προληπτικά αναφορικά με το φαινόμενο αυτό. Συμπερασματικά η αγορά έχει καρτελοποιηθεί σε προϊόντα και δίκτια η κυβέρνηση δεν θελει η δεν μπορεί πλέον να αλλάξει τα πράγματα με αποτέλεσμα να μη διασφαλίσετε ισότητα και δίκαια η αγοραστική ικανότητα των νοικοκυριών. Το μέτρο της μείωσης του ΦΠΑ σε βασικά τρόφιμα, καύσιμα, υλικά και υπηρεσίες είναι σίγουρο ότι θα έδινε ανάσα και θα αύξηναν την κατανάλωση. Η φετινή τουριστική περίοδος και η εμπορική κίνηση το αποδεικνύουν περίτρανα. Το εμπόριο ήταν ο μεγάλος αδικημένος γιατί είμαστε ακριβοί και για τους επισκέπτες μας . Δυστυχώς τα παραπάνω έπρεπε να είχαν γίνει προχθές, έστω και αργά πρέπει να αγωνιστούμε για την αύξηση των πωλήσεων μας , αλλά και να μη συκοφαντείτε για την ακρίβεια το εμπορείο που δεν έχει ευθύνη για αυτή την γκρίζα εικόνα της αγοράς».
ΣΤΟ 3,2% ΣΚΑΡΦΑΛΩΣΕ Ο ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ – Η ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Στο 3,2% διαμορφώθηκε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Οκτώβριο, από 3,1% τον Σεπτέμβριο. Τον ίδιο μήνα στην ευρωζώνη ο μέσος όρος του πληθωρισμού ανέρχεται στο 2%, από 1,7% τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με τη Eurostat. Είναι σαφές ότι και στις δύο περιπτώσεις έχει υπάρξει άνοδος των τιμών, ενώ σε μηνιαία βάση, η Ελλάδα σημείωσε αύξηση της τάξης του 0,2%, κάτι που συνεπάγεται συνέχεια της ακρίβειας.
Όσον αφορά τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ, οι υπηρεσίες παρουσιάζουν το υψηλότερο ετήσιο ποσοστό τον Οκτώβριο (3,9%, σταθερό σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο), ακολουθούμενες από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (2,9%, σε σύγκριση με 2,4% τον Σεπτέμβριο), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (0,5%, σε σύγκριση με 0,4% τον Σεπτέμβριο) και την ενέργεια (-4,6%, σε σύγκριση με -6,1% τον Σεπτέμβριο).