Συνεχίζουμε την περιήγησή μας στη βόρεια ακτογραμμή του Ρεθύμνου, από την παραλία της Σκεπαστής που είχαμε σταματήσει. Ένας άλλος χωματόδρομος, που όμως περνά μέσα από έναν περίκλειστο βοσκότοπο, οδηγεί στην ακτή της Αγίας Παρασκευής, στην οποία κατέφευγαν κατά περιόδους οι βενετσιάνικες γαλέρες. Σήμερα η πηγή του νερού που τις ύδρευε έχει ουσιαστικά στερέψει. Την ανάμνηση του ναού της Βενετοκρατίας συντηρεί ένας νεότερος, στο όνομα της ίδιας Αγίας.
Οι γαλέρες υδρεύονταν κυρίως από την κοντινή παραλία, που τότε λεγόταν Αφράτα (από το όνομα «αφράτο» του γνωστού φυτού με το οποίο πλέκονται οι καρέκλες) και σήμερα ονομάζεται Δαφνόρουμα. Το 1943 δυο τραγικά περιστατικά την σημάδεψαν, όταν από νάρκη ναρκοπεδίου εκεί των Γερμανών, που φοβούνταν απόβαση, σκοτώθηκε ο Σκεπαστιανός Γιάννης Πρωτογεράκης, καθώς και ο χωριανός και φίλος του Γιώργης Καλυβιανάκης, που έσπευσε να τον βοηθήσει. Ένα εικονοστάσι στο τέλος του χωματόδρομου, σε κάμποση απόσταση από την παραλία, υπενθυμίζει το τραγικό γεγονός. Η φωτογραφία της παραλίας έχει τραβηχτεί από τον Χριστόφορο Χειλαδάκη.
Θα περπατήσουμε όμως και μέσα στο χωριό της Σκεπαστής, για να επισκεφθούμε την ιστορική εκκλησία της Παναγίας. Είναι ιστορική όχι μόνο γιατί χρονολογείται από τη μακρινή εκείνη περίοδο αλλά και γιατί διασώζει τη μνήμη ενός περιστατικού πειρατείας, η οποία μάστιζε όχι μόνο τα παραθαλάσσια χωριά αλλά κι εκείνα που βρίσκονταν πιο εσωτερικά στην Κρήτη, αφού μάλιστα οι πειρατές συνεργάζονταν συχνά με ντόπιους καλοθελητές.
Ο ναός διασώζει σε ενεπίγραφη πλάκα το ιστορικό γεγονός της αρπαγής της παπαδιάς του χωριού από πειρατές που αποβιβάστηκαν στο Δαφνόρουμα. Αναγράφεται σε κεφαλαιογράμματη γραφή: «1592 Μαρτίου γ΄ εκτίσθη ο θίος ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου δια εξόδου του Νικοδίμου ιερονονάχου του Ταρμάρο Απόκαμε η πρεσβιτέρισσά του σκλάβα ίκοσι οκτό χρόνους και ήρθε αχ΄ Πάσχα Χριστιανό» (sic). Για την Παναγία της Σκεπαστής είχαμε εκδώσει το 1996 σχετικό βιβλιαράκι, από το ομώνυμο περιβαλλοντικό πρόγραμμα που είχε εκπονήσει ο δάσκαλος Γιώργος Τζουανάκης με τους μαθητές του στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού.
Θα προχωρήσουμε όμως τώρα προς το Πάνορμο, το οποίο οφείλει το όνομά του σε παρερμηνεία. Κάποιος δάσκαλος παλιότερων εποχών είχε διαβάσει για την ομηρική πόλη Πάνορμος, άκουσε και για τον ναό του «Άη Γιώργη στον Πάρναμο», που υπάρχει και σήμερα, κι έπεισε τους κατοίκους να μετονομάσουν το χωριό τους, που μέχρι τότε λεγόταν Ρουμελί Καστέλι. Όμως η πόλη Πάνορμος βρισκόταν στη θέση της σημερινής Αγίας Πελαγίας, ενώ η πολίχνη εδώ ονομαζόταν Παντομάτριον. Το όνομα Ρουμελί Καστέλι διατήρησε -συγκεκομμένο- το κοντινό χωριό Ρουμελί.
Στην πρώτη δεκαετία του 12ου αιώνα η περιοχή επιλέχτηκε από τον αυτοαποκαλούμενο Κόμη της Μάλτας, στην πραγματικότητα πειρατή Enrico Pescatore, λόγω του οικοδομικού υλικού της αρχαίας πόλης για την οικοδόμηση του κάστρου, γύρω από το οποίο δημιουργήθηκε επί Βενετοκρατίας που ακολούθησε ένας οικισμός (burgo). Σήμερα διασώζονται ελάχιστα υπολείμματα από την οχύρωση του Castel di Milopotamo, στον περίβολο του ναού της Ανάληψης.
Μιας κι ερευνούμε τη ρεθεμνιώτικη ακτογραμμή, δεν μπορούμε παρά να επισκεφθούμε τον φάρο του Πανόρμου, κατασκευασμένο σε μια απόκρημνη πλαγιά, πάνω από τη θάλασσα. Μέχρι ένα σημείο οδηγεί εκεί ένας δρόμος, πρόσφατα κατασκευασμένος ως περιπατητικό μονοπάτι, όμως από το τελείωμά του πρέπει να διασχίσουμε μια απότομη λαγκαδιά και να περπατήσουμε κάμποσο ακόμα. Οπωσδήποτε η θέα θα μας αποζημιώσει.
Στην περιοχή υπήρχαν μεγάλα γερμανικά πυροβολεία, αντίστοιχα εκείνων του Κόκκινου Χωριού, που αποσκοπούσαν στην αποτροπή πιθανής συμμαχικής απόβασης, σήμερα όμως δεν διασώζεται σχεδόν τίποτα. Αντ’ αυτών θα επισκεφθούμε το νεκροταφείο της κωμόπολης, που είναι το πιο «θαλασσινό» απ’ όσα έχω γνωρίσει στις περιηγήσεις μου στην Κρήτη. Η ηρεμία που εκπέμπει, ακόμη και τις ημέρες με θαλασσοταραχή, είναι εντυπωσιακή.
Θα συνεχίσουμε όμως στις επόμενες «Ιστορικές Περιηγήσεις».