Ποτέ μου δεν το πίστευα – πως θα γίνω ογδονταπεντάρης
Από τα πολλά που βίωσα στην κατοχή – λες και είχα πάει στο παζάρι
Παππούτσα καινούργια δεν εφόρεσα – στα παιδικά μου χρόνια
Από τα πολλά μπαλώματα – κάλους είχα βγάλει στα πόδια
Και χαρούπια έφαγα πολλά – μήπως και την γλυτώσω
Για να κάνω οικογένεια - όταν θα μεγαλώσω
Εύχομαι εις τους νέους μας – φτώχεια να μην ξανάρθει
Μόνο να είναι προσεκτικοί – γιατί κουμάντο άλλος κάνει.
Δεν είναι πολλές οι ημέρες που στις 11 ή ώρα βρέθηκα με την παρέα αρκετών ηλικιωμένων που όλοι μπροστά στο τραπέζι είχανε τον καφέ τους. Όπως πάντα λένε στην παραγγελία τους: καφέ γλυκό, μέτριο, σκέτο για να φύγουν τα φαρμάκια που έχω. Υπ΄όψιν ότι όλοι τους έχουν και κάποιο πρόβλημα που τους βαρύνει την σκέψη και γι αυτό φεύγουν από το σπίτι τους όσοι μπορούν και αναζητούν παρέα κοντά στην γειτονιά τους ή παίρνουν το λεωφορείο από τους κοντινούς οικισμούς και πάνε στην πόλη. Όπως πάντα όλοι παραχωρούν τον πρώτο λόγο να τον κάνει ο μεγαλύτερος στην ηλικία και μετά οι υπόλοιποι της παρέας. Αυτήν την ημέρα ήταν ο κος Μηνάς που έχει και σηκώνει στην πλάτη του τα 85 του χρόνια και ο ίδιος δεν το πιστεύει ότι μεγάλωσε.
Αναστενάζοντας είπε: όταν ήμουνα μικρός που είχανε φύγει οι Γερμανοί και δεν είχα σχολείο, πήγαινα κάθε μέρα κοντά στον πατέρα μου και τον βοηθούσα στο περιβόλι, στις ελιές και στο αμπέλι μας. Το μεσημέρι τρώγαμε λίγο ψωμί με ελιές ή τυρί και το βράδυ στο σπίτι ότι είχε μαγειρέψει η μάνα μου. Μερικές φορές κοιμήθηκα νηστικός γιατί δεν είχαμε φαγητό. Όταν μεγάλωσα τα ξέχασα όλα γιατί περνούσα καλύτερα αλλά μείνανε γραμμένα στο μυαλό μου. Όταν έκανα δική μου οικογένεια και με την βοήθεια του Θεού όλα μου πήγανε δεξιά και έφυγα από την φτώχεια. Σήμερα κάθε πρωί και το βράδυ κάνω το Σταυρό μου που έζησα και τα έχω όλα, αλλά είχα κάνει και καλό κουμάντο γι αυτό έφυγα από την φτώχεια της κατοχής πιο γρήγορα. Αφού σταμάτησε τον λόγο αμέσως τον πήρε ο διπλανός του και είπε: Όταν μιλούσε ο Μηνάς μου ήρθε στην σκέψη μου ένα από τα πολλά βιώματα μου. Εγώ μικρός φορούσα τα παπούτσια του μεγάλου αδελφού μου και πήγαινα να βόσκω τα πρόβατά μας γιατί ο πατέρας μου πήγαινε να σπέρνει τα σπαρτά για να έχουμε ψωμί να τρώμε. Δεν ξεχνώ που μου καρφώνανε τα ξύλα και οι πέτρες γιατί ήτανε παλιά και τρύπια. Είπα στον πατέρα μου μια μέρα να μου πάρει καινούργια και μου απάντησε: Όταν θα πουλήσουμε τα αρνιά στον Χασάπη θα σου τα πάρω. Πράγματι πριν τα Χριστούγεννα μου είπε Γιαννιώ, να πας αύριο το γάλα στον γαλατά μας και λίγο πιο πέρα που είναι ο τζαγκάρης μας, να πας να σου πάρει τα μέτρα για να σου τα φτιάξει. Έτσι του Αγίου Ιωάννου ήταν έτοιμα και τα φόρεσα που ήτανε και η γιορτή μου. Τα πρόσεχα σαν τα μάτια μου να μην τρυπήσουν από τα ξύλα και τις πέτρες. Αυτό το θυμόμουνα και το έλεγα στα παιδιά μου για να ξέρουν πως έζησε ο πατέρας τους όταν ήτανε μικρός. Μετά από λίγο είπε και ο επόμενος το δικό του βίωμα: Τον Αύγουστο ο πατέρας ένα βράδυ μου είπε: Κωστή αύριο θα πάμε να ραβδίσουμε τις χαρουπιές. Πήραμε τσουβάλια, ένα μεγάλο καλάθι και τρεις ράβδες. Το μεσημέρι φάγαμε χαρούπια αντί φαγητό που δεν είχαμε πάρει. Γεμίσαμε τρία τσουβάλια. Τα φόρτωσε ο πατέρας στον γάιδαρο και φύγαμε. Ακόμα θυμάμαι όταν άνοιγε το σχολείο, η μάνα μου μας έβαζε μέσα στην τσάντα χαρούπια να τρώμε στα διαλλείματα. Και ο τελευταίος πρόσθεσε ότι έχω πολλές αναμνήσεις από τα πολλά βιώματα που έχω περάσει αυτά τα δυστυχισμένα χρόνια της κατοχής. Εγώ έχω ρίζες Μικρασιάτικες και οι γονείς μου υποφέρανε γιατί συναντήσανε πολλές δυσκολίες στην διατροφή και στην διαβίωσή μας. Επειδή θα φύγω με το λεωφορείο στην άλλη συνάντηση θα σας πω όσες αναμνήσεις αντέξω. Το μόνο που θα πω είναι ότι εύχομαι ότι ποτέ άλλοτε να μην έρθει τέτοια φτώχεια στην πατρίδα μας να την δοκιμάσουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας. Όμως και αυτά οφείλουν να προσέχουν γιατί κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον τους. Τέλος οφείλουν και όσοι είναι υπεύθυνοι να συμβάλλουν να ενημερώνονται οι νέοι μας για να γνωρίσουν όλοι τα βιώματα που περάσανε οι πρόγονοί τους και για να πιστέψουν ότι είναι ήρωες της παλιάς εποχής. Σήμερα τους αξίζει να ζούνε και να απολαμβάνουν αυτά που προσφέρει η νέα εποχή μαζί με τους νέους μας και να έχουν από αυτούς την καλύτερη συμπεριφορά και τον σεβασμό τους.