Το ανατολικό τμήμα της πόλης του Ρεθύμνου, η Καλλιθέα, διαμορφώθηκε στη σύγχρονη μορφή και λειτουργία της ως συνοικία, τα τελευταία σαράντα χρόνια. Τμήμα της Καλλιθέας είναι η περιοχή της «ΒΙΟ». Πρόκειται για το οικοδομικό τετράγωνο που νότια ορίζεται από την σημερινή Οδό Εμμ. Πορτάλιου, δηλαδή την παλαιά Εθνικό Οδό Ρεθύμνου – Ηρακλείου, η οποία παλαιότερα είχε την ονομασία «Παύλου Κουντουριώτη» και ακόμα πιο πριν «Πριγκιπίσης Σοφίας», δυτικά από την οδό Αλ. Παπαναστασίου, βόρεια από την οδό Αλ. Σβάϊτσερ και δυτικά από ιδιωτικές ιδιοκτησίες.
Σε αυτό το οικοδομικό τετράγωνο, ένα υπέροχο αρχιτεκτονικό στοιχείο, μια καμινάδα, αποτελεί σήμερα το μοναδικό μνημείο της ιστορίας και της χρήσης που είχε όχι μόνο το οικόπεδο της «ΒΙΟ» αλλά και γενικότερα η περιοχής της Καλλιθέας πριν αρκετές δεκαετίες, τότε, που τα οικονομικά δεδομένα ήταν διαφορετικά, οι ανάγκες των ντόπιων άλλες σε σχέση με σήμερα και το Ρέθυμνο χάραζε προσανατολισμό κάτω από άλλο πολιτικοοικονομικό πρίσμα, με διαφορετικά κοινωνικά ερεθίσματα και αναπτυξιακή προοπτική.
Η «ΒΙΟ» έχει τη δική της ξεχωριστή θέση στην τοπική μας ιστορία. Στις δεκαετίες που πέρασαν, αρχικά ήταν αγρόκτημα, μετά αναπτύχθηκε στο χώρο αυτό μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες του Ρεθύμνου με εξαγώγιμα προϊόντα και στη συνέχεια μετατράπηκε σε οικόπεδο. Πολυκατοικίες, καταστήματα, γραφεία, επιχειρήσεις και μια ξενοδοχειακή μονάδα περιλαμβάνονται στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο σήμερα. Δηλαδή, έχουμε μια χαρακτηριστική περίπτωση της οικονομικής και κοινωνικής αλλαγής που επιτελέστηκε τα τελευταία εκατό χρόνια στο Ρέθυμνο.
Η ΟΝΟΜΑΤΟΘΕΣΙΑ «ΒΙΟ»
Η ονοματοθεσία «ΒΙΟ» παγιώθηκε για την συγκεκριμένη περιοχή από το 1930 και μετά. Ωστόσο το επίσημο παλαιότερο τοπωνύμιο είναι «Σοχώρα» και αναφέρεται σε όλα τα συμβόλαια αγοραπωλησίας που συντάχθηκαν για τα οικόπεδα του συγκεκριμένου οικοδομικού τετραγώνου από το 1918 έως και το 1997. Σε συμβόλαιο δε, του 1928 αναφέρεται ως «Σοχώρα – Τοπ Αλτή».
Το τοπωνύμιο «ΒΙΟ» οφείλεται στην ονομασία των μηχανημάτων, με τα οποία ήταν εξοπλισμένο το εργοστάσιο Σαπωνοποιίας –Ραφιναρίας που λειτούργησε εκεί από το 1932 έως το 1967 .
Την εποχή εκείνη τα ελαιοπιεστήρια και γενικότερα οι μηχανές επεξεργασίας της ελιάς με την επωνυμία «ΒΙΟ» ήταν ο πιο προβεβλημένος μηχανολογικός εξοπλισμός της εποχής. Αντιπρόσωποι της εταιρείας στην Κρήτη ήταν οι Αφοί Τσάκωνα, οι οποίοι και προμήθευσαν το σχετικό μηχανολογικό εξοπλισμό στο εργοστάσιο Σαπωνοποιίας – Ραφιναρίας της Ανωνύμου Εταιρείας «Ελαιουργεία Της Ελλάδος», η οποία έμεινε στην ιστορία ως «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.».
Η ίδρυση και λειτουργία της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.» αποτελεί σημείο αναφοράς για την οικονομική εξέλιξη του Ρεθύμνου, διότι αποτέλεσε την πρώτη ανώνυμη εταιρεία του Νομού, την πρώτη μεγάλη βιομηχανία παραγωγής σύγχρονων για την εποχή προϊόντων και μάλιστα εξαγώγιμων, γεγονός, που διαμόρφωσε νέα δεδομένα για την αναπτυξιακή προοπτική του τόπου σε επιχειρηματικό επίπεδο.
Η δε χρήση του μηχανολογικού εξοπλισμού «ΒΙΟ» προκάλεσε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον, που τελικά το εργοστάσιο της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.» έγινε γνωστό και έμεινε στην ιστορία ως «ΒΙΟ», με τη συγκεκριμένη φίρμα των μηχανημάτων να φτάσει στις ημέρες μας ως τοπωνύμιο του συγκεκριμένου οικοδομικού τετραγώνου στην περιοχή της Καλλιθέας Ρεθύμνου.
ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.»
Στις αρχές του 20ου αιώνα το κύριο γνώρισμα της οικονομικής δραστηριότητας του νομού Ρεθύμνου ήταν η ενασχόληση των κατοίκων με τον πρωτογενή τομέα, δηλαδή την παραγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.
Σε ικανοποιητικό για την εποχή επίπεδο είχε αναπτυχθεί και ο δευτερογενής τομέας με επιχειρήσεις που είχαν αντικείμενο την αξιοποίηση και μεταποίηση των αγαθών από τοπικές βιοτεχνικές μονάδες για την κάλυψη των αναγκών του ντόπιου πληθυσμού.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι η λειτουργία μικρών επιχειρήσεων σαπωνοποιίας, παραγωγής ελαιολάδου, γαλακτοκομικών προϊόντων, παραγωγής αλεύρου και επεξεργασίας του για ζυμαρικά, βυρσοδεψίας, παστοποιίας ψαριών και λιγότερο κονσερβοποιίας.
Το ελαιόλαδο τους δίδει τη δυνατότητα να αναπτύξουν σαπωνοποιίες, τα δέρματα από τα ζώα διαμορφώνουν ευοίωνες συνθήκες για την λειτουργία βυρσοδεψείων και η παραγωγή γάλακτος, ειδικά μετά την λειτουργία της Ηλεκτρικής και της χρήσης ψυγείων, είναι ικανή για ανοίξει σημαντικό δρόμο στις βιοτεχνίες μεταποίησης του.
Οι βιοτέχνες της εποχής επηρεάζονται σημαντικά από τα ιστορικά δεδομένα και βιώνουν την αλλαγή από το Οθωμανικό Δίκαιο στο καθεστώς της Αυτονομίας της Κρήτης αλλά και την ένταξη τους στην Ελληνική πραγματικότητα από τα τέλη του 1913 και εντεύθεν. Είναι κατά κύριο λόγο μικρής εμβέλειας επιχειρηματίες, οι οποίοι έχουν και άλλες επαγγελματικές ενασχολήσεις για να ανταπεξέλθουν στις δύσκολες οικονομικές συγκυρίες.
Ιδιαίτερο ρόλο στην εξέλιξη της επιχειρηματικότητας της εποχής εκείνης αναπτύσσουν οι πρόσφυγες από την Μικρά Ασία μετά το 1922 και την ανταλλαγή των πληθυσμών με την Τουρκία. Εκτάσεις καλλιεργήθηκαν ακόμα πιο εντατικά, τα προϊόντα αυξήθηκαν, οι πρόσφυγες είχαν σημαντική εμπειρία στην μεταποίηση από τα ανατολικά παράλια του Αιγαίου και την Πόλη και η διοχέτευση προϊόντων στην εγχώρια αγορά αυξήθηκε ραγδαία.
Στα μέσα της δεκαετίας 1920 – 1930 οι βιοτεχνίες του Ρεθύμνου, κυρίως εκείνες που επεξεργάζονταν το ελαιόλαδο και παρήγαγαν σαπούνια βρίσκονταν σε υψηλά για την εποχή επίπεδα τεχνογνωσίας και τα προϊόντα τους διοχετεύονταν στην Ρεθυμνιώτικη, την Κρητική αλλά και την Ελληνική αγορά.
Το 1928 ιδρύεται και λειτουργεί στην Καλλιθέα, κοντά στις εγκαταστάσεις της Κεραμοποιίας «Τσουρλάκη» η Ομόρρυθμη Εταιρεία Πυρηνοελαιουργικής Βιομηχανίας Ρεθύμνου, η οποία στόχο έχει να διαμορφώσει νέα δεδομένα και να ενισχύει με την επεξεργασία του ελαιοπυρήνα την παραγωγή πρώτων υλών για την σαπωνοποιεία. Στα τέλη της δεκαετίας τα σαπωνοποιεία του Ρεθύμνου αρχίζουν σιγά – σιγά να εκσυγχρονίζονται και το έτος 1931 καταγράφεται εξαγωγή σαπουνιού στο Πόρτ Σάϊδ της Αιγύπτου και στην Ρουμανία.
Η διαμόρφωση του ευοίωνου επιχειρηματικού κλίματος της εποχής, προφανώς και έδωσε το έναυσμα για την δημιουργία της πρώτης βιομηχανικής μονάδας επεξεργασίας της ελιάς, του λαδιού και παραγωγής σαπουνιού του Ρεθύμνου. Ο θεμέλιος λίθος για την κατασκευή των εγκαταστάσεων τέθηκε τον Απρίλιο του 1928. Η «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.» ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1932!
Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ
Η επιλογή της περιοχής Καλλιθέας για την εγκατάσταση του εργοστασίου δεν ήταν τυχαία.
Εκείνη την εποχή τόσο δυτικά όσο και ανατολικά της πόλης αναπτύσσονταν όλες οι λεγόμενες «οχλούσες δραστηριότητες», καθώς ήταν μακριά από το δομημένο και κατοικημένο τμήμα του Ρεθύμνου και είχαν την δυνατότητα να οδηγήσουν τα παραγόμενα λύματα τους στη θάλασσα. Άλλωστε εκείνη την εποχή η έννοια της τουριστικής αξιοποίησης των παράκτιων εκτάσεων δεν υπήρχε καν ως σκέψη ενώ η τεχνολογία διαχείρισης των λυμάτων έφτανε μόνο ως την κατασκευή αγωγών μεταφοράς των μακριά από κατοικημένες περιοχές με κατάληξη στα ρέματα και τη θάλασσα.
Η Καλλιθέα ήταν ουσιαστικά μια τύπου «Βιομηχανική» και «Βιοτεχνική» περιοχή, ένα ΒΙΟ.ΠΑ. της εποχής, καθώς πολλές επιχειρήσεις είχαν τις εγκαταστάσεις τους εκεί.
Συγκεκριμένα εκεί λειτούργησαν είτε κατά την ίδια περίοδο είτε αργότερα:
- Η σαπωνοποιία του Χαράλαμπου Συνατσάκη, η οποία λειτούργησε έως το 1975 και το σημείο έχει παραμείνει ως τοπωνύμιο σήμερα «Ρέμα Συνατσάκη».
- Τα καμίνια κατασκευής τούβλων και κεραμιδιών των Ανέστη και Στράτου Ψαλτοπούλου επί της σημερινής οδού Αντισμηνάρχου Βασιλάκη.
- Το κονσερβοποιείο «Ζωή» απέναντι από το σημερινό κτίριο «ΔΕΛΦΙΝΙ» στα όρια της Καλλιθέας.
- Το οικόπεδο παραλαβής κίτρων από την εταιρεία «Κιτρική» στην σημερινή οδό Σβάϊτσερ.
- Η Βιομηχανία Ελαιών Σαπώνων, γνωστή ως ΒΙΕΣΑΠ που ιδρύθηκε από τον Νικόλαο Μπιρλιράκη. Αργότερα η οικογένεια Μπιρλιράκη συνεργάστηκε με την οικογένεια Δασκαλαντωνάκη στον ίδιο χώρο και δίπλα στο σαπωνοποιείο λειτούργησαν και ραφιναρία ελαιολάδου. Τα εργοστάσια τους βρισκόταν στο σημείο όπου σήμερα έχουν ανεγερθεί οι πολυκατοικίες, στις οποίες στεγάζεται το Επιμελητήριο Ρεθύμνου αλλά και Τεχνική Εταιρεία «Δαίδαλος» στην οδό Εμμ. Πορτάλιου 23 και 24 αντίστοιχα. Τα εργοστάσια έκλεισαν μέσα στη δεκαετία του 1980.
- Το «Λαδάδικο Κουφάκη» το οποίο λειτουργεί έως και σήμερα στο ίδιο σημείο επί της Εμμ. Πορτάλιου.
- Ο «Χαρουπόμυλος Κουφάκη» στο σημείο όπου σήμερα λειτουργούν καταστήματα και παλαιότερα στεγαζόταν η Πυροσβεστική υπηρεσία. Το ίδιο εργοστάσιο λειτούργησε για μια περίοδο υπό τον Ευάγγελο Φραγκιά.
- Στο οικοδομικό τετράγωνο, στο οποίο σήμερα συναντούμε τις επιχειρήσεις στην οδό Εμμ. Πορτάλιου 33 λειτουργούσε η εταιρεία ΒΕΣ (Βιομηχανία Ελαιών Σαπώνων) που ιδρύθηκε από τους επιχειρηματίες Παντελή Γαγάνη και τους Κουφάκη και Ζαχαριουδάκη.
- Ο «χαρουπόμυλος Ορφανουδάκη» επίσης επί της σημερινής οδού Μάρκου Πορτάλιου στο σημείο όπου τώρα λειτουργούν το υποκατάστημα της Τράπεζας Πειραιώς (πρώην ΑΤΕ) και οι επιχειρήσεις Σαβοϊδάκη.
- Η Βιοτεχνία Πλινθοποιίας Χρήστου Τόκτακη στη γωνία των οδών Μάρκου Πορτάλιου και Γ. Σαουνάτσου.
- Το εργοστάσιο τουβλοποιίας Τσουρλάκη. Αρχικά στην οδό Καποδιστρίου 63, όπου σήμερα υπάρχει πολυκατοικία και αργότερα στο τέρμα της οδού Κωνσταντινουπόλεως όπου διατηρείται ακόμα.
- Η Ομόρρυθμη Εταιρεία Πυρηνοελαιουργικής Βιομηχανίας Ρεθύμνου, που γνωρίζουμε ότι ιδρύθηκε «πλησίον κεραμοποιείου Τσουρλάκη» το 1928 επίσης με μηχανήματα «ΒΙΟ» με διευθυντή και διαχειριστή τον Ρεθυμνιώτη έμπορο Γεώργιο Κοτσαμπασάκη και χρηματοδότη τον Ε. Κούνουπα που έμενε στην Κομοτηνή.
Ο ΘΕΜΕΛΙΟΣ ΛΙΘΟΣ
Ο θεμέλιος λίθος για την ανέγερση του εργοστασίου στην Σοχώρα της Καλλιθέας τέθηκε στο πλαίσιο λαμπρής τελετής στις 10:30 το πρωί της Παρασκευής 20 Απριλίου 1928.
Λεπτομερή περιγραφή των εγκαινίων έχουμε σε ρεπορτάζ της εφημερίδας «Κρητική Επιθεώρηση» στο Φύλλο της 23ης Απριλίου 1928 με τίτλο «Τα εγκαίνια της Εταιρείας ΒΙΟ»!
Από τις στήλες της εφημερίδας μαθαίνουμε ότι η θεμελίωση του εργοστασίου έλαβε διαστάσεις ενός ιδιαίτερα λαμπρού γεγονότος για την πόλη του Ρεθύμνου και η προσέλευση των τοπικών Αρχών και του κόσμου ήταν αθρόα «παρά την εναντιότητα του καιρού ως εκ του πνέοντος σφοδρού καυστικού λίβα..»
Η τελετή του αγιασμού έγινε ιερουργούντος του Επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Τιμοθέου Βενέρη, παρουσία του Νομάρχη, του Δημάρχου, του Προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου, του Φρούραρχου κ. Στεφανουδάκη, του Διοικητή της Χωροφυλακής και του Εισαγγελέα.
Επί της υποδοχής ήταν ο γενικός αντιπρόσωπος της εταιρείας διάθεσης των μηχανημάτων «ΒΙΟ» Μάνος Β. Τσάκωνας, ο οποίος παρουσίασε στις Αρχές και στους πολίτες της πόλης τους εκπροσώπους της εταιρείας Δημήτριο και Μίλτο Ζάννο καθώς και τους Ι. Αγαλίδων και Ν. Παντελάκη.
Στο ίδιο ρεπορτάζ περιγράφονται τα της εναπόθεσης του θεμελίου λίθου, των προσφωνήσεων που ακολούθησαν ενώ σημειώνεται, ότι υπήρχε και μουσική κάλυψη από την Φιλαρμονική του Ορφανοτροφείου Ρεθύμνου!
Τέλος κατά τη διάρκειας της εκδήλωσης οι ιδρυτές του εργοστασίου ανακοίνωσαν τη δωρεά 8.000 δραχμών υπέρ της Φιλαρμονικής της πόλης, 2.000 δραχμές υπέρ των Ρεθυμνίων προσκόπων και 5.000 δραχμές για τις ανάγκες των φτωχών.
ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ
Η ίδρυση του εργοστασίου προκάλεσε μεγάλες προσδοκίες στην Ρεθυμνιώτικη κοινωνία.
Θεωρήθηκε σπουδαίο γεγονός για την οικονομική ανάπτυξη του νομού, καθώς συνδυάστηκε με την αξιοποίηση του βασικού αγροτικού προϊόντος του ελαιολάδου, τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής σαπουνιών - τομέας ιδιαίτερα σημαντικός τότε για την ευμάρεια της πόλης – και βέβαια δημιουργούνταν θέσεις εργασίας για όχι ευκαταφρόνητο αριθμό ατόμων.
Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Προμηθεύς Πυρφόρος» στο τεύχος που κυκλοφόρησε στις 15 Νοεμβρίου 1928.
Αν και επρόκειτο για περιοδικό κυρίως εκπαιδευτικής ύλης, ασχολείται με την ίδρυση του νέου εργοστασίου, σχολιάζει ακριβώς τα αναμενόμενα θετικά αποτελέσματα για την επιχειρηματικότητα, την εργασία και την αξιοποίηση της ελιάς και του ελαιολάδου καλώντας τους δασκάλους να διαδώσουν στην επαρχία τα οφέλη που θα προκύψουν.
Καταλήγει δε το σχόλιο, ότι «εάν η πόλις καυχάται δια την ηλεκτρικήν εταιρίαν της που εφώτισεν απλέτως αυτήν, δια το εργοστάσιον ελαιουργίας «ΒΙΟ» πρέπει να καυχάται ολόκληρος ο νομός Ρεθύμνης».
Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.
Η συμβολαιογραφική συστατική πράξη της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.» υπογράφηκε στην Αθήνα την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 1932 μεταξύ των εταιρειών:
1) «Ανώνυμος Γενική Βιομηχανική Εταιρεία»
2) «Π.Μ. Κουρτζής», Ανώνυμος Εταιρεία Κτηματική, Βιομηχανική και Εμπορική»
3) «Ανώνυμος Βιομηχανική Εταιρεία Κρητικής Ελαιουργείας».
Την πρώτη εταιρεία εκπροσώπησαν οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι της, ο χημικός Μιλτιάδης Αριστόβουλου Ζάννος και ο μηχανολόγος Δημήτριος Κωνσταντίνου Ζάννος, αμφότεροι κάτοικοι Αθήνας. Την δεύτερη εταιρεία εκπροσώπησε ο βιομήχανος Γεώργιος Πάνου Κουρτζής από την Μυτιλήνη και την τρίτη εταιρεία ο Χανιώτης βιομήχανος Κωνσταντίνος Ιωάννου Αναστασάκης.
Σύμφωνα με το άρθρο3 της ιδρυτικής πράξης «Σκοπός της Εταιρείας είναι η βιομηχανική επεξεργασία του ελαίου, η έκθλιψις ή άλλη κατεργασία ελαιοκάρπου και ελαιοπυρήνων, η σαπωνοποιία και εμπορία». Το δε εταιρικό κεφάλαιο ανήλθε στο ποσό των 100.000.000 δραχμών! Η νέα εταιρεία ξεκίνησε με 200.000 μετοχές με τιμή μίας εκάστης τις 500 δραχμές.
Η «Ανώνυμος Γενική Βιομηχανική Εταιρεία» κατέβαλε 65.301.500 δραχμές και είχε στην κατοχή της 130.603 μετοχές, η «Π.Μ. Κουρτζής» κατέβαλε 19.876.500 δραχμές και έλαβε 39.753 μετοχές και η «Ανώνυμος Βιομηχανική Εταιρεία Κρητικής Ελαιουργίας» κάλυψε κεφάλαιο 14.822.000 δραχμών και πήρε 29.644 μετοχές.
Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.» συγκρότησαν ο Μιλτιάδης Αριστόβουλου Ζάννος, ο Δημήτριος Κωνσταντίνου Ζάννος, ο Ιωάννης Κωνσταντίνου Ζάννος, ο Μήτσα (Μιχαήλ) Πάνου Κουρτζής, ο Γεώργιος Πάνου Κουρτζής, ο Σπυρίδωνας Ιωάννου Παραμυθιώτου και ο Κωνσταντίνος Ιωάννου Αναστασάκης.
Στους παραπάνω δόθηκε η δυνατότητα να διοικήσουν την εταιρεία ως το 1938, οπότε και έπρεπε να συγκαλέσουν την πρώτη Τακτική Γενική Συνέλευση της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.».
Από το 1938 και μετά το Διοικητικό Συμβούλιο θα έπρεπε να είναι 15μελές με διετή θητεία καθώς ανά δύο χρόνια ορίστηκε να πραγματοποιείται η Τακτική Γενική Συνέλευση των μετόχων.
Η ιδρυτική συμβολαιογραφική πράξη αποτελούνταν από 54 σελίδες, στις οποίες περιγράφονταν αναλυτικά όλα τα ζητήματα για την διοίκηση και την λειτουργία της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.».
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ – ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ
Το εργοστάσιο της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.» έμεινε στην ιστορία για την παραγωγή πράσινων και λευκών σαπουνιών. Ωστόσο τα προϊόντα αυτά δεν προορίζονταν για την τοπική αγορά αλλά εξάγονταν στο εξωτερικό.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι ενώ στις εφημερίδες της εποχής λειτουργίας του εργοστασίου υπάρχουν καταχωρημένες διαφημίσεις για σαπούνια άλλων τοπικών σαπωνοποιείων, δεν υπάρχει ούτε μία για τα προϊόντα της «Ε.Τ.Ε.Λ. Α.Ε.», η οποία προφανώς και δεν ενδιαφερόταν για την αγορά του Ρεθύμνου.
Δυστυχώς όμως, για την παραγωγή της εταιρείας και τις εξαγωγές της δεν έχει διασωθεί κανένα ντοκουμέντο, αφού στο σύνολο του το αρχείο της εταιρείας, προφανώς καταστράφηκε. Δεν έχει διασωθεί κανένα έγγραφο ή άλλο στοιχείο που θα φώτιζε πτυχές της παραγωγικής και εξαγωγικής δραστηριότητας.
Στις ιστορικές πηγές για τον περασμένο αιώνα και κυρίως στα βιβλία και συγγράμματα που έχουν δημοσιευθεί, αναφορά γίνεται κυρίως στο γεγονός, ότι το εργοστάσιο καταστράφηκε κατά την περίοδο της κατοχής και ξαναχτίστηκε μετά κατά τη διετία 1946 – 1948.
Γνωρίζουμε ακόμα ότι διέθετε ένα ηχοσύστημα, τη λεγόμενη «μπουρού» με τους ήχους της οποίας ξεκινούσαν και σταματούσαν οι εργασίες. Δεν ξεκαθαρίζεται δυστυχώς αν ήταν ρολόι ή κάτι άλλο. Οι Ρεθυμνιώτες την είπαν «μπουρού» και έτσι καταγράφηκε. Ωστόσο για όλους του περίοικους η «μπουρού» υπήρξε επί της ουσίας ένα ρολόι της εποχής αφού τα σφυρίγματα της ουσιαστικά σηματοδοτούσαν τις βάρδιες εργασίας, καθώς το εργοστάσιο λειτουργούσε επί 24ώρου βάσεως και απασχολούσε περίπου 150 εργαζόμενους.
Αρχεία για τους εργαζόμενους επίσης δεν υπάρχουν.
Το μόνο επίσημο είναι η καταγραφή των εγκαταστάσεων όπως αυτές πωλήθηκαν το 1967 στις δύο Ενώσεις Αγροτικών συνεταιρισμών Ρεθύμνου και Μυλοποτάμου.
Αναφέρονται θυρωρείο και στάβλος. Συγκρότημα διοίκησης με γραφεία, χημείο, αίθουσα για τους εργάτες με ντους και αποθήκη, καθώς και κατοικία του διευθυντή. Επίσης μηχανουργείο, αποθήκη υλικού, αποθήκη ελαιολάδου, σαπωνοποιείο με δύο ξηραντήρια, δύο αποθήκες υλικών κατεργασίας, μία αποθήκη πυρηνελαίου και μία ελαιοπυρήνελαίου, δύο αποθήκες ελαιοπυρήνα εκ των οποίων η μία ασκεπής, άλλες αποθήκες για λάδια, διάφορα γραφεία, μηχανοστάσιο, ραφιναρία και πλυντήριο.
Αναφέρονται επίσης διάφορες δεξαμενές και μηχανήματα και ένα πηγάδι, από το οποίο αντλούνταν νερό για τις ανάγκες του εργοστασίου.
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Το εργοστάσιο της ΒΙΟ βρέθηκε στις φλόγες και καταστράφηκε ολοσχερώς κατά τη διάρκεια της εισβολής των Γερμανών στο Ρέθυμνο.
Οι ιστοριογράφοι της Εποχής όπως ο Εμμανουήλ Σταγάκης και κυρίως και ο Μάρκος Πωλιουδάκης, καταγράφουν αρχικά την προσπάθεια των Ρεθεμνιωτών να αναχαιτίσουν την εισβολή των Γερμανών από την περιοχή του εργοστάσιου και ακολούθως την κατάληψη εγκαταστάσεων από τους Γερμανούς και τις από εκεί εξορμήσεις τους προς την πόλη.
Διασώζεται φωτογραφία με τους Γερμανούς να παρακολουθούν από τη ΒΙΟ το Ρέθυμνο να φλέγεται από τις βόμβες τους ενώ τη νύχτα της 23ης Μαΐου 1941 παρέδωσαν το σύνολο της πρώτης και σημαντικότερης βιομηχανικής μονάδας της πόλης στις φλόγες.
Ο βομβαρδισμός της ΒΙΟ συγκλόνισε το Ρέθυμνο λόγω των δεξαμενών ελαιολάδου και των άλλων εύφλεκτων υλικών που κατά τη διάρκεια της νύχτας λαμπάδιαζαν και προκαλούσαν σειρά από εκρήξεις.
Ολόκληρο το εργοστάσιο ισοπεδώθηκε και κατά τη διάρκεια της κατοχής εγκαταλείφτηκε.
Ξαναχτίστηκε μεταξύ των ετών 1946 – 1948 και επαναλειτούργησε για άλλα είκοσι χρόνια.
Η ΠΕΡΙΦΗΜΗ ΚΑΜΙΝΑΔΑ
Το μοναδικό στοιχείο που διασώζεται σήμερα από την πρώτη βιομηχανική μονάδα του Ρεθύμνου, είναι το φουγάρο της.
Πρόκειται για ένα εξαιρετικό μνημείο της «βιομηχανικής περιόδου» της πόλης, το οποίο έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο από την Εφορία Νεοτέρων Μνημείων Κρήτης.
Το αξιόλογο αρχιτεκτονικό μνημείο κατασκευάστηκε κατά την ανακαίνιση τους εργοστασίου της Ε.Τ.ΕΛ. Α.Ε. την περίοδο 1946-48 και οικοδομήθηκε από συμπαγή τούβλα. Έχει ύψος 45μ και διάμετρο περίπου 3μ.
ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣ ΓΗΣ
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέλιξη του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του οικοπέδου της ΒΙΟ, όπως αυτό εξελίχθηκε τον τελευταίο αιώνα.
Τα παλαιότερα στοιχεία που υπάρχουν αναφέρονται στο υπ’ αριθμό 2145/17 Ιουνίου 1907 συμβόλαιο του τ. συμβολαιογράφου Βασιλείου Ν. Δρανδάκη ενώ σε σειρά μεταγενέστερων συμβολαιογραφικών πράξεων καταδεικνύεται η αλλαγή των ιδιοκτητών και της χρήσης του οικοδομικού τετραγώνου.
Με βάση τα κατά καιρούς συμβόλαια από το 1907 έως σήμερα το ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής ΒΙΟ εξελίχθηκε ως εξής:
- Πριν το 1907 ιδιοκτήτης ήταν ο Τουρκοκρητικός Μεχμέτ Εφένδη Μπακόγλου.
- Το 1907 μέρος του οικοπέδου είναι ιδιοκτησία του γιού του Μουσταφά Μεχμέτ Εφεντάκη από κληρονομιά και του Εμμανουήλ Κωνσταντίνου Σπυριδάκη ή Καπετανάκη από αγορά. Την ίδια χρονιά ο Μουσταφά Μεχμέτ Εφεντάκης πουλάει το δικό του μερίδιο στον έμπορο Νικόλαο Πετυχάκη.
- Το 1928 οι κληρονόμοι του Νικόλαου Πετυχάκη, Ευαγγελία χήρα Ν. Πετυχάκη και οι γιοί του Ιωάννης, Εμμανουήλ και Ευάγγελος, πούλησαν το δικό τους μερίδιο στην Ανώνυμο Γενική Βιομηχανική Εταιρεία, όπως έκανε και ο Κωνσταντίνος Σπυριδάκης ή Καπετανάκης με το δικό του οικόπεδο. Έτσι έχουμε πάλι ένα ιδιοκτήτη του οικοπέδου όπως ακριβώς όταν ήταν στην ιδιοκτησία του Μεχμέτ Εφένδη Μπακόγλου με 5.781,78 τ.μ. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις πράξεις του 1928 στο τοπωνύμιο Σοχώρα έχει προστεθεί και το τοπωνύμιο Τοπ Αλτή.
- Το 1932 στο οικόπεδο προστίθενται άλλα 4.000 τ.μ. χωρίς ωστόσο να αναφέρεται η προέλευση τους και το πώς έγιναν ιδιοκτησία της ΕΤΕΛ. Πρόκειται για διπλανό οικόπεδο από τα λεγόμενα ανταλλάξιμα. Στην περίπτωση αυτή προφανώς και πρόκειται για το οικόπεδο, το οποίο σύμφωνα με δημοσίευμα του αείμνηστου Προέδρου της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Ρεθύμνου Κώστα Ξεξάκη προσέφερε δωρεάν για την δημιουργία του εργοστασίου της ΕΤΕΛ ο Ιωάννης Μαγιάφας. Στο άρθρο του «Οι Έλληνες από την Μικρά Ασία» ο Κ. Ξεξάκης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όταν η εταιρεία ΒΙΟ, αναζητούσε το οικόπεδο στο Ρέθυμνο για να εγκαταστήσει το εργοστάσιο ελαιουργίας, ο γέρο Μαγιάφας επρόσφερε δωρεάν μια δική του έκταση, που εσυμπληρώθηκε με την αγορά παρακείμενων οικοπέδων και εκεί, στήθηκε το πυρηνελαιουργείο της ΒΙΟ. απομεινάρι της στέκει ακόμα εκεί, το πανύψηλο φουγάρο της.»
- Επόμενα συμβόλαια για την ίδια περιοχή γίνονται το 1953 για να προστεθούν στο οικόπεδο της ΒΙΟ ακόμα 1930 τ.μ. τα οποία προερχόταν από ανταλλαγή με τον Κωνσταντίνο Μ. Τάταλο, ο οποίος παραχώρησε γη αντί οικίας. Η ΒΙΟ επεκτάθηκε έτσι στα 11.710 τ.μ.
- Το 1967 η ΕΤΕΛ πούλησε το σύνολο της ιδιοκτησίας της στις Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών Ρεθύμνου και Μυλοποτάμου.
- Το 1978 οι δύο Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών πούλησαν το οικόπεδο και τις εγκαταστάσεις του σε Ρεθεμνιώτες επιχειρηματίες, οι οποίοι και το αξιοποίησαν όπως το ξέρουμε σήμερα.
Η ΒΙΟ ΩΣ ΣΥΜΒΟΛΟ
Μέσα στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, η Σοχώρα ή Τοπ Αλτή ή ΒΙΟ, στην Καλλιθέα Ρεθύμνου, αποτελεί μια δομημένη γειτονιά, η οποία έχει ακολουθήσει την πορεία της γενικότερης οικονομικής και πολεοδομικής εξέλιξης της πόλης. Αγροτεμάχιο, ανταλλάξιμη περιουσία, εργοστάσιο, οικόπεδο, ξενοδοχείο, πολυκατοικίες, καταστήματα, γραφεία. Δηλαδή η ιστορία μέσα σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο, όπως διαμορφώνεται από τις συγκυρίες και καταγράφεται για να καταδείξει τις πράξεις των ανθρώπων και τα αποτελέσματα τους.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση θα υπάρχει πάντα και ένα σημείο αναφοράς! Η ΒΙΟ περνά στα κατάστιχα της τοπικής ιστορίας ως ο χώρος, στον οποίο λειτούργησε η πρώτη βιομηχανική μονάδα του Ρεθύμνου με εξαγώγιμα προϊόντα και μοναδική συμβολή στην οικονομική άνοδο του τόπου. Θα είναι πάντα το εφαλτήριο της βιομηχανικής περιόδου της πόλης, δηλαδή το σημείο, από τον οποίο ξεκίνησε η εποχή των μεγάλων οικονομικών και πολεοδομικών αλλαγών για το Ρέθυμνο και τους Ρεθυμνιώτες!
ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΚΛΑΔΟΣ