Η πυρκαγιές που κατέκαψαν τα χωριά του νότου του δήμου Αγίου Βασιλείου και κυρίως τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις και τους βοσκοτόπους των οικισμών Ορνέ, Κρύα Βρύση, Σακτούρια και Μέλαμπες, διαμόρφωσαν δυσμενές και δυσοίωνο περιβάλλον για τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους της περιοχής.
Τρομακτικές είναι οι καταστροφές των ελαιώνων. Όχι μόνο σε μουρέλα αλλά και σε υπεραιωνόβιες χονδρολιές, γεγονός, που θα στερείσει σημαντικά εισοδήματα από εκατοντάδες παραγωγούς ελαιολάδου. Την ίδια ώρα δεκάδες κτηνοτρόφοι είδαν τα κοπάδια τους να καίγονται, στερούνται τους βοσκοτόπους για όσα ζώα παρέμειναν και βέβαια μεγάλη ήταν η καταστροφή σε αμπελώνες και εκτροφεία μελισσών.
Για το θέμα μιλήσαμε με τον κτηνοτρόφο του νότου του Ρεθύμνου κ. Σπύρο Γρηγοράκη. Ο ίδιος δεν έχασε το κοπάδι του αυτή τη φορά. Ωστόσο, υπέστη τέτοιου είδους καταστροφή στις τρεις προηγούμενες πυρκαγιές ενώ γνωρίζει πολύ καλά τους συναδέλφους του από τα γειτονικά του χωριά και το τι έχουν υποστεί εκ νέου τις τελευταίες ημέρες.
Μιλώντας στην εφημερίδα μας ο κ. Γρηγοράκης τόνισε, ότι «Εγώ είμαι από διπλανό χωριό αλλά έχουμε καεί από προηγούμενες φωτιές, 3 φορές. Τα έχουμε περάσει. Τώρα σώθηκε το κοπάδι μου, αλλά ζω και εγώ όπως και πολλοί άλλοι με τον φόβο μην είμαστε εμείς τα θύματα της επόμενης φωτιάς.»
Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας, ότι «Και πριν την φωτιά, η κατάσταση των κτηνοτρόφων, ήταν δραματική. Όλοι απένταροι, αιχμάλωτοι της ακρίβειας, δεν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στα έξοδα, με ακριβό λίπασμα, ακριβό πετρέλαιο, ακριβή ζωοτροφή και πόσο μάλλον τώρα που μπήκε η φωτιά. Διότι, ενώ θα μπορούσαμε λόγω των βοσκοτόπων να έχουμε μια ελάφρυνση από το κόστος των ζωοτρόφων για 1-2 μήνες, τώρα έπιασε φωτιά τα έκαψε όλα, και αυτό το κόστος γίνεται δυσβάστακτο. Είναι ένα σοβαρό πρόβλημα αυτό, δεν ξέρω και κατά πόσο μπορεί η Πολιτεία να βοηθήσει σε αυτό και πως. Είναι η κατάσταση τραγική.»
ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ ΠΩΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΟΡΙΣΤΙΚΟ ΤΕΛΟΣ
Οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι του πυρόπληκτου νότου έχουν πλέον απογοητευθεί. Υπάρχει έντονη η ανησυχία πως θα χρειαστεί να εγκαταλείψουν τον τόπο για πάντα. Και αυτό γιατί δεν είναι μόνο οι πρόσφατες πυρκαγιές. Από το 1999 έως σήμερα, έχουν καταγραφεί πολλές μεγάλες καταστροφικές πυρκαγιές που έχουν επανειλημμένως ξεκινήσει από το μηδέν την προσπάθεια δημιουργίας μιας καλλιέργειας ή μιας κτηνοτροφικής επιχείρησης.
Ο κ. Γρηγοράκης αφού μίλησε για άμεση ανάγκη παροχής ζωοτροφών στους πυρόπληκτους κτηνοτρόφους, εξέφρασε την απογοήτευση του για την περιοχή, στην οποία ζει, λέγοντας τα εξής: «Το κράτος πρέπει να βοηθήσει με κάποια σοβαρά μέτρα. Πρέπει να κάνει τις σωστές μελέτες για την αντιπυρική προστασία της περιοχής, διότι πάλι και στο παρελθόν έχουν γίνει μελέτες, αλλά πάλι έγινε ζημιά. Όσον αναφορά τα κλιμάκια της πυροσβεστικής, πρέπει να ασχοληθούν περισσότερο με την πρόληψη, διότι καταστολή, αν περάσει κάποια ώρα, είναι αδύνατο να γίνει, λόγω των ανέμων. Και η Πολιτεία να δει πως θα βοηθήσει άμεσα τους κτηνοτρόφους όσον αφορά τις ζωοτροφές. Σε ο,τι αφορά την αποκατάσταση, των αγροτικών περιουσιών, αυτό θεωρώ, ότι είναι λιγάκι απίθανο. Δεν μπορεί να γίνει. Λόγω της ακρίβειας, δεν μπορεί να αποκατασταθεί τίποτα. Αυτά τα αιωνόβια δέντρα δεν γίνονται ξανά ποτέ, και αυτό είναι το μεγάλο κρίμα για την περιοχή. Επίσης για να φυτέψεις τώρα ένα μουρέλο θα χρειαστούν 6-7 χρόνια να ξεκινήσεις την παραγωγή. Έχουν γίνει πολύ δύσκολα τα δεδομένα για μας εκεί.»
Ολοκληρώνοντας, εξέφρασε τον φόβο του, πως η περιοχή κινδυνεύει με εγκατάλειψη, λέγοντας: «Φοβάμει πως έρχεται εγκατάλειψη του τόπου μας. Λόγω ακρίβειας θα γίνει εγκατάλειψη. Έτσι κι αλλιώς αυτά τα χωριά έχουν φθίνουσα πορεία από τις προηγούμενες φωτιές. Δεν είναι η πρώτη φορά που μπαίνει φωτιά. Και εμείς έχουμε πληγεί από την καταστροφή του 1999 που έκαψε όλα τα αιωνόβια δέντρα, οι αποζημιώσεις ήταν πολύ λίγες και μόνο για εκείνους που κατά κύριο επάγγελμα ήταν γεωργοί, οι άλλοι δεν πληρωθήκανε. Αυτό, όμως, που θέλω να πω γενικά είναι ότι το θέμα είναι πάρα πολύ σοβαρό τώρα, γιατί ολόκληρος ο πρωτογενής φορέας είναι αιχμάλωτος της ακρίβειας, και πρέπει το κράτος να προσπαθήσει να πάρει μέτρα σοβαρά και να μην χρησιμοποιήσει ασπιρίνες. Και πόσο μάλλον αμεσότερα για τους κτηνοτρόφους. Επίσης, να ασχοληθούν λίγο με τις μελέτες τις σωστές για την πρόληψη των πυρκαγιών.»
Μεταφέροντας το κλίμα που επικρατεί στους κατοίκους των πυρόπληκτων χωριών, ο κτηνοτρόφος Σπύρος Γρηγοράκης, σχετικά με το αν όλες αυτές οι πυρκαγιές μπαίνουν με δόλο και αποτελούν προϊόντα εμπρησμού, σχολίασε: «Θεωρώ, ότι όταν μπαίνει μια φωτιά, ή μπαίνει από απροσεξία είτε επίτηδες από κάποιους, οι οποίοι μπορεί να μην προέρχονται από την περιοχή μας. Ο στόχος διαφέρει στου καθενός το νου. Άλλοι λένε από μεσίτες, άλλοι από πυρομανείς, άλλοι από ψυχοπαθείς, τι να πω; Αλλά οι περισσότερες φωτιές θεωρώ ότι μπαίνουν επίτηδες. Όχι από απροσεξία. Απροσεξία πως θα γίνει το καλοκαίρι; Ούτε καίει κανείς κλαδιά ούτε τολμάει να βάλει κανείς φωτιά. Άρα λοιπόν επίτηδες…»