ΣΟΒΑΡΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΕΣ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ
Χρόνιες παθογένειες που χαρακτηρίζουν γενικά την εκπαιδευτική διαδικασία αλλά και σοβαρά ζητήματα πρώτης γραμμής ειδικά για το Ρέθυμνο, μπαίνουν και πάλι επί τάπητος μετά τα επεισόδια μεταξύ μαθητών που σημειώθηκαν στο 1ο ΕΠΑΛ Ρεθύμνου την περασμένη εβδομάδα.
Η εμπλοκή μαθητών περισσότερων του ενός σχολείου, η ρατσιστική χροιά που είχε το επεισόδιο, ο τραυματισμός μαθητή και καθηγητή και η βίαιη συμπεριφορά που βιντεοσκοπήθηκε και έκανε το γύρο της χώρας μέσα από τα τηλεοπτικά και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, έφεραν σειρά ζητημάτων στο προσκήνιο και προκάλεσαν σφοδρές αντιδράσεις αλλά και συζητήσεις.
Η αλλαγή συμπεριφοράς των μαθητών μετά τις συνεχείς καραντίνες της πανδημίας είναι ένα γεγονός, που καταγράφεται πλέον σε καθημερινή βάση. Προφανώς αυτό αποτελεί το «κερασάκι» σε μια «τούρτα» με πολλά «στρώματα από προβλήματα» που συσσωρεύονται χρόνια τώρα και δεν έχουν βρει ανταπόκριση σε μια κάποια λύση.
Και μπορεί η τυχόν ύπαρξη ομάδων μαθητών που δρουν σαν οργανωμένες «σπείρες» μέσα στις σχολικές κοινωνίες να αποτελεί ένα ερώτημα, όμως η αδιαφορία για την μαθησιακή διαδικασία και η υποβάθμιση της σημασίας του σχολείου αποτελεί μια πραγματικότητα.
Ακόμα, όμως, και αν δεν υπάρχουν έκνομες μαθητικές ομάδες, σίγουρα καταγράφονται έκνομες μαθητικές συμπεριφορές, όπως θα τονίσει στην εφημερίδα «Ρέθεμνος» ο επανεκλεγείς πρόεδρος της ΕΛΜΕΡ κ. Χρήστος Σουρουλής, με τον οποίο προσπαθήσαμε να σκιαγραφήσουμε τα προβλήματα και τους προβληματισμούς που ήρθαν στην επιφάνεια μετά τα γεγονότα στην σχολική αυλή του 1ου ΕΠΑΛ.
ΕΚΝΟΜΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ
Η συζήτηση για την δράση έκνομων ομάδων μαθητών εντός των σχολικών κοινοτήτων, είναι ένα από τα ζητήματα που προέκυψαν. Ερωτηθείς σχετικά ο κ. Σουρουλής, απάντησε, ότι «Δεν ξέρω αν μπορούμε να μιλήσουμε για έκνομες ομάδες, σίγουρα όμως μπορούμε να μιλήσουμε για έκνομες συμπεριφορές. Το γεγονός ότι το περιστατικό βίας στο 1ο ΕΠΑΛ δεν περιορίζεται – αν μπορούμε να το πούμε έτσι – σε έναν καυγά της στιγμής ανάμεσα σε μαθητές (το οποίο επίσης θα ήταν καταδικαστέο), αλλά φανερά ανάγεται σε οργανωμένο «ραντεβού» είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει· και κυρίως πρέπει να προβληματίσει τις Αρχές, που έχουν θεσμικό ρόλο να παρέμβουν και να διαλευκάνουν την υπόθεση».
Προσεγγίζοντας δε, τα αίτια που προκαλούν τέτοιες συμπεριφορές, είπε τα εξής: «Σε κάθε περίπτωση, ιδεολογίες μίσους μπορούν εύκολα να παρεισφρήσουν στη μαθητική κοινότητα, όταν από τη μια ο κυρίαρχος λόγος στα μεγάλα μέσα Ενημέρωσης, αλλά και στην κορυφή της πολιτικής πυραμίδας, εμφορείται από ρατσιστικά στερεότυπα, ενώ από την άλλη το εκπαιδευτικό σύστημα, παραδοσιακά προσανατολισμένο στον εθνοκεντρισμό και την αρχαιολατρία, επιπλέον «πληγώνεται» από την κατάργηση μαθημάτων πολιτικής παιδείας και αισθητικής αγωγής - μαθήματα που αναμφίβολα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας και καλλιέργειας των μαθητών.
Κι ας μην ξεχνάμε τη συνολική υποβάθμιση της Παιδείας μας, και ειδικά της Επαγγελματικής, και τον εγκλεισμό στην πανδημία, παράγοντες που συντελούν στην αδυναμία πολλών μαθητών να συγκεντρωθούν στη μαθησιακή διαδικασία, μοιραία την αρνούνται και τελικά βλέπουν το σχολείο ως χώρο «επίλυσης διαφορών» και όχι συγκρότησης προσωπικότητας και δίαυλου επαγγελματικής αποκατάστασης».
«ΑΠΟΣΧΟΛΕΙΟΠΟΙΗΣΗ»
Οι καθηγητές που έρχονται καθημερινά σε επαφή με τους μαθητές στα σχολεία της Π.Ε. Ρεθύμνου καταγράφουν ζητήματα από αδυναμία συγκέντρωσης στο μάθημα, ή αδιαφορία για αυτό, μέχρι και περιστατικά οργανωμένης βίας.
Ερωτηθείς ο πρόεδρος της ΕΛΜΕΡ για την αντίληψη που έχουν οι εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας ως προς τα προβλήματα συμπεριφοράς των μαθητών, το πώς τα αιτιολογούν και πως αυτά αντιμετωπίζονται, απάντησε τα εξής: «Οι μαθητές άθελά τους έχουν υποστεί μια «αποσχολειοποίηση». Η καραντίνα είναι σημαντικός παράγοντας, αλλά ευθύνεται και όλη η δομή του εκπαιδευτικού συστήματος, που δεν προάγει τη φαντασία και τη δημιουργικότητα. Τα μαθήματα συνήθως είναι μόνο «ύλη» και εξετάσεις και ο μεγάλος αριθμός μαθητών ανά τμήμα δυσκολεύει κι άλλο τα πράγματα. Οι εκπαιδευτικοί κάνουν ό,τι μπορούν, αλλά δεν μπορούν να διδάξουν ό,τι θέλουν, ούτε να μειώσουν τον αριθμό των μαθητών στην τάξη τους. Επιπλέον, υπάρχει στα παιδιά μια απογοήτευση για το αν θα βρουν δουλειά και πόσο θα αμείβεται.
Αποτέλεσμα: Από αδυναμία συγκέντρωσης στο μάθημα, ή αδιαφορία για αυτό, μέχρι και περιστατικά οργανωμένης βίας. Το πρώτο είναι πιο «ελαφρύ», αλλά πιο συχνό· το δεύτερο πιο «βαρύ», αλλά - ευτυχώς ακόμα – πιο σπάνιο. Από αυτή την άποψη, δεν θα ονόμαζα ένα φαινόμενο ως το πιο σοβαρό – θα έλεγα πως η απαξίωση πολλών μαθητών για το σχολείο είναι το μεγάλο σοβαρό ζήτημα και πρέπει να αντιμετωπιστεί βραχυπρόθεσμα με παιδαγωγικές παρεμβάσεις και μεσοπρόθεσμα με συνολική επανεξέταση όλου του εκπαιδευτικού συστήματος. Και ασφαλώς με επαρκείς κρατικές δαπάνες και όχι με ψίχουλα και στοχευμένα ΕΣΠΑ».
ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ
Τα ζητήματα της σχολικής κοινότητας του Ρεθύμνου, στην πόλη αλλά και στην επαρχία, δεν είναι κάτι που καταγράφεται ή συζητείται πρώτη φορά.
Η εκπαιδευτική διαδικασία σε ολόκληρο τον νομό χωλαίνει μέσα σε μια σωρεία παθογενειών.
Ερωτηθείς ο κ. Σουρουλής για τις ιδιαιτερότητες που οι εκπαιδευτικοί καταγράφουν στην πόλη αλλά και στα σχολεία της επαρχίας καθώς και για το ποιες είναι οι προτάσεις τους για λύσεις, απάντησε τα εξής: «Τα προβλήματα στον νομό ασφαλώς σχετίζονται με τη γενικότερη κατάσταση που μόλις περιγράψαμε. Εξειδικευμένα απαντώντας θα ανέφερα:
- Ύπαρξη εκπαιδευτικών κενών μέχρι και αυτή τη στιγμή που διαβάζονται τούτες οι γραμμές.
- Έντονο κτιριακό πρόβλημα, είτε με τη μορφή έλλειψης σχολικών κτιρίων, είτε με τη μορφή ανάγκης για παρεμβάσεις στα υπάρχοντα κτίρια. Τα ζητήματα εντοπίζονται κυρίως στην Ειδική Αγωγή, την Επαγγελματική Εκπαίδευση, το Μουσικό και τα Πειραματικά, αλλά και σε σχολεία της υπαίθρου.
- Έντονο συγκοινωνιακό πρόβλημα, κυρίως στην επαρχία, που δυσκολεύει στις μετακινήσεις τους μαθητές κι εκπαιδευτικούς και συμβάλλει ακόμα και στη μαθητική διαρροή.
- Έλλειψη στέγης και υψηλά ενοίκια, που αποτρέπουν εκπαιδευτικούς να δηλώσουν το Ρέθυμνο. Σοβαρό θέμα υπάρχει ακόμα και με την επάρκεια σε παιδικούς σταθμούς, το οποίο σχετίζεται με το παραπάνω, όπως και η απουσία ακτοπλοϊκής σύνδεσης.
- Χαμηλή μοριοδότηση των σχολείων του νομού και μόνο ένα δυσπρόσιτο, που επίσης αποτρέπουν τους εκπαιδευτικούς να έρθουν στο Ρέθυμνο.
Οι λύσεις απορρέουν από τα προβλήματα. Χρειαζόμαστε το αντίθετο από αυτά που υφιστάμεθα. Έγκαιρη κάλυψη των κενών, σχολικούς ψυχολόγους σε μόνιμη βάση, επαρκή σχολική στέγη, περισσότερα δρομολόγια, κίνητρα στους εκπαιδευτικούς να έρθουν στο Ρέθυμνο, δαπάνες για την Παιδεία.
Επειδή αυτά δεν θα έρθουν μόνα τους, απαιτείται εγρήγορση και αγώνας τόσο από τα σωματεία των εκπαιδευτικών, όσο και από τους συλλόγους γονέων, τις τοπικές αρχές και εν γένει την κοινωνία».