Ο Γάλλος ποιητής Πωλ Κλωντέλ έγραψε πως «Υπάρχουν δυο τρόποι για να λάμπεις: είτε να αντανακλάς το φως είτε να το δημιουργείς».
Και έτσι προσδιόρισε τις πράξεις των ανθρώπων και το αποτέλεσμα τους, μέσα από το φως, ως την κλασσική έννοια του καλού, επισημαίνοντας την δυνατότητα που έχει ο κάθε ένας από εμάς: Είτε να προκαλούμε το φως είτε να το ενστερνιζόμαστε και να γινόμαστε ταυτόχρονα δέκτες και πομποί του.
Και δεν θα μπορούσε σε ένα τόπο όπως η Μονή Κισσού, που εμπνέεται, τιμά και τιμάται στο όνομα του Αγίου Πνεύματος, να μην είναι το φως εκείνο που αποτελεί το επίκεντρο και την ουσία της συνάθροισης μας.
Τι είναι το Άγιο Πνεύμα; Μύρα, Φλόγες, Δύναμη!
Είναι η Αρχή και το Πάντα!
Γιατί είναι το ΦΩΣ!
Και όλα ξεκίνησαν όταν είπε ο Θεός: «Γεννηθήτω Φως»!
Και όλα θα τελειώσουν μέσα στο ίδιο φως!
Και ανάλογα με την φιλοσοφία της κοσμογονίας, είναι και η προσέγγιση της αλήθειας για τις πράξεις των ανθρώπων.
Γιατί η πορεία στο φως είναι δική μας επιλογή.
Και μάλιστα, σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο από ένα βράχο λουσμένο στο φως, πως τελικά, να μην γράψει ο μέγας Γιάννης Ρίτσος πως «Εμείς δεν ξέρουμε τι είναι η ομίχλη. Εμείς που λες όλα τα φτιάχνουμε στο φως».
Γιατί έτσι μάθαμε και έτσι πορευόμαστε οι κάτοικοι αυτού του βράχου.
Όλοι; Όχι! Όμως πολλοί! Και οι ιστορικές συγκυρίες, οδήγησαν μεγάλες και ξεχωριστές προσωπικότητες να αναζητήσουν το φώς πάνω σε τούτο στο λιγοστό χώμα αυτού του βράχου, που πολλές φορές πατήθηκε από άλλους ανθρώπους αλλά δεν ήταν δικό τους. Ήταν δικό μας.
Και δεν ήταν μόνο το χώμα που ζητούσε να αναπνεύσει. Ήταν το βάρος και το σκότος της σκλαβιάς που οδηγούσε αδούλωτες ψυχές να σηκώσουν ανάστημα και να γράψουν ιστορία μέσα σε μια πορεία με επίγνωση προς την Ελευθερία.
Και τι άλλο μπορεί να είναι η ελευθερία του ανθρώπου πέρα από φως;
Έγραψε ο Εθνικός μας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός στον ύμνο του για την ελευθερία: «Α! το φως που σε στολίζει, σαν ηλίου φεγγοβολή, και μακρόθεν σπινθηρίζει, δεν είναι, όχι, από τη γη· λάμψιν έχει όλη φλογώδη, χείλος, μέτωπο, οφθαλμός· φως το χέρι, φως το πόδι, κι όλα γύρω σου είναι φως».
Έτσι έβλεπαν οι αγωνιστές του έθνους την ελευθερία. Έτσι λογίζονταν να δουν κάθε γωνιά της πατρίδας μας.
Και επειδή «Άργειε νά ’λθει εκείνη η μέρα και ήταν όλα σιωπηλά, γιατί τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά» βρέθηκαν ευτυχώς, πολλοί ήρωες σαν τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Πετροπουλάκη που πήραν απάνω τους την ευθύνη και προσπάθησαν να δημιουργήσουν και πάλι φως πάνω βράχο της Ελλάδας που «ακαρτέρει, και ακαρτέρει φιλελεύθερη λαλιά, ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι από την απελπισιά».
Σε μια εποχή τέτοιας μεγάλης απελπισίας για την Κρήτη γράφτηκαν οι σελίδες της ιστορίας που σήμερα ήρθαμε να τιμήσουμε στην Μονή Κισσού, μπροστά σε ένα μνημείο μοναδικής έμπνευσης που συμβολίζει αυτή τη χώρα. Δηλαδή, ο βράχος που πάνω του έχει τον κεραυνό. Και τι είναι ο κεραυνός; Φλόγες, Δύναμη, Φως! Όπως ακριβώς συμβολίσαμε και το Άγιο Πνεύμα! Όπως ακριβώς η έμπνευση των αγωνιστών για την ελευθερία!
Κυρίες και Κύριοι,
Ο Δημήτριος Πετροπουλάκης είναι ένα φωτεινό σύμβολο για την Ελλάδα.
Οι ιστορικές του πράξεις ήταν αποτέλεσμα την κοινής πεποίθησης και ανάγκης να σμίξουν όλες οι μεριές του βράχου σε μια ελεύθερη και αδιαίρετη χώρα.
Οι Κρήτες ήθελαν να ελευθερωθούν και να σμίξουν με τους άλλους Έλληνες.
Οι ελεύθεροι Έλληνες ήθελαν η Κρήτη να αποτελέσει αναπόσπαστο τμήμα της καινούργιας χώρας που είχε δημιουργηθεί.
Η φύση των πραγμάτων, λοιπόν, δηλαδή, το αδιαίρετο των εννοιών Ελλάδα – Κρήτη, προκάλεσε σειρά από Κρητικές Επαναστάσεις κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Και οι αγώνες της περιόδου 1866 – 1869 ήταν απόρροια αυτού ακριβώς του πόθου.
Και μπορεί να πνίγηκε στο αίμα αλλά δεν απέτυχε.
Το Φως της Αρκαδικής Εθελοθυσίας του 1866, οι λάμψεις από τα 19 ολοκαυτωμένα χωριά του Μυλοποτάμου το 1867 και οι φλόγες από την Μάχη του Τράχηλα του 1868, μαζί με όλα τα αντίστοιχα μεγάλα πολεμικά γεγονότα στο νησί μας, ήταν ακόμα μια διαδρομή μέσα στην μακρά, σκοτεινή σήραγγα ενός ζυγού που όμως είχε μια και μόνο έξοδο. Και αυτή ήταν προς το φώς. Άργησε μερικές δεκαετίες, αλλά σήμερα απολαμβάνουμε την Ελευθερία και την Δημοκρατία, για την οποία αγωνίστηκαν οι πρόγονοι μας και εκείνη την εποχή, και την πρότερη αυτής αλλά και της κατοπινής.
Και για αυτό είμαστε εδώ. Γιατί εμείς δεν τιμούμε μόνο τις νίκες. Κυρίως, τιμούμε τους αγώνες και τις πράξεις!
Και σήμερα τιμούμε τον αγώνα που δόθηκε εδώ γύρω από την Μονή Κισσού το 1868. Τιμούμε μια μάχη που θεωρητικά χάθηκε. Αλλά ουσιαστικά ήρθε να προσθέσει και να ενισχύσει. Η σφαγή της Μάχης του Τράχηλα δεν ήταν ήττα. Ήταν μια νίκη που ενίσχυσε την φωτεινή πορεία προς την ελευθερία. Αποτελεί μια λαμπρή σελίδα της ιστορίας της χώρας μας και ως τέτοια την τιμούμε.
Η ιστορική συγκυρία του 1868 έφερε πλάι – πλάι τους Μανιάτες και τους Κρήτες να υψώνουν ανάστημα. Μαζί, ένα σώμα και μια παλλόμενη ψυχή, κινήθηκαν για να αναζωπυρώσουν τον αγώνα της επανάστασης που βρισκόταν σε μοιραία ύφεση.
Ο οθωμανικός στόλος και τα οθωμανικά στρατεύματα είχαν λαβώσει για ακόμα μια φορά το νησί και τους κατοίκους του. Ο Δημήτριος Πετροπουλάκης ανέλαβε να κάνει ακόμα μια προσπάθεια φτάνοντας με περίπου 1000 Μανιάτες στην Κρήτη. Μαζί του ο αδελφός του Αναστάσιος, ο γιος του Λεωνίδας και τα εγγόνια του Γεώργιος και Σπυρίδωνας.
Το εκστρατευτικό σώμα άρχισε τις επιχειρήσεις του στην Κρήτη σε συνεργασία με τοπικά στρατεύματα επαναστατών αλλά κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Ο Μυλοπόταμος, το Αμάρι και ο Αγίος Βασίλειος, κυριολεκτικά φλέγονταν εκείνες τις ημέρες από τις καταδιώξεις των οθωμανικών στρατευμάτων εναντίον των δυνάμεων του Πετροπουλάκη και των λοιπών επαναστατών.
Συγκλονιστικότερο όλων των γεγονότων, ήταν η μάχη που έγινε γύρω από Μονή του Αγίου Πνεύματος στη θέση «Τράχηλας». Άφησε πίσω 200 νεκρούς αγωνιστές και μαρτυρείται ως η πλέον πολύνεκρη αναμέτρηση Ελλήνων και Οθωμανών, μετά από την Εθελοθυσία του Αρκαδίου στο χρονικό πλαίσιο της συγκεκριμένης επανάστασης.
Για τα γεγονότα ο ίδιος ο Δημήτριος Πετροπουλάκης, περιγράφει στην έκθεση του περί της 2ης εκστρατείας του στην Κρήτη πως η 8η Δεκεμβρίου είχε οριστεί ως ημέρα αναχώρησης των στρατευμάτων από τα χωριά της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου προς τα δυτικά τμήματα του νησιού δια της επαρχίας Ρεθύμνου.
Γράφει λοιπόν μεταξύ άλλων τα εξής:
«Ενώ όμως επρόκειτο να δοθή το σύνθημα της αναχωρήσεως και η εμπροσθοφυλακή εβάδιζε προς κατάληψιν των θέσεων Τράχηλα και Κισσού, οπόθεν επρόκειτο να διέλθωμεν, αίφνης και παρ’ ελπίδα σώματα εχθρικά εφάνησαν, προερχόμενα ακριβώς από των μερών εκείνων. Ηναγκάσθημεν επομένως να μείνη έκαστος εις ην ευρέθη θέσιν και εκεί δεχθή την μάχην».
Αφού περιγράφει τις κινήσεις των οπλαρχηγών εκείνης της εκστρατείας όπως του Αναστάσιου Πετροπουλάκη, του Αντώνιου Κουμουσιώτη, του Μιχαήλ Πλέσσα, του Μιχαήλ Σκουλά, του Διογένη Μοσχοβίτη, του Εμμανουήλ Πορτάλιου, του Τσουδερού, του Βαρδάκη και του Μπαλάφα, καταλήγει λέγοντας:
«Αρξαμένης επομένως της μάχης, εσπεύσαμεν να καταλάβωμεν τους υπερκειμένους του χωρίου μάχης, εσπεύσαμεν να καταλάβωμεν τους υπερκειμένους του χωρίου Βρύσαις λόφους, όπως υποστηρίξωμεν την υποχώρησιν των λοιπών, επέμφθη δε μέρος εθελοντών υπό τον εγγονόν μου Γεώργιον Πετροπουλάκην, κάτωθεν του χωρίου παρά τον ποταμόν, προς τον αυτόν σκοπόν, καθόσον προεβλέπομεν, ότι η μέχρι τέλους αντίστασις των ημετέρων και ματαία ήτο και αδύνατος, του εχθρού επιπεσόντος από τρία διάφορα μέρη, ήτοι από Κισσόν, Τράχηλα και Κρύαν Βρύσιν. Επί τούτω δε διετάξαμεν να σαλπίσωσι γενικήν συνάθρισιν, όπως συγκεντρωθή άπας ο στρατός εις το μέρος, όπερ ημείς κατείχομεν. Κατά την μάχην ταύτην, διαρκέσασαν περίπου τρεις ώρας, απωλέσαμεν περί τους διακοσίους φονευθέντας και αιχμαλωτισθέντας».
Τα γεγονότα αυτά ήρθαμε, λοιπόν σήμερα να τιμήσουμε στην Μονή του Κισσού.
Μανιάτες και Κρήτες από κοινού. Όπως έχουμε χρέος.
Για τα θύματα των γεγονότων αυτών, οι δάφνες της τιμής είναι το ελάχιστο, που οφείλουμε σε αυτή την ετήσια σύναξη μας.
Και μαζί με τα άνθη που εναποθέτουμε στο μνημείο τους, έρχεται η υπενθύμιση.
Ταυτόχρονα με την εξιστόρηση των γεγονότων γίνεται κατάλληλα η καλλιέργεια της μνήμης.
Διότι δεν πρέπει να ξεχνούμε.
Δεν πρέπει να λησμονούμε ποτέ τα όσα υπέστησαν οι πρόγονοι μας για να κυματίζει περήφανη η Ελληνική Σημαία σήμερα και εμείς να απολαμβάνουμε τα αγαθά της δημοκρατίας και της ελευθερίας.
Έχουμε χρέος αυτό που κληρονομήσαμε να το υπερασπιστούμε και να το παραδώσουμε αλώβητο.
Και δεν μιλώ μόνο για την κυριαρχία τους έθνους σε εδάφη και θάλασσες, μιλώ και για τα κεκτημένα μας, σε αξίες και ιδανικά, την πίστη μας στον άνθρωπο, στο πνεύμα, στα χαρίσματα και στα τάλαντα του λαού μας.
Δεν δικαιούμαστε να παρεκκλίνουμε ή να λησμονούμε.
Οι πανανθρώπινες Αξίες των Ελλήνων, κτήμα και βάση του παγκόσμιου πολιτισμού σήμερα, είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να αντιπαρέλθει τα όποια προβλήματα του παρόντος και να μας οδηγήσει με ασφάλεια στο μέλλον.
Οι 200 νεκροί της Μάχης του Τράχηλα αποτελούν ακόμα μια φωτεινή πτυχή της ιστορίας.
Και ως φωτοφόροι ήρωες,
Δείχνουν το δρόμο.
Σηματοδοτούν την πορεία.
Τροφοδοτούν τη σκέψη
Ας κρατήσουμε το παράδειγμα του αγώνα τους και ας μεταλαμπαδεύσουμε στις επόμενες γενιές τα μηνύματα της μεγάλης θυσίας της 8ης Δεκεμβρίου 1868.
Ιερά Μονή Αγίου Πνεύματος Κισσού
Δήμος Αγίου Βασιλείου
Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2024