ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΡΕΘΥΜΝΟ

Γιάννης Χατζηθεοδοσίου: «Απαιτούμε από την Πολιτεία ισονομία και οικονομική δημοκρατία»

0

 ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΠΛΑΝΟ Η ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΕ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Σε πρώτο πλάνο τίθεται το ζήτημα της ακρίβειας και από τον Πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Γιάννη Χατζηθεοδοσίου.

Βρέθηκε στο Ρέθυμνο ο περασμένο Σάββατο και συμμετείχε στις εργασίες της διευρυμένης συνεδρίασης της Διοικητικής Επιτροπής της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας. Με αφορμή την παρουσία του στην πόλη μας παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στην εφημερίδα «Ρέθεμνος» για όλα τα ζητήματα που απασχολούν τους επιχειρηματίες και δει τους μικρομεσαίους.

Ο κ. Χατζηθεοδοσίου σχολιάζει θετικά τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για μείωση των τιμών των αγαθών, μιλώντας ωστόσο για σοβαρή καθυστέρηση που έχει πλήξει τα νοικοκυριά και έχει συρρικνώσει την δυναμική τους. Η ακρίβεια και η μέχρι στιγμής αναποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση της, αποτελεί  κυρίαρχο αντικείμενο στην συζήτηση που ακολουθεί καθώς και γενικότερα τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα το εμπόριο και γενικότερα τους επαγγελματίες στην χώρα μας.

Ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Αθηνών, όπως τόνισε και στην παρέμβαση του στο Ωδείο το περασμένο Σάββατο, οι μεγάλες επιχειρήσεις ευνοούνται ξεκάθαρα έναντι των μικρών, τόσο στο πεδίο της φορολογίας όσο και σε αυτό της χρηματοδότησης και τονίζει, ότι η πολιτεία οφείλει να λάβει μέτρα για ισονομία και οικονομική δημοκρατία στην χώρα μας.

Περισσότερα στην συνέντευξη που ακολουθεί:

Πως σχολιάζετε την πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την μείωση των τιμών των καταναλωτικών αγαθών  στα ράφια των καταστημάτων; Πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι αυτή η παρέμβαση μετά από το ράλι – ακρίβειας που προηγήθηκε τον τελευταίο χρόνο;

Είναι αναμφίβολα μία πρωτοβουλία που κινείται προς τη θετική κατεύθυνση, όπως κάθε δράση που στοχεύει στην αντιμετώπιση της ακρίβειας. Όμως υπάρχουν από την πλευρά του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών δύο βασικές απορίες. Η πρώτη σχετίζεται με τη χρονική στιγμή που εφαρμόζεται η συγκεκριμένη παρέμβαση. Όπως μας διαβεβαιώνουν από την κυβέρνηση, ήδη παρατηρείται μία μείωση των τιμών σε διάφορα προϊόντα. Γιατί λοιπόν δεν υιοθετήθηκαν νωρίτερα αυτά τα μέτρα-πριν από ένα ή δύο χρόνια- έτσι ώστε να μη φτάσουμε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, με τους οικονομικούς προϋπολογισμούς των νοικοκυριών εμφανώς συρρικνωμένους; Και η δεύτερη έχει να κάνει με τα είδη στα οποία επιδιώκεται η πτώση τιμών. Όπως γνωρίζουν πολύ καλά οι καταναλωτές, το μεγάλο πρόβλημα των πληθωριστικών πιέσεων εστιάζεται κυρίως στις τιμές των τροφίμων. Όχι πως στα υπόλοιπα είδη είναι αμελητέα η αύξηση που έχει καταγραφεί, όμως στα βασικά αγαθά που δεν πρέπει να λείπουν από κανένα τραπέζι, όπως λάδι, γαλακτοκομικά, άλλα τρόφιμα, οι αυξήσεις είναι πολύ μεγαλύτερες. Τι γίνεται λοιπόν με τα τρόφιμα και πότε θα μπορέσουν τα νοικοκυριά να δουν χαμηλότερες τιμές στα ράφια; Είναι άμεση η ανάγκη αντιμετώπισης του προβλήματος, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των καταναλωτών πιέζεται αφόρητα και αυτό έχει άμεσες επιπτώσεις στη γενικότερη λειτουργία της αγοράς.  

Πως βιώνετε από την πλευρά σας ως εμπορικός κόσμος το ζήτημα της ακρίβειας; Πόσο σας έχει επηρεάσει και σε ποιους τομείς;

Είναι επόμενο η επέλαση της ακρίβειας να έχει άμεσες συνέπειες και στο επιχειρείν γενικότερα. Το πρώτο που έγινε αντιληπτό σε όλους τους ανθρώπους της αγοράς ήταν η εκτόξευση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων. Οι συνεχιζόμενες αυξήσεις στις πρώτες ύλες, στις μεταφορές, η ενεργειακή κρίση που επίσης οδήγησε σε εκτίναξη των τιμών, τα πολύ «τσιμπημένα» ενοίκια, συνέθεσαν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για την κάθε μικρομεσαία επιχείρηση. Δεν ήταν όμως το μοναδικό πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν ΜμΕ και ελεύθεροι επαγγελματίες. Παράλληλα με τα παραπάνω, είχαμε και μια «βουτιά» στην κατανάλωση, κάτι απολύτως φυσιολογικό καθώς ο κόσμος στην προσπάθεια του να ανταποκριθεί στις ανελαστικές του δαπάνες, έκοβε απ΄όπου μπορούσε. Και κάπως έτσι είδαμε τους τζίρους των επιχειρήσεων να μειώνονται σταθερά τα τελευταία δύο χρόνια που ο πληθωρισμός έσπαγε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο.

Ποια είναι τα βασικά προβλήματα του κλάδου σας και τι διεκδικείτε από την κυβέρνηση;

Εκτός από την αντιμετώπιση της ακρίβειας, στην οποία αναφερθήκαμε, το μεγάλο πρόβλημα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι η έλλειψη ρευστότητας. Αυτή την στιγμή είναι το υπ΄αριθμόν ένα πρόβλημα για την συντριπτική πλειονότητα των ΜμΕ της χώρας. Για τραπεζικό δανεισμό δεν γίνεται λόγος, ενώ ελάχιστες είναι αυτές που μπορούν να ελπίζουν βάσιμα σε χρηματοδότηση από προγράμματα του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης. Χωρίς τα απαραίτητα κεφάλαια είναι αδύνατον οι επιχειρήσεις να σταθούν σε συνθήκες ελεύθερης οικονομίας. Αυτό λοιπόν που συμβαίνει είναι ότι όσες έχουν δυνατότητα πρόσβασης σε χρηματοδοτικά «εργαλεία» -δηλαδή κυρίως οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις- βρίσκονται σε θέση «οδηγού». Αν αυτό δεν είναι πρόκληση αθέμιτου ανταγωνισμού, τότε τι είναι; Εμείς ως Ε.Ε.Α. έχουμε αναδείξει το θέμα και έχουμε ζητήσει από τα αρμόδια υπουργεία την υπαγωγή όσο το δυνατόν περισσότερων επιχειρήσεων σε χρηματοδοτικά προγράμματα. Είναι κομβικής σημασίας η ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και δεν ληφθούν έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα τότε σε πολύ λίγο καιρό θα μιλάμε για τεράστια αλλαγή στην αγορά εξαιτίας των «λουκέτων» που θα αναγκαστούν να βάλουν πάρα πολλές επιχειρήσεις αυτού του μεγέθους.

Ποιες κατά τη γνώμη σας είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει ο εμπορικός κόσμος  στο άμεσο μέλλον και πως πρέπει να κινηθείτε για να προλάβετε τις εξελίξεις;

Οι προκλήσεις είναι πολλές, όμως θα εστιάσω στις δύο βασικότερες. Η πρώτη έχει να κάνει με τη βιωσιμότητα αυτών των επιχειρήσεων και η δεύτερη με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας τους και την περαιτέρω ανάπτυξη τους. Σχετικά με την προσπάθεια που κάνουν να παραμείνουν σε λειτουργία, απαιτούνται στοχευμένες κυβερνητικές δράσεις που θα στηρίζουν αυτή την προσπάθεια. Για παράδειγμα, κάτι πρέπει να γίνει με το θέμα της μείωσης του ιδιωτικού χρέους για το οποίο εμείς έχουμε ζητήσει μία νέα ρύθμιση για το σύνολο των οφειλών στο δημόσιο έτσι ώστε μέσω πολλών δόσεων να μπορούν να πάρουν μία «ανάσα». Επίσης, εν όψει της νέας αύξησης του κατώτατου μισθού, θα πρέπει να προχωρήσει η κυβέρνηση σε μείωση του μη μισθολογικού κόστους, το οποίο ούτως ή άλλως είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Δεν μπορούν οι επιχειρήσεις να απορροφήσουν όλα τα βάρη χωρίς να έχουν κάποια βοήθεια. Εφόσον γίνουν λοιπόν κάποιες ενέργειες που θα στοχεύσουν στη διάσωση αυτών των επιχειρήσεων, πρέπει να εκπονηθεί ένα ευρύτερο αναπτυξιακό πλάνο για το σύνολο των επιχειρήσεων της χώρας. Ξέρουμε καλά πως το τελευταίο διάστημα επιχειρείται μία αλλαγή του παραγωγικού παραγωγικού μοντέλου της Ελλάδας. Θα είναι στρατηγικό λάθος αν παραμεριστούν τελείως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και δοθεί βάρος μόνο στην πορεία των μεγαλύτερων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τα ειδικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και τα δομικά της προβλήματα. Οι ΜμΕ έχουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της και αυτός δεν πρέπει απλώς να παραμείνει, αλλά να ενισχυθεί.

Πόσο συνεργάζεται η Αθήνα με την επαρχία στον εμπορικό και επιχειρηματικό τομέα; Τι μπορεί να σας συνδέει και σε ποιους τομείς;

Σίγουρα χρειάζεται περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας της Αθήνας με την περιφέρεια. Αυτό όμως εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο του αναπτυξιακού σχεδιασμού για τον οποίο αναφέρθηκα παραπάνω. Ειδικά στον πρωτογενή τομέα θα πρέπει να αλλάξουν πολλά, τόσο στο κομμάτι της στήριξης του αγροτικού και κτηνοτροφικού κόσμου όσο και στη διασφάλιση μίας λογικής αύξησης της τιμής των προϊόντων από το χωράφι στο ράφι και όχι σε αυτό που βλέπουμε να γίνεται σήμερα. Στο θέμα της ευρύτερης συνεργασίας, σημαντικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν τα Επιμελητήρια της χώρας τα οποία έχουν τη δυνατότητα σε πολλές περιπτώσεις να λειτουργήσουν ως ο συνδετικός κρίκος των επιχειρήσεων της Αθήνας με αυτές της ελληνικής περιφέρειας, ενώ πρέπει να καλλιεργηθούν και στενότερες σχέσεις με την τοπική αυτοδιοίκηση.

Να κλείσουμε με την άποψη σας για το αποτέλεσμα της διευρυμένης συνεδρίασης της Διοικητικής Επιτροπής της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων στο Ρέθυμνο το περασμένο Σάββατο. Ποιο είναι το βασικό συμπέρασμα που αποκομίσατε από αυτή την συνάντηση, στην οποία συμμετείχατε;

Κατά την παρέμβαση μου στη διευρυμένη συνεδρίαση της ΚΕΕΕ, τόνισα την απαίτηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών από την Πολιτεία για Ισονομία και Οικονομική Δημοκρατία.

Αυτό που ζητούν οι μικρομεσαίοι είναι ίσα δικαιώματα και ίσες υποχρεώσεις για το 99,2% του συνόλου των επιχειρήσεων, που είναι μικρές και μεσαίες, με το 0,8% των επιχειρήσεων που είναι μεγάλες.

Βλέπουμε σχεδόν καθημερινά ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις ευνοούνται ξεκάθαρα έναντι των μικρών, τόσο στο πεδίο της φορολογίας όσο και σε αυτό της χρηματοδότησης. Αυτό που είπα στα μέλη της επιμελητηριακής κοινότητας και αποτελεί διαχρονική άποψη μου είναι ότι ο επιμελητηριακός κόσμος δεν μπορεί να μην παίρνει θέση. Είναι χρέος μας να αναδείξουμε τα θέματα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και ότι οφείλουμε να είμαστε άριστοι, όχι αρεστοί.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ