Η Κρήτη, μπορούμε σε γενικές γραμές να ισχυριστούμε, ότι την περίοδο της τουρκοκρατίας στάθηκε πολύ τυχερή, αλλά και πολύ άτυχη. Τυχερή μεν, γιατί η Οθωμανική κυριαρχία στο Νησί είχε μικρότερη διάρκεια σε σχέση με τα υπόλοιπα τμήματα του Ελληνισμού., είχε διάρκεια δυόμισι περίπου αιώνες και όχι τέσσερις ! Στάθηκε,όμως, και πολύ άτυχη, γιατί βίωσε το πιο στυγνό και απάνθρωπο πρόσωπο, την πιο βάρβαρη έκφραση της όψης της και η τουρκική σκλαβιά στην Κρήτη δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα από τα Ελληνικά διαμερίσματα.
Εξαίρεση από τη θλιβερή αυτή εικόνα, που επικρατούσε στην Κρήτη, αποτελούσε η ηρωική Επαρχία Σφακίων. Οι ορεσίβιοι κάτοικοί της υποβοηθούμενοι από το γεωλογικό ανάγλυφο των Λευκών Ορέων δεν επέτρεψαν να κατοικηθεί η Επαρχία τους από Τούρκους. Τα Σφακιά πατήθηκαν και καταστράφηκαν σε κάποιες επαναστατικές περιόδους, αλλά δεν κατοικήθηκαν ποτέ μόνιμα από τους κατακτητές. Την προεπαναστατική μάλιστα περίοδο είχαν καταφέρει να επουλώσουν τις πληγές από τη γενικευμένη καταστροφή, που είχαν υποστεί το 1770 και είχαν επανακάμψει πληθυσμιακά και οικονομικά. Το αυτοδιοίκητο καθεστός των Σφακίων αφ' ενός και η γειτνίασή τους με το νότιο Κρητικό Πέλαγος αφ' ετέρου ώθησαν τους δραστήριους Σφακιανούς ν' αναπτύξουν σημαντικό εμπορικό στόλο. Την περίοδο αυτή , καθώς μας πληροφορεί ο Γρηγόριος Παπαδοπετράκης στο βιβλίο του ΙΣΤΟΡΊΑ ΤΩΝ ΣΦΑΚΊΩΝ “..... Οι Σφακιανοί είχον 27 τριίστατα πλοία και άλλα μικρά, δι ων εταξίδευον όλην την Μεσόγειον και τον Εύξεινον και σχέσεις αμέσους είχον προς τους απανταχού ομογενείς και προς τους συγγενείς αυτών, τους προ 50 ετών πολλαχού διασκορπισμένους. Εκ τούτων πολλοί εμυήθησαν εγκαίρως την μελετωμένην εθνεγερσίαν...” Ο στόλος αυτός ήταν ο μοναδικός που είχαν υπό την κατοχή των οι Χριστιανοί τ στην Κρήτη την εποχή αυτή, ο οποίος μπορούσε να κινηθεί ελεύθερα και μάλιστα φάνηκε πολλαπλά ωφέλιμος, όχι μόνο για την προμήθεια πολεμοφοδίων και την υποστήριξη του ένοπλου αγώνα μετά την έναρξή του, αλλά φάνηκε ωφέλιμος στη διάσωση και τις μετακινήσεις αμάχων. Ήταν λοιπόν φυσικό, ότι οι πρώτοι Κρητικοί που μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία, να είναι ορισμένοι από τους καραβοκύρηδες αυτούς.
Η καρδιά λοιπόν της Κρήτης κατά την πρεπαναστατική περίοδο χτυπούσε αναμφισβήτητα στα Σφακιά. Μέσω Σφακίων έγιναν οι προμήθειες όπλων για τις ανάγκες του αγώνα και οι πλέον ευκατάστατοι και συνετοί Σφακιανοί ορίστηκαν στην αρχή να διευθύνουν πολιτικά τον προκείμενο αγώνα και να φροντίζουν για την εξεύρεση των επιτηδίων, πολλές φορές μάλιστα με δικά τους οικονομικά μέσα. Ήταν η ανωτάτη πολιτική αρχή, η λεγόμενη “Καγκελαρία των Σφακίων”, που οι πλείστοι από τα μέλη της ήταν εμποροπλοίαρχοι. Οφείλομε να παραδεχτούμε, ότι με τα φτερά των Σφακίων ξεκίνησε η Κρήτη τον ένοπλο αγώνα εναντίων των Τούρκων το 1821. και οι Σφακιανοί έδωσαν μάχες σ' ολόκληρο το Νησί. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι, χωρίς τα Σφακιά η υπόλοιπη Κρήτη αδυνατούσε παντελώς να σηκώσει κεφάλι στον Σουλτάνο την συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
Οι επαναστατικές συνελεύσεις μπορούσαν χωρίς κίνδυνο να γίνουν μόνο στα Σφακιά, ιδιαίτερα δε η Γενική Συνέλευση στην Παναγία τη Θυμιανή, στην οποία συμμετείχαν αντιπρόσωποι από πολλές επαρχίες της Κρήτης. Η Συνέλευση αυτή στις 29 Μαίου 1821 αποτελεί την κορυφαία πράξη επικύρωσης της απόφασης για άμεση έναρξη του αγώνα στην Κρήτη, αλλά και κορυφαία πράξη Συγκρητισμού, Στη Συνέλευση αυτή εκτός των άλλων θεμάτων, καθώς μας λέγει ο Παπαδοπετράκης, διαβάστηκαν και οι εκθέσεις που έστειλαν πολλές επαρχίες της Κρήτης προς τα Σφακιά “Συνεχώς δε ανεγινώσκοντο αι φράσεις: αδελφοί Σφακιανοί, κάμετε έλεος δι αγάπην του Ιησού Χρστού! Έλεος εις ό,τι δύνασθε και διά 'μας. Καθεκάστην μας σφάζουν οι σκύλοι ως αρνία. Πολλάκις χάριν διασκεδάσεως δοκιμάζουν τα τουφέκια των, αν τρυπούσι, λέγει, τα κορμιά μας. Εαν αργοπορήσετε να κάμετε τίποτα, δεν θα μείνει κανείς μας. Θέλομεν να φύγωμεν, αλλά που θα υπάγωμεν τόσοι και που και πως θα ζήσωμεν....” Φαίνεται εδώ, ότι η Κρήτη ολόκληρη είχε πλέον στρέψει το βλέμμα της ικευτικά προς τα Σφακιά, γιατί ήταν η μόνη ορατή αχτίνα φωτός στο
σκοτείδι της σκλαβιάς και της απελπισίας, που καθημερινά βίωνε, ιδιαίτερα δε αφού έσβησε άδοξα τ' όνειρο της ξένης παρέμβασης με τα Ορλωφικά το 1770.
Ωστόσο, ο Παπαδοπετράκης αποκαλύπτει κι άλλες πτυχές των συζητήσεων “της αθανάτου εκείνης ομηγύρεως” στη Θυμιανή Παναγία., μεταξύ των Σφακιανών και των εκπροσώπων των άλλων επαρχιών, όπως η πρόβλεψη για συμμετοχή των επαρχιών τους στον επικείμενο αγώνα και η εκλογή οπλαρχηγών ανά επαρχία από τους ντόπιους, “ους αυτοί ενόμιζον ικανούς και σταθερούς εις τον αγώνα.” Σε δύο μόνο επαρχίες θέλησαν οικειοθελώς ν' αναλάβουν ντόπιοι τη μεγάλη ευθύνη να ηγηθούν στον επικείμενο αγώνα, στην επαρχία Αγίου Βασιλείου ο Γεώργιος Τσουδερός, μετά από πρόταση του αδελφού του Μελχισεδέκ , ηγουμένου της Ι. Μονής Πρέβελη και για την επαρχία Αποκορώνου δέχτηκε την αρχηγία ο εκ Νίμβρου καταγόμενος Σήφακας. “Ουδείς δ' άλλος των παρευρεθέντων εδέχθη την της επαρχίας του αρχηγίαν. Αλλά και οι ρηθέντες εδέχθησαν μόνον επί τω όρω του να εισβάλωσιν εις τας εαυτών επαρχίας ομού με τους Σφακιανούς, διότι η μονομερής παρουσία τούτων, ως επαναστατών, ήρκει να καταστρέψει πλήθος χριστιανών...”
Το γενικότερο συμπέρασμα, που αποκόμισαν οι Σφακιανοί, για τη συμμετοχή των επαρχιών στον αγώνα ήταν ότι, “οι όμοροι ορεινοί ηδύναντο ακωλύτως να εξεγερθώσι κατά πρώτην παρουσίαν και νίκην των Σφακιανών όπλων εις τα επαρχίας των. Εάν όμως δεν ενίκων εν αρχή και τούτων η εξέγερσις εθεωρείτο αμφίβολος παρ' αυτών.” Για τούτο ο αγώνας στην Κρήτη ξεκίνησε περιμετρικά των Σφακίων και οι πρώτες μάχες δόθηκαν στις επαρχίες Αγίου Βασιλείου, στην Κυδωνία και στον Αποκόρωνα , πάντα με τη συμμετοχή των Σφακιανών, των οποίων η βοήθεια υπήρξε απλόχερη . Η διστακτικότητα, ωστόσο, των αντιπροσώπων των επαρχιών της ενδοχώρας είχε κυρίως να κάνει με την έλλειψη οπλισμού : “,,,Περί της εξεγέρσεως εφαίνοντο ωσεί διστάζοντες να δώσωσιν οριστικήν υπόσχεσιν. Διαβεβαίωνον όμως τους ερωτώντας ότι άπαντες μηδενός εξαιρουμένου έχουσι την διάθεσιν, αλλά που καταφύγιον δια τοσούτον λαόν : που τέλος όπλα και πολεμοφόδια όπως αμύνονται καν να μη σφαγώσιν όλοι καθ' οδόν :”
Σ' ότι δε αφορά τον οπλισμό των επαναστατών ο έγκριτος Κριτοβουλίδης αναφέρει μεταξύ άλλων το εξής: “....Μετρημένα προς τούτοις ήσαν τα όπλα εις εκείνην την εποχήν, ούχι βεβαίως πλειότερα των χιλίων διακοσίων, εξ ων μεν Σφακιανών ήσαν περί τα οχτακόσια....” Από τα τετρακόσια δε όπλα εκτός Σφακίων, που αναφέρει ο Κριτοβουλίδης, τα 150 ήταν Πρεβελιώτικα, τα οποία είχε προμηθευτεί το μοναστήρι για τις ανάγκες του αγώνα. Κάποιο ικανό αριθμό όπλων θα είχαν ασφαλώς και οι κρυπτοχριστιανοί Κουρμούληδες στη Μεσαρά . Όπλα επίσης είχαν και κάποιοι ορεινοί περιμετρικά των Σφακίων. Η υπόλοιπη Κρήτη ήταν παντελώς άοπλη και απροετοίμαστη, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων φυγόδικων και χαίνηδων, οι οποίοι δρούσαν και στην ενδοχώρα
Τα Σφακιά συνεπώς λειτούργησαν την συγκεκριμένη στιγμή ως η κινητήριος δύναμη, που ώθησε την Κρήτη στον αγώνα το 1821 και οι λίγες αυτές γραμμές ας θεωρηθούν ως ελάχιστος φόρος τιμής στους πρωτοπόρους αυτούς αγωνιστές υπέρ της ελευθερίας του τόπου μας, γιατί το τελευταίο διάστημα δώσαμε έμφαση σ' επιμέρους ιστορικά περιστατικά τοπικού κυρίως χαρακτήρα και λησμονήσαμε παντελώς την δημιουργό δύναμη .-