Ο Γέροντας Νέστωρ Ι. Βασσάλος (1876- Ιαν. 1957), από τους Δαφνέδες Μυλοποτάμου Ρεθύμνου, υπήρξε, κατά το έτος 1936, ο νεότερος ιδρυτής τής Ι. Μονής τού Σωτήρος, Κουμπέ, Ρεθύμνου. Είναι τα έτη από το 1915 μέχρι το 1957, που σημαδεύτηκαν από την ευεργετική παρουσία του στην πόλη του Ρεθύμνου, όταν υπηρετούσε ως εφημέριος σέ πολλά χωριά τής επαρχίας, όπως στου Γάλλου, στην Αγία Ειρήνη, στο Ρουσσοσπίτι και στα Μικρά Ανώγεια, ενώ, ταυτόχρονα, παρέδιδε μαθήματα αγιογραφίας και ζωγραφικής σε δεκάδες, συχνά επώνυμων, Ρεθεμνιωτών και Ρεθεμνιωτισσών. Για ένα δε διάστημα (1927-1928) διετέλεσε και οικονόμος, επιστάτης, εις τύπον Ηγουμένου, της Ι. Μονής Μυριοκεφάλων.
Πριν από το 1915, και για μικρά διαστήματα, ο Νέστωρ μόνασε στην Ι. Μονή της Χαλέπας, στο Ρέθυμνο- όπου τον παρέλαβε ο θείος του Παρθένιος Βασσάλος, που τον καιρό εκείνο εκτελούσε χρέη Ηγουμένου- και για έναν χρόνο και στη Μονή Κουδουμά, στο Ηράκλειο, στα χρόνια της πολυθρύλητης και από δεκάδες θαύματα σημαδεμένης ηγουμενίας του οσίου Παρθενίου, ενώ για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα (1894- 1911) μόνασε στο Άγιον Όρος, στο κελί του Αγίου Δημητρίου, της Ι. Μονής Διονυσίου, στο οποίο επανήλθε από το Ρέθυμνο, για δεύτερη φορά, κατά τα έτη 1934- 1935.
Η δεύτερη αυτή συντομότατη μετάβασή του στο Άγιον Όρος (1934- 1935) πραγματοποιήθηκε προκειμένου ο Νέστωρ να εξετάσει και να ζητήσει τη γνώμη των Αγιορειτών Πατέρων γύρω από το θέμα του Νέου Ημερολογίου, που τον καιρό εκείνο είχε ανακύψει και δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα και στην Εκκλησία της Κρήτης, με επίκεντρο την Ι. Μονή του Κουδουμά, στα Αστερούσια Ηρακλείου, στην οποία- όπως είδαμε- ως έφηβος για έναν χρόνο είχε μονάσει και την υπεραγαπούσε. Είχε, μάλιστα, αποφασίσει, στη διάρκεια της επίσκεψής του αυτής, να διαμείνει εκεί μόνιμα. Όμως, «ἄλλαι αἱ βουλαί ἀνθρώπων, ἄλλα δέ Θεός κελεύει». Γιατί στο διάστημα αυτό τής αυστηρής άσκησής του στο κελί του Αγίου Δημητρίου και των πνευματικών του περί την Ορθοδοξία και το Νέο Ημερολόγιο διερευνήσεων, ο Νέστωρ- όπως ακριβώς ο ίδιος σημειώνει στην ιδιόχειρη Διαθήκη του που φυλάσσεται στην Ι. Μονή του Σωτήρος- «εἶδεν ὀπτασίαν διαφωτισθείς ἐκ θείου πνεύματος καί διαταχθείς ἐκ θείας ἀποκαλύψεως νά κατέλθῃ καί πάλιν εἰς Κρήτην, διά νά ἀνακαλύψῃ τόν ἱερόν Ναόν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ (ἡ Μεταμόρφωσις) κείμενον ἐν τοῖς ὁρίοις τοῦ χωρίου Γάλλου, τῆς τοποθεσίας Κουμπέ, ὅς ἔχων ἄφθονον καί ἰαματικόν ὕδωρ, τουθόπερ (sic) ἀρδεύεται καί ἡ πόλις Ρέθυμνα (sic)».
Κατόπιν, λοιπόν, της οπτασίας του αυτής, επέστρεψε και πάλι στο Ρέθυμνο, προκειμένου, όπως του υπέδειξε ο Κύριος, να ιδρύσει την Ι. Μονή του Σωτήρος, Κουμπέ. Ανεύρε, πράγματι, στο μέρος όπου διετάχθη από τον Κύριο, παλαιά, άγνωστη μέχρι τότε, ορθόδοξη μονή, των ύστερων χρόνων τής Ενετοκρατίας (και πιο συγκεκριμένα των ετών 1550-1646), που αφορά στην α΄ περίοδο ζωής και δράσης τής Μονής του Σωτήρος, ενώ με την επανίδρυση και επαναλειτουργία της, το 1936, άρχεται η β΄ περίοδος ζωής και δράσης της, με Ηγούμενό της, μέχρι την κοίμησή του το 1957, τον Νέστορα Βασσάλο.
Τα χρόνια, λοιπόν, αυτά (1915-1957) της παρουσίας του Νέστορος Βασσάλου στο Ρέθυμνο αποτέλεσαν, κατά κοινή ομολογία, ορόσημο και καθοριστικό παράγοντα πνευματικότητας για την πόλη τού Ρεθύμνου. Είναι η εποχή που όλοι οι παλιοί Ρεθεμνιώτες θυμούνται νοσταλγικά, όταν η πολιτεία τους φοιτούσε ανελλιπώς κάτω από τη στοργική, πνευματική και φιλάνθρωπη παρουσία του θρυλικού Γέροντός της. Η φήμη του, τότε, διέτρεχε απ’ άκρου σ’ άκρον τη μικρή και ήσυχη πολιτεία.
Ο όλος βίος του, η αγία πολιτεία του, η φιλανθρωπία του, η αγάπη του προς τον άνθρωπο και η σημαντική προσφορά του στον πολιτισμό αυτού του τόπου, με την πολύχρονη διδασκαλία τής ζωγραφικής τέχνης και αγιογραφίας- σε μιαν εποχή ιδιαίτερα μίζερη και εξαθλιωμένη- τον έκαναν να αγαπηθεί ιδιαίτερα από τους Ρεθεμνιώτες, που προσέτρεχαν όλοι τους αθρόοι, νέοι και γέροι, στο μοναστήρι του, στον Κουμπέ.
Άντρες, γυναίκες και παιδιά ανηφόριζαν καθημερινά στην κυψέλη αυτήν της χάριτος, για να ακούσουν λόγο, να εξομολογηθούν ή να παρακολουθήσουν τα μαθήματα ζωγραφικής που παρέδινε καθημερινά ο ασκητικός αυτός ιερομόναχος σ’ εκείνες τις δύσκολες ημέρες του πολλαπλά στερημένου προπολεμικού (1936-40) αλλά και μεταπολεμικού Ρεθύμνου.
Ήταν και αυτό ένας συρμός, μια μόδα της εποχής, στο πλαίσιο εξευρωπαϊσμού του τόπου, που παρατηρούνταν ήδη από τα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας, κάτω από την επήρεια των ευρωπαϊκών δυνάμεων στο νησί, με έφεση, κυρίως, προς τη διδασκαλία γαλλικών, ζωγραφικής και πιάνου στα παιδιά. Ως κάτι το καινούριο και στην πόλη του Ρεθύμνου, τον καιρό εκείνο, και η διδασκαλία των Καλών Τεχνών (Ζωγραφικής- Αγιογραφίας) από τον Νέστορα Βασσάλο, εντάχθηκε σε αυτό το γενικότερο κλίμα και το ενδιαφέρον των Ρεθεμνιωτών, όλα αυτά τα χρόνια, υπήρξε αμέριστο και ζωηρό, με όλα, ασφαλώς, τα περαιτέρω οφέλη, που σήμαινε αυτή η επικοινωνία των Ρεθεμνιωτών νέων με την Τέχνη αλλά και την αγιορείτικη πνευματικότητα, την οποία ο Νέστωρ μετέφερε στη μικρή, τότε, πόλη του Ρεθύμνου. Ο Νέστωρ, μάλιστα- όπως βλέπουμε και από σχετική επιγραφή σε ιστορική φωτογραφία που σώζεται στο Μοναστήρι του στον Κουμπέ- είχε συστήσει άτυπα και «Όμιλο Ερασιτεχνών Ζωγράφων», που στο Μαθητολόγιό του, που φυλάσσεται στα Αρχεία της Μονής του Σωτήρος, μετρούσε άνω των εκατό μαθητών και μαθητριών, σ’ εκείνη τη μίζερη και πολλαπλά στερημένη εποχή του μεσοπολεμικού Ρεθύμνου.
Το πρώτο του εργαστήρι διδασκαλίας της ζωγραφικής, περί το έτος 1915, ο Νέστωρ το είχε στήσει στο οίκημα τής οδού Πάνου Κορωναίου, απέναντι ακριβώς από την οδό Σμύρνης, στην περιοχή της Σωχώρας. Αργότερα, τα μαθήματά του συνέχισε να τα παραδίδει και στον μικρό οικίσκο, που σώζεται μέχρι σήμερα, πλάι στο σπηλαιώδες ναΰδριο τού αγίου Σπυρίδωνος, Κουμπέ, ΒΑ τού σημερινού μοναστηριού, του οποίου χώρου μικρό τμήμα, ιδίοις εξόδοις, είχε αγοράσει και εγκαταβιούσε εκεί υπό τύπον μικρού ασκητηρίου.
Όλα αυτά θα μπορούσαν, ασφαλώς, να αναδείξουν τον Γέροντα Νέστορα Βασσάλο σε θρησκευτικό και πολιτιστικό παράγοντα τού τόπου. Γιατί η δράση αυτή του Νέστορος ανάμεσα στους Ρεθυμνιώτες θεωρούμε ότι σαφώς καταδεικνύει ότι ο καλόγερος αυτός είχε βαθιά μέσα του την επίγνωση τόσο της πνευματικής όσο και της κοινωνικής και εγκόσμιας διάστασης του Χριστιανισμού. Και μόνη η παρουσία του και το όνομά του στην πόλη τού Ρεθύμνου εξασκούσαν κάτι σαν μαγεία. Ενθουσίαζε και μαγνήτιζε στο πέρασμά του τους Ρεθεμνιώτες, που τον σέβονταν αληθινά και τον υπεραγαπούσαν.
Ο Νέστωρ Βασσάλος κοιμήθηκε τον ύπνο των δικαίων στην κλινική τού Γρηγορίου Δάνδολου, στις 4 Ιανουαρίου 1957, σέ ηλικία 85 ετών.